Από τα ευλογημένα χέρια της Μάνας ξεδιπλώνεται ο κόσμος της απλής γυναίκας του χωριού
Εκτιμούσα πάντα το ήθος και την πορεία στη γνώση της φιλολόγου – ερευνήτριας πανεπιστημίου της Σορβόννης κας Μαρίας Καναβά.
Ιδιαίτερα με είχε εντυπωσιάσει, στα αποκαλυπτήρια μνημείου, που έγινε στη γενέτειρά της Παντάνασσα, παρακολουθώντας την ομιλία της. Ήταν πραγματικά μια σύνθεση γνώσης και λογοτεχνικής δωρεάς από τις πιο αρμονικές που έχω ακούσει.
Πριν ένα χρόνο με είχε πλησιάσει η κα Καναβά με την ιδιότητα της προέδρου του πολιτιστικού συλλόγου Παντανάσσης. Και μου περιέγραψε το όραμά της για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ, αφιερωμένου στον μόχθο της Μάνας, ενός χωριού στερημένου από σημαντικά έργα υποδομής ιδιαίτερα σε μια άλλη εποχή που και το κράτος ολόκληρο προσπαθούσε να ανασυγκροτηθεί.
Η ιδέα της ήταν εξαιρετική και δεν μπορούσα να μην ανταποκριθώ. Η εμπειρία μου από τα γυρίσματα μοναδική και ανεπανάληπτη.
Επισκεφθήκαμε κυρίες της περιοχής άνω των 80 χρόνων, που κάθε μια εκτός από προσωπικές μνήμες κατέθεσαν και τη γνώση τους αναδεικνύοντας τα περίφημα εργόχειρά τους και παρουσιάζοντας παραδοσιακές συνταγές.
Φυσικά δεν παρέλειψαν να μας δείξουν και τη διαδικασία και τις τεχνικές μιας τόσο δύσκολης εποχής, στη μπουγάδα, στο ζύμωμα και στην επεξεργασία του μαλλιού τότε που η τεχνολογία δεν παρείχε κανένα από τα αγαθά που παρέχει σήμερα.
Έτσι ετοιμάστηκε το πρώτο ντοκιμαντέρ με τίτλο «Αφιέρωμα στη μάνα της Παντάνασσας» που προβλήθηκε στο χωριό την Τρίτη 29 Αυγούστου με μεγάλη συμμετοχή κόσμου.
Ανάμεσά τους οι αντιδήμαρχοι Αμαρίου κ. κ. Μανόλης Ψαρουδάκης και Ασημένια Ιερωνυμάκη, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Αμαρίου κ Γαλάτιος Μοσχονάς, ο δημοτικός σύμβουλος κ. Βασίλης Κλάδος, ο πρώην πρύτανης του πανεπιστημίου Κρήτης κ. Γιάννης Παλλήκαρης, η «ψυχή» του πανεπιστημίου Ορεών κα Βαρβάρα Τερζάκη, ο ανώτατος αξιωματικός ΕΛ.ΑΣ ε.α κ. Βασίλης Αποστολάκης κ.ά.
Ιδιαίτερο χρώμα έδιναν στον περιβάλλοντα χώρο τα εργόχειρα και κυρίως τα υφαντά που είχαν εκτεθεί δίνοντας έντονο παραδοσιακό χαρακτήρα στην εκδήλωση.
Στη μεστή ομιλία της καλωσορίζοντας τους επισκέπτες, η κα Καναβά είπε:«Κι ένα τέταρτο μητέρας αρκεί για δέκα ζωές, και πάλι κάτι θα περισσέψει που να το ανακράξεις σε στιγμή μεγάλου κινδύνου…».Σας καλωσορίζω με τούτα τα λόγια του νομπελίστα ποιητή μας Οδυσσέα Ελύτη που πάντα με συγκινούσαν ακριβώς επειδή αναδεικνύουν το μεγαλείο της μάνας που πετυχαίνει καθημερινά όσα δεν μπορεί. Είναι πολύ δελεαστικό, ξέρετε, να κάνεις όσα δεν μπορείς! Τότε συνειδητοποιείς πως αναπνέεις, πως ζεις και υπάρχεις, πως απολαμβάνεις!».
Η ιδέα για το τρυφερό αυτό ταξίδι και η αμέριστη συμπαράσταση στην όλη προσπάθεια
Και συνέχισε η κ. Καναβά, αποκαλύπτοντας πως εμπνεύστηκε την ιδέα της δημιουργίας του ντοκιμαντέρ, ένα τρυφερό ταξίδι στον χρόνο όπως το χαρακτήρισε:
«Πώς όμως ξεκίνησε αυτό το τρυφερό ταξίδι; Με αφορμή την επίσκεψη του πανεπιστημίου των Ορέων και της κυρίας Τερζάκη – Παλλήκαρη με την αποστολή Πηνελόπη Gandhi στο χωριό μας τον περασμένο Οκτώβριο. Υφαντά, πλεκτά, κεντήματα και ένα σωρό άλλα ξόμπλια βγήκαν από τις κασέλες, εκτέθηκαν στην αίθουσα του συλλόγου μας και πραγματικά ήταν σαν να δημιουργήθηκε μια γέφυρα που ένωσε το παρελθόν με το παρόν για να γίνει υφάδι του μέλλοντος.
Οι μάνες μας, όλες εδώ παρούσες για να μας εξηγήσουν το πώς και το πότε κατάφεραν να τα φτιάξουν κάποτε. Τα μάτια μου διέκριναν στα δικά τους μιαν απέραντη αγάπη, ένα μεγαλείο, μια λαχτάρα, μιαν απαράμιλλη τρυφερότητα. Τα χέρια τους κουρασμένα, σκληροπετσιασμένα και θαμπά – καταφανής αντιδιαστολή με τη «λευκοχέρα» γυναίκα, όπως την περιγράφει ο Όμηρος – σίγουρα έχουν να πουν αμέτρητες ιστορίες και να διηγηθούν τη ζωή τους σε αλλοτινές εποχές.
Από τούτα τα χέρια, σκέφτηκα, ξεκινάει όλη μας η ιστορία. Τούτα τα χέρια μας κράτησαν για πρώτη φορά στη ζωή, τα ίδια χέρια έφτιαξαν την τροφή μας για να επιβιώσουμε, μας αγκάλιασαν χαρίζοντάς μας αγάπη, παρηγοριά, απάγκιο, μας φρόντισαν όσο κανείς άλλος στον κόσμο. Φέρνω στη θύμησή μου συχνά τη φιλόλογό μου στο λύκειο να μου παραδίδει μαθήματα ζωής. «Μαριάκι μου, μου έλεγε χαμηλώνοντας τη βραχνή φωνή της, να θυμάσαι ένα πράμα: Κανείς δεν σε αγαπά όπως η μάνα σου και κανέναν δεν θα αγαπήσεις όπως το παιδί σου» θέλοντας προφανώς να με προετοιμάσει για το μοναδικό συναίσθημα της αυταπάρνησης και της ανιδιοτελούς αγάπης που μόνο η μάνα – στην όποια διάστασή της – μπορεί να χαρίσει. Από αυτά τα ευλογημένα χέρια λοιπόν θα ξεκινήσουμε ως πολιτιστικός σύλλογος το μεγάλο ευχαριστώ για ό,τι σήμερα είμαστε εμείς. Το Δ.Σ αγκάλιασε από την πρώτη στιγμή με ενθουσιασμό την ιδέα. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος ύπαρξης ενός συλλόγου: Να δίνει ζωντάνια στο πολιτιστικό γίγνεσθαι, να αναγνωρίζει, να εκτιμά και να τιμά το παρελθόν του για να είναι σίγουρος ότι θα διασφαλίσει το μέλλον.
Το πρώτο λοιπόν κάλεσμα για να υλοποιηθεί έγινε προς την κυρία Εύα Λαδιά, έναν άνθρωπο που, όπως και η ίδια έχει δηλώσει «χάνει στιγμές από το παρόν για να κυνηγάει σκιές του παρελθόντος» κι αυτό δείχνει όχι μόνο την αγάπη αλλά και την αγωνία της να διασώσει από το δικό της μετερίζι την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Την ευχαριστούμε θερμά γιατί, έδωσε αφιλοκερδώς, σάρκα και οστά στο εγχείρημα, αλλά κυρίως γιατί δούλεψε επί ώρες για τη σειρά των ντοκιμαντέρ αυτών, χωρίς να κοιτά το ρολόι, χωρίς να δυσανασχετεί. Φυσικά ως άλλη μάνα καθοδήγησε κι έδωσε τις συμβουλές της προκειμένου να καταφέρουμε να διατηρήσουμε στη μνήμη των παιδιών μας αυτό το «ποιοί είμαστε» με έναν τρόπο αλλιώτικο, συναρπαστικό αλλά και μοναδικά τρυφερό.
Ευχαριστούμε τον δήμο Αμαρίου που μας βοήθησε με τον τεχνολογικό εξοπλισμό για τη σημερινή εκδήλωση μα περισσότερο και πάνω από όλους ευχαριστούμε τις μητέρες-γιαγιάδες μας που άνοιξαν τα σπίτια και τις καρδιές τους και σήμερα μοιράζονται με όλους εμάς τον πλούτο της ψυχής τους. Έτσι, με ενθουσιασμό, μεγάλη αγωνία για όσα υπέροχα θα μας διηγούνταν και λαχτάρα να αφουγκραστούμε τους παλμούς της καρδιάς τους ξεκινήσαμε τις Κυριακές μας για να συναντήσουμε τις αγαπημένες μας, την Όλγα Ιερωνυμάκη, τη Βασιλικώ Ιερωνυμάκη, τη Μαρία Πολιτάκη, τη Ροδάνθη Ιερωνυμάκη, την Ουρανία Ιερωνυμάκη, τη Διονυσία Πολιτάκη, τη Χρυσούλα Παντελάκη και την αδελφή της Στέλλα που βρέθηκε εδώ τις μέρες των γυρισμάτων, τη Βάσω Χαροκόπου. Μας μίλησαν για τα παιδικά τους χρόνια στην κατοχή, για τον γάμο τους, το πώς έγιναν μητέρες, πώς κήδεψαν τους γονιούς τους, πώς βλέπουν σήμερα ευτυχισμένες το ταξίδι της ζωής τους με τα ἔκγονα κύκλῳ τῆς τραπέζης τους. …».
Ο ρόλος της γυναίκας στη Μινωική Κρήτη
Αναφερόμενη στον ρόλο της γυναίκας στην Κρήτη η κα Καναβά τόνισε μεταξύ άλλων:
«Οι Κρητικοί, από τη Μινωική εποχή και για πολλούς αιώνες, τοποθετούν τη γυναίκα στο ψηλότερο βάθρο και οι κοινωνίες είναι σε μεγάλο βαθμό μητριαρχικές. Οι κοινωνικές αλλαγές που επήλθαν στον ευρύτερο ελληνικό αλλά και παγκόσμιο χώρο ως προς τη θέση της γυναίκας στο πέρασμα των χρόνων μπορεί να επηρέασαν τον τόπο μας αλλά δεν άλλαξαν την ουσία και υπόστασή της. Η γυναίκα – μάνα δεν σταμάτησε ποτέ να αποτελεί το μοντέλο της προσφοράς και της ανιδιοτέλειας μέσα από τον πολυδιάστατο ρόλο της.
Μάνα, νοικοκυρά, σύζυγος, αγρότισσα, οικονόμος, παιδαγωγός. Αποδέχτηκε σιωπηλά όλους τους ρόλους στο πλευρό του συζύγου της – που οι περισσότερες από τις πρωταγωνίστριες του ντοκιμαντέρ μας αρνήθηκαν και αντιστάθηκαν αρχικά στον πατέρα τους να παντρευτούν τον γαμπρό που τους έφεραν ως προξενιό αλλά μην έχοντας και άλλη επιλογή υπέκυψαν. Ο άντρας-πατέρας πάντα εκεί, ο δυνατός, ο εργατικός, ο αυστηρός, για να βάζει όρια και να υπερασπίζεται την οικογένεια, το βιός και την πατρίδα του με τη στιβαρή παρρησία του, τα ρωμαλέα χέρια του, τη διαπεραστική ματιά του!
Η Μάνα, πλάι του ακούραστη, χαμογελαστή και σιωπηλή χωρίς να βαρυγκομεί μετουσιωνόταν σε σύμβολο περηφάνιας που κατάφερνε να σηκώσει βάρος δυσανάλογο της γυναικείας φύσης της. Έτσι, συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον, η μάνα γινόταν η αντιρίδα που συγκρατούσε τα θεμέλια της οικογένειας που ο πατέρας έσκαβε βαθιά.
Η μέρα της ξεκινούσε από τα χαράματα, τις περισσότερες δε φορές και από το προηγούμενο βράδυ, ειδικά εάν χρειαζόταν να προετοιμάσει το ψωμί. Να κάμει πρωινό, χυλό ή γάλα ή σουχλί (όσοι τουλάχιστον τυροκομούσαν) πριν στείλει τα πιο μεγάλα παιδιά στο σχολείο. Να ετοιμάσει στο βουργιάλι τυρί, ελιές, νερό και ένα φλασκί κρασί και να πάρει το μωρό αγκαλιά για να πάει με τον άντρα της στο θέρος, στον τρύγο, στο λιομάζωμα, αντιμετωπίζοντας τις καιρικές συνθήκες με το κρύο του χειμώνα και την κάψα του καλοκαιριού … και το μωρό στην κούνια του… στο αναποδογυρισμένο σαμάρι δίπλα της και μαζί της. Αν της περίσσευε και λίγος χρόνος μάλιστα φρόντιζε να μαζέψει λάχανα, σταφυλίνακα, ακουρνοπόδους, τσόχους, ραδίκια, αβρονιές, μάραθα, σφαράγγια, χοιρομουρίδες για να μαγειρέψει την επόμενη ή να φτιάξει χορτόπιτες. Να βράσει το γάλα και να φτιάξει ξινόχοντρο για το χοντροζούμι τις κρύες μέρες του χειμώνα ή για να «γειάνει» ο λαιμός των παιδιών.
Επιστρέφοντας από τις εξοχικές δουλειές στο σπίτι πρώτη της μέριμνα ήταν να ανάψει το τζάκι, να στέσει στην παραστιά το φαΐ, να διαβάσει τα παιδιά – όσο οι γνώσεις της το επέτρεπαν – να πάει στη βρύση να πλύνει τα ρούχα αλλά και να κουβαλήσει νερό. Να βοηθήσει τον άντρα της στο άρμεγμα, να καθαρίσει τον στάβλο και το κοτέτσι με τη σκούπα που η ίδια έφτιαχνε από βρουλέ ή φινοκαλέ, να φτιάξει σαπούνι, να υφάνει στον αργαλειό τις φανέλες, τα ρούχα και τα προικιά. Ο αργαλειός βεβαίως, το σημαντικότερο έπιπλο, δεν έλειπε από κανένα σπίτι.
Πρωταγωνίστρια σε κάθε πτυχή της ζωής, στη χαρά και στη λύπη, στη γέννηση και στον θάνατο, στον γάμο και στο πένθος. Όλες μαζί σε συνεργασία και συνεννόηση προετοίμαζαν τα απαραίτητα του γάμου: Δίχως δεύτερη σκέψη έδεναν στη μέση την υφαντή κι όλο ξόμπλια ποδιά, άφηναν το νοικοκυριό τους για να βγάλουν ασπροπρόσωπους όσους τις καλούσαν πλουμίζοντας κουλούρια ή τελειώνοντας την προίκα της νύφης – ιδιαίτερα αν ο γάμος γινόταν σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αλλά και στο πένθος, να ξενυχτίσουν τον νεκρό, να περιποιηθούν το σώμα του φροντίζοντας να τηρηθεί κατά γράμμα όλο το νεκρικό τελετουργικό και βάζοντάς το στο καδελέτο. Αργότερα με δεμένο το μαντίλι στα μαλλιά όλες μαζί να βράσουν το στάρι για το κόλλυβο και τον χυλό, να τα προσφέρουν σε όλο το χωριό και να το προσκαλέσουν να τα θυμιατίσει στο σπίτι του νεκρού. Κάθε έθιμο άρρηκτα δεμένο με την πίστη και την ευλάβεια στον Θεό αλλά και με τον σεβασμό που η μάνα μπορεί να ενσκήψει πάνω στον άνθρωπο. Με τον θηλασμό η μια το παιδί της άλλης στην κατοχή. Μάνα όμως και εκείνη που είτε δεν τεκνοποίησε είτε δεν παντρεύτηκε και φρόντισε τα αδέλφια ή και τον πατέρα της ως άλλη μητέρα. Δυο φορές μάνα εκείνη που έγινε και μάνα και πατέρας. Αγώνας και αγωνία συνάμα για επιβίωση. Ηθική ανάταση και συνάμα ανάσταση ψυχής.
Με τα έθιμα των αποκριών, του Πάσχα, των Χριστουγέννων, των Φώτων – να ανοίξουν τα σπίτια τους να αγιάσει ο παπάς και να φτιάξουν φωτοκόλυβα να φάει η οικογένεια αλλά και τα πετεινά του ουρανού για ευλογία, των πανηγυριών και ειδικά εκείνο του Αϊ-Γιάννη στον Αρναούτη, όπου οι τασιματάρηδες ανέβαιναν με τα πόδια ή τα γαϊδούρια. Μάλιστα συχνά παρέμεναν όλη τη νύχτα εκεί και μετά το πέρας της Λειτουργίας, λες και έπιανε πρώτος τον χορό ο Άγιος, όπως λέει και ο Φώτης Κόντογλου, ακολουθούσαν όλοι οι υπόλοιποι χωριανοί. Σαν σε κοινοκτημοσύνη κρατώντας νηστίσιμα – και φυσικά φρεσκοζυμωμένο φτάζυμο ή παξιμάδι – και με τον Μουζουράκη με την κόρη του τη Ρούλα, τον Στρατή τον Σπυριδάκη, τον Μάρκο του Σήφη αλλά και κάποιες φορές τον Σηφογιωργάκη, τον Ψαραντώνη κ.ά., όλοι μοιράζονταν το κοινό λιτό τραπέζι της μέρας, γλεντούσαν και επέστρεφαν στο χωριό μεταφέροντας την ευλογία του Αγίου από σπίτι σε σπίτι αλλά και με την καντάδα και την παρέα τη χαρά και την ξεγνοιασιά».
«Στο πρόσωπο τους καθρεφτίζονται οι υπάρξεις όλων εμάς»
Και η κα Καναβά κατέληξε: «Κυρίες και κύριοι, στη σειρά των ντοκιμαντέρ που έχουμε ετοιμάσει συμμετείχαν οι πιο γηραιές μάνες της Παντάνασσας γιατί στο δικό τους πρόσωπο καθρεφτίζονται οι υπάρξεις όλων εμάς, των επόμενων γενεών. Πρόκειται για τη μάνα που χάρισε ζωή και ανέθρεψε ανθρώπους-ήρωες που με το πορφυρό τους αίμα αγόρασαν τη δική μας ελευθερία. Πρόκειται επίσης για τη μάνα που μέσα στην ανέχεια και τις δύσκολες ώρες που ολόκληρο το έθνος μας διένυε υπήρξε στυλοβάτης και καπετάνισσα στην ψυχή, πνίγοντας τον πόνο του χαμού των παιδιών και του αντρός της στο μαύρο μαντίλι της. Είναι η μάνα που έσφιξε τα δόντια κι αγκάλιασε σφιχτά ό,τι σήμαινε για την ίδια «ζωή». Έδωσε ρίζες και χάρισε πέταγμα. Έδωσε αγάπη και χάρισε αξίες. Έδωσε ψυχή και χάρισε ζωή! Η Μάνα αυτή ξεδίπλωσε όλη τη γυναικεία φύση της, την τρυφερότητα, τη μητρική αγάπη, την αυτοθυσία, την αφοσίωση σε βαθμό υπερθετικό μεταλαμπαδεύοντας αξίες και ιδανικά και βοηθώντας τον άντρα της και πατέρα των παιδιών της να «στέσουν μπέτη».
Καθώς είχα την τύχη να περπατήσω μαζί τους, χέρι-χέρι, στα σταυροδρόμια της ζωής τους ερμήνευσα τα λόγια ενός μεγάλου αγίου της εκκλησίας μας, του αγίου Ιωάννη του Θεολόγου: «ἡ γυνὴ ὅταν τίκτῃ λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς· ὅταν δὲ γεννήσῃ τὸ παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διὰ τὴν χαρὰν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον», δηλαδή η γυναίκα όταν έρθει η ώρα να γεννήσει έχει μεγάλη λύπη, γιατί αγωνιά και φοβάται τον πόνο, όταν όμως γεννήσει ποτέ ξανά δεν θυμάται τη θλίψη της εξαιτίας της χαράς της που έφερε άνθρωπο στον κόσμο. Έτσι ασφαλώς εξηγείται η απέραντη χαρά του προσώπου τους για όσα δύσκολα μας διηγήθηκαν.
Αν θέλουμε να πάμε μπροστά θα πρέπει να κοιτάμε πίσω. Αν θέλουμε να πετάξουμε ψηλά θα πρέπει να έχουμε ρίζες γερές που θα μας δώσουν ώθηση. Η ζωή των μητέρων μας είναι φωτεινός φάρος υπομονής, ευγένειας, πρεπιάς και μιας αρχοντιάς που δεν έχει να κάνει με υλικά αγαθά αλλά με αξίες που μόνο με τα μάτια της ψυχής μπορεί κανείς να δει. Ας επιστρέψουμε λοιπόν και ας διερευνήσουμε πρώτα τον εαυτό μας, γιατί αυτός μας δίνει δύναμη και ζωή.
Ως πολιτιστικός σύλλογος εκφράζουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στη Μάνα που στο πλευρό του πατέρα με τα ευλογημένα χέρια της μας χάρισε ό,τι πολυτιμότερο έχει: Αγάπη και δικαιοσύνη! Μέσα σε αυτές περικλείονται και όλες οι άλλες αρετές του ανθρώπου!»
Ακολούθησε ένας χαιρετισμός από την κα Βαρβάρα Τερζάκη που μέσα από τις δράσεις του πανεπιστημίου των Ορέων ενέπνευσε τη δράση αυτή.
Στη συνέχεια προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ, «Αφιέρωμα στη μάνα της Παντάνασσας» παραγωγή του «Πολιτιστικού Ρεθύμνου» με τη χορηγία της εφημερίδας «Ρεθεμνιώτικα Νέα», που απέσπασε τις πλέον εγκωμιαστικές κριτικές. Αυτό είναι ο προπομπός των άλλων που θα ακολουθήσουν.
Και η εκδήλωση έκλεισε με παραδοσιακή φιλοξενία στον χώρο του πολιτιστικού συλλόγου Παντάνασσης με τη φροντίδα του.