Και οι γυναίκες της οικογένειας δεν υστέρησαν στην Αντίσταση
Από τις μεγάλες οικογένειες και οι Παττακοί του Άνω Μέρους και στη συνέχεια της Πατσού.
Είχα την ευκαιρία να τους γνωρίσω χάρις σε έναν σπουδαίο απόγονό τους, που τον αποχαιρέτησε χθες η παράδοση της Κρήτης, με ειλικρινή αισθήματα θλίψης.
Ο Παττακοστελής μου γνώρισε την ηρωική του οικογένεια, που αναδείχτηκε τελικά χάρις στο πείσμα και στην ανάγκη για δικαίωση του απογόνου τους.
Πρώτα ήταν ο παππούς Στυλιανός Παττακός. Μια σπουδαία μορφή που πρωταγωνίστησε στη Μάχη της Κρήτης αλλά είδαμε και πάθαμε να αναγνωριστεί και να αναφέρεται ανάμεσα στους άλλους ηρωικούς νεκρούς.
Ο σημαντικός αυτός ήρωας γεννήθηκε στο Άνω Μέρος το 1887, αλλά μετεγκαταστάθηκε αργότερα στην Πατσό. Ο Στυλιανός δεν πρέπει να χάρηκε την ειρηνική ζωή, καθώς από την πιο τρυφερή του ηλικία βρέθηκε στα χαρακώματα. Ανήκε κι αυτός στη γενιά των ανδρών που πέρασαν τα καλύτερα χρόνια τους στο μετερίζι του χρέους.
Έζησε όμως μεγάλες συγκινήσεις που τον αποζημίωναν για τις τόσες κακουχίες που περνούσε. Όπως για παράδειγμα ήταν από τους πρώτους που μπήκε θριαμβευτής στη Θεσσαλονίκη την ελεύθερη πια από τον ζυγό.
Ήταν ένας από τους 11 πατριώτες, που πάτησε πρώτος τα ιερά χώματα που μόλις ανάσαιναν τη λευτεριά. Από την περηφάνια του και τη χαρά του για το γεγονός ονόμασε τον γιο του Δημήτριο και όχι Μανώλη που ήταν το όνομα του πατέρα του.
Η πατρίδα τον αντάμειψε για την γενναιότητά του συνολικά. Ήταν έφεδρος Ανθυπολοχαγός επ’ ανδραγαθία.
Ευτύχησε να συνδέσει τη ζωή του με την Ανδρονίκη Χαροκόπου από την Παντάνασσα και να αποκτήσουν μια όμορφη οικογένεια.
Μετά τον γάμο του τον βρίσκουμε να εγκαθίσταται στην Πατσό όπου συνέχισε την πορεία του στη στράτα της πρεπιάς και της αρχοντιάς.
Κανόνας ζωής η αξιοπρέπεια
Σ’ αυτά τα χρόνια της ειρήνης με τον τίμιο ιδρώτα του ανάσταινε τη φαμελιά του. Κι έδινε ευχή και κατάρα στα παιδιά του να ζουν με αξιοπρέπεια και να υπηρετούν το δίκιο και την αλήθεια με κάθε τίμημα.
Κι ήρθε η μάχη της Κρήτης. Βρήκε και την Πατσό απορφανεμένη από τα νιάτα της που πολεμούσαν στα Αλβανικά βουνά. Έμεναν οι ηλικιωμένοι να πάρουν τη μοίρα της Κρήτης στα χέρια τους.
Από τους πρώτους που έτρεξε να αποκρούσει τον από αέρος επιδρομέα ήταν ο Στυλιανός Παττακός. Ζώστηκε δυο σπαθιά που είχε κρεμάσει στον τοίχο από τις μάχες των Βαλκανικών αγώνων, σήκωσε τη μικρή Ζαχαρένια και της είπε.
– Ευχήσου μου παιδί μου.
– Να γυρίσεις με τη Νίκη μπαμπά ήταν η απάντηση του παιδιού.
Μάταια η γυναίκα του τον εκλιπαρούσε να σκεφτεί τα παιδιά που ήταν μικρά.
– Μην επιμένεις της είπε αποφασιστικά. Το αίμα μας πατούν στην Μακεδονία κι εγώ θα κάθομαι εδώ;
Στην άνιση μάχη του Αη Γιώργη
Σαν άνεμος βρέθηκε στο λόφο του Αη Γιώργη στα Περιβόλια αλλά κι όπου προλάβαινε καταφέροντας ισχυρά πλήγματα στον εχθρό. Όπως κι άλλοι στη θέση του δεν είχε όπλα στην αρχή. Απόκτησε οπλισμό με τη γενναιότητά του. Ημίθεος έμοιαζε όταν ριχνόταν στη μάχη χωρίς να υπολογίζει τη ζωή του. Δικαίωνε έτσι και τα πολλά μετάλλια και διπλώματα ανδρείας που είχε πάρει μετά τον τραυματισμό του στην Κρέσνα Τζουμαγιάς. Αντίγραφα που υπάρχουν στο Γ.Ε.Σ. δόθηκαν πρόσφατα στα εγγόνια του. Είναι αξιοσημείωτο ότι και ο Βασιλιάς Γεώργιος όταν το 1937 πέρασε από το Ρέθυμνο εντυπωσιάστηκε βλέποντας τον στην άκρη του δρόμου να τον χαιρετά από τα τόσα μετάλλια στο στήθος του. Σε βαθμό μάλιστα που σταμάτησε την άμαξα να τον ρωτήσει ποιος είναι και που απέκτησε τόσα μετάλλια κι αυτός του απάντησε:
– Στους Βαλκανικούς αγώνες στο γνωστό δωρικό του ύφος.
Σημαντικές μαρτυρίες
Για τη γενναιότητα του Στυλιανού έχουμε και τη μαρτυρία από μια εμβληματική μορφή της Αντίστασης τον Γιώργη Τζίτζικα από το Άνω Μέρος επίσης, που έτυχε να τον συναντήσει στο πεδίο της τιμής, αλλά και του Ανδρέα Μπαραδάκη από τη Μύρθιο Ρεθύμνου, σύμφωνα με την οποία συνάντησε τον ήρωα δυο φορές ν’ ανεβοκατεβαίνει στου Σήμα την καμάρα. Είχε την έγνοια του και στο σπίτι και το βραδάκι ανέβαινε ν’ αρμέξει το κοπάδι και να δώσει εντολές στα μικρά αγόρια. Μετά γύριζε στη μάχη. Ήταν κάτι που ξεπερνά την ανθρώπινη φαντασία ν’ αφήνει το πόστο του όσο να πεταχτεί στο χωριό να δει τι απέγιναν οι δικοί του να εμψυχώσει και πάλι ξαναγύριζε στη μάχη χωρίς να υπολογίσει κόπο. Αυτά σε μια εποχή που ο κόσμος δεν είχε στο σύνολό του την πολυτέλεια ενός υποζύγιου για τις μεταφορές του.
Ένας ακόμα εθνομάρτυρας
Και φθάνουμε στο αποκορύφωμα της τραγωδίας που χάρισε το φωτοστέφανο του μάρτυρα στον Στυλιανό.
Η θέα των νεαρών χωροφυλάκων που ακάτεχοι στην τέχνη του πολέμου σύρονταν ως πρόβατα επί σφαγή δεν άφησε ασυγκίνητο τον ήρωά μας. Στην προσπάθειά του να τα βοηθήσει μη χάσουν τον δρόμο τους βρέθηκε ο ίδιος αβοήθητος στην πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης στον Άγιο Γιώργη. Και δεν άργησε να συλληφθεί από περίπολο λυσσασμένων για εκδίκηση ναζί.
Εκτελέστηκε με άλλους εκεί κοντά στην εκκλησία. Κι εδώ οι γνώμες διχάζονται. Άλλοι ισχυρίζονται ότι έριξαν και τον Στυλιανό, στο καμίνι του Ζαφείρη και τον έκαψαν μαζί με άλλους. Νεκρό ή ζωντανό κανένας δεν ξέρει. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι τον έριξαν σε πηγάδι και τον έκαψαν. Το καμίνι πάντως υπάρχει όπως και ενδείξεις ότι χρησιμοποιήθηκε από τους ναζί για εκατόμβη θυμάτων.
Χωρίς δικαίωση
Αυτό όμως που προβληματίζει κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο είναι το γιατί έχουν αναγνωριστεί μερικοί μόνο από τα θύματα των εκτελέσεων στη Μάχη της Κρήτης. Λίστες με ονόματα νεκρών έχουν δημοσιευθεί αλλά πουθενά δεν υπάρχει το όνομα του Στέλιου Πατακού. Κι εδώ δημιουργείται το μεγάλο ερώτημα. Τάχα γιατί;;;
Γιατί άραγε ο συγκεκριμένος ήρωας έμεινε χαμένος στη λήθη; Γιατί έστω και μεταγενέστερα δεν χαράχτηκε το όνομά του εκεί που γίνεται η αναφορά των νεκρών.
Τα μεγαλύτερα παιδιά του Δημήτρης και Γιώργης αμέσως μετά τον άκουσμα του θανάτου του πατέρα τους εντάχθησαν στην Εθνική Αντίσταση στο σώμα του Καπετάν Μπαντουβά με μοναδικό στόχο την εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα τους και για την απόκτηση ξανά της πολυπόθητης λευτεριάς της Πατρίδας. Σε μια από τις επιδρομές των Γερμανών συνέλαβαν τον Δημήτρη και τον μετέφεραν στο σπίτι του Προέδρου όπου κατάφερε να τους ξεφύγει την ώρα που έτρωγαν …σε άλλη περίπτωση εγκλώβισαν τον Γεώργιο μέσα στο σπίτι τους που όμως κατάφερε και ξέφυγε από τρύπα που είχε προμελετήσει και φτιάξει για τέτοια περίπτωση. Σε άλλη έφοδο των Γερμανών έφθασαν στη Πατσό μπήκαν στο σπίτι του Στυλιανού Πατακού αναζητώντας τους επικηρυγμένους πλέον γιους του. Εκεί βρήκαν τη γυναίκα του Ανδρονίκη ανήμπορη στο στρώμα. Μια κατσαρόλα έβραζε στην παρασιά και παραδίπλα τα τρία ανήλικα παιδιά της Αντώνης, Κωστής και Ζαχαρένια κάθονταν ζαρωμένα στη θέα των εισβολέων που έδειχναν να μη συγκινούνται από τίποτα.
Άρχισαν να ρωτούν την Ανδρονίκη για τους γιους της. Ζητούσαν επίμονα να τους πει που βρίσκονταν οι επικηρυγμένοι γιοι της. Εκείνη δεν καταλάβαινε γρι. Και να ήξερε όμως δεν επρόκειτο να μιλήσει. Τη χτύπησαν αλύπητα. Την έριξαν κάτω από τη κρεβάτι και την ποδοπατούσαν μπροστά στα έντρομα μάτια των παιδιών της κτυπώντας την με τα υποκόπανα των όπλων.
Σαν να μην έφτανε αυτό άρχισαν να ρίχνουν τα πάντα καταγής. Μέχρι και την πιατοθήκη. Ακόμα και την κατσαρόλα που κόχλαζε. Έφυγαν αφήνοντας πίσω τους το χάος και μια γυναίκα εθνομάρτυρα που ξεψύχησε μετά από 4-5 ώρες και κανένας δεν ανέφερε ποτέ στις λίστες των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους τηρώντας την εθνική τους αξιοπρέπεια και τις παραδόσεις του τόπου τους. Αυτό πείσμωσε περισσότερο τους γιους της Δημήτρη και Γιώργη όπου πρόσφεραν το μιτάτο τους για τη φιλοξενία των απαγωγέων του Γερμανού Στρατηγού Κράιπε, ενώ ο Γιώργης ανέλαβε το δύσκολο έργο να τους μεταφέρει από κρυφά μονοπάτια προς Ροδάκινο για την οριστική διαφυγή…
Είχα γνωρίσει τον Γεώργιο Παττακό στην Πατσό, στην διάρκεια ενός οδοιπορικού Η συνέντευξη που μου παραχώρησε ήταν εξαιρετικά σημαντική. Αναγκάστηκα να την επεξεργαστώ σε μερικά σημεία που θίγονται προσωπικά δεδομένα. Μια λεπτομέρεια που δεν μας απασχολούσε όταν είχα πάρει τη συνέντευξη.
Απλός, ντρέτος, άνθρωπος που δεν «μασούσε» τα λόγια του ο Γεώργιος Παττακός μετέφερε την ιστορική αλήθεια σε όποιον ενδιαφερόταν να μάθει χωρίς φόβο και χωρίς πάθος.
Ο αξέχαστος Στέλιος Παττακός (Παττακοστελής) ήταν αυτός που με περιόδευσε σημείο το σημείο, σπηλιά τη σπηλιά για να μου τεκμηριώνει την αγωνιστική δράση των προγόνων του στη διάρκεια της Κατοχής.
Και πως τα έφερε η τύχη να είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που είχε επικοινωνήσει ο Παττακοστελής γι’ αυτό και δεν έχω συνέλθει ακόμα από το σοκ στο άκουσμα του αδόκητου θανάτου του.
Υπήρχε μια τακτική συνεργασία με τον ακούραστο αυτό εργάτη της παράδοσης πάντα στο πλαίσιο της ειλικρίνειας και του αμοιβαίου σεβασμού.
Πόσες φορές που δεν είχα την οικονομική δυνατότητα να πληρώσω εικονολήπτη για τις έρευνές μου προθυμοποιούταν ο ίδιος να με μεταφέρει και στην άκρη του νησιού αν χρειαζόταν για να κάνω τη δουλειά μου. Και ποτέ μα ποτέ δεν καταδέχτηκε να παρακρατήσει πλάνο από τις έρευνες που με αφορούσαν κι ας ήταν πολύτιμο και για τα δικά του ενδιαφέροντα.
Βασανισμένος άνθρωπος ο Στέλιος, ο αξέχαστος Πατακοστελής.
Στην εφηβεία του μοίραζε και εφημερίδες για να εξασφαλίσει ένα μικρό έσοδο. Ήταν ο ευαίσθητος άνθρωπος που δεν είχε σταματήσει να ονειρεύεται.
Θυμάμαι πόσο χαριτωμένα μου διηγείτο τα πρώτα του όνειρα. Να συγκεντρώσει το απαιτούμενο ποσόν για να …φάει ένα ολόκληρο γλυκό από του Νικολαΐδη!!!
Μεγάλωσε, υπηρέτησε με ευσυνειδησία σε δομές σωφρονισμού και μόλις αποδεσμεύτηκε ασχολήθηκε παθιασμένα με την παράδοση.
Πότε ξεκουραζόταν κανένας δεν ήξερε. Εκεί που τον έβλεπες να καλύπτει εκδηλώσεις στα Χανιά, νάσου τον και στο Ρέθυμνο. Και μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια του έβαζε μπροστά το αυτοκίνητο για Σητεία έχοντας πάλι κάποιο λόγο να παρίσταται σε κάποιο γεγονός κι εκεί.
Αμέτρητο το υλικό που πλουτίζει το αρχείο του. Μεγάλο μέρος είχε αξιοποιήσει για τις εκπομπές του «Σεργιάνι στην Κρήτη» που θα αποτελούν σημείο αναφοράς της Κρητικής Παράδοσης.
Ξέρουμε καλά και οφείλουμε στη μνήμη του να καταθέσουμε πως ποτέ του δεν έλαβε τη δικαίωση που του άξιζε για τη δουλειά του. Πόσες φορές μάλιστα δεν δέχτηκε και προσβολές από επαγγελματίες που μάλλον τον έβλεπαν ανταγωνιστικά κι ας μην είχε ποτέ ο καημένος καμιά πρόθεση να θίξει κάποιον.
Αυτό που ήθελε ο Στέλιος ήταν να καταγράφει τον παλμό της πολιτιστικής παράδοσης λεπτό προς λεπτό.
Η ανάγκη του να εκφραστεί και δημοσιογραφικά τον οδήγησε στην έκδοση του «Μαντατοφόρου» που έκανε αρκετές αξιόλογες εκδόσεις.
Από τα νιάτα του ήταν μερακλής και στον χορό και στο τραγούδι. Είχε λάβει και διακρίσεις ενασχολούμενος και με τον αθλητισμό.
Σπάνια οφείλω να ομολογήσω συνάντησα άνθρωπο με τόση αξιοπρέπεια. Όταν τα οδοιπορικά μας σταματούσαν σε κάποιο κέντρο για φαγητό ο Στέλιος με ξάφνιαζε με την αγωνία του να πληρώσει τον λογαριασμό.
– Πολύ θέλει να φανεί κανένας «επίσημος» μου εξήγησε μια μέρα και να θέλει να μας …ταίσει; Να του έχουμε και υποχρέωση.
Αχ βρε Στέλιο. Πόσο φτωχές θα είναι πλέον οι εκδηλώσεις χωρίς εσένα.
Καλό σου ταξίδι στο «φως» και σίγουρα θα είσαι ικανοποιημένος όπου κι αν βρίσκεσαι. Θα είδες τα αισθήματα που προκάλεσε ο θάνατός σου από άκρο σε άκρο του νησιού αλλά και στο λεκανοπέδιο και θα ένοιωσες δικαιωμένος. Έστω για πρώτη φορά. Καλό σου ταξίδι.