Του ΣΠΥΡΟΥ Μ. ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ*
Χαράματα της 29ης Απριλίου 1941, δύο καΐκια, χωρίς φώτα και με πολλές προφυλάξεις πλησιάζουν τις βόρειες ακτές της Κρήτης. Θα προσαράξουν στις ανατολικές ακτές της χερσονήσου του Ροδωπού στο Καστέλι και από τα καΐκια θα αποβιβαστούν περισσότερα από 300 άτομα νεαρής ηλικίας. Λίγα μέτρα από την ακτή διακρίνουν κάποια κτίσματα που μοιάζουν με μοναστήρι και αμυδρό φώς. Ήταν η Ιερά Μονή Παναγίας Οδηγήτριας Γωνιάς Χανίων (στη δυτική γωνιά του νομού Χανίων, όπως δηλώνει και το όνομά της). Θα κατευθυνθούν προς τη μονή και θα στρατοπεδεύσουν στον διπλανό ελαιώνα. Η οδύσσειά τους είχε φτάσει στο τέλος της. Είχαν πραγματοποιήσει ένα πολυήμερο ταξίδι από ξηράς και δια θαλάσσης, επικίνδυνο και εξαντλητικό. Είχαν κινδυνεύει από εχθρικά πυρά και τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, είχαν μείνει χωρίς φαγητό και νερό, πέρασαν κακουχίες, αλλά δεν είχαν χάσει το ηθικό τους. Έφτασαν μέχρι εδώ, γιατί είχαν ραντεβού με την Ιστορία και ήθελαν να είναι συνεπείς.
Ας παρακολουθήσουμε το χρονικό ενός προαναγγελθέντος ηρωισμού. Του ηρωισμού των πολλών, ο οποίος, είναι εξαιρετικά δυσκολότερος από τον ηρωισμό του ενός.
Εν αρχή είναι οι νέοι…
2 Οκτώβριου 1940: Παρουσιάζονται στις εγκαταστάσεις της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, πίσω από την Λ. Αλεξάνδρας, 326 φερέλπιδες νέοι που θα αποτελέσουν τους νεοεισαχθέντες Πρωτοετείς του 1940. Σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία της Σ.Σ.Ε. μεταξύ των πρωτοετών περιλαμβάνονται και 12 νέοι από την Κρήτη.
Ήταν, ο Νικόλαος Γεωργ. Σακελλαρίδης, ο Ελευθέριος Νικ. Πλεύρης, ο Ιωάννης Εμμ. Αλεξανδράκης από το Ηράκλειο και ο Ιωάννης Χαραλ. Μαμουνάκης από την Ιεράπετρα Λασιθίου. Από τον νομό Χανίων ήταν οι Ιωάννης Νικ. Γιαλλίρης από τους Λάκκους, Κωνσταντίνος Σπύρ. Παπαδάκης από τα Περιβόλια και οι Ιωσήφ Γεωργ. Λεκανίδης και Περράκις Ιωαν. Αντώνιος από τα Χανιά. Από τον Νομό Ρεθύμνου ήταν 4 οι πρωτοετείς, ο Μιχαήλ Χαραλ. Σχοινάς από τα Ρούστικα, ο Παύλος Ευαγ. Παπαδάκης από τον Αγ. Κωνσταντίνο, ο Στυλιανός Σπύρ. Παναγιωτάκης από το Ρέθυμνο και Ιωάννης Ευαγ. Περιστεράκης (;) από τη Μύρθιο. Άφησαν την Κρήτη και μαζί με άλλους νέους από την υπόλοιπη Ελλάδα έκαναν όνειρα για μια λαμπρή στρατιωτική καριέρα αλλά, μετά από μόλις 26 μέρες θα ηχήσουν οι σειρήνες του πολέμου.
28 Οκτωβρίου 1940: Έναρξη της εποποιίας του ΟΧΙ. Το πρωινό εκείνο θα βρει τους ευέλπιδες στις αίθουσες διδασκαλίας. Από την πρώτη στιγμή ένα ρεύμα ενθουσιασμού επεκράτησε ανάμεσα στους μαθητές και των τριών τάξεων.
29 Οκτωβρίου 1940: Οι ευέλπιδες της 3ης Τάξης ονομάστηκαν ανθυπολοχαγοί και παίρνουν Φύλλα Πορείας (ΦΠ) για τις μονάδες τους αλλά, οι 326 πρωτοετείς παίρνουν αόριστη άδεια για να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
24 Νοέμβριου 1940: Ύστερα από την ευνοϊκή για τα Ελληνικά όπλα έκβαση των επιχειρήσεων στο μέτωπο της Αλβανίας και μετά από σχετική διαταγή του υπουργείου Στρατιωτικών, οι ευέλπιδες της 1ης Τάξης επέστρεψαν σταδιακά στη σχολή, προκειμένου να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους.
21 Δεκέμβριου 1940: Ανακαλείται με Βασιλικό Διάταγμα (ΒΔ) ο έφεδρος εκ μόνιμων υπολοχαγός Μηχανικού Νικόλαος Λυγιδάκης ο οποίος, στην συνέχεια, θα αποδειχτεί ο φύλακας-άγγελος των πρωτοετών. Τοποθετήθηκε στη σχολή, ως καθηγητής Μηχανικού και Μέσων Διαβιβάσεων.
6 Απριλίου 1941: Στο άκουσμα ότι η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδος, οι πρωτοετείς δηλώνουν με ενθουσιασμό και πατριωτισμό την απόφασή τους να αγωνιστούν και ζήτησαν την ενεργό συμμετοχή τους στις επιχειρήσεις.
16 Απριλίου 1941: Υποβάλλεται από τους πρωτοετείς προς τους ανωτέρους τους η πρόταση για συμμετοχής τους στις πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών στην τοποθεσία Θερμοπύλες, αλλά η πρόταση δεν γίνεται δεκτή. Επικρατεί αναστάτωση και στην ιδία μέρα οι πρωτοετείς εμπιστεύονται στον καθηγητή τους, υπολοχαγό Λιδάκη, την απόφασή τους «όπως έξασφαλιστή εξ Αθηνών η άναχώρησή τους, με σκοπό να συνεχίσουν την ύπέρ της έλευθερίας της Έλλάδος άγώνα, καθόσον ούδεμία προσπάθεια έγένετο προς τούτο εκ μέρους των διοικούντων την Σχολήν» Με την υιοθέτηση της απόφασής τους από τον Λυγιδάκη, άρχισαν και συνεχίστηκαν για μέρες, αλλεπάλληλες και επίμονες επαφές και παραστάσεις σε στρατιωτικούς, κυβερνητικούς και συμμαχικούς παράγοντες για τη μετάβαση της σχολής στην Κρήτη. Όλες όμως απέβησαν άκαρπες.
22-23 Απριλίου 1941: Κατά τη διάρκεια της νύκτας έφυγε για την Κρήτη ο βασιλέας Γεώργιος Β’ και η Κυβέρνηση του Εμμ. Ι. Τσουδερού ενώ, τις πρωινές ώρες οι γερμανικές δυνάμεις είχαν περάσει την ιστορική Γραβιά και κινούνταν νότια. Ο ολίγων ημερών διοικητής της σχολής αντ/χης Ε. Καμαρινός, θεωρώντας ότι κάθε πιθανή αντίσταση κατά του εχθρού θα ήταν μάταιη, συμφώνησε με τον διοικητή της Ανωτέρας Στρ. Διοίκησης Αθηνών (ΑΣΔΑ) ότι οι νεαροί Ευέλπιδες, θα πρέπει να διαφυλαχτούν και να σταλούν σπίτια τους. Οι εκπαιδευόμενοι όχι μόνον δεν συμφωνούν, αλλά δεν υπακούουν ούτε στην διαταγή της ΑΣΔΑ «περί διαθέσεών των διά την τήρησιν της τάξεως είς την πρωτεύουσαν», δηλαδή για αστυνομικά και στρατονομικά καθήκοντα και εστασίασαν. Αποφάσισαν να πάρουν την Πολεμική Σημαία, τον ατομικό οπλισμό τους – ένα τυφέκιο τύπου Mauser και 50 φυσίγγια ανά όπλο, οκτώ οπλοπολυβόλα κι ένα πολυβόλο St. Etienne και πυρομαχικά 200 χειροβομβίδες – και να αναχωρήσουν αμέσως.
Το οδοιπορικό αρχίζει…..
23-24 Απριλίου 1941: Οι πρωτοετείς σχεδιάζουν να φτάσουν οδικώς στο Γύθειο κι από εκεί να περάσουν στην Κρήτη. Χρειάζονται όμως αυτοκίνητα τα οποία δεν διέθετε η σχολή κι έτσι καταφεύγουν στη μέθοδο της επίταξης. Για την υλοποίησή της, ομάδες οπλισμένων ευέλπιδων ξεχυθήκαν στη λεωφόρο Αλεξάνδρας και στους δρόμους μέχρι την πλατεία Ομονοίας και επιτάξανε κάθε όχημα κατάλληλο για μεταφορά προσωπικού κυρίως φορτηγά και λεωφορεία. Αλλά τα αυτοκίνητα που κατάφεραν να εξασφαλίσουν, λόγω και της προχωρημένης ώρας, δεν ήταν αρκετά. Τότε κατέφυγαν σε ένα τέχνασμα. Τηλεφώνησαν στον Ερυθρό Σταυρό και δήλωσαν ότι αρκετοί ευέλπιδες έπαθαν δηλητηρίαση, από χαλασμένο μπακαλιάρο που είχαν φάει το βράδυ και ζητούσαν να σταλούν όσα αυτοκίνητα ή ασθενοφόρα ήταν διαθέσιμα για να μεταφερθούν στο νοσοκομείο. Πράγματι μετά από λίγο, επτά αυτοκίνητα του Ερυθρού Σταυρού κατέφτασαν στη σχολή τα όποια και επιτάσσουν αμέσως. Λίγο πριν τα μεσάνυκτα έγινε το τελευταίο προσκλητήριο στο Ηρώο της Σχολής και οι ευέλπιδες μαζί με τους αξιωματικούς επιβιβαστήκαν στα οχήματα. Επικεφαλής ήταν ο υπολοχαγός Λυγιδάκης. Μαζί τους ήταν, 5 μόνιμοι ανθυπολοχαγοί, 10 ανθυπασπιστές, ο υπίατρος και η αδελφή νοσοκόμα της σχολής και η σύζυγος του Λυγιδάκη, που ήταν εθελόντρια νοσοκόμα. Η φάλαγγα των αυτοκίνητων κινήθηκε με ταχύτητα και κατόρθωσε να περάσει τον Ισμό της Κορίνθου την νύκτα, ενώ με το χάραμα πέρασε την Κόρινθο με κατεύθυνση το Άργος. Στο Χιλιομόδι η φάλαγγα δέχθηκε επίθεση από την γερμανικά αεροπλάνα Ju-87 Stuka χωρίς όμως να υποστεί ζημιές.
25 Απριλίου 1941: Με το χάραμα οι πρωτοετείς φτάνουν στην Τρίπολη και κατασκηνώνουν στη θέση Αι-Γιώργης. Εκεί καταφθάνει ο Φρούραρχος Τριπόλεως συντ/ρχης Κουδούνας ο οποίος θα αποπειραθεί να εμποδίσει τη συνέχιση της πορείας προφανώς εκτελώντας εντολή της ΑΣΔΑ. Συζήτησε με τους επικεφαλείς της φάλαγγας κι όταν κατάλαβε ότι όλοι ήταν αποφασισμένοι να φτάσουν στην Κρήτη για να πολεμήσουν δεν αντέδρασε. Πριν ξεκινήσουν άφησαν στο Κέντρο Υποδοχής τραυματιών του Νοσοκομείου Τρίπολης πολλά δέματα με σεντόνια και άλλο υλικό, προκειμένου να απαλλαγούν από επιπλέον βάρος και όγκο. Περιμένοντας να βραδιάσει για να συνεχίσουν το ταξίδι τους οι ευέλπιδες πληροφορούνται ότι ανατινάχθηκε η γέφυρα του Ισμού της Κορίνθου από την όποια είχαν περάσει προ ολίγων ωρών.
26 Απριλίου 1941: Πριν ακόμη ξημερώσει η φάλαγγα έφτασε στο χωριό Τάραψα, μεταξύ Σπάρτης και Γυθείου, όπου στρατοπέδεψε υπό κάλυψη. Ήταν για δεύτερη ημέρα νηστικοί και η αυθόρμητη πρόσφορα των ντόπιων με κρέας, ψωμί, τυρί, και πορτοκάλια ήρθε ως μάννα εξ ουρανού. Αμέσως ξεκίνησε η προσπάθεια ανεύρεσης πλεούμενου για την Κρήτη αλλά αποδείχθηκε πολύ δύσκολο διότι το μικρό λιμάνι του Γυθείου είχε κατακλυσθεί από βρετανικά στρατεύματα που έφευγαν και όλα τα πλωτά μέσα είχαν επιταχθεί. Από τις 24/4 είχε αρχίσει η τεράστια επιχείρηση εκκένωσης της ηπειρωτικής Ελλάδας από τα βρετανικά στρατεύματα, με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Demon», όπου, ένας μεγάλος αριθμός βρετανικών πολεμικών πλοίων αλλά και ελληνικά καΐκια, motorship ακόμα και σκάφη αναψυχής είχαν να παραλάβουν από Μέγαρα, Ναύπλιο, Τολό, Καλαμάτα, Μονεμβάσια κ.ά. λιμάνια, 50.670 στρατιώτες για να μεταφερθούν στην Αίγυπτο. Στη Κρήτη επρόκειτο να μεταφερθούν περίπου 21.000 άνδρες για να ενισχύσουν την άμυνά της.
Τελικά βρέθηκε ένα ψαροκάικο και ένα μικρότερο καΐκι και με πολλές δυσκολίες εξασφαλίστηκαν τα απαραίτητα καύσιμα. Οι πρωτοετείς ειδοποιήθηκαν να είναι νωρίς το απόγευμα στο Γύθειο προκειμένου να επιβιβαστούν. Όμως η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη. Υπήρχε μεγάλος αριθμός στρατιωτών που ήθελαν να φτάσουν στην Κρήτη και ήταν εξαγριωμένοι. Κάποιοι από αυτούς ήταν κρητικοί στρατιώτες που επέστρεφαν από το αλβανικό μέτωπο. Ο εχθρός πλησίαζε, αλλά το να μπουν επιπλέον άτομα στα δυο καΐκια ισοδυναμούσε με βέβαιο πνιγμό. Επίσης η πρόβλεψη για τον καιρό δεν ήταν καλή. Ωστόσο τα πράγματα ηρέμησαν με την βοήθεια των ψυχραιμότερων.
26-27 Απριλίου 1941: Τα δυο καΐκια ξεκίνησαν την νύκτα για Κύθηρα παρά τις αντίθετες συμβουλές των ντόπιων για επικείμενη θαλασσοταραχή. Στο μεγάλο καΐκι στριμώχθηκαν γύρω στους 250 ευέλπιδες κι οι υπόλοιποι στο μικρό, μαζί με μερικούς ακόμη στρατιώτες. Το ταξίδι στην αρχή ήταν ήσυχο, ύστερα όμως από τα μεσάνυκτα σηκώθηκε δυνατός αέρα κι η θάλασσα αγρίεψε. Τα κύματα χτυπούσαν με λύσσα τα σκάφη και η θάλασσα έμπαινε μέσα στο αμπάρι που ήταν στοιβαγμένοι οι ευέλπιδες. Τις πρωινές ώρες το μεγάλο καΐκι κατόρθωσε να φτάσει σε ακτή των Κυθήρων όπου αποβιβαστήκαν όλοι και περπατώντας έφτασαν στην Αγία Πελαγία αλλά, το μικρό καΐκι ήταν άφαντο. Πάλευε όλη τη νύχτα με τον δύσκολο καιρό κι αναγκάστηκε να διακόψει την πορεία του και να ποδίσει στον όρμο Πλύτρα (Λακωνία) όπου την ημέρα εντοπίστηκε και δέχθηκε πυρά από εχθρικά αεροπλάνα, χωρίς ωστόσο σοβαρές ζημιές. Το απόγευμα οι ευέλπιδες επιβιβάστηκαν πάλι στο καΐκι και τις πρωινές ώρες της επομένης συναντήθηκαν με τους υπόλοιπους στην Αγ. Πελαγία. Εκεί δέχθηκαν την περιποίηση των φιλόξενων Τσιριγωτών, αλλά δεν έπρεπε να χάσουν χρόνο. Το ίδιο απόγευμα οι πρωτοετείς, μπήκαν στα δύο καΐκια και αναχώρησαν για την Κρήτη. Όταν ανοίχτηκαν στο πέλαγος το σκοτάδι ήταν βαθύ αλλά η θάλασσα ήσυχη.
29 Απριλίου 1941: Τα ξημερώματα – όπως αναφέρθηκε στην αρχή του άρθρου – άρχισαν να διακρίνονται τα κρητικά παράλια… Οι ευέλπιδες θα αποβιβασθούν… θα στρατοπεδεύσουν… και το μεσημέρι, πριν προλάβουν έστω και λίγο να ξαποστάσουν, θα σημάνει Προσκλητήριο προκειμένου να διαβαστεί η «Ημερήσια Διαταγή της Σχολής»:
«Ευέλπιδες,
Κατόπιν 6ημέρων περιπετειωδών καί έντατικών, πρήρων στερήσεων άγώνων, άρξαμένων άπό της σκέπης της Σχολής σας είς Αθήνας καί συνεχισθέντων άδιακόπως, καθ΄ όλην τήν πορείαν σας μέχρι της άφίξεώς σας ένταύθα, έρρωμένως έπαλαίσατε καί ύπερνικήσατε πολλάς καί ποικίλας άντιδράσεις, ήμετέρων, έχθρού και στοιχείων τής φύσεως. Ίδού σήμερον εύρίσκεσθε είς τόν πρώτον σταθμόν της άποστολής σας αύτοθυσίας ήν ΟΙΚΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣΕΙ ΑΝΑΛΑΒΑΤΕ.
Ό άθλος τόν όποίον ήδη έπιτελέσατε θ΄ άναγραφή είς τάς πλήρεις γενναίων άνδραγαθημάτων δέλτους της πολεμικής ιστορίας τού Έθνους μας ώς ΠΡΩΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ όμαδικής ήθελημένης ένεργείας δ΄ αύτοθυσίαν καί άναλήψεως αύτοβούλως δράσεως χάριν τών εύγενεστέρων άνθρωπίνων ίδεωδών: τής τιμής καί τής έλευθεριας.
Εν ενί σώματι καί μία ψυχή οί 300 Ευέλπιδες, πρώτοι καί αύτόκλητοι, έσπεύσατε να δώσετε “ΠΑΡΩΝ” είς τό σάλπισμα κινδύνου τής Πατρίδος σας. Οίμώζουσα αύτη εκ τών πληγμάτων τών έχθρών της έλπίζει νυν καί άναμένει εξ΄ ΥΜΩΝ την σωτηρίαν της. Πεποιθώς, έπί τήν άνδρείαν σας καί τό άθάνατον πνεύμα αύταπαρνήσεως, ων δείγματα λίαν προσφάτως έδώσατε, απευθύνω: Πρός πάντας όμού καί ένα έκαστον ίδιαιτέρως το ΕΥΓΕ, άποτολμώ: Νά προδικάσω τήν εύτυχή ολοκλήρωσιν της αύτοεπωμισθείσης άποστολής σας, εν τη έκτελέσι της όποίας ή Σχολή Ευελπίδων προμαχούσα των άλλων γενναίων στρατιωτικών μονάδων είς το πεδίον της μάχης της Κρήτης ήν Θεία Βούλησις της έταξε, γονυπετής προ της Μητρός Ελλάδος θα δυνηθή διεκδικούσα τον κότινον της Νίκης ν΄ άναφωνήση προς ΑΥΤΗΝ: Τον δρόμον τετέλεκα, την πίστην τετήρηκα, νυν άπόκειταί μοι ο της ΔΙΑΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ».
Έν μονή Γωνιάς Κισσάμου Κρήτης
Ο Διοικητής της Σχολής
Ν. Λυγιδάκης, Υπ/γός Μηχανικού
(Στο αυριανό φύλλο των «Ρ.Ν.» η συνέχεια του οδοιπορικού: H εγκατάσταση, η εκπαίδευση και η συμμετοχή των Πρωτοετών Ευέλπιδων στην Μάχη της Κρήτης)
Ραδιόφωνο και τύπος
Η είδηση ότι η σχολή Ευελπίδων είχε φύγει για την Κρήτη προκάλεσε αίσθηση.
Ο ελεγχόμενος από τους γερμανούς Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών, σε μια προσπάθεια παραπληροφόρησης μετέδωσε κατ’ επανάληψη ότι: «Η σχολή Ευελπίδων, πειραθείσα να διαπεραιωθή μέσω Πελοποννήσου είς Κρήτην, έβομβαρδίσθη ύπό των ήμετέρων δυνάμεων και κατεστράφη όλοσχερώς».
Η πραγματικότητα βέβαια ήταν εντελώς διαφορετική και σχολιάστηκε με ευμενή σχόλια από ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς.
ΛΟΝΔΙΝΟ (30-4-41) B.B.C, ώρα 9:15΄: «…τούς μαχητάς της Κρήτης ήλθον να ένισχύσουν και 300 Εύέλπιδες με τούς άξιωματικούς των οι όποίοι μετά ένδοξον πορείαν μέσω Πελοποννήσου και είς πείσμα των Γερμανών οι όποίοι έπεδίωξαν, χωρίς να το έπιτύχουν, την καταστροφήν των, κατέχουν άπό σήμερον θέσιν είς τας έπάλξεις του φρουρίου Κρήτη….»
ΜΟΣΧΑ (2-5-41) ώρα 10:20΄: «…Η ψυχή των ήρώων της άρχαίας Έλλάδας δεν έλειψε και άπό τους σύγχρονους Έλληνες. Μετά την Άλβανία και τα όχυρά, η Κρήτη θα δώση το τελευταίο χτύπημα εις τους Ναζήδες του Χίτλερ. ….300 Εύέλπιδες πέρασαν άπό την Έλλάδα στη Κρήτη με την άπόφαση να θυσιαστούν άλλά να μην αφήσουν να περάση ο έχθρός στη στερνή έλεύθερη γη. Το πνεύμα της Σπάρτης όλοζώντανο. Κι οί Θερμοπύλες μπρός του…»
ΛΟΝΔΙΝΟ (1-5-41) B.B.C, ώρα 21:25΄: Σχόλιο του πρέσβη Δ. Κακλαμάνου. «…Το παράδειγμα των 300 Εύέλπιδων που παρά την άντίδρασιν της διοικήσεώς των έφυγαν σαν πουλιά άπό το κλουβί των, μαζί με την ένδοξη σημαία των για την Κρήτη και έφτασαν τώρα σίγουρα έκεί για να συμβάλουν με τις δυνάμεις των στην άμυνα της νήσου, θα πείση άσφαλώς τον Χίτλερ πως αν ποτέ τολμήση ως και έκεί, αί όρδαί του θα συντριβούν…..
Γιατί σαν τους άδάμαστους 300 Εύέλπιδες έχει πολλούς, έχει χιλιάδες το φρούριο της Κρήτης. Νέους, γέρους, γυναίκες, παιδιά, μυριάδες όλόκληροι που θ΄ άποδείξουν….. πως οι νέοι Έλληνες γνωρίζουν όπως και οι άρχαίοι πρόγονοί των να δημιουργούν στους βαρβάρους έπιδρομείς Μαραθώνες, Σαλαμίνες, Πλαταιές…»
*Ο Σπύρος Μ. Θεοδωράκης είναι πρώην τραπεζικός. Είναι συγγραφέας, αρθρογραφεί στο nautilia.gr και είναι ραδιοφωνικός παραγωγός στο σταθμό ΚΡΗΤΗ fm 87,5 (Αθήνα). Είναι μέλος της Παγκρήτιας Δημοσιογραφικής Ένωσης Μ.Μ.Ε.