Η στήλη συνήθως πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν στο Ρέθυμνο και την Κρήτη προσπαθώντας να δώσει παράλληλα τις εθνικές και διεθνείς προεκτάσεις τους. Στο παρόν άρθρο επιλέξαμε να κινηθούμε αντίστροφα, ξεκινώντας από τα εθνικά θέματα που ούτως ή άλλως επηρεάζουν την Κρήτη, τόσο ως μέλος του εθνικού κορμού όσο και ως ένα νευραλγικής θέσης γεωπολιτικό σημείο στην καρδιά της ανατολικής Μεσογείου. Αφορμή η κινητικότητα που έχει επιδείξει η τουρκική πλευρά σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία και ο αντίκτυπος που προκαλείται στις κατά περιόδους δοκιμαζόμενες λόγω της τουρκικής προκλητικότητας διμερείς μας σχέσεις, καθώς και οι πρόσφατες δηλώσεις στο CNN του Τούρκου υπουργού Άμυνας Χουλουσί Ακάρ.
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι το σημαντικό μέλημα των δύο κρατών, της Ελλάδας και της Τουρκίας, προς το συμφέρον τους, πρέπει να είναι η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης για ειρηνική συνύπαρξη και ευημερία των δύο λαών. Η Ελλάδα σε αυτό το εν δυνάμει ταγκό έχει επιδείξει διαχρονικά ότι είναι μια χώρα που εμφορείται από τις αξίες του δυτικού πολιτισμού, σεβόμενη τις ανατολικές επιρροές της και το κυριότερο, χωρίς επεκτατικές βλέψεις έναντι οιουδήποτε. Οι περισσότερες ελληνικές κυβερνήσεις, μάλιστα, στέκονταν θετικές και υποστήριζαν τις διαπραγματεύσεις για την ενταξιακή πορεία της γείτονος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με κόστος τα εγχώρια «γεράκια» να τις κατηγορούν για υποχωρητισμό κοκ.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι ακόμη και πριν το ξέσπασμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία η Τουρκία δεν ήταν απομονωμένη. Μπορεί η οικονομική κατάσταση της χώρας να ήταν εξαιρετικά κρίσιμη με την τουρκική λίρα να διολισθαίνει καθημερινά και την κυβέρνηση Ερντογάν να παραπαίει λόγω των εσωτερικών σκανδάλων και της λαϊκής δυσαρέσκειας, ωστόσο, η τουρκική διπλωματία δεν παρεξέκλινε της συνεπούς στάσης της με τις ανάλογες ευέλικτες κινήσεις φυσικά. Και μόλις δημιουργήθηκε κενό στη διεθνή διπλωματία έσπευσε να το καλύψει με τέτοιες γρήγορες και «καλλιτεχνικές» κινήσεις, που θα τις ζήλευε και ο καλύτερος «χορευτής» της σκηνής των διεθνών σχέσεων. Βρέθηκε δηλαδή η Τουρκία, να είναι ο διαμεσολαβητής που συμβάλει στη λύση του Ουκρανικού συνεννοούμενη ταυτόχρονα με το Ισραήλ.
Και όχι μόνον αυτό αλλά εμφανίζεται ως ο τοποτηρητής της Ειρήνης, στην περιοχή που την ίδια στιγμή που καταδικάζει τη ρωσική εισβολή στο ουκρανικό έδαφος καλωσορίζει ή διευκολύνει Ρώσους ολιγάρχες και προσκαλεί την Ελλάδα να ζήσουμε μαζί με ειρήνη, ηρεμία και σταθερότητα, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Σακάρ. Αυτό όμως που οφείλει να προσέξει η χώρα μας και η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι οι δυσάρεστες εκπλήξεις, όπως λόγου χάρη η ατζέντα που ήθελε να επιβάλει ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο δείπνο με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ή αναφορές σαν αυτή του Τούρκου ΥΕθΑ για συζητήσεις για «ζητήματα βάθους» που για την τουρκική εξωτερική πολιτική δεν είναι τίποτε άλλο από το ανιστόρητο και επιθετικό δόγμα περί «γαλάζιας πατρίδας».
Προσοχή λοιπόν! Κλειστά αυτιά στα εκατέρωθεν πατριδοκάπηλα «γεράκια» και διπλωματία υψηλού επιπέδου και εγρήγορσης που θα προστατεύει τα εθνικά και ευρωπαϊκά μας συμφέροντα…