• Ο νόμος επιχειρεί όχι μόνο να προστατεύσει τα δικαιώματα και των δύο γονέων, αλλά κυρίως να διασφαλίσει την ομαλή και ισορροπημένη ανάπτυξη των παιδιών, αναγνωρίζοντας τη σημασία της παρουσίας και των δύο γονέων στη ζωή τους
Μία παιδαγωγική για τους γονείς και προστατευτική για τα παιδιά κατεύθυνση έχει ο νόμος 4800/2021 – ΦΕΚ 81/Α/21-5-2021 που αφορά τη συνεπιμέλεια τέκνου και ορίζει ότι οι δύο γονείς αποφασίζουν πλέον εξίσου και από κοινού για τη γονική μέριμνα του παιδιού, εξασφαλίζοντας ότι οι συνθήκες που ίσχυαν κατά τη διάρκεια του γάμου, ισχύουν και μετά τη διάλυση αυτού. Η μεταρρύθμιση της συγκεκριμένης πτυχής του οικογενειακού δικαίου το 2021 είχε ως βασικό στόχο να αλλάξει τις συνθήκες που προβλέπονταν από την προηγούμενη διάταξη του νόμου, κατά την οποία η επιμέλεια του ανήλικου παιδιού προβλεπόταν ως μέρος της ευρύτερης έννοιας της γονικής μέριμνας. Η επιμέλεια περιλάμβανε την ανατροφή, την επίβλεψη και την εκπαίδευσή του, αποφάσεις για την καθημερινή του ζωή και τον καθορισμό της διαμονής του παιδιού, αλλά όχι σοβαρές αποφάσεις, όπως το όνομα του παιδιού ή ένα έκτακτο ιατρικό έξοδο. Πλέον, εξασφαλίζοντας συνθήκες ισοτιμίας, που προϋποθέτουν εμπιστοσύνη, κατανόηση και συνεννόηση ανάμεσα στους δύο γονείς, τα παιδιά ουσιαστικά μεγαλώνουν με την παρουσία και του πατέρα και της μητέρας στις ζωές τους, με τις ευθύνες και τα δικαιώματα των γονιών τους να καθορίζονται ανάλογα με τη συμφωνία την οποία έχουν κάνει.
Ο χαρακτήρας του νόμου δεν έχει να κάνει με μία οριζόντια εφαρμογή υποχρεωτικής συνεπιμέλειας, αλλά στην πραγματικότητα εξετάζει την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, προβλέποντας εξαιρέσεις, όπως η εναλλασσόμενη διαμονή και η λειτουργική κατανομή για θέματα υγείας και εκπαίδευσης, σε περίπτωση ακαταλληλότητας ενός γονιού ή ακόμα και σύναψης μιας ιδιαίτερης συμφωνίας ανάμεσα στους δύο γονείς. Ωστόσο, παρά τη θετική κατεύθυνση του νόμου, η συνεπιμέλεια είναι μία διαδικασία που απαιτεί αξιοπιστία και συνέπεια, δύο δεσμεύσεις που συχνά δεν τηρούνται από τα εμπλεκόμενα άτομα και εγείρουν ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητα της μεταρρύθμισης, κυρίως για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μία ενδεχόμενη αθέτηση της συμφωνίας, στην ευημερία και την ψυχική υγεία των παιδιών. Η ενίσχυση των ψυχικών δομών υγείας, η μεγαλύτερη εμπλοκή των ψυχολόγων ακόμα και εντός των δικαστηρίων και η εκπόνηση συγκεκριμένων σχεδίων ανατροφής εκ μέρους των γονέων είναι μερικές από τομές που μπορούν να επιτευχθούν για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τέκνων διαζευγμένων γονιών.
«Μία ισορροπημένη ανατροφή, αλλά όχι απαραίτητα ισόχρονη»
Μία «πραγματική ώθηση» στην συνεπιμέλεια επιχειρεί να δώσει ο νόμος 4800/2021, σύμφωνα με όσα ανέφερε μιλώντας στα «Ρ.Ν.», η Δέσποινα Δασκαλάκη, δικηγόρος, διαμεσολαβήτρια και γενικός γραμματέας του Δικηγορικού Συλλόγου Ρεθύμνης, η οποία αρχικά έκανε τον διαχωρισμό ανάμεσα στη γονική μέριμνα και την επιμέλεια: «Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του παιδιού, τη διοίκηση της περιουσίας του, την εκπροσώπηση του παιδιού σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία του, που αφορά είτε το πρόσωπο του παιδιού, είτε την περιουσία του. Μέρος της γονικής μέριμνας είναι η επιμέλεια, που περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση, την εκπαίδευση και προσδιορίζει τον τόπο διαμονής».
Παρότι ο νόμος δεν αποτέλεσε μία μεταρρύθμιση που ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες για μεγαλύτερες τομές στο οικογενειακό δίκαιο, σύμφωνα με την κ. Δασκαλάκη, πράγματι τροποποίησε το δίκαιο της επιμέλειας: «Ο νόμος λέει ότι η γονική μέριμνα ισχύει εξίσου και κοινού από τους δύο γονείς, δηλαδή ό,τι ίσχυε μέσα στον γάμο, θα ισχύει και μετά τον γάμο, από κοινού και εξίσου. Συνεπώς, η συνεπιμέλεια δεν προβλέπει 15 μέρες να ασκεί την επιμέλεια ο πατέρας και 15 ημέρες η μητέρα. Ο νόμος λέει από κοινού, δηλαδή τόσο ο πατέρας όσο και η μητέρα και το «εξίσου» σημαίνει ισότιμα και από τις δύο πλευρές, δηλαδή μία ισορροπημένη ανατροφή, όχι απαραίτητα ισόχρονη. Υπάρχει, επίσης, μία διάταξη στον νόμο, η οποία λέει ότι συγκεκριμένα ιατρικά θέματα, σοβαρά εκπαιδευτικά ζητήματα του παιδιού για το μέλλον και η ονοματοδοσία γίνονται υποχρεωτικά με συναπόφαση. Ο εκ του νόμου κανόνας είναι ότι έχουμε συνεπιμέλεια, δηλαδή συναπόφαση και σύμπραξη. Και οι δύο γονείς σε όλα».
«Οι γονείς μπορούν να συμφωνήσουν σε αποκλειστική επιμέλεια»
Ο νόμος δεν εφαρμόζεται οριζόντια, όπως επεσήμανε η κ. Δασκαλάκη, με την κάθε περίπτωση να κρίνεται διαφορετικά από το δικαστήριο, το οποίο έχει ως βασικό κριτήριο για την έκδοση αποφάσεων το συμφέρον του παιδιού. Οι εξαιρέσεις στον κανόνα της συνεπιμέλειας μπορούν να αφορούν και να βασίζονται στην ικανότητα του γονέα να συμβάλλει στη διαπαιδαγώγηση, ή ακόμα και στον σεβασμό που επιδεικνύει στην ίδια τη ρύθμιση του νομοθέτη: «Υπάρχουν εξαιρέσεις, όπως είναι η αποκλειστική επιμέλεια στον έναν γονέα ή η χρονική κατανομή, 15 μέρες ο ένας γονέας και 15 μέρες ο άλλος, η εναλασσόμενη διαμονή του τέκνου και η λειτουργική κατανομή, δηλαδή για τα θέματα της εκπαίδευσης να ασχολείται ο πατέρας και για τα θέματα της καθημερινής ανατροφής η μητέρα. Μπορούν να γίνουν και συνδυασμοί όλων αυτών. Ο νόμος όμως έχει πει, ότι ο κανόνας είναι ότι εξακολουθούν και μετά τον χωρισμό να συναποφασίζουν και συμπράττουν οι γονείς. Μπορεί, ωστόσο, να υπάρξει διαφορετική ρύθμιση των γονέων, όταν χωρίζουν, δηλαδή μπορούν να συμφωνήσουν οι δύο γονείς να ανατεθεί στον έναν η αποκλειστική επιμέλεια, όταν υπάρχει μία ιδιαίτερη δική τους συμφωνία. Οι εξαιρέσεις υπάρχουν και συμβαίνουν και πολύ συχνά στην πράξη εφαρμόζονται».
Αναφορικά με το τι συμβαίνει στις περιπτώσεις που οι δύο γονείς διαφωνήσουν, η κ. Δασκαλάκη σημείωσε: «Αν διαφωνούν οι γονείς, τότε πρέπει να προσφύγουν είτε στη διαμεσολάβηση, είτε στα δικαστήρια. Όσον αφορά τα δικαστήρια, όπου βλέπουμε την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου, για να μην εφαρμοστεί η εκ του νόμου συνεπιμέλεια, θα πρέπει τα δικαστήρια να μην δουν απλά διαφωνία, αλλά ένα σοβαρό και σπουδαίο λόγο για να πάμε στις εξαιρέσεις. Ένας τέτοιος λόγος είναι για παράδειγμα ότι ο ένας δεν μπορεί να συνεννοηθεί με τον άλλο, ο ένας γονέας συστηματικά τορπιλίζει τη συνεννόηση».
Επιπλέον, η κ. Δασκαλάκη ανέφερε: «Ο δικαστής κοιτάζει το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Ο κανόνας είναι ότι κάθε υπόθεση κρίνεται διαφορετικά, ανάλογα με τα πραγματικά περιστατικά της, δηλαδή δεν ήρθε ο νόμος να πει με ένα οριζόντιο ανελαστικό μέτρο, ότι πάμε να έχουμε όλοι συνεπιμέλεια. Όχι. Τα γενικά και ανελαστικά όρια είναι αντίθετα στην έννοια της αξίας του ανθρώπου και στη σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού. Ο Άρειος Πάγος είπε ότι κάθε υπόθεση κρίνεται διαφορετικά. Κοιτάμε το συμφέρον του παιδιού, την ικανότητα ενός γονιού να σέβεται τον άλλο γονιό, να συμμορφώνεται ο κάθε γονιός για τη ρύθμιση με την επιμέλεια και την ανατροφή και να είναι και κατάλληλος ο γονέας στη διαπαιδαγώγηση και στην περίθαλψη του ανηλίκου».
«Στη νεαρή νηπιακή ηλικία δίνεται αποκλειστική επιμέλεια στη μητέρα»
Ένα πρόσθετο σημαντικό κριτήριο για τον καθορισμό της συνεπιμέλειας είναι και η ηλικία του παιδιού, με την κ. Δασκαλάκη να σημειώνει ότι τα νήπια υπάγονται στην αποκλειστική επιμέλεια της μητέρας, τονίζοντας ωστόσο ότι κάθε περίπτωση κρίνεται ξεχωριστά: «Η ηλικία του παιδιού παίζει ρόλο. Ο Άρειος Πάγος είναι συνεπής στις αποφάσεις του, λέγοντας ότι στη νεαρή νηπιακή ηλικία δίνεται η αποκλειστική επιμέλεια στη μητέρα, αναγνωρίζεται μία βιολογική υπεροχή στη μητέρα και αυτό έγινε ακριβώς για να μπει ένα φρένο σε κάποιες όψιμες αποφάσεις που βγήκαν και όριζαν εναλλασσόμενη κατοικία, δηλαδή 15 μέρες στον πατέρα και 15 στη μητέρα, σε βρέφη, τα οποία θηλάζανε. Εκεί υπήρχε μία δυσκολία, που ήρθε ο Άρειος Πάγος ως ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο να πει ότι στα πολύ μικρά παιδιά, τα οποία έχουν ανάγκη την φροντίδα της μητέρας τους, η αποκλειστική φροντίδα δίνεται στη μητέρα. Και πάλι όμως κάθε υπόθεση κρίνεται διαφορετικά».
Εύλογο είναι επίσης το ερώτημα του τι γίνεται στις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, ενός φαινομένου που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά ακόμα και σε άλλες περιπτώσεις που χρήζουν άμεσης διευθέτησης. Η κ. Δασκαλάκη υπογράμμισε: «Όταν υπάρχουν έκτακτες συνθήκες, υπάρχει προσφυγή στα δικαστήρια με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, δηλαδή γίνεται ειδικό αίτημα στον δικαστή υπηρεσίας, εκδίδεται σχετική προσωρινή διαταγή και ρυθμίζονται προσωρινά τα πράγματα. Επίσης, υπάρχουν περιοριστικοί όροι στο να μην πλησιάζει ο ασκών βία το άλλο μέλος. Υπάρχουν ρυθμιστικές δικλείδες και εφαρμόζονται μέσα στα δικαστήρια».
«Η συνεπιμέλεια θέλει υψηλή ενσυναίσθηση και αίσθημα ευθύνης»
Ουσιαστικός πρέπει να είναι χαρακτήρας της συνεπιμέλειας και όχι μία τυπική ρύθμιση, προκειμένου να λειτουργήσει αποτελεσματικά και να εξασφαλίσει σωστές συνθήκες διαβίωσης για το παιδί, σύμφωνα με την κ. Δασκαλάκη, γεγονός που προβλέπεται όπως ανέφερε από τους δικαστές. «Όταν λέμε συνεπιμέλεια, θα πρέπει να σκεφτόμαστε ότι όλο αυτό είναι για το συμφέρον του παιδιού. Δεν μιλάμε για μία συμφωνία ή για μία ρύθμιση που απλά την κάνουμε στα χαρτιά. Θα πρέπει όντως η συνεπιμέλεια να μπορεί πραγματικά να λειτουργήσει, να μπορούν δηλαδή να συνεννοηθούν, να μπορούν να λαμβάνουν μαζί σταθερές αποφάσεις και όχι να οξύνονται οι τεταμένες σχέσεις. Αν δεν λειτουργεί αυτό, δυστυχώς πάλι αρμόδια είναι τα δικαστήρια».
Η συμμετοχή και των δύο γονιών στη διαδικασία της επιμέλειας ελλοχεύει ενδεχομένως τον κίνδυνο να μετατραπεί το παιδί σε μία «βαλίτσα» ανάμεσα σε δύο σπίτια, με την κ. Δασκαλάκη να τονίζει ότι η ρύθμιση που επιλέγει ο δικαστής έχει ως προτεραιότητα το ίδιο το τέκνο: «Δεν θέλει εγωισμούς, δεν θέλει εντάσεις, θέλει υψηλή ενσυναίσθηση και αίσθημα ευθύνης από τους γονείς, γιατί είναι προφανές ότι κανένας νόμος, κανένας δικαστής δεν μπορεί να εξαναγκάσει έναν ενήλικα άνθρωπο στο να διαχειρίζεται σωστά τις κρίσεις και τα συναισθήματά του. Έχουμε προσωπική ευθύνη σε αυτά τα θέματα. Ο νόμος όταν λέει από κοινού και εξίσου, δεν εννοεί 15 μέρες εδώ και 15 μέρες εκεί, για να γίνει το παιδί «βαλίτσα». Η όποια ρύθμιση επιλέγεται, είτε από τους γονείς, είτε από τον δικαστή, είναι για να έχει το παιδί μία ήρεμη ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη και ζωή. Προφανώς ο νομοθέτης λειτουργεί για το συμφέρον του παιδιού, ταυτόχρονα όμως λειτουργεί και λίγο παιδαγωγικά προς τους γονείς, δηλαδή ουσιαστικά έρχεται και τους λέει αφήστε τους εγωισμούς, αφήστε τις εντάσεις, ασχοληθείτε με το παιδί και να συναποφασίζετε και να συμπράττετε για αυτό», ανέφερε και στη συνέχεια συμπλήρωσε: «Ο κάθε γονιός θα πρέπει να σκέφτεται ότι αυτά τα παιδιά είναι οι αυριανοί ενήλικες, πατεράδες, μητέρες, σύντροφοι, φίλοι, επαγγελματίες, πολίτες αυτής της χώρας. Το να είναι κάποιος γονιός είναι μία μαγική ευκαιρία να συνδιαμορφώσει έναν άνθρωπο και έχει ευθύνη για αυτό».
«Περιμένουμε έναν καινούργιο, πιο τολμηρό νόμο»
Έναν πιο «τολμηρό, οικογενειακό» νομοθέτη και μεταρρυθμιστή προσδοκούσε ο νομικός κόσμος, σύμφωνα με την κ. Δασκαλάκη: «Θα περιμέναμε ο νόμος αυτός να κάνει μεγαλύτερες τομές. Να μιλήσουμε δηλαδή για περισσότερο ενισχυμένες, δημόσιες δομές ψυχικής υγείας, να έχουμε ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, που να είναι παρόντες, με συνεδρίες στα ανήλικα παιδιά και στους γονείς που χωρίζουν, να εποπτεύουν την εφαρμογή των αποφάσεων των δικαστηρίων οι δημόσιες δομές, να υπάρχουν ψυχολόγοι μέσα στα δικαστήρια, ειδικοί χώροι για τα παιδιά, ένα σχέδιο ανατροφής που να βλέπει ο δικαστής ότι έχουν εκπονήσει οι γονείς. Περιμένουμε έναν καινούργιο νόμο, ο οποίος να είναι ακόμα πιο τολμηρός. Έγινε η αρχή».