Σε μία εποχή αυταπόδεικτων και σημαντικών προοπτικών – προκλήσεων για τον έντυπο τύπο, η εξέλιξη και η προσαρμογή στην ψηφιακή εποχή και στο πολυμεσικό περιβάλλον, είναι το μεγαλύτερο στοίχημα για μία εφημερίδα. Συγχρόνως, όμως, είναι και μία μεγάλη ευκαιρία για την ανάδειξη και τη διάχυση του ιστορικού και πολιτιστικού (της) αποθέματος, επιλογή που θα συμβάλλει στην περαιτέρω και ουσιαστικότερη διάδρασή της με το αναγνωστικό κοινό, προπάντων το ηλικιακά νεότερο, και την κοινωνία εν γένει.
Η ώσμωση των παραπάνω προβληματισμών διέρχεται απ’ το διαρκώς ανερχόμενο και αχανές πεδίο των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, κι απαιτεί μία υβριδική στρατηγική. Η κατάτμηση των γνωστικών και συμβουλευτικών κατευθύνσεων έγινε στη δεύτερη συνεδρία της πρόσφατης διαδικτυακής συζήτησης για τον περιφερειακό τύπο με θέμα: «Η αναπτυξιακή δυναμική του περιφερειακού τύπου», που διοργάνωσαν το Εργαστήριο Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού (Media Lab) του Παντείου πανεπιστημίου και ο Σύνδεσμος Ημερησίων Περιφερειακών Εφημερίδων (Σ.Η.Π.Ε.).
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός εγγυάται εν πολλοίς για μία ομαλή μετάβαση στο μέλλον των εκδόσεων, εν μέσω της παντοδυναμίας ενός παράλληλου κόσμου των Social Media και της καθολικής κυριαρχίας του Facebook. Δεν θα πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι πίσω από τις νέες τεχνολογίες κρύβονται παραδοσιακές τάσεις – αντιλήψεις και ήθη.
Το ψηφιακό περιβάλλον και το ανταγωνιστικό πεδίο
Η δημοσιογράφος και αν. καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Γιώτα Αντωνοπούλου άνοιξε τον κύκλο των ομιλιών με την θεματική της: «Περιφερειακός τύπος στην ψηφιακή εποχή: «Υβριδική Στρατηγική» και Knowledge».
Ο περιφερειακός τύπος εξελίσσεται σε μία πολυμεσική οντότητα. «Αυτό έρχεται να μας υποδείξει ότι τα διαφορετικά μέσα ενημέρωσης δεν λειτουργούν a priori ανταγωνιστικά μεταξύ τους· λειτουργούν ανταγωνιστικά μεταξύ τους μόνο στο βαθμό που προσαρμόζονται στις νεότερες συνθήκες και προφανώς εκεί το ένα δείχνει να πιέζεται από το άλλο» παρατήρησε η ίδια.
Οι εφημερίδες μετρούν σημαντικές απώλειες τα τελευταία χρόνια.
«Είναι γνωστή η κρατούσα αντίληψη, ότι για όλο αυτό φταίει το ίντερνετ. Οπωσδήποτε, η ύπαρξη των νέων μέσων έρχεται να επηρεάσει· αλλά έρχεται να επηρεάσει κατά κάποιο τρόπο. Αυτό είναι ένα ζητούμενο. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι τα νέα μέσα δεν είναι μέσα ανταγωνιστικά προς τις εφημερίδες ή προς τα υπόλοιπα παραδοσιακά μέσα. Είναι μέσα τα οποία μπορούν και πρέπει – κι αυτή είναι η στόχευσή τους σήμερα – να λειτουργούν συμπληρωματικά» σχολίασε η κ. Αντωνοπούλου.
«Η πορεία του τύπου όλα αυτά τα χρόνια είναι συνέπεια του τρόπου με τον οποίο είναι οργανωμένες οι επιχειρήσεις τύπου. Ας μην ξεχνάμε ότι τα ΜΜΕ είναι άνθρωποι – άνθρωποι τα δουλεύουν» υπενθύμισε. «Το Knowledge Management έρχεται να μας υπαγορεύσει ότι δεν γίνεται να κάθεσαι διαρκώς μπροστά από έναν υπολογιστή, να έχεις τα πάντα στο πιάτο σου, να έχεις όλο τον κόσμο μπροστά σου. Έρχεται να δώσει μία έμφαση στη γνώση ως άυλο κεφάλαιο για τον οργανισμό και την επιχείρηση. Έρχεται να μας πει ότι η γνώση είναι γνωστικό κεφάλαιο: Συγκροτεί ένα γνωστικό κεφάλαιο, Knowledge capital, το οποίο προσδιορίζεται μέσα από περιουσιακά στοιχεία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το διαδίκτυο γίνεται το μέσο από το οποίο υπάρχει η αναγκαία εσωτερική και εξωτερική μόχλευση προσαρμογής στα καινούργια περιβάλλοντα» εξήγησε η αν. καθηγήτρια του πανεπιστημίου Πελοποννήσου, παραθέτοντας κάποιες ενδεικτικές και βασικές προτεραιότητες που θα πρότεινε ν’ ακολουθήσουν τα παραδοσιακά μέσα:
-να ξεκινήσουμε μέσα από τη χρήση του εσωτερικού και του εξωτερικού δικτύου για τη διαχείριση μηχανισμών δημιουργίας και μετατροπής γνώσης του οργανισμού, οργανωτική μνήμη διαδικασίας ανάκτησης πληροφοριών.
-ανάπτυξη εικονικών κοινοτήτων για την ενδοεπικοινωνία και εξωστρέφεια του οργανισμού και της επιχείρησης.
-Καλλιέργεια ψηφιακών δεξιοτήτων επικοινωνίας και οργανωτικής συμπεριφοράς στο εσωτερικό του οργανισμού και της επιχείρησης με στόχο τη διαμόρφωση της οργανωτικής κουλτούρας.
«Η κυβέρνηση καλείται να βοηθήσει στην εξέλιξη των τεχνολογιών τους (των Περιφερειακών Μέσων) γιατί όλο αυτό έχει κόστος» υποστήριξε. «Ο τύπος δεν πρέπει να δεν μπορεί να παραμεληθεί. Οι εκδότες θα πρέπει να προσαρμοστούν στο μέλλον μέσω ενός ουσιαστικού ψηφιακού μετασχηματισμού των επιχειρήσεών τους, διότι υπάρχει ένα ζήτημα που λέγεται στρατηγικό πλεονέκτημα σε μία αγορά που οι αλλαγές είναι ραγδαίες. Και μάλιστα, αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο στην παρούσα φάση: Το στρατηγικό πλεονέκτημα, γιατί για τα κέρδη ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η επικράτηση των social media
Ενδιαφέρουσα και απολύτως ορθή η παρατήρηση που έκανε ο κ. Νίκος Λέανδρος, διευθυντής Media Lab και καθηγητής στο Πάντειο πανεπιστήμιο: «Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο πρώτος πόλεμος της παγκοσμιοποίησης. Ένας τρόπος να το καταλάβουμε αυτό είναι η χρήση των social media».
Εστίαση επίσης στο «υπαρκτό επικοινωνιακό χάσμα των γενεών», τονίζοντας πως «Εξαρτάται και ο κάθε επιχειρηματίας πώς αντιδρά σε αυτή την πραγματικότητα. Το κοινό κάνει τις επιλογές του, αλλά οι επιλογές τις οποίες κάνει είναι αποτέλεσμα και των στρατηγικών που έχουν αναπτύξει προηγούμενα οι επιχειρήσεις».
Ο διδάσκων στο Πάντειο πανεπιστήμιο Παναγιώτης Κάπος αναφέρθηκε στην καθολική προτίμηση που λαμβάνει το Facebook: «σχεδόν το 92% των εκδοτών έχουν λογαριασμό» ενώ στο 78% είναι η χρήση του twitter, σύμφωνα με τα ευρήματα έρευνας.
Η είσοδος – στροφή στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης έγινε την περίοδο 2010-2013: Τα Μέσα έδειξαν γρήγορα αντανακλαστικά στον εναγκαλισμό τους με την ψηφιακή μετάβαση.
«Εντοπίζονται σημαντικές αποκλίσεις στη χρήση και αξιοποίησή τους από της εφημερίδες από περιφέρεια σε περιφέρεια» ήταν ένα απ’ τα συμπεράσματα του κ. Κάπου, που εντόπισε επίσης:
– Χαμηλά επίπεδα οικοδόμησης κοινοτήτων στα ΜΚΔ των εκδοτών περιφερειακών εφημερίδων (twitter, youtube, instagram).
– Έλλειψη ανάδρασης από τους ακολούθους στις αναρτήσεις των εφημερίδων, αλλά και αντίστοιχο έλλειμμα από τις εφημερίδες – δεν επιτυγχάνεται η αφοσίωση στα Μέσα και
– Μία εντυπο-κεντρική λογική στη χρήση και στις αναρτήσεις περιεχομένου στα ΜΚΔ.
Ειδικά το τελευταίο αναδεικνύει την ανάγκη δημιουργίας πρωτογενούς περιεχομένου για τα ΜΚΔ με πιο έντονη τη διάσταση της αλληλεπίδρασης.
«Η σύζευξη επιχειρηματικών μοντέλων, social media, website και νέων Μέσων αποτελεί ένα διαρκές ζητούμενο και πρόκληση για τους εκδότες (συνδρομητικά μοντέλα, διαφήμιση, πνευματικά δικαιώματα) για την προσέλκυση νέας γενιάς αναγνωστών» είναι η (ερευνητική) συνεπαγωγή στην οποία προέβη ο κ. Κάπος.
Οι ανεπαρκείς διαθέσιμοι πόροι περιορίζουν τη συστηματική παρουσία και αποτελεσματική αξιοποίηση στα ΜΚΔ. Η υστέρηση περιορίζει το πεδίο της ανάπτυξης.
Προστιθέμενη αξία στην έντυπη έκδοση των εφημερίδων θα δώσει η σύζευξή τους με τα προσήκοντα ψηφιακά εργαλεία.
Γνώση της ιστορίας και δράσεις εξωστρέφειας
«Ζούμε σε μια εποχή σημαντικών προοπτικών και προκλήσεων και για τον ημερήσιο τύπο και ειδικότερα για τον περιφερειακό ημερήσιο τύπο. Είναι μία εποχή προκλήσεων γενικά για την εκδοτική βιομηχανία: και για το βιβλίο και για τον τύπο. Οι νέες τεχνολογίες της επικοινωνίας και της πληροφορίας προσφέρουν πολλές δυνατότητες για να κάνουμε πράγματα» τόνισε η κ. Χριστίνα Μπάνου, αντιπρύτανης και αν. καθηγήτρια στο Ιόνιο πανεπιστήμιο.
Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην «αξιοποίηση» και «ανάδειξη» του πολιτιστικού αποθέματος των ημερήσιων περιφερειακών εφημερίδων. «Κι όλα αυτά να συμβαδίζουν με τη γνώση της εξέλιξης και της ιστορίας των εφημερίδων». Εξήγησε ειδικότερα: «Πρέπει να δούμε το υλικό, την ιστορία και την παράδοση των περιφερειακών εφημερίδων και πώς αυτό το κομμάτι θα αποτελέσει ένα εργαλείο για να βελτιώσουμε σήμερα τις υπηρεσίες μας κι ένα εργαλείο για να βελτιώσουμε τις υπηρεσίες αυτές στο μέλλον· με στόχο και την αύξηση της αναγνωσιμότητας και τη διεύρυνση του αναγνωστικού κοινού και ευρύτερες δράσεις εξωστρέφειας».
Η ψηφιοποίηση, η τεκμηρίωση και η συντήρηση (όπου χρειάζεται) είναι οι τρεις κύριες δράσεις διάσωσης και ανάδειξης αυτού του υλικού.
«Πίσω από τις νέες τεχνολογίες κρύβονται οι τάσεις, οι αντιλήψεις και τα ήθη· ότι το νεότερο μέσο δεν υποκαθιστά πάντα το παλαιότερο. Ότι το παλαιότερο δεν είναι απλώς ότι αντιστέκεται, αλλά εξελίσσεται κι εμπλουτίζεται σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον» κατέληξε η κ. Μπάνου.
«Η χώρα – και όχι μόνο το αθηναϊκό κέντρο, αλλά και η κάθε περιφέρεια – δείχνει να έχει άγνοια για το τι συμβαίνει σε μία σειρά περιοχών της χώρας κι αυτό ίσως θα μας οδηγούσε να περάσουμε σε μία νέου τύπου εθνική αυτογνωσία, η οποία να περιλαμβάνει το σήμερα της περιφέρειας. Διότι μέχρι σήμερα συνεχίζει να είναι πολύ ισχυρό το δίπολο του κέντρου της ανάπτυξης και της περιφέρειας της υπανάπτυξης. Αν αυτό που η ιστορία μέσα από τα αρχεία των εφημερίδων θα μπορούσε να διαχυθεί στο δημόσιο χώρο, νομίζω ότι θα συνέβαλε πάρα πολύ για να αλλάξει η εικόνα για τον τύπο» είναι η άποψη που διατύπωσε ο αντιπρόεδρος του ΣΗΠΕ και εκδότης των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» Μανώλης Χαλκιαδάκης, και συνέχισε την παρέμβασή του: «Νιώθω ότι περνάμε σε μία φάση αποδιαμεσολάβησης. Δηλαδή αυτός ο ρόλος που ήταν κυρίαρχος στην προηγούμενη ιστορική φάση – ενός ρόλου που λειτουργούσε διαμεσολαβητικά μεταξύ του πολίτη και του δημόσιου χώρου, τώρα πια φαίνεται ότι κατά κάποιο τρόπο ο πολίτης χειραφετείται και στήνει τα δικά του μέσα, ανεξαρτήτως της ποιότητας του δημοσίου διαλόγου που παράγεται στα social media» .