Κάθε χρόνο, όπως όλοι γνωρίζουμε, στις 30 του Γενάρη τιμούμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών. Έτσι αναγνωρίζουμε τη συμβολή τους στη χριστιανική θεολογία και στην εδραίωση του χριστιανισμού παρά τις αιρέσεις και τις διχοστασίες ως κυρίαρχη θρησκεία στην Ανατολή κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Με τις σπουδές τους οι Τρεις Ιεράρχες έγιναν κοινωνοί των ελληνικών γραμμάτων και τα συνδύασαν με τον χριστιανικό λόγο, τον οποίον μεταλαμπάδευσαν και στις κατοπινές τους γενιές. Ξεχώριζαν μάλιστα από τους συγχρόνους τους Πατέρες της Εκκλησίας στο ήθος, τη μόρφωση και την πίστη.
Έτσι, το φετινό μας σημείωμα, που αποτελεί συνέχεια όσων είχαμε γράψει τα προηγούμενα χρόνια, θα αναζητήσουμε ποια από τα γνωρίσματα τα οποία, κατά τη γνώμη του αποστόλου Παύλου, χαρακτηρίζουν τον χριστιανό δύνανται να αποδοθούν και στους Τρεις Ιεράρχες. Τα γνωρίσματα αυτά, σας υπενθυμίζουμε, ο Παύλος τα αναφέρει σε επιστολές του, τις οποίες θα μνημονεύσουμε στη συνέχεια όπως θα δείτε.
Ξεκινώντας ας επισημάνουμε ότι τόσο ο Βασίλειος ο Μέγας, όσο και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος «εδουλώθησαν εις την δικαιοσύνην» (Παύλος, Προς Ρωμαίους, στ, 18) και, όπως βλέπουμε διαβάζοντας τον βίο του Βασιλείου και του Ιωάννη, «εβάστασαν τα ασθενήματα των αδυνάτων» (Προς Ρωμαίους, ιε, 1)· επιπλέον, με τη στάση τους στις εκκλησιαστικές συνόδους, «απεμακρύνθησαν από των ποιούντων τας διχοστασίας» (Προς Ρωμαίους, ιστ, 17), καθώς απέφευγαν κάθε «μωράς φιλονεικίας και γενεαλογίας, και έριδας, και μάχας νομικάς» (Προς Τίτον, γ, 9).
Είχαν και οι Τρεις μέσα τους την αγάπη όπως την εξυμνεί ο Παύλος στο ιγ κεφάλαιο της Α Προς Κορινθίους επιστολής του και αγάπησαν τον πλησίον όπως τον εαυτό τους (Προς Γαλάτας, ε, 14)· και έτσι, έζησαν «μη περιπατούντες εν πανουργία» (Προς Κορινθίους Β, δ, 2) καθώς είχαν καθαρίσει «εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, εκπληρούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Προς Κορινθίους Β, ζ, 1).
Όσα τους χαρακτήριζαν ήταν «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια» (Προς Γαλάτας, ε, 22)· ταυτόχρονα, οι Τρεις Ιεράρχες ακολουθώντας όσα έγραψε ο Παύλος στον Τίτο (α, 7-9) ήταν φιλόξενοι, φιλάγαθοι, σώφρονες, δίκαιοι, όσιοι και εγκρατείς τηρώντας την υγιή διδασκαλία της πίστης και δεν ήταν αυθάδεις, οργίλοι, μέθυσοι, πλήκτες και αισχροκερδείς. Μάλιστα, «εργάζοντο το καλόν προς πάντας» (Προς Γαλάτας, στ, 10) με τα λόγια και τις πράξεις τους.
Στον δρόμο των συμβουλών του Παύλου προς τον Τιμόθεο (Προς Τιμόθεο Α, στ, 11 και Προς Τιμόθεο Β, β 22 και 24) οι Πατέρες βαδίζοντας τούτοι ζουν με ευσέβεια και υπομονή και πράοι προς όλους, διδακτικοί, ανεξίκακοι και επιζητούν τη δικαιοσύνη, την πίστη, την αγάπη και την ειρήνη. Συνάμα δε, δεν ήταν φιλέριδες και δίγλωσσοι, αλλά – απομακρυσμένοι όντες από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος (Προς Θεσσαλονικείς Β, γ, 6 ) – σεμνοί και είχαν το μυστήριο της θείας πίστεως μετά καθαράς συνειδήσεως (Προς Τιμόθεο Α, γ, 8 -9).
Ζώντας με ταπεινοφροσύνη και ευλογία του Θεού και παρρησία υπέρ του θεϊκού λόγου και κατά των κάθε λογής Δυνατών που τους κατέτρεχαν, είχαν και ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος και ο Ιωάννης απορρίψει το ψεύδος και διώξει από την ψυχή τους κάθε πικρία, θυμό, οργή, κραυγή, βλασφημία και κακία. Αντ’ αυτών, είχαν φωλιάσει εντός τους ευσπλαχνία και συγχώρεση για τους άλλους όπως συνιστούσε ο Παύλος στους Εφεσίους (δ, 31 – 32).
Επίσης, ενστερνιζόμενοι όσα έγραψε ο απόστολος στην πρώτη του επιστολή προς τους Θεσσαλονικείς (ε, 14 -15), νουθετούσαν τους άτακτους, παρηγορούσαν τους ολιγοψύχους, περιέθαλπταν τους ασθενείς και έδειχναν μακροθυμία προς τους άλλους δίχως να ανταποδίδουν το κακό που τυχόν γίνεται εις βάρος τους αλλά ζητώντας το καλό για όλους.
Καταλήγοντας, όλοι θεωρώ πως θα συμφωνήσουμε ότι οι Τρεις Ιεράρχες με τη ζωή και το έργο τους δίκαια θεωρούνται από τους ανθρώπους «ως υπηρέτες του Χριστού, και οικονόμοι των μυστηρίων του Θεού» (Παύλος, Προς Κορινθίους Α, δ, 1). Ας τους έχουμε φωτεινό παράδειγμα στην καθημερινή ζωή μας λοιπόν!