Μια άτυχη ζαριά κι έμεναν κυριολεκτικά στον δρόμοΕκείνα τα Χριστούγεννα του 1966 μια είδηση που αφορούσε στο Ρέθυμνο προκάλεσε αίσθηση παγκοσμίως.
Είχε περάσει στην αθανασία, υπάρχει υστεροφημία και στο είδος των κυνηγών της τύχης, ο μέγας τζογαδόρος Nick the Greek, κατά κόσμον Νικόλαος Δάνδολος.
Σμυρνιός στην καταγωγή γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1883 από εύπορους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ένας έμπορος χαλιών με μεγάλο κύρος στην αγορά. Ο Νικόλας μεγάλωνε στα «πούπουλα» κι είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει ό,τι ήθελε.
Σαν παιδί είχε τη ζωηράδα της ηλικίας του, υπερβολική κάποιες φορές, αλλά και μια εξαιρετική ευφυΐα.
Η εξυπνάδα του έκανε περήφανους γονείς, αλλά και τον επίσης εύπορο νονό του. Κι όλοι πίστευαν ότι το καμάρι τους θα γινόταν ένας μεγάλος επιστήμονας.
Η μητέρα του βέβαια είχε προσέξει κάποιες περίεργες συνήθειες του γιου της που έδειχνε μεγάλη αδυναμία στα… στοιχήματα, αλλά δεν έδινε σημασία. Μόνον όταν στα δέκα του χρόνια απέβαλαν τον κανακάρη της από το σχολείο επειδή τζόγαρε με το στρίψιμο νομισμάτων άκουσε να σημαίνουν καμπανάκια κινδύνου. Τότε μόνο συνειδητοποίησε την περίεργη συμπεριφορά του γιου της και σε κατάσταση υστερίας τον προειδοποίησε: «Αν δεν προσέξεις όταν μεγαλώσεις θα γίνεις τζογαδόρος».
Λες και ήταν ανοικτοί οι ουρανοί όταν έκανε αυτή την προειδοποίηση.
Μόλις τέλειωσε τις εγκύκλιες σπουδές τον έστειλαν στη Σμύρνη όπου σπούδασε Φιλοσοφία στην Ελληνική Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Σαν φοιτητής ήταν άριστος. Διάβαζε με πάθος ιδιαίτερα τους μεγάλους κλασικούς. Η λατρεία που έτρεφε στην επιστήμη του δεν τον εγκατέλειψε μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν είναι τυχαίο ότι διάβαζε Πλάτωνα και Αριστοτέλη όταν δεν τζόγαρε. Κι όπως συνήθιζε να λέει: «Στην αρχαία φιλοσοφία, βρίσκεις γνώση, γαλήνη της ψυχής, διεξόδους και ισορροπία».
Όνειρο της ζωής του ήταν να ταξιδέψει στην Αμερική και οι γονείς του δεν του στέρησαν τη χαρά αυτή. Περισσότερο βέβαια συνετέλεσε στην απόφασή τους αυτή η επιμονή του εφοπλιστή νονού, άλλες πηγές τον αναφέρουν ναυπηγό, ότι ο μικρός στο Νέο Κόσμο θα μπορούσε να μάθει από πρώτο χέρι τον κόσμο των επιχειρήσεων, ώστε να αναλάβει αργότερα την πατρική επιχείρηση. Για άλλα όμως τον προόριζε η ζωή.
Δεν ήταν το άγχος της επιβίωσης -κάτι που δεν γνώρισε ποτέ- που τον έκανε τόσο ριψοκίνδυνο στο κυνήγι της τυφλής θεάς .
Μια γνωριμία του με έναν πασίγνωστο αναβάτη ιπποδρομιών, τον Phil Musgrave στο Μόντρεαλ του Καναδά όπου είχε μεταναστεύσει το 1911, πρέπει να καθόρισε τη μετέπειτα ζωή του. Αυτός τον έφερε για πρώτη φορά σε επαφή με τον τζόγο που τον έκανε πλουσιότερο κατά μισό εκατομμύριο δολάρια μέσα σε έξι μήνες. Όπως ήταν αναμενόμενο δεν τον άφηνε αδιάφορο και η πράσινη τσόχα και η φήμη του σαν χαρτοπαίκτης του εξασφάλισε κανονικό μισθό από τα μεγάλο καζίνο, προκειμένου να σταματήσει να παίζει εναντίον τους και να τους προκαλεί «ζημιές».
Ο Nick συνδέθηκε με ιστορικές προσωπικότητες της Αμερικής, όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Φρανκ Σινάτρα ακόμα και ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, όπου σε μια βραδινή έξοδό του που συνοδευόταν από το μεγάλο φυσικό, έγινε το ακόλουθο περιστατικό: Ο Nick παρ’ όλο που ήθελε όλοι στον κύκλο του να δείξουν επίπεδο και να συμπεριφερθούν στο μορφωμένο φίλο του με σεβασμό γνώριζε πως οι άνθρωποι τους οποίους συνήθιζε να συναναστρέφεται δε γνώριζαν τίποτε από επιστήμες. Έτσι, για να αποφύγει κάποιο τυχόν μπέρδεμα αποφάσισε να τους συστήσει τον Αϊνστάιν ως «ο μικρός Al από το Princeton» (ο Einstein ήταν τότε μέλος του Ινστιτούτου Ανωτέρων Σπουδών στο πανεπιστήμιο αυτό).
Σε μια ιστορική παρτίδα πόκερ στο κέντρο «Ελ Μορόκο» της Νέας Υόρκης, ο Νικ, με διάσημους θεατές, όπως ο Αιγύπτιος βασιλιάς Φαρούκ, έπαιζε κόντρα στον νονό της Μαφία, Κοστέλο. Στο τέλος ο Νικ κέρδισε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια και ο χαμένος της βραδιάς, Κοστέλο, του είπε: «Έλληνα, φεύγεις και δεν συνεχίζεις, γιατί είσαι δειλός!». Τότε ο Νικ παρακάλεσε τον Φαρούκ να ανακατέψει την τράπουλα. «Και τώρα αμίγκο», είπε στον Κοστέλο, «έλα να τραβήξουμε από ένα χαρτί. Το μεγαλύτερο θα κερδίσει 500.000 δολάρια!». Ο Κοστέλο τον κοίταξε αυστηρά, άναψε ένα πούρο, έριξε το παλτό στον ώμο κι έφυγε με τους συνοδούς του… Την άλλη μέρα οι «Νιούγιορκ Τάιμς» εξυμνούσαν τον Νικ ως τον αδιαφιλονίκητο βασιλιά του πόκερ που ταπείνωσε τον Κοστέλο.
Με τα χρόνια, τον ειλικρινή και συμπαθή χαρακτήρα, το εντυπωσιακό παίξιμό του, με τις μεγάλες νίκες του (σημ.: είχε κερδίσει όλους τους μεγάλους παίκτες της εποχής), αλλά και με την αξιοπρεπή στάση στις ήττες του, απέκτησε κύρος και φανατικούς φίλους, που παρακολουθούσαν τις παρτίδες του.
Μεταξύ των μεγάλων θαυμαστών του και ο Φρανκ Σινάτρα, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Τέλης Σαβάλας ακόμα και ο βασιλιάς Φαρούκ.
Θρυλική στέκει η συνάντησή του με τον Άλμπερτ Αϊνστάιν, τον οποίο ξενάγησε στον θαυμαστό κόσμο του Βέγκας συστήνοντάς τον στην παρέα του ως «μικρό Αλ από το Πρίνστον».
Είναι αμέτρητα τα περιστατικά που αλιεύουμε από αναφορές για το Νικ στο διαδίκτυο για τις συμπεριφορές του κυνηγώντας την τύχη που έκοβαν την ανάσα. Διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
Κάποτε, παραμονή πρωτοχρονιάς, ο Νικ έχασε 300.000 δολάρια. Σηκώθηκε ατάραχος, ένα λεπτό πριν σημάνει ο νέος χρόνος κι έδωσε το σύνθημα να αναβοσβήσουν τα φώτα και ν’ ανοίξουν σαμπάνιες. «Ελπίζω», είπε, «η αλλαγή του χρόνου ν’ αλλάξει την τύχη μου». Το ξημέρωμα τον βρήκε να κερδίζει 1.250.000 δολάρια, ποσό που έχασε μετά στη ρουλέτα και στα άλογα… Το 1949 ο Νικ συμμετείχε σ’ ένα παιχνίδι πόκερ που χαρακτηρίστηκε «Μαραθώνιος». Παίχτηκε δημοσίως, με αντίπαλο τον Johnny Moss, τον καλύτερο παίκτη του πόκερ. Το παιχνίδι κράτησε πέντε μήνες, με διαλείμματα μόνο για ύπνο και φαγητό. Στο τέλος ο Δάνδολος έχασε πάνω από 2.000.000 δολάρια και φεύγοντας είπε: «Κύριε Μος, θα πρέπει να σας αφήσω να φύγετε…». Έπειτα κατευθύνθηκε στον επάνω όροφο για να κοιμηθεί… Στη ζωή του o Nick the Greek εκτιμάται ότι κέρδισε και έχασε πάνω από 2 δισ. δολάρια και δώρισε πάνω από 20 εκ. για φιλανθρωπικούς σκοπούς, ενώ ο θρύλος τον θέλει να έχει κερδίσει (και να χάνει φυσικά) ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα στο Λας Βέγκας!
Ο «τζέντλεμαν της πράσινης τσόχας», πέθανε σε ηλικία 83 ετών, στις 25 Δεκεμβρίου του 1966, από καρδιακή προσβολή, αφού είχε προηγηθεί πνευμονία. Ήταν πλέον πάμφτωχος, αν και έμενε στο πολυτελέστερο ξενοδοχείο του Λας Βέγκας. Ορισμένοι ονομαστοί φίλοι του συναντήθηκαν και φρόντισαν έτσι ώστε να έχει μια υπερπολυτελή κηδεία που να του αρμόζει, με χρυσό μάλιστα φέρετρο.
Τον έθαψε με μεγάλη πολυτέλεια ο Φρανκ Σινάτρα, ενώ το «παρών» έδωσαν, ηθοποιοί του Χόλιγουντ, σταρ και μαφιόζοι, και του εναπόθεσαν λουλούδια με τραπουλόχαρτα, κυρίως τον Ρήγα σπαθί, που τον αντιπροσώπευε στον χώρο του τζόγου.
Μανιώδεις κυνηγοί της τύχης
Το Ρέθυμνο πάντως δεν έχει την τιμητική του στο πάνθεον των αστέρων της πράσινης τσόχας, χάρις στον Δάνδολο μόνο.
Από την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού το κυνήγι της τύχης με το πρόσχημα της παράδοσης είχε καταντήσει μάστιγα αν κρίνουμε από τα αστυνομικά δελτία της εποχής.
Τεράστιες περιουσίες δαπανήθηκαν, οικογένειες διαλύθηκαν, παιδιά μεγάλωσαν μέσα στην πείνα και στην ανέχεια αλλά οι τύψεις των υπαιτίων κρατούσαν μέχρι την επόμενη πρόσκληση σε καρέ. Και ο κύκλος της απερισκεψίας άνοιγε αμέσως για να κλείσει με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα.
Χαρακτηριστικό το παράδειγμα που μας δίνει μια είδηση στο «Νέο Ραδάμανθυ» παραμονή πρωτοχρονιάς του 1884.
Μεσάνυχτα σε καταγώγιο της πόλης του Ρεθύμνου, ξέσπασε καυγάς μεταξύ θαμώνων που έπαιζαν «31». Κι εκεί που δεν το περίμενε κανείς ένας έβγαλε μαχαίρι και τραυμάτισε βαριά τον αντίπαλό του. Μέχρι να καταλάβουν και οι άλλοι τι συνέβη ο μαχαιρωμένος άφησε την τελευταία του πνοή. Ο δράστης σοκαρισμένος από τη συνειδητοποίηση της πράξης του δεν έκανε ούτε βήμα μέχρι που έφθασε επί τόπου ο διοικητής της αστυνομίας, Δημήτριος Βαγιόνης, και τον οδήγησε στο κρατητήριο.
Από τους κορυφαίους της πράσινης τσόχας και Ρεθεμνιώτης ευυπόληπτης οικογένειας. Είχε μυαλό «ξυράφι» που λένε αλλά ξόδευε τον φυσικό του αυτό πλούτο στην πρόκληση της τράπουλας.
Μια Πρωτοχρονιά γύρισε σπίτι του φορτωμένος κυριολεκτικά με πάκους τα χαρτονομίσματα. Κουβαλούσε μια περιουσία αλλά το μόνο που σκεφτόταν εκείνη τη στιγμή ήταν να πέσει στο κρεβάτι και να κοιμηθεί.
Έτσι νυσταγμένος δεν έδωσε καμιά σημασία στις νουθεσίες των οικείων του, που είχαν πάρει είδηση την τρελή εύνοια που έδειξε η τύχη στον άνθρωπό τους. Είχε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αγοράσει τη μισή Αρκαδίου από τη Μητρόπολη μέχρι το Ενετικό Λιμάνι. Πουλούσε τότε ο κόσμος για ένα κομμάτι ψωμί προκειμένου να φύγει αναζητώντας καλύτερη τύχη αλλού.
Ο τυχερός εκείνης της Πρωτοχρονιάς όμως δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον. Μόλις ξύπνησε αναζήτησε ξανά τραπέζι με πράσινη τσόχα όπου έχασε και την τελευταία δραχμή από τα κέρδη της προηγουμένης.
Έμεινε άστεγος με μια ζαριά
Αρχές του περασμένου αιώνα, σύμφωνα με τον Θεμιστοκλή Βαλαρή, ένα στέκι καθαρά χαρτοπαικτικό λειτουργούσε στο λιμανάκι όπου αργότερα έγινε η ταβέρνα ιδιοκτησίας Λιοδάκη που συγκέντρωνε την εκλεκτότερη πελατεία.
Επειδή η είσοδος ήταν σε απόμερο σημείο του λιμανιού το προτιμούσαν Τούρκοι και Έλληνες.
Ένα βράδυ βαρυχειμωνιάς που η κυκλοφορία ήταν μόνο για γενναίους είχαν ξωμείνει στο στέκι αυτό ένας Τούρκος κι ένας Χριστιανός παίζοντας ζάρια με ελάχιστους θαμώνες να έχουν ξεμείνει από περιέργεια για να δουν ποιος από τους δυο θα κέρδιζε.
Για να βλέπουν καλά είχα κατεβάσει την πετρελαιόλαμπα σχεδόν πενήντα πόντους πάνω από το τραπέζι.
Όταν πια η ένταση χτύπησε κόκκινο ο Τούρκος βλέποντας ότι ο Χριστιανός κουβαλούσε ένα τεράστιο ποσόν (150 ναπολεόνια) του πρότεινε να τα παίξει όλα κι εκείνος θα έβαζε το σπίτι του απέναντι από το Δεσποτικό.
Ο Χριστιανός άκουσε με ενδιαφέρον την πρόταση. Αρχικά δείλιασε επειδή τα ναπολεόνια του ήταν μια μικρή περιουσία. Από την άλλη όμως η αδρεναλίνη του έφθασε στα ύψη μέσα στην ένταση του παιχνιδιού. Δέχτηκε λοιπόν χωρίς δεύτερη κουβέντα και αφήνει τον Τούρκο να ξεκινήσει. Πετάει τα ζάρια αυτός και τα ρίχνει. Βγαίνει έξι πέντε που ήταν βέβαια μεγάλη επιτυχία. Παίρνει σειρά ο Χριστιανός αλλά από τη ριξιά χάνεται το ένα ζάρι.
Ο Τούρκος βλέποντας ότι το ζάρι που είχε μείνει πίσω έδειχνε άσσο ζήτησε να σταματήσει η έρευνα μα το ίδιο έκανε ο Χριστιανός όμως που να χαμπαριάσει. Συνέχιζε το ψάξιμο με τη βοήθεια και των άλλων. Και τι σου είναι η τύχη.
Εκεί που το γυρεύανε με το τράνταγμα του πατώματος που ήταν ξύλινο ξεκολλά το ζάρι που ήταν μπερδεμένο στην άκρη της λάμπας, πέφτει, χτυπά πάνω στο άλλο ζάρι που έδειχνε άσσο και το γυρίζει απρόσμενα να δείχνει εξάρες. Κυλιέται λίγο παρακάτω και στέκει κι αυτό στο έξι!!! Έμειναν όλοι έκπληκτοι ακόμα κι ο Τούρκος που τηρώντας τα υπεσχημένα πέταξε το κλειδί του σπιτιού του στα χέρια του Χριστιανού με ένα «Αφερήμ εφέντη μου».
Σε άλλη μια περίπτωση που αναφέρει επίσης ο Θεμιστοκλής Βαλαρής στο υπέροχο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις» σε ένα τραπέζι που κάθονταν τέσσερις από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς της πόλης για πόκερ μέσα σε μισή ώρα, από τις 11.30 μέχρι τα μεσάνυχτα που άλλαζε ο χρόνος ένας από αυτούς είχε κερδίσει 200 ναπολεόνια. Ολόκληρη περιουσία δηλαδή.
Η μοιρολατρία των Ρεθεμνιωτών
Από τα πιο ενδιαφέροντα κείμενα στον τοπικό τύπο γύρω από τη σχέση του Ρεθύμνου με τον τζόγο είναι ένα άρθρο της Νίτσας Μανωλακάκη στην ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ (Δεκέμβριο 1968) με τίτλο «Οι Ρεθύμνιοι είναι μοιρολάτρες».
Για την ιστορία να αναφέρω ότι διαδέχτηκα τη Νίτσα στην επαγγελματική δημοσιογραφία το 1972 όταν εκείνη επιτυχημένη ρεπόρτερ και πρώτη επαγγελματίας στον χώρο είχε αναχωρήσει για την Αθήνα όπου εργάστηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ και σε άλλες μεγάλες εφημερίδες.
Και μόνο από το άρθρο της αυτό, που αντλώ στοιχεία για το σημερινό αφιέρωμα, καταλαβαίνεις πόσο καλή ήταν στη δουλειά της κάνοντας αναλυτικό ρεπορτάζ στο θέμα που επέλεγε να ασχοληθεί.
Στο άρθρο της για τον τζόγο μας περιγράφει ένα Ρέθυμνο του 1968 που οι κάτοικοί του ήταν επιρρεπείς στο τζόγο κάθε μορφής.
Σύμφωνα με την έρευνα της Νίτσας κάθε Πρωτοχρονιά παίζονταν στα τυχερά παιχνίδια γύρω στα 5.000.000 δραχμές μόνο στην πόλη.
Αναφέρει επίσης για τέσσερις χαρτοπαικτικές λέσχες.
Συμπολίτες της εποχής μου έχουν διηγηθεί πόσο εξευτελιστικό ήταν να σε οδηγούν στο αυτόφωτο μετά από σύλληψη σε χαρτοπαιχτική λέσχη φορτωμένο με το τραπέζι της πράσινης τσόχας.
Εντυπωσιακή λεπτομέρεια. Και φυσικά το «ρεζίλεμα» μεγάλο.
Παρέμβαση λόγιων για …απεξάρτηση
Αυτές τις τάσεις αυτοκαταστροφής προσπαθούσαν, με την ανάπτυξη πνευματικού έργου, να θεραπεύσουν σημαντικοί Ρεθεμνιώτες των Γραμμάτων και Τεχνών, όπως ο καθηγητής Νίκος Παλιεράκης.
Να θυμίσουμε ότι αναφερόμαστε στον σπουδαίο εκείνο Ρεθεμνιώτη, που με την πένα και τον λόγο του κατακτούσε τους πάντες.
Αυτόν αναφέρει παραμονές Πρωτοχρονιάς, του 1884 ο «Νέος Ραδάμανθυς» με αφορμή μια διάλεξή του περί ηθικής που έδωσε στις φυλακές Ρεθύμνου.
Το γεγονός επαινείται από την εφημερίδα, που μας αναφέρει μεταξύ άλλων, ότι τη διάλεξη παρακολούθησαν και όλες οι τοπικές αρχές.
Και στον τομέα αυτό ο Νικόλαος Παλιεράκης αποδεικνύει το προοδευτικό του πνεύμα. Για τους κώδικες ηθικής εκείνων των καιρών ήταν αιτία κοινωνικής απομόνωσης και μόνο η επαφή με φυλακισμένους. Φανταζόμαστε επομένως το κύρος του σπουδαίου αυτού ανδρός, που όχι μόνο οι πρωτοβουλίες του είχαν τη γενική επιδοκιμασία, αλλά τον ακολουθούσαν και οι αρχές που δικαίως τον τιμούσαν ιδιαίτερα.
Αυτά συνέβαιναν τα χρόνια εκείνα τα παλιά τόσο στην πόλη όσο και στα χωριά του νομού παραμονές της έλευσης του καινούργιου χρόνου. Να έχει αλλάξει κάτι από τότε;
Από ό,τι μας πληροφορούν τα σύγχρονα αστυνομικά δελτία παραμένουμε στο ίδιο έργο θεατές.