Ο Νίκος Τσάφος ήταν μέχρι σήμερα ειδικός σύμβουλος της κυβέρνησης για θέματα ενέργειας. Ουδείς στον τοξικό κόσμο των social media και της αντιπολίτευσης γνώριζε την ύπαρξή του. Μόλις ανακοινώθηκε ο ανασχηματισμός, όπου ανέλαβε τα καθήκοντα του υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ξάφνου όλοι ανακάλυψαν τον κ. Τσάφο.
Το ποιος είναι, το γνωστικό του επίπεδο και η εμπειρία του στον τομέα που αναλαμβάνει δεν χρειάζεται να αναφερθούν εδώ. Μπορεί να αναζητήσει ο αναγνώστης το βιογραφικό και τα κείμενά του στο διαδίκτυο. Αποτελούν το κύρος και οι γνώσεις του εγγυήσεις ότι θα είναι επιτυχημένος στα καθήκοντά του ως υφυπουργός; Σαφώς όχι. Όλοι κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Σίγουρα όμως μιλάμε για έναν άνθρωπο με τις απαραίτητες γνώσεις και την απαραίτητη εμπειρία για την θέση που κλήθηκε να αναλάβει.
Το αν ο κ. Τσάφος είναι ή δεν είναι μια καλή επιλογή δεν θα μας απασχολήσει στο παρόν άρθρο. Αυτό με το οποίο θα ασχοληθούμε είναι το πως μη πολιτικά πρόσωπα στοχοποιούνται ανελέητα στη ζούγκλα της ελληνικής πολιτικής. Γιατί συμβαίνει αυτό; Ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι ρίχνουν νερό στο μύλο της τοξικότητας; Αξίζει να αναφερθούμε στο συγκεκριμένο θέμα καθώς ένα μεγάλο πρόβλημα αυτής της χώρας είναι το γεγονός του αποκλεισμού από την πολιτική ανθρώπων με γνώσεις και ικανότητες.
Όποια κι αν είναι η επίφαση των επιθέσεων, στην χώρα της άκρας υποκρισίας, η πραγματικότητα είναι μία: ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού (και κατ’ επέκταση των ψηφοφόρων τους) πάσχει από τεράστιο κόμπλεξ κατωτερότητας. Κι επειδή όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια, έτσι κι αυτοί κρέμασαν στα μανταλάκια από την πρώτη στιγμή τον κ. Τσάφο. Όχι κρίνοντας το γνωστικό του επίπεδο ή την εμπειρία του. Τον κρέμασαν απλά και μόνο γι’ αυτό που είναι.
Ο κ. Τσάφος ως εξωκοινοβουλευτικό πρόσωπο δεν είναι «λαϊκό παιδί», ούτε τον έχει εκλέξει ο «εξυπνότερος λαός του κόσμου». Έχει όμως την επάρκεια που απαιτεί η θέση που ανέλαβε κι αυτό ακριβώς είναι που εξοργίζει τους λαϊκιστές, τους άεργους πολιτικούς του κομματικού σωλήνα και τους κομματικούς στρατούς.
Άσχετα από τις επιθέσεις που δέχεται το συγκεκριμένο πρόσωπο, για σκεφτείτε λίγο. Πόσοι άνθρωποι επιτυχημένοι, με μια επαγγελματική πορεία που τους έχει εξασφαλίσει ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο, είναι διατεθειμένοι να ασχοληθούν με την πολιτική στην Ελλάδα; Ποιος σοβαρός άνθρωπος θα δεχθεί να θυσιάσει την προσωπική του ηρεμία για να γίνει έρμαιο των τρολ του διαδικτύου, να λαμβάνει καθημερινά μηνύματα με απειλές και κατάρες για τον ίδιο και την οικογένειά του, να στοχοποιείται από πολιτικούς αντιπάλους και μέσα ενημέρωσης και να «επισκέπτονται» το σπίτι του οι Ρουβίκωνες;
Η Ελλάδα είναι μια χώρα που σε κρίσιμες υπουργικές θέσεις έχουν βρεθεί Κίμωνες Κουλούρηδες, Στέφανοι Τζουμάκες, Αλογοσκούφηδες και Γιακουμάτοι. Ακόμη πιο πρόσφατα η Θεανώ Φωτίου με τα γεμιστά της, η Τασία Χριστοδουλοπούλου με τους λιαζόμενους μετανάστες της και οι Λαφαζάνηδες με τα ριφιφί του νομισματοκοπείου. Η στήλη δεν επαρκεί για να αναφερθούν όλοι εκείνοι που με περιορισμένες έως ανύπαρκτες ικανότητες κάθισαν κατά καιρούς σε υπουργικά γραφεία. Είδατε ποτέ να στοχοποιείται κανείς από αυτούς κατ’ αυτόν τον τρόπο; Φυσικά και όχι.
Το λαϊκιστικό σύμπλεγμα κατωτερότητας δεν στοχοποιεί ποτέ ανθρώπους περιορισμένων δεξιοτήτων. Στοχοποιεί κυρίως «Τσάφους», τεχνοκράτες, επιστήμονες. Στοχοποιούνται άνθρωποι με γνώσεις που καταρρίπτουν τα μυθεύματά τους, ορθολογιστές που αποκαλύπτουν την ανορθολογικότητά τους, μετριοπαθείς που αναδεικνύουν την εξαλλοσύνη τους, επαρκείς που φανερώνουν την ανεπάρκειά τους.
Η διαχρονική συζήτηση σχετικά με τα υπέρ και τα κατά της χρήσης τεχνοκρατών και εξωκοινοβουλευτικών στις κυβερνήσεις είναι μεγάλη. Κι όπως σε όλα τα σύνθετα ζητήματα, η απάντηση δεν περιορίζεται σε άσπρο ή μαύρο. Σε αυτή τη συζήτηση όμως δεν έχουν καμία θέση η ανθρωποφαγία, τα τρολ των κομματικών στρατών και ο διαδικτυακός οχετός που επιτίθεται σε ανθρώπους μόνο και μόνο επειδή τόλμησαν να ασχοληθούν με την πολιτική.