Ανακοινώθηκαν οι βαθμολογίες των πανελληνίων εξετάσεων, μέσα από τις οποίες οι υποψήφιοι κάθε χρόνο ψάχνουν για την πολυπόθητη θέση στον Ήλιο της ζωής. Οι εκτιμήσεις για αποτυχία στα μαθήματα επαληθεύτηκαν και δείχνουν ότι οι υποψήφιοι δεν κατάφεραν να έχουν καλύτερες επιδόσεις από το 2021 στα περισσότερα μαθήματα. Η αριστεία ήταν πάντα ένα θέμα όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά σε όλο τον πλανήτη. Το θέμα θέλει αρκετή συζήτηση, αλλά προς το παρόν θα αναφέρω κάποια σχετικά στοιχεία, για τα ελληνικά δεδομένα, δια μέσου των πανελληνίων, τα οποία έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Αντιγράφω από τις εφημερίδες του 2020. Σπάνιο είδος ήταν φέτος οι αριστούχοι, ανάμεσα σε όσους επέλεξαν το νέο σύστημα εξετάσεων. Στις φετινές (του 2020) πανελλήνιες εξετάσεις «Υπήρξαν περιπτώσεις που αρκούσε ο υποψήφιος να γράψει το όνομά του και να απαντήσει στην τύχη μία ή δύο ερωτήσεις Σωστού- Λάθους, για να καταφέρει να πάρει το εισιτήριο για το πανεπιστήμιο, όπως π.χ. στο τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Αιγάλεω, που κατέγραψε πτώση 94,5% !!!.
«Με 8.900 μόρια μπορούσε κάποιος να εισαχθεί στη Φιλολογία Καλαμάτας και με ακόμη λιγότερα, με 8.525 μόρια στη Φιλολογία Ρεθύμνου. Δηλαδή με 8.525 μόρια γίνεσαι φιλόλογος», ενώ στη Σάμο αρκούσαν τα 3.125 μόρια για να μπει κάποιος στο Μαθηματικό, όταν πέρυσι (το 2019) χρειάζονταν 5.150 και πριν από μερικά χρόνια 15.500 !!!». Μεγάλη είναι η πτώση των βάσεων στις σχολές του 2ου επιστημονικού πεδίου, με εξαίρεση τις αρχιτεκτονικές σχολές σε όλη την Ελλάδα. «Εδώ, όπως γράφτηκε, έγινε η σφαγή των αμνών». Ενδεικτικά αναφέρω την πτώση στο τμήμα Ασφαλιστικών Επιστημών στα Γρεβενά, με τη βάση να διαμορφώνεται στα 3.950 μόρια από 4.850 που ήταν το 2019. Οι αριστούχοι όλο και σπανίζουν περισσότερο πλέον.
Γιατί άραγε παρατηρήθηκε αυτή η φτώχεια στους αριστούχους, τους οποίους τα προηγούμενα χρόνια είχαμε σε αφθονία; Κάποιοι εκτίμησαν ότι, πρόκειται κυρίως για τεχνικό φαινόμενο που σχετίζεται με το βαθμό δυσκολίας των θεμάτων και την επιλογή τους. Τα κάκιστα αποτελέσματα των πανελλήνιων, των προηγούμενων δυο ετών, πολλοί τα σύνδεσαν με την καραντίνα και το γενικότερο κλίμα της πανδημίας. Αν ψάξουμε σε βάθος θα δούμε ότι μάλλον δεν ήταν αυτό το πρόβλημα. Ισα – ισα που οι μαθητές είχαν όλη την ευχέρεια να προετοιμαστούν και να αποδώσουν τα μέγιστα, απερίσπαστοι από οτιδήποτε άλλο που θα αποτελούσε τροχοπέδη στον τελικό στόχο τους.
Το αποτέλεσμα σίγουρα έχει σχέση με τις εξελίξεις και τη νοοτροπία που έχει καλλιεργηθεί στην παιδεία τα τελευταία χρόνια, στο οποίο, όλοι ανεξαιρέτως όσοι εμπλέκονται σ΄ αυτήν, κράτος , γονείς, εκπαιδευτικοί, μαθητές, έχουν το μερίδιο που τους αναλογεί.
Το κράτος με τις αλλοπρόσαλλες επιλογές του, χωρίς κανένα συγκεκριμένο προγραμματισμό, αφού η παιδεία ποτέ από καμία κυβέρνηση δεν έγινε εθνικός στόχος.
Οι μαθητές δεν είναι αυτοί που ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες, ούτε και οι γονείς, οι οποίοι έχουν επιβάλει νέους κανόνες συμπεριφοράς κι έχουν αποκτήσει αυθαίρετα δικαιώματα, με τη λογική, πάνω απ’ όλα το παιδί μου και κανένας άλλος, με ανάλογο αντίκτυπο στην εξέλιξη των μαθητών, ενώ ο ρόλος του εκπαιδευτικού υποβαθμίζεται συνεχώς.
Και τέλος οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι βέβαια έτσι κι αλλιώς, είναι υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να εφαρμόζουν τις εκάστοτε εγκυκλίους του ΥΠΑΙΘ, χωρίς απαραίτητα να συμφωνούν. Έτσι μοιραία εργάζονται σε ένα σύστημα, το οποίο υποβιβάζει διαρκώς τη δουλειά τους, με κάθε δυνατό και αδύνατο τρόπο.
Η συνισταμένη όλων των παραπάνω είναι τα αρνητικά αποτελέσματα σήμερα στο χώρο της παιδείας, τα όποια προφανώς θα συνεχιστούν στο πανεπιστήμιο και στη συνέχεια στην κοινωνία, όταν οι σημερινοί φοιτητές, θα βγουν στην αγορά εργασίας, με την όχι καλύτερη νοοτροπία, ακόμη κι αν είναι αριστούχοι. Άρα αυτό δεν είναι σημερινό φαινόμενο, αλλά «δούλευε στην παιδεία» από την αρχή της εκπαίδευσης της συγκεκριμένης γενιάς μαθητών, δηλαδή πριν από 12-13 χρόνια, όταν οι συγκεκριμένοι μαθητές ξεκινούσαν τη μαθητική τους πορεία από το νηπιαγωγείο.
Ο Σαράντος Καργάκος φιλόλογος ιστορικός συγγραφέας και εισηγητής του 15% για την παιδεία, είχε κάνει μια αξιολόγηση για τη νέα νοοτροπία στην παιδεία, η οποία μάλλον δεν απέχει πολύ από την αλήθεια. Αντιγράφω: «Μετά την πτώση του απριλιανού καθεστώτος ξεφύτρωσαν σαν μανιτάρια οι Μέντορες ενός αναρχικού, κατεδαφιστικού κινήματος πού διαπότισε ένα μεγάλο μέρος της φοιτητικής νεολαίας, μιας νεολαίας με αστικές και μεγαλοαστικές καταβολές. Παιδιά πλουτοκρατών εναντίον της πλουτοκρατίας. […] Τότε άρχισαν να επιβάλλονται στη ζωή μας νέες κοινωνικές αρχές, όπως «τα παιδιά έχουν πάντα δίκιο» και το «απαγορεύεται να απαγορεύεις». Και το πρώτο πού απαγορεύτηκε ήταν ἡ τιμωρία είτε στο σπίτι, είτε στο σχολείο, είτε στην κοινωνία. Επικράτησε παντού και πάντα ἡ παιδοκολακία. Έτσι δημιουργήθηκε μία κοινωνία ανοχής. Αλλά όταν ἡ κοινωνία ανέχεται, τότε όποιος έχει ροπή προς την εκτροπή επωφελείται.»
Περιστατικά που σε άλλες εποχές θα ήταν εντελώς αδιανόητα συμβαίνουν κάθε μέρα σε όλα τα σχολεία της χώρας, με στόχο σχεδόν πάντα τους εκπαιδευτικούς ,μη αφήνοντας τους να επιτελέσουν σωστά το έργο τους, τα οποία σε κάθε περίπτωση επηρεάζουν αρνητικά τις επιδόσεις των μαθητών. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που είναι φτιαγμένο και θέλει όλοι οι μαθητές να τελειώνουν το λύκειο, ο εκπαιδευτικός δεν έχει επιλογές. Δεν έχει τη δυνατότητα από το σύστημα, όπως παλιότερα, να προβιβάσει αυτούς που πραγματικά αξίζουν να προχωρήσουν στην επόμενη τάξη.
Με δεδομένο ότι οι προηγούμενες γενιές αριστούχων που κυβέρνησαν τη χώρα, μάλλον απέτυχαν παταγωδώς, αναρωτιέμαι αυτή η γενιά, των μη αριστούχων, όπως καταγράφεται τα τελευταία χρόνια, που θα κυβερνήσει τη χώρα μελλοντικά, τι θα καταφέρει άραγε; Μήπως να αρχίσουμε να ανησυχούμε πλέον πολύ σοβαρά; Μήπως θα πρέπει επιτέλους η παιδεία να γίνει εθνικός στόχος και να καθίσουν όλα τα κόμματα και οι συνδικαλιστές στο τραπέζι, εκπονώντας σοβαρά προγράμματα με προοπτική, για τα επόμενα 15-20 χρόνια τουλάχιστον. Γιατί ακόμη και στον περισσότερο άσχετο είναι μάλλον αυτονόητο, ότι μόνο όταν η παιδεία γίνει εθνικός στόχος, θα μπορέσουμε να απολαύσουμε τους καρπούς της στο μέγιστο.
Από τους υπεύθυνους αριστούχους των υπουργείων… άραγε ακούει κανείς;