Σταθερά υψηλές παραμένουν οι τιμές του ελαιόλαδου για τον καταναλωτή, καθώς η όποια αποκλιμάκωση δεν αποτυπώνεται στην τιμή που φτάνει στο ράφι, η οποία ξεπερνά τα 10 ευρώ. Την ίδια στιγμή το μέλλον της τιμής του λαδιού, όπως λένε παράγοντες της αγοράς, θα κριθεί από την φετινή παραγωγή της Ισπανίας. Αν η παραγωγή 750.000 τόνων ελαιολάδου της περυσινής χρονιάς για την Ισπανία ξεπεράσει φέτος το ένα εκατομμύριο θεωρείται βέβαιον ότι θα έχουμε πτώση τιμών.
Πάντως αυτό, που είναι αδιαμφισβήτητο και ταυτόχρονα ιδιαίτερα ανησυχητικό, είναι ότι καταγράφεται περιορισμός στο μισό της παγκόσμιας κατανάλωσης του ελαιολάδου. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στις υψηλές τιμές, που τον τελευταίο χρόνο έχουν καταστήσει το προϊόν απλησίαστο για πολλά νοικοκυριά, ενώ πλέον και οι μεγάλοι καταναλωτές, όπως η εστίαση και η ξενοδοχία οδηγούνται σε εναλλακτικά έλαια για την κάλυψη των αναγκών, αφού αδυνατούν να ανταποκριθούν στα αυξημένα κόστη, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Όπως ανέφερε ο Γιώργος Ανδρεαδάκης, πρόεδρος του συνδέσμου Τυποποιητών Ελαιουργών Κρήτης: «Υπάρχει μια στασιμότητα και μια τάση με μικρή μεταβολή προς μείωση των τιμών. Το κιλό αυτήν τη στιγμή κυμαίνεται γύρω στα 8 ευρώ. Η τιμή που φτάνει στον καταναλωτή ξεπερνά τα 10 ευρώ το κιλό, οπότε η τιμή διατηρείται σε υψηλά επίπεδα με κάποιες τάσεις αποκλιμάκωσης. Βέβαια υπάρχει μια ασάφεια ως προς τη νέα χρονιά και αυτό θα εξαρτηθεί από τη την Ισπανία, που αυτή θα καθορίσει τις μελλοντικές τιμές. Όταν αυτό ξεκαθαρίσει νομίζω ότι θα έχουμε μια πιο σαφή εικόνα για το πως θα διαμορφωθούν οι τιμές στη νέα περίοδο. Αναφέρομαι στην παραγωγή της Ισπανίας, εάν θα περάσει το 1 εκ. τόνους ή θα μείνει στα περυσινά επίπεδα. Πέρυσι είχε περίπου στους 750.000 τόνους. Φέτος συζητάνε να φτάσει στο 1,2 εκ. τόνους. Εάν φτάσει σε αυτά τα επίπεδα οι πιέσεις στις τιμές θα είναι μεγαλύτερες και θα έχουμε αποκλιμάκωση. Ήδη όμως η παγκόσμια κατανάλωση έχει πέσει σχεδόν στο 50%, διότι παρόλο που πέρυσι δεν υπήρξε λάδι σε όλη τη Μεσόγειο, παρόλα αυτά ακόμη υπάρχει λάδι που σημαίνει ότι οι καταναλωτές έχουν υποκαταστήσει το ελαιόλαδο με άλλα έλαια, όπως είναι το ηλιέλαιο, όπως είναι το σπορέλαιο κ.λπ.».
Η παρατεταμένη ανομβρία πλήττει τις ελαιοκαλλιέργειες
Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης και ειδικά η παρατεταμένη ανομβρία έχει δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στις ελαιοκαλλιέργειες του νησιού. Η παραγωγή πέρυσι, όπως αναφέρουν οι εκτιμήσεις -καθώς επίσημα στοιχεία δεν υπάρχουν- δεν ξεπέρασε τους 40.000 τόνους, ενώ φέτος, όπως λένε οι παραγωγοί, η παραγωγή λαδιού θα φτάσει τους 60.000 τόνους στην Κρήτη. Το νούμερο μπορεί να είναι καλύτερο από το περυσινό όμως, αν συγκριθεί με τις καλές ελαιοπαραγωγικές χρονιές, που η παραγωγή έφτανε τους 120.000 αντιλαμβάνεται κανείς το πρόβλημα που υπάρχει.
«Σε τοπικό επίπεδο η κατάσταση της παραγωγής είναι καλύτερη όσον αφορά το δέσιμο της ελιάς σε σχέση με πέρυσι. Όμως, από την άλλη μεριά η έλλειψη βροχοπτώσεων δημιουργεί προβλήματα στο να μπορέσουν τα δέντρα να στηρίξουν αυτόν τον καρπό και να φτάσει ένας υγιής καρπός στην ελαιοποίηση. Αυτό είναι το ζητούμενο. Για παράδειγμα στη Μεσαρά που είναι από τις μεγαλύτερες ελαιοπαραγωγικές περιοχές στην Κρήτη, ενώ είναι καλύτερη η σοδειά από πέρυσι, όλοι οι παραγωγοί παραπονιούνται -και αυτοί που αρδεύουν και αυτοί που δεν αρδεύουν- ότι θα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα με τη ζέστη αυτήν την περίοδο. Έχουμε ζήσει 40άρια, 42άρια, 44άρια. Η έλλειψη του νερού δημιουργεί προβλήματα στο να δημιουργηθεί ένας υγιής καρπός, γεγονός που επηρεάζει στην ποιότητα και στην ποσότητα του εμπεριεχομένου ελαιόλαδου. Όταν η ελιά συρρικνωθεί πάνω στο δέντρο, τι λάδι να βγάλει; Δεν είναι μόνο η υποβάθμιση της ποιότητας, αλλά και η ποσότητα» τονίζει ο κ. Ανδρεαδάκης, ο οποίος πρόσθεσε ότι «Το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελαιοπαραγωγής στο νησί είναι η κλιματική κρίση. Από τη μια είναι η ζέστη, η αύξηση της θερμοκρασίας, και από την άλλη η έλλειψη των βροχοπτώσεων. Αυτά τα δύο θέματα είναι σημαντικότατα. Εάν δεν ληφθούν μέτρα φοβάμαι ότι ο επόμενος χειμώνας θα είναι εξίσου ή λίγο χειρότερος από τον προηγούμενο. Η πολιτεία πρέπει να προχωρήσει σε μέτρα, όπως είναι η δημιουργία μικρών φραγμάτων για την αντιμετώπιση της ανομβρίας. Πρέπει να σχεδιαστούν νωρίς».
Την ίδια στιγμή οι υψηλές θερμοκρασίες των τελευταίων ημερών είχαν ως αποτέλεσμα να μην καταγραφεί έξαρση στο δάκο της ελιάς, που αποτελεί το μεγαλύτερο εχθρό της παραγωγής. Ωστόσο οι δολωματικοί ψεκασμοί συνεχίζονται σε όλο το νησί για να αποφευχθούν τα προβλήματα, ενώ και οι ίδιοι οι παραγωγοί θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί σε σχέση με τα φάρμακα που χρησιμοποιούν, τονίζει ο κ. Ανδρεαδάκης: «Είχαμε μια συνάντηση με την περιφέρεια και τους είπαμε να είναι σε εγρήγορση και απ’ ό,τι μας λένε είναι σε ετοιμότητα όλος ο μηχανισμός. Θα γίνουν οι ψεκασμοί της δακοκτονίας που έχουν προγραμματιστεί, αλλά νομίζω ότι είναι και θέμα των ίδιων των παραγωγών να παρακολουθούν στενά και να μην εφησυχάζουν όσον αφορά στη δακοκτονία. Ο δάκος όταν η θερμοκρασία ξεπεράσει τους 35-40 βαθμούς δεν πολλαπλασιάζεται, είναι σε λήθαργο. Οπότε οι ζέστες δεν δημιουργούν αύξηση του πληθυσμού του δάκου. Αλλά με το παραμικρό, όταν δροσερέψει ο καιρός και υπάρχουν βοριάδες αρχίζει και αναπαράγεται. Γι’ αυτό δεν πρέπει να εφησυχάζουμε και να υπάρχει μια εγρήγορση. Βέβαια, θα πρέπει και οι παραγωγοί να προσέχουν τα φάρμακα που χρησιμοποιούν, καθώς πέρυσι στο πλαίσιο αυτό είχαμε ένα μεγάλο κομμάτι από υπολειμματικότητες και μάλιστα απαγορευμένα. Εκεί θα πρέπει να προσέξουν πάρα πολύ οι παραγωγοί, να μην χρησιμοποιούν ό,τι τους δίνουν κάποιοι, αλλά να χρησιμοποιούν εγκεκριμένα φάρμακα και αποδεκτά από τα διεθνή πρότυπα».