Προσπαθώντας να εμβαθύνουμε στη σχέση λατρείας του λαού μας με την Παναγιά, ανακαλύπτουμε πως, σε ολόκληρο τον νησιωτικό Ελλαδικό χώρο από το Ιόνιο και το Αιγαίο και ως και τη Κύπρο, αν σε δύο γειτονικά χωριά δεν υπάρχει εκκλησία ή εξωκλήσι αφιερωμένο στη Παναγιά, στο τρίτο θα υπάρχει!
Τα ορόσημα
Είναι συνηθισμένο στο χριστιανικό μας δόγμα, σε περιοχές ή και σε χώρες ολόκληρες να λατρεύονται περισσότερο από το καθιερωμένο, κάποιοι συγκεκριμένοι Άγιοι ή κάποια Άγια σύμβολα του δόγματος, όπως ο «Τίμιος Σταυρός», η «Αγία ζώνη», το «Άγιο πνεύμα» και άλλα. Ας πούμε στη Ρωσία λατρεύεται ο Άγιος Γεώργιος και η Αγία Αικατερίνη. Στη Βουλγαρία την Σλοβακία αλλά και τη Σλοβενία, οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος. Στην Γαλλία η Αγία Ιωάννα της Λωραίνης (Ζαν ντ΄Άρκ). Στη Νάπολη της Ιταλίας ο Άγιος Αυγουστίνος και η Σάντα Κλάρα, στην Ασίζη επίσης της Ιταλίας ο Άγιος Φραγκίσκος. Ακόμη στην πάλαι ποτέ ακμάζουσα περιοχή του Μικρασιατικού Ελληνισμού, της Καππαδοκίας, η Παναγία του Σουμελά.
Οι αφιερώσεις
Ο προστάτης άγιος θεωρείται σαν ουράνιος μεσολαβητής για ένα έθνος, μέρος, τέχνη, δραστηριότητα, επάγγελμα, τάξη, ομάδα ατόμων, οικογένεια, άτομα, ιδρύματα, οργανώσεις κ.τ.λ. Στον Ελλαδικό χώρο, ο προστάτης μιας πόλης ή χωριού, ονομάζεται πολιούχος Άγιος, όπως για παράδειγμα:
Στην Κέρκυρα ο Άγιος Σπυρίδωνας, στο Ηράκλειο και τα Χανιά της Κρήτης ο Άγιος Τίτος και ο Άγιος Ευτύχιος αντίστοιχα, στην Κεφαλλονιά ο Άγιος Γεράσιμος και στην Αίγινα ο Άγιος Νεκτάριος. Όμως πολύ πιο πάνω από αυτές τις αφιερώσεις, κυριαρχεί σε ολόκληρη την χώρα μας η αφιέρωση στην Παναγία! Σε όλη την Ελλάδα, υπάρχουν πολλές χιλιάδες εκκλησίες και εξωκλήσια αφιερωμένα στην λατρεία της. Εκεί όμως όπου πραγματικά η συχνότητα της λατρείας της Παναγιάς υποκλίνεται, είναι στα νησιά του Αιγαίου και πιο πολύ στις Κυκλάδες.
Το «μπλε» της Παναγιάς!
Σε ολόκληρο το Αιγαίο, δεν υπάρχει νησί που να μην υπάρχει στη χώρα του εκκλησία της Παναγίας, αλλά και μια πλειάδα από εξωκλήσια της Μεγαλόχαρης κυριολεκτικά σπαρμένα σε ολόκληρο το νησί! Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι η ονομασίες που έχουν δώσει οι ναυτικοί και οι ψαράδες στα καΐκια και τις βάρκες τους. Στα λιμανάκια των νησιών συναντάς δεκάδες βάρκες και καΐκια με την επιγραφή στη πλώρη τους: «ΠΑΝΑΓΙΑ», Λ.Κ., Νηολογίου Καλύμνου! Όμως το ίδιο συμβαίνει και με την ονοματοδοσία σε μεγάλα καράβια εμπορικά ή επιβατικά που πλέουν κυρίως στο Αρχιπέλαγος αλλά και στο Ιόνιο! Όπως: «Παναγιά η Μυρτιδιώτισσα», «η Μεγαλόχαρη», «H Παναγιά της Τήνου», «Παναγιά Γλυκοφιλούσα», «Παναγιά Γοργοϋπήκοος», «Θεομήτωρ» και άλλα πολλά. Από μια έρευνα για τα χαρακτηριστικά της Ελληνικής ακτοπλοΐας πληροφορούμαστε πως στα 268 ακτοπλοϊκά σκάφη που οργώνουν τις Ελληνικές θάλασσες, τα 47 από αυτά έχουν ονόματα που είναι χριστιανικής – θρησκευτικής επιρροής, ο προστάτης των ναυτικών ο Άγιος Νικόλαος αναφέρεται μόνο σε δύο πλοία. Αντιθέτως 21 πλοία είναι αφιερωμένα στην Παναγία με διάφορα ονόματα. Είναι τόση η ταύτιση της Παναγιάς με τη θάλασσα και τα γαλανά νερά της, που ο ζωγράφος μας ο Κωνσταντίνος Παρθένης την αναπαράστησε με χιτώνιο στις αποχρώσεις του μπλε και με φόντο το μπλε της θάλασσας!
Οι ευχές
Στην καθημερινότητα του λαού μας μα πιο πολύ στην επαρχία και στα νησιά μας, οι ανθρώπινες σχέσεις διατηρούνται ακόμη σε επίπεδο παραδοσιακό. Ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες με κοινά βιώματα και χαρακτηριστικά, όπως των συγχωριανών, των γειτόνων, ή των συντοπιτών, υπάρχουν εκφράσεις επικοινωνίας που επιζούν τώρα και αιώνες και επιβεβαιώνουν τις φιλικές συναναστροφές και το νοιάξιμο μεταξύ τους. Τέτοιες εκφράσεις καθημερινής επικοινωνίας, είναι και οι ευχές αποχαιρετισμού!
– Να πας στην ευχή μου!
– Να πας στο καλό!
– Καλό δρόμο νάχεις!
– Καλή αντάμωση!
Όμως η πιο χαρακτηριστική ευχή, που δείχνει έγνοια για αγαπημένα πρόσωπα, είναι:
– Να πας στη ευχή του Χριστού και της Παναγίας! ή
– Στην ευχή της Παναγίας!
Οι εκδοχές
Όμως αλήθεια ποια θα μπορούσε να είναι η εξήγηση για αυτή την αφοσίωση των ανθρώπων των νησιών μας αλλά και όλων των Ελλήνων, στην χάρη της Παναγίας; Αναλογιζόμαστε πως στις θάλασσες πάντα ελλόχευε ο κίνδυνος κάποια βαπόρια να ναυαγήσουν και να θρηνήσουν τους δικούς τους αγαπημένους οι οικογένειες των ναυτικών. Αυτός ο κίνδυνος ευτυχώς σήμερα με τη βοήθεια της μεγάλης προόδου της τεχνολογίας τόσο στον μηχανολογικό εξοπλισμό των πλοίων και στη ναυσιπλοΐα όσο και στην ηλεκτρονική επικοινωνία έχει ελαχιστοποιηθεί ή και μηδενιστεί. Όμως από τα Μινωικά χρόνια και τη θαλασσοκρατία των Μινωιτών, τα πελάγη και οι φουρτουνιασμένες θάλασσες, πολλές φορές αφάνιζαν τα καράβια και μαζί με αυτά χάνονταν και εκατοντάδες ανθρώπινες ψυχές! Όμοια, λίγους αιώνες μετά, στα χρόνια του Ομήρου, βαπόρια που αφανίστηκαν θα μπορούσαν να ήταν είτε τα πολεμικά των Αχαιών, είτε του Ιδομενέα του βασιλιά των Κρητών, είτε ακόμη και εκείνα τα λίγα εναπομείναντα του θαλασσοδαρμένου βασιλιά της Ιθάκης, του Οδυσσέα. Αλλά ακόμη θα μπορούσαν να ήταν και οι Μινωικές εμπορικές πλόες, με τις οποίες οι Μινωϊτες μετέφεραν εμπορεύματα προς την Αίγυπτο, τη Φοινίκη αλλά και ως τη μακρινή Κολχίδα! Ακόμη όμως γνωρίζουμε τόσο από τις αρχαίες γραφές όσο και από τα τραγούδια του Ομήρου, πως όλοι αυτοί οι «θαλασσοπόροι», για να καταφέρουν να έχουν ούριους άνεμους όταν ταξίδευαν, απευθύνονταν στους θεούς για να εξασφαλίσουν την εύνοια και τη προστασία τους. Αυτό το κατάφερναν προσφέροντάς τους θυσίες και μάλιστα πρόσεχαν περισσότερο τους πιο δύσπιστους, όπως τον Αίολο, τον Ποσειδώνα αλλά ενίοτε και τον Δία! Η παράδοση αυτή της επίκλησης των θείων δυνάμεων για βοήθεια και προστασία από τα στοιχεία της φύσης, μεταφέρθηκε και στα νεότερα χρόνια της νέας θρησκείας, του χριστιανισμού, όπου και αναζητήθηκε ανταπόκριση από την Υπεραγία Θεοτόκο. Θεωρήθηκε η ευγενικότερη θεία ύπαρξη, που θα ανταποκρίνονταν όταν θα την επικαλούνταν, στις περιπτώσεις ύψιστων κινδύνων όταν θα διακυβεύονταν ανθρώπινες ζωές!
Ο Καημός του Αρχιπελάγους
Από τα πανάρχαια χρόνια, οι πιο δύσκολες συνθήκες στο Αρχιπέλαγος, ήταν εκείνες στις οποίες χάνονταν τα παλικάρια τους έρμαια μαζί με τα πλεούμενά τους στα μανιασμένα κύματα και στους θυμούς του Αιόλου. Όμως τα πλεούμενα που κατέληγαν στο μαύρο βυθό, λίγο καιρό αργότερα τα ναυπηγούσαν ξανά και μπορεί και να τα έφτιαχναν και καλύτερα. Τα παλικάρια τους όμως, με τίποτα δεν μπορούσαν να τα φέρουν πίσω. Χάνονταν για πάντα και μαζί τους βυθίζονταν στο πένθος δεκάδες ή και εκατοντάδες οικογένειες. Ήταν σαν να γίνονταν άλλος ένας πόλεμος μιας και η μανιασμένη θάλασσα προσομοίαζε τότε με το πεδίο της μάχης και του θανάτου. Και μάλιστα ο βαθύς καημός των ανθρώπων του Αρχιπελάγους ήταν βουβός και ανείπωτος αφού ποτέ τους δεν κατάφερναν να κλάψουν τους αγαπημένους τους. Αλλά και γιατί ποτέ τους πια δεν μπορούσαν να ξαναδούν τη μορφή τους και να μπορέσουν τουλάχιστον να αλείψουν με λάδι και μύρο «τα άψυχα κορμιά τους». Αυτό κρατούσε για χιλιετίες με πολλές εκατοντάδες ή και χιλιάδες πλεούμενα να έχουν χαθεί και για πολλές χιλιάδες ψυχές να έχει γίνει ο υγρός τους τάφος, τα βάθη του Αρχιπελάγους. Όλο αυτό το δράμα συνέθετε τον «καημό του Αρχιπελάγους».
Η θεία δύναμη
Από τις λαϊκές αφηγήσεις μαθαίνουμε πως σπάνια συναντούσες οικογένειες στα νησιά του Αρχιπελάγους, που σε βάθος χρόνου, δεν θα είχαν θρηνήσει και κάποιον δικό τους άνθρωπο που είχε χαθεί στην απεραντοσύνη της θάλασσας, στα Πελάγη και στους Ωκεανούς. Έτσι λοιπόν σκέφτηκαν πως μόνο μια θεϊκή δύναμη θα μπορούσε να τους προστατεύει από το να αφανίζονται τα παλικάρια τους που ξόδευαν τη ζωή τους στη αγάπη τους για τη θάλασσα ή στην ανάγκη τους για την επιβίωση τη δική τους και των οικογενειών τους. Και η θεϊκή αυτή δύναμη δεν άλλη, από τη «χάρη της Παναγίας»! Τους ήρθε λοιπόν η ιδέα πως για να το καταφέρουν, θα έπρεπε να κάνουν συγχωριανή τους, συντοπίτισσα και γειτόνισσά τους την Παναγιά. Έτσι λοιπόν θα έπρεπε να της κτίσουν ένα σπίτι κοντά στο δικό τους, για να μπορούν να τη βλέπουν, να κουβεντιάζουν τα βάσανα τους και να την παρακαλούν για τους αγαπημένους τους. Αυτούς που μπορεί να βρίσκονταν και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και να πάλευαν με τα κύματα. Ωστόσο, δεν τους πείραζε που η Παναγιά δεν μπορούσε να τους μιλήσει. Τους έφτανε και μόνο που τους άκουγε! Τόση εμπιστοσύνη της είχαν! Σ’ αυτήν εναπόθεταν όλες τους τις ελπίδες, και πίστευαν πως μόνο με τη βοήθειά της θα μπορούσαν να ξαναδούν τους αγαπημένους τους ξενιτεμένους που ταξίδευαν.
Οι παρακλήσεις
Και η Παναγιά πάντα τους άκουγε και πάντα ήταν κοντά τους! Κι αν καμιά φορά από τύχη κακή, ξέφευγε κάτι από τις δυνάμεις της και την έγνοια της και συνέβαινε το κακό, οι νησιώτες του Αρχιπελάγους ήξεραν και για τη Παναγιά την «Παρηγορήτρα» που θα τους βοηθούσε να απαλύνουν το πόνο τους. Στο τέλος μάλιστα την αγάπησαν τόσο πολύ, που την ήθελαν να τη νιώθουν πάντα κοντά τους και σε κάθε τους έγνοια. Στις δοξασίες τους αυτές, τους μιμήθηκαν και άλλοι πολλοί και σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Έτσι η Παναγιά έγινε « η αποσπορίτισα», «η φαρμακολύτρα», «η γαλακτοτροφούσα», «η θεοσκέπαστη», «η βρεφοκρατούσα» αλλά και «η φαραγγιώτισα», «η γλυκοφιλούσα», «η Μεσοχωριανή», «η Αιματούσα», ακόμη και «η Μυροβλύτισσα». Με το πέρασμα των χρόνων ολόκληρος ο Ελλαδικός χώρος από τη Πίνδο και τον Όλυμπο έως το Πόντο και τη Καππαδοκία και από τον Ψηλορείτη ως και την Αμμόχωστο, τη Λάρνακα και τη Λεμεσό, γέμισε με τα εξωκλήσια της Παναγιάς με τα πολλά ονόματα. Όμως αυτή είναι πάντα η ίδια με τις μεταμορφώσεις της, το ίδιο γλυκιά και πρόσχαρη ως η δικιά μας Παναγιά, η Παναγιά των Ελλήνων!