«Θέλουμε να ανοίξει ένας διάλογος με τους θεσμικούς φορείς, πως μπορούμε να ενδυναμώσουμε τις σπουδές που προσφέρονται στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες» επισημαίνει η πρύτανις του Παντείου Πανεπιστημίου Χ. Κουλούρη
Το συνέδριο συνεχίζεται και σήμερα με ζητήματα που αφορούν στην αγορά εργασίας, στις προοπτικές των αποφοίτων, καθώς και στην τεχνολογική εξέλιξη και στην αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης
Ο ρόλος και οι διαστάσεις των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών στη σύγχρονη εποχή βρίσκονται στο επίκεντρο του συνεδρίου που πραγματοποιείται από χθες στην Πανεπιστημιούπολη του Γάλλου στο αμφιθέατρο Δ7, με τίτλο «Οι Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες στον 21ο αιώνα».
Το επιστημονικό συνέδριο διοργανώνεται από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, σε συνεργασία με το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), την Περιφέρεια Κρήτης, τον Δήμο Ρεθύμνης και το Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης Κρήτης, με σκοπό την ανάλυση κρίσιμων πτυχών των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις.
Την πρώτη μέρα του συνεδρίου, εχθές Τρίτη, συζητήθηκαν τα φλέγοντα ζητήματα των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, ενώ εξετάστηκαν λύσεις σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι συγκεκριμένες επιστήμες, που αφορούν στους τομείς της αρχαιολογίας, της ιστορίας, της φιλοσοφίας, αλλά και της πολιτικής επιστήμης, της κοινωνιολογίας και των διεθνών σχέσεων.
Οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας και οι προοπτικές των αποφοίτων, οι πηγές και το ύψος χρηματοδότησης για την έρευνα, όπως και η κοινωνική και ευρύτερη απήχησή της, είναι κάποια από τα θέματα που απασχολούν την επιστημονική κοινότητα και συζητήθηκαν χθες κατά τη διάρκεια του συνεδρίου με τις ομιλίες που πραγματοποιήθηκαν από καθηγητές πανεπιστημίων.
Σε συνέντευξη τύπου που παραχωρήθηκε χθες, ο αντιπρύτανης Προγραμματισμού, Διοικητικών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Δημήτρης Μυλωνάκης και πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής ανέδειξε τα ζητήματα που απασχολούν το συνέδριο, καθώς και τον σκοπό της διοργάνωσής του, επισημαίνοντας: «Σκοπός μας είναι να συζητήσουμε τα προβλήματα που υπάρχουν και να προτείνουμε λύσεις, όπως επίσης να αναδείξουμε τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με την απορροφητικότητα στην αγορά εργασίας, με την έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά των φοιτητών, με τη μειωμένη χρηματοδότηση για τις έρευνες και τις χαμηλές βάσεις. Όλα αυτά είναι ζητήματα που συζητάμε στο συνέδριο. Όμως, ο κύριος σκοπός είναι να προτείνουμε λύσεις προς τους θεσμικούς φορείς, οι οποίοι θα βρίσκονται στο συνέδριο, έτσι ώστε να προσπαθήσουμε όλοι μαζί να βρούμε λύσεις σε αυτά τα προβλήματα».
«Είναι λάθος να νομίζουμε ότι ένα πτυχίο από κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες δεν εξασφαλίζει την επαγγελματική αποκατάσταση»
Από τη μεριά της η πρύτανις του Παντείου Πανεπιστημίου, Χριστίνα Κουλούρη, και πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής του συνεδρίου, ανέδειξε τον χαρακτήρα των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών και τη σημαντικότητα να κατέχει κάποιος ανάλογο πτυχίο, καθώς και τους λόγους που το Πάντειο Πανεπιστήμιο συμμετέχει σε ένα τέτοιο συνέδριο: «Το Πάντειο πανεπιστήμιο είναι ίσως το μοναδικό στην Ελλάδα που είναι μονοθεματικό, αφιερωμένο στις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες και επομένως μας ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτήν τη στιγμή η κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα ακαδημαϊκά τμήματα, οι σπουδές στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες, οι προοπτικές που έχουν οι απόφοιτοι και τα επαγγελματικά δικαιώματα και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο αξιολογείται το επιστημονικό έργο που παράγεται σε αυτά τα πεδία. Τα πεδία των ανθρωπιστικών επιστημών είναι η αρχαιολογία, η ιστορία, η φιλοσοφία, αλλά και η πολιτική επιστήμη, η κοινωνιολογία, οι διεθνείς σχέσεις. Διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μια αρνητική δημοσιότητα, μια τάση να υποβαθμίζεται η αξία των πτυχίων, αλλά και εν γένει του ερευνητικού και συγγραφικού έργου που παράγεται στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, ξεκινήσαμε αυτήν την πρωτοβουλία για να οργανώσουμε αυτό το συνέδριο και κυρίως για να ανοίξει ένας διάλογος και με τους θεσμικούς φορείς, πως μπορούμε να ενδυναμώσουμε τις σπουδές, οι οποίες προσφέρονται στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και να ενισχύσουμε το κύρος τους».
Όπως εξήγησε η κα Κουλούρη για την Ελλάδα οι ανθρωπιστικές επιστήμες είναι το βαρύ πυροβολικό της, «είναι η πολιτιστική κληρονομία, αυτήν την οποία θα πρέπει να προβάλλει, εκεί είναι διεθνώς ανταγωνιστική και είναι πραγματικά λυπηρό να βλέπουμε ότι υπάρχει μια τάση να μην χρηματοδοτείται η έρευνα σε αυτές τις επιστήμες και να μην ενισχύονται τα τμήματα στα οποία διδάσκονται οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες. Είναι επείγον να ανοίξουμε αυτόν τον διάλογο για να υπάρξει μια συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας της ελληνικής κοινωνίας, που χρειάζεται τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, διότι δεν αποτελούν μια εξειδίκευση, δεν δίνουν μόνο ένα πτυχίο. Διαμορφώνουν τις επόμενες γενιές και επομένως εξασφαλίζουν το μέλλον της Ελλάδας».
Η επαγγελματική αποκατάσταση είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τους αποφοίτους από τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές σχολές, όμως, σύμφωνα με την κα Κουλούρη, τα εφόδια που αποκομίζουν οι απόφοιτοι είναι χρήσιμα για το μέλλον και τις επαγγελματικές προοπτικές και είναι λάθος η άποψη που επικρατεί ότι το πτυχίο των κοινωνικών επιστημών δεν ανοίγει επαγγελματικές προοπτικές. Χαρακτηριστικά, μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ανέφερε:
«Η επαγγελματική αποκατάσταση είναι ένα ζήτημα. Σήμερα υπάρχει μεγάλη αγωνία για τα παιδιά, εάν θα βρουν δουλειά. Η Ελλάδα ζει ακόμη τις συνέπειες της κρίσης και κυρίως οι νέες γενιές ζουν αυτές τις συνέπειες. Είναι σημαντικό να συζητήσουμε τι γίνεται, ποιο είναι το αντίκρισμα των πτυχίων. Είναι λάθος να νομίζουμε ότι ένα πτυχίο από κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες δεν εξασφαλίζει την επαγγελματική αποκατάσταση, διότι οι σπουδές που δίνει το πανεπιστήμιο δεν είναι επαγγελματικές υπό τη στενή έννοια. Δεν σου μαθαίνει δεξιότητες. Εκτός εάν εξαιρέσουμε καθαρά επαγγελματικές σχολές, όπως είναι η Ιατρική. Δεν υπάρχει η ευθύγραμμη αντιστοίχηση. Αντιθέτως, μεγάλες εταιρείες διεθνώς προτιμούν να προσλάβουν σε υψηλές θέσεις ως στελέχη αποφοίτους των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, διότι έχουν κριτική και αναλυτική σκέψη. Αυτό είναι πιο απαραίτητο από το να ξέρουν έναν αλγόριθμο».
Στο Συνέδριο συμμετέχουν εκπρόσωποι του υπουργείου Παιδείας, της ΕΘΑΑΕ, του ΕΣΕΤΕΚ, της ΓΓΕΤ, Ερευνητικών Κέντρων όπως το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, το ΙΤΕ/Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών και το ΚΕΜΕ-.Π.Κ. και διακεκριμένοι επιστήμονες από διαφορετικά πεδία των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, ως προσκεκλημένοι ομιλητές.
Σήμερα, 22 Μαΐου, συνεχίζονται οι εργασίες του συνεδρίου με συζητήσεις μαζί με εκπροσώπους θεσμικών φορέων και ερευνητικών κέντρων, προκειμένου να αναδειχτεί η ποιότητα των σπουδών στις κοινωνικές και θεωρητικές επιστήμες. Όπως επίσης ένα επίκαιρο θέμα που θα απασχολήσει στο συνέδριο την επιστημονική κοινότητα με ομιλίες είναι οι προκλήσεις της ψηφιακής εποχής και ο τρόπος αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης.