Ένα Πάσχα διαφορετικό από τα δύο προηγούμενα, πιο συμβατό με συνθήκες κανονικότητας, που παρέπεμπε στο 2019 γιόρτασαν εφέτος οι Ρεθεμνιώτισσες και οι Ρεθεμνιώτες. Το περίμεναν πώς και πώς. Αποδείχθηκε ότι το είχαν κι ανάγκη: ίσα – ίσα για να ξεσκάσουν, να βγουν από το «καβούκι» της καθημερινότητας (τους) και να περάσουν ξέγνοιαστες στιγμές, μαζί με αγαπημένα πρόσωπα που η πανδημία κράτησε μακριά τους.
Η εποχή ήταν ιδανική: Άνοιξη καιρού και ψυχής, έπειτα από έναν βαρύ χειμώνα. Ένας παραπάνω λόγος για μαζικές εξορμήσεις στη φύση, στις πόλεις – όπου αισθανόταν πιο άνετα ο καθένας και η καθεμία. Υγεία και καλή παρέα να υπάρχουν κι όλα τ’ άλλα βρίσκονται.
Από την Μεγάλη Πέμπτη ξεκίνησε η μεγάλη… φυγή του κόσμου απ’ το κλεινόν άστυ. Άλλοι πήραν τα βουνά, άλλοι τις θάλασσες, αρκετοί απόλαυσαν την ησυχία της πόλης. Όλοι εκμεταλλεύτηκαν τις συγκυρίες. Χαλάρωσαν και έριξαν τους ρυθμούς.
Οι επισκέψεις στις εκκλησίες ήταν ένας σοβαρός λόγος και τόπος περισυλλογής, μα και συνάντησης με άτομα που είχαμε μήνες ολόκληρους να δούμε. Οι γιορτές πάντα προσφέρουν και προσφέρονται για τέτοιες ευκαιρίες.
Η μεγάλη… έξοδος
Ήδη από το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, η συμμετοχή στην Ακολουθία των Παθών ήταν πολυπληθής. Κι έπειτα, βόλτες στα σοκάκια της παλιάς πόλης και στην παραλιακή, και έξοδος για νηστίσιμους μεζέδες.
Ίδιο μοτίβο και τη Μεγάλη Παρασκευή. Προσκύνημα στους ανθοστολισμένους επιταφίους – από το πρωί, καφές, περίπατος και ψώνια στη συνέχεια. Και το βράδυ η περιφορά. Τρία χρόνια μεσολάβησαν από την τελευταία φορά. Ένα «ποτάμι» θρησκευόμενων – κάθε ηλικίας – βγήκε στους δρόμους, σε κάθε ενορία, κρατώντας ένα αναμμένο κερί. Με τη δέουσα κατάνυξη, μικροί και μεγάλοι πήραν μέρος στο Θείο Πάθος: Κάποιοι μοιράζονταν ανά βάρδιες το «ιερό» βάρος του επιταφίου, για να περάσει κι ο κόσμος από κάτω, ενώ άλλοι επέλεξαν να σηκώσουν στην κυριολεξία τον Σταυρό του Μαρτυρίου.
Οι τουρίστες που βρίσκονται στο Ρέθυμνο εντυπωσιάστηκαν από το θέαμα: Βγήκαν από τα δωμάτια των ξενοδοχείων όπου διέμεναν και τράβηξαν αρκετές φωτογραφίες, για να τις κρατούν ως ενθύμιο στις πατρίδες τους όταν με το καλό επιστρέψουν.
Το Μεγάλο Σάββατο κορυφώθηκε η φυγή στα χωριά. «Τα Χριστούγεννα είναι για την πόλη, το Πάσχα για το χωριό» σχολίαζε ιδιοκτήτρια φούρνου στην ενδοχώρα, καθώς υποδεχόταν φίλους της από την Αθήνα. Πράγματι, αρκετοί απόδημοι μπήκαν στα πλοία ή στα αεροπλάνα κι ήρθαν στον τόπο καταγωγής τους γι’ αυτές τις ημέρες, πλάι σε συγγενείς και φίλους. Όπως (όχι πολύ) παλιά. Αλλά τούτο το διάστημα, της διετούς αποστασιοποίησης και σε ποιους δεν φάνηκε… αιώνας;
Μόλις βράδιασε, όλοι περίμεναν να ξανασμίξουν στις εκκλησίες για το «Χριστός Ανέστη» και το φιλί της αγάπης. Λίγο μετά τις 10, οι πιστοί φόρεσαν τα καλά τους κι άρχισαν να συγκεντρώνονται στους ιερούς ναούς, κρατώντας λαμπάδες και φαναράκια. Στις 12 τα μεσάνυχτα η νύχτα έγινε… μέρα από τα πυροτεχνήματα και τα υπόλοιπα βεγγαλικά. Δεν έλειψαν δυστυχώς και οι κροτίδες, ένα επικίνδυνο φαινόμενο, χωρίς ευτυχώς να υπάρξουν ακρότητες και παρατράγουδα.
«Θυμάσαι ρε πέρσι που βγήκε ο παπάς…» ξεκίνησε να ρωτάει ένας νεαρός κάποιον συνομήλικό του, ο οποίος τον διέκοψε για να τον διορθώσει: «Τι πέρσι ρε; Ούτε πέρσι ούτε πρόπερσι ήρθαμε εκκλησία. Είχαμε τον κορονοϊό. Το ’19 θα εννοείς». – «Α, ναι ρε.. μπράβο!».
Και ποιος δεν έχασε την αίσθηση του χρόνου, εδώ που τα λέμε, μέσα στην πανδημία. Σαν να σταμάτησαν οι δείκτες του ρολογιού.
Με το που μοιράστηκε το Άγιος Φως και διαδόθηκε το χαρμόσυνο αναστάσιμο μήνυμα, οι περισσότερες και οι περισσότεροι, έφυγαν για τα σπίτια τους για να απολαύσουν ζεστή τη μαγειρίτσα και τα λοιπά εδέσματα. Μερικοί έμειναν πίσω στις εκκλησίες για την Ακολουθία της Ανάστασης, που προσομοιάζει με αγρυπνία και θεωρείται η σημαντικότερη ακολουθία και Θεία Λειτουργία του λειτουργικού έτους.
Την Κυριακή του Πάσχα, από νωρίς το πρωί, οι ψησταριές πήραν… φωτιά! Αφού ετοιμάστηκαν τα κάρβουνα, τα αμνοερίφια, τα κοψίδια και τα κοκορέτσια μπήκαν στη σούβλα. Το τραπέζι άρχισε να στρώνεται από νωρίς και δεν άδειασε σχεδόν ποτέ. Οι μεγάλες παρέες επέστρεψαν, τσούγκρισαν τα ποτήρια τους και το έριξαν έξω.
Μόλις ήταν έτοιμος ο οβελίας και σερβιρίστηκε, περάσαμε στο κυρίως πιάτο της γιορτής. Το κέφι κράτησε μέχρι το βράδυ. Η μουσική δεν έκλεισε σχεδόν καθόλου, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που θέλησαν να χορέψουν είτε σε ντόπιους είτε σε λαϊκούς ρυθμούς και σκοπούς.
Δευτέρα του Πάσχα στην Ασή Γωνιά
Και τη Δευτέρα του Πάσχα όμως, ανήμερα του Αγίου Γεωργίου, γιόρταζε … όλη η Ελλάδα. Υπάρχει άραγε σπίτι χωρίς Γιώργη ή Γεωργία; Σε όλη τη χώρα αναβίωσαν διάφορες λαϊκές παραδόσεις, εν είδει τάματος, στη Χάρη του Αγίου. Στην Ασή Γωνιά, στα όρια των νομών Χανίων και Ρεθύμνου, επανήλθε και τιμήθηκε δεόντως το έθιμο της ευλογίας των αιγοπροβάτων. Οι κτηνοτρόφοι της περιοχής συνέρρευσαν με τα κοπάδια τους στην εκκλησία του Άη-Γιώργη του Γαλατά για να πάρουν την ευλογία Του. Τα ζώα, στολισμένα με τα πιο μελωδικά λέρια (κουδούνια), μαντρώθηκαν στην «κούρτα» έξω από την εκκλησία κι αρμέχθηκαν ένα-ένα.
Το γάλα μοιράστηκε στους προσκυνητές. Τη διοργάνωση – αναβίωση του εθίμου ανέλαβε ο πολιτιστικός σύλλογος Ασή Γωνιάς με την συνδρομή του δήμου Αποκορώνου.
Η εκκλησία βρίσκεται πολύ κοντά στην πλατεία του χωριού. Το έθιμο έχει πολύ βαθιές ρίζες στον χρόνο. Γινόταν και στην Τουρκοκρατία και κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, δηλαδή χάνεται στα βάθη των αιώνων.