Μας άφησε και το ιστορικό της εκκλησίας του Αγίου Θεοδώρου στη Φορτέτζα
Ο Πέτρος Μανουσάκης είναι από τους Ρεθεμνιώτες που μου δίνει πάντα την ευκαιρία να συνδυάσω τα αφιέρωμά μου με την επικαιρότητα. Και πού δεν πρωταγωνιστεί ο αξέχαστος αυτός Ρεθεμνιώτης δικηγόρος. Ακόμα και στην αιτία που κτίστηκε ο ναός του Αγίου Θεοδώρου στη Φορτέτζα.
Ήταν πραγματικά σπουδαίος ο Πέτρος Μανουσάκης, από τους σημαντικότερους Ρεθεμνιώτες.
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο 1 Απριλίου 1873 και ήταν γιος του Δημητρίου Μανουσάκη από τους ευεργέτες του Ρεθύμνου. Το παρεκκλήσιο του Αγίου Αντωνίου κτίστηκε σε οικόπεδο που αγόρασε ο ίδιος. Και σε πόσες άλλες ευεργεσίες δεν πρόσφερε στον τόπο του.
Όπως ήταν φυσικό ο Πέτρος μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον που τον γαλούχησε με τις κρητικές παραδόσεις. Μετά το σχολείο, αφού είχε την οικονομική άνεση η οικογένειά του να τον σπουδάσει, πήγε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή.
Αν και οι συνθήκες του επέτρεπαν να ζήσει πιο έντονα τη φοιτητική ζωή εκείνος αφοσιώθηκε στις σπουδές του και αποφοίτησε με άριστα το 1897. Για τις επιδόσεις του στα μαθήματα μάλιστα και τη μεγάλη του επιμέλεια του απονεμήθηκε το Ράλλειο Βραβείο.
Μπορεί οι χαρές της ζωής να μην αποσπούσαν τον νεαρό Πέτρο από τον στόχο του πτυχίου, αλλά η πατριωτική φλόγα έκαιγε πάντα μέσα του. Εκεί στην Αθήνα έγινε μέλος της Επιτροπής Αγώνα για την απελευθέρωση της Κρήτης αναπτύσσοντας μεγάλη δράση.
Ένας έξοχος ρήτορας
Κατεβαίνει στο Ρέθυμνο στις 3 Ιουλίου 1899 και αρχίζει να υπηρετεί με συνέπεια τη Θέμιδα ξεχωρίζοντας από το πρώτο κιόλας διάστημα και αποσπώντας τον θαυμασμό των συναδέλφων του. Η ρητορία του χαρακτηρίζεται παροιμιώδης και πολλές αγορεύσεις του μένουν στα χρονικά του τόπου για την άφθαστη τεχνική τους και τη δεινή επιχειρηματολογία τους.
Το ήθος, η συνέπεια, η αξιοθαύμαστη ευγλωττία του ήταν τα βασικά του πλεονεκτήματα για να είναι από τους εξέχοντες της πόλης παρά το νεαρό της ηλικίας του. Χαρακτηριστικό είναι ότι στη δύση του 1899 τον βρίσκουμε γενικό γραμματέα της Διοικήσεως Κρήτης, βήμα που του έδωσε τη δυνατότητα να αναλώσει τις δυνάμεις του για την ανεξαρτησία του νησιού.
Μια τόσο λαμπερή προσωπικότητα δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Η στενή τους φιλία τους οδήγησε και σε κοινά μετερίζια αγώνων.
Ο Πέτρος Μανουσάκης ήταν από τους πρώτους που ακολούθησε τον Εθνάρχη στο Θέρισσο. Η συμμετοχή του στην επανάσταση στάθηκε αφορμή να τον συλλάβουν και να τον φυλακίσουν.
Έμεινε στη φυλακή αρκετό καιρό. Αποφυλακίστηκε μόνο μετά την επικράτηση της επανάστασης.
Βουλευτής και υπουργός
Επέστρεψε στο δικηγορικό του γραφείο αμέσως μετά και ασκούσε το λειτούργημά του μέχρι το 1909 που εξελέγη βουλευτής. Το αξίωμα αυτό διατήρησε μέχρι το 1911. Πέντε χρόνια αργότερα συμμετέχοντας σε μια ακόμα επανάσταση του Βενιζέλου καλείται από τον Εθνάρχη στη Θεσσαλονίκη και αναλαμβάνει το υπουργείο Θρησκευμάτων της προσωρινής Κυβέρνησης.
Καθώς φαίνεται όμως δεν τον συγκινούσε ιδιαίτερα η πολιτική και η διεκδίκηση υπουργικών θώκων.
Η νοσταλγία για τον τόπο του υπερτερεί κάθε άλλης φιλοδοξίας. Άλλωστε αυτός τον Βενιζέλο ακολουθούσε. Από τη στιγμή που δεν είχε καμιά άλλη υποχρέωση απέναντι στον φίλο του αποφάσισε το 1917 να παραιτηθεί από αξιώματα και να επιστρέψει στο Ρέθυμνο και στη δικηγορία.
Αυτή είναι και η πιο παραγωγική φάση της ζωής του. Αρκετές φορές διετέλεσε πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου, αλλά και άλλων σωματείων και συλλόγων. Είναι αναρίθμητες οι νομικές μελέτες που συνέταξε, καθώς και οι διατριβές του πολλές από τις οποίες δημοσιεύτηκαν σε έγκριτα νομικά περιοδικά.
Αγνός πατριώτης δεν σταματάει να δείχνει το ενδιαφέρον του για τους αναξιοπαθούντες της πόλης. Με την κήρυξη του πολέμου είναι από τους πρώτους δικηγόρους που στρατεύεται στη διάθεση κάθε οικογενείας του τόπου, πρόθυμος να βοηθήσει στη διεκπεραίωση κάθε διαδικασίας για την απόκτηση κάποιου βοηθήματος. Η πόρτα του είναι πάντα ανοικτή και η καρδιά του γεμάτη αγάπη για τον τόπο του και τους ανθρώπους της.
Τον βλέπουμε να ανήκει στο στενό περιβάλλον προσωπικοτήτων του Ρεθύμνου και να τιμά τη φιλία του. Σε αρκετά του δημοσιεύματα τον αναφέρει ο κορυφαίος της πολιτιστικής μας ανάπτυξης Πολύβιος Τσάκωνας, που συνήθιζε να τον προκαλεί για αναδρομές στο παρελθόν από τις οποίες γέμιζαν φως αρκετές σελίδες της τοπικής ιστορίας.
Σε μια από αυτές τις συζητήσεις ο Πέτρος Μανουσάκης αφηγήθηκε στον Τσάκωνα πως από ένα τυχαίο περίπατο κτίστηκε η εκκλησία του αγίου Θεοδώρου του Τριχινά στη Φορτέτζα με δαπάνες του ιδίου του Θεοδώρου Ντεχιοστάκ. Και να πως έγινε αυτό.
Βρισκόμαστε στην εποχή της Ρωσικής κατοχής. Διοικητής ήταν ο πολύ δραστήριος Θεόδωρος Ντεχιοστάκ, ένας ικανός στρατιωτικός που κάτεχε την τέχνη να περνά τις απόψεις του χωρίς να θίγει την εθνική συνείδηση των ντόπιων. Είχε κερδίσει έτσι τη συμπάθεια των προεστών του Ρεθύμνου και μαζί τους περνούσε τις ελεύθερες ώρες του. Ιδιαίτερα επιδίωκε τη φιλία του Επισκόπου Διονυσίου.

Ένας σημαντικός ιεράρχης
Για τους νεότερους και δοθείσης ευκαιρίας να γνωρίζουμε σιγά-σιγά τους προκαθημένους της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, ο κατά κόσμον Διονύσιος Καστρινογιαννάκης ή Καστρινογιάννης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1856. Ήταν αδελφός του Μητροπολίτη Κρήτης Τιμοθέου (1882-1897). Τον βάπτισε ο Μητροπολίτης Κρήτης Διονύσιος, ο οποίος του έδωσε και το όνομα. Σπούδασε τη Θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού Ιεροσολύμων. Στις 8 Μαρτίου 1881 χειροτονήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Μηνά Ηρακλείου Επίσκοπος Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Κρήτης Μελέτιος, συμπαραστατούμενος από τους Επισκόπους Αρκαδίας Νικηφόρο, Χερρονήσου Τιμόθεο και Ιεροσητείας Γρηγόριο. Λόγω τοπικιστικών αξιώσεων δεν μπόρεσε να παραμείνει στην Επισκοπή του και τον Δεκέμβριο του 1882 μετατέθηκε στην Επισκοπή Χερρονήσου. Στις 11 Μαρτίου 1896 εξελέγη για δεύτερη φορά Επίσκοπος Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου έχοντας συνυποψηφίους τους Επισκόπους Λάμπης Ευμένιο και Πέτρας Τίτο. Αυτή τη φορά παρέμεινε στη θέση του μέχρι την κοίμησή του στις 12 Ιουνίου 1910.

Η σχέση του με τους Ρώσους δεν ήταν αρνητική επειδή τον συγκινούσε ο φιλάνθρωπος χαρακτήρας του λαού αυτού και η αγάπη του στην Εκκλησία.
Μια μέρα που προσφερόταν για περίπατο ο Ντεχιοστάκ ζήτησε τη συντροφιά του Διονυσίου που ευχαρίστως αποδέχτηκε την πρόσκληση και σε λίγο προστέθηκε στην παρέα τους και ο Πέτρος Μανουσάκης.
Αποφάσισαν να πάνε στο κάστρο της Φορτέτζας για να καμαρώσουν την πόλη από ψηλά.
Έτσι που περπατούσαν ρώτησε ο Ντεχιοστάκ τον Διονύσιο αν θα τον ενδιέφερε να υπήρχε μια εκκλησία πάνω στο κάστρο.
Ο Διονύσιος τον κοίταξε με έντονα ερωτηματικό βλέμμα σαν να απορούσε πως μπορεί ο ξένος διοικητής να ξέρει έναν κρυφό του πόθο. Πράγματι ο Επίσκοπος το είχε καημό να λειτουργούσε σε μια εκκλησία πάνω στο κάστρο που οι Τούρκοι με σύμβολα και παρουσία τόνιζαν την παρουσία τους και την υπεροχή του κατακτητή.
Όταν κατάλαβε πως ο Ντεχιοστάκ δεν αστειευόταν τόλμησε να του ομολογήσει την επιθυμία του αυτή.
– Και ποιος μας εμποδίζει να το κάνουμε απάντησε ο διοικητής και υποσχέθηκε στον Δεσπότη κάθε υλική και ηθική στήριξη.
Μάλιστα όπως περπατούσαν, φθάνοντας κοντά σε κάτι ερείπια πρότεινε να τους παραχωρήσει εκείνο το σημείο για την ανέγερση της εκκλησίας. Καμιά αντίρρηση από Ρεθεμνιώτικης πλευράς. Κανένας όμως δεν είχε προσέξει ότι εκεί στα ερείπια υπήρχαν και τα υπολείμματα άλλης εκκλησίας που προϋπήρχε.
Σε πανηγυρικό κλίμα ξεκίνησαν οι εργασίες για το κτίσιμο της νέας εκκλησιάς. Ο καθαρισμός των ερειπίων έφερε στο φως κι ένα στοιχείο έκπληξη για τους Ρεθεμνιώτες. Αποκαλύφθηκε μια κόγχη που δεν άφηνε πια καμιά αμφιβολία στον Διονύσιο ότι στο σημείο εκείνο υπήρχε άλλη εκκλησία.
Η απρόσκοπτη ροή χρηματοδότησης και το φιλότιμο των εργατών συνετέλεσαν στην γρήγορη ανοικοδόμηση και η εκκλησία σε σύντομο χρονικό διάστημα ήταν έτοιμη για Θυρανοίξια. Έμενε μόνο να βρεθεί το όνομα του Αγίου στον οποίο θα την αφιέρωναν.
Ο Διονύσιος δεν σκέφτηκε για πολύ. Το σωστό και το δίκαιο θα ήταν να αφιερωθεί στον Άγιο που έφερε το όνομά του ο Ντεχιοστάκ Θεόδωρος βέβαια αλλά ποιος απ’ όλους; Ο Στρατηλάτης, ο Τύρωνος, ο Τριχινάς, ο Στουδίτης, ο Θεόδωρος του Γραπτού, ο Θεόδωρος εκ των 42 μαρτύρων, ο Θεόδωρος του Συκεώτου ή ο Θεόδωρος ο ηγιασμένος;

Σοφά ποιώντας σκέφτηκε να ρωτήσει τον Ντεχιοστάκ πότε εορτάζει κι εκείνος του απάντησε στις 20 Απριλίου. Επομένως δεν υπήρχε κανένας λόγος να ψάχνουν περισσότερο. Η εκκλησία θα αφιερωνόταν στον Όσιο Θεόδωρο τον Τριχινά.
Μια μεγάλη έκπληξη
Έγινε η εκκλησία και μετά από καιρό παίρνει ο Πέτρος Μανουσάκης μήνυμα από τον δεσπότη πως τον θέλει για κάτι επείγον. Σπεύδει ο άνθρωπος και βλέπει την αυστηρή μορφή του Διονυσίου να έχει γλυκάνει από ένα αινιγματικό χαμόγελο. Στο γραφείο ήταν ένας ακόμα κύριος άγνωστος στον Μανουσάκη. Φαινόταν ξένος και το ύφος του έδειχνε άνθρωπο σοφό. Ποιος να ήταν τάχα;
– Σου έχω μια έκπληξη του είπε ο δεσπότης μόλις τον πλησίασε να του φιλήσει το χέρι και δείχνοντας τον ξένο πρόσθεσε:
– Ο κύριος είναι Ιταλός αρχαιολόγος και για σίμωσε να δεις τι μου δείχνει.
Περίεργος πλησίασε πιο κοντά στο γραφείο ο Μανουσάκης και τότε πρόσεξε έναν απλωμένο χάρτη που κρατούσε από τις άκρες ο επισκέπτης με λεπτομέρειες από την πόλη του Ρεθύμνου και το φρούριο. Κι εκεί σ’ ένα σημείο που του επισήμανε ο επίσκοπος διάβασε με μεγάλη του έκπληξη: Sante Theodore.
Πράγμα που σήμαινε ότι και η προηγούμενη εκκλησία που ήταν στη θέση της καινούργιας ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Θεόδωρο!!! Δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία.
Σύμπτωση θα πείτε. Ίσως. Πάντως χάρις στην ακούραστη ερευνητική διάθεση και τον ζήλο του Πολύβιου Τσάκωνα μάθαμε το ιστορικό της εκκλησίας που βρίσκεται στη Φορτέτζα. Και γνωρίσαμε καλύτερα το μονόχωρο θολωτό εκκλησάκι που βρίσκεται στον προμαχώνα του Αγίου Νικολάου μέσα στο ενετικό φρούριο. Ένα μνημείο της πόλης που ήταν ναός της βενετικής περιόδου, ο οποίος άλλαξε χρήση την περίοδο της τουρκοκρατίας και επαναλειτούργησε, ως ναός, το 1899 με τη συνδρομή του Ρώσου διοικητή των δυνάμεων κατοχής του Ρεθύμνου.
O Πέτρος Μανουσάκης μπορεί να κρατούσε ψηλά το πρεστίζ του με τη σοβαρότητα που επέβαλε η κοινωνική του θέση, αλλά δοθείσης ευκαιρίας «έκλεβε και μια του χάρου».
Η Μαρία Τσιριμονάκη, που τον αναφέρει στο βιβλίο της «Εν Ρεθύμνω», αφού φυσικά τονίζει πως ήταν ο επιφανέστερος της γειτονιάς ανάμεσα Αγίας Βαρβάρας και Μητρόπολης, «με γαλλικά και λατινικά», πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου που διηύθυνε τις συνεδριάσεις με ξεχωριστή μαεστρία» προσθέτει πως διακρινόταν για το χιούμορ του, ήταν εξαιρετικά κοσμικός και διακριτικός πάντα θαυμαστής του ωραίου φύλου.
Αν κρίνουμε πάντως από τη φωτογραφία του σίγουρα και αυτός δεν θα περνούσε απαρατήρητος από τις κυρίες της εποχής, γιατί όσο αυστηρά κι ήταν τα ήθη, δεν έπαυσε ποτέ να προκαλεί τον θαυμασμό το ωραίο και στα δυο φύλα.
Μέλος του κομιτάτου

Γλεντζές από τους πιο γνωστούς ο Πέτρος Μανουσάκης δεν θα μπορούσε να λείπει από το κομιτάτο που ξεκίνησε τις αποκριάτικες εκδηλώσεις.
Μας το πιστοποιεί ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργης Καλομενόπουλος με την αναφορά που κάνει στο γνωστό του ποίημα «Πολύ παλιές Απόκριες».
Χρόνια παλιά καιρούς μακριά
τη ρεθεμνιώτικη αποκριά
με κέφι πάντα ακράτο
στην πόλη μας τη σκάρωνε
ένα άξιο κομιτάτο
Χασές, Καούνης, Γοβατζής
Τίτος Ζακάκης, Δερμιτζής
Καφάτος, Πενθερούδης
Ο Μανουσάκης κι ο Αστρινός
Καλομενόπουλος Γιαννιός
Κούνουπας και Σκουλούδης
Στις επίσημες εμφανίσεις του πάντως ήταν ιδιαίτερα κόσμιος και επιβλητικός όπως απαιτούσε η περίσταση. Και το επιβεβαιώνει πάλι ο Καλομενόπουλος σε άλλο ποίημα που αναφέρεται σε μια παλιά δοξολογία Πρωτοχρονιάς, όπου ο Πέτρος Μανουσάκης έκανε την επίσημη εμφάνισή του.
Σήμερα μέρα επίσημη δοξολογία θα ψαλεί…
Να ο Μπακόγλου ο δήμαρχος με τα χρυσά του τα γυαλιά και το καινούργιο φέσι
Να με βελάδες σύμβουλοι που φθάνουνε καμαρωτοί
κι ο Πετρομανουσάκης μας ως πρόεδρος στη μέση
Μια ακόμα αξιόπιστη πηγή που μας περιγράφει τον Πέτρο Μανουσάκη είναι ο σπουδαίος λόγιος του Ρεθύμνου Κώστας Μαμαλάκης. Είναι ίσως από τις καλύτερες περιγραφές που έγιναν για τον επιφανή αυτό Ρεθεμνιώτη.
Σ’ ένα εξαιρετικό αφιέρωμα που κάνει στην εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» τον Σεπτέμβριο του 1966 με θέμα την πόλη που σβήνει, ο Κώστας Μαμαλάκης, αναφέρεται σε όλη εκείνη τη γενιά των παλιών Ρεθεμνιωτών που έκανε το Ρέθυμνο τόσο σημαντικό σε πνευματική ζωή.
Ακολουθεί μια ευρηματική σκέψη που κάνει ακόμα πιο απολαυστικό το κείμενό του. Σε μια νοητή περιγραφή «βλέπει» στις κορυφαίες εκδηλώσεις για την εκατοντετηρίδα του Αρκαδίου να παίρνουν ένας-ένας τη θέση του στη σειρά των επισήμων όλες οι μεγάλες εκείνες μορφές που αισθάνεσαι δέος στη θύμηση και αναφορά τους.
Και όταν φθάνει η σειρά του άρχοντα και ακούραστου θεματοφύλακα του αρχαιολογικού μας πλούτου Εμμανουήλ Λεων. Καούνη προσθέτει: «Συμπορεύεται μαζί του, κρατώντας τον αγκαζέ όπως το συνήθιζε ο εκ των «απορρήτων» του Πέτρος Μανουσάκης.
Ραφινάτος, καμαρωτός, ο έγκριτος νομομαθής, επί χρόνια πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου και υπουργός στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης το 1916.
Με ανήσυχα πίσω από τα χρυσά γυαλιά τα νεανικά του μάτια με το γαλάζιο σμάλτο, κινεί συνεχώς με χάρη και τελετουργική τάξη σε εδαφιαίους χαιρετισμούς το καπέλο του.
Ο Μανουσάκης, χειριζόταν στην εντέλεια τον προφορικό και τον γραπτό λόγο χρησιμοποιώντας άπταιστη καθαρεύουσα, που γινόταν καμιά φορά και αρχαΐζουσα.
Ήταν σχεδόν «γλωσσαμύντωρ» Δεν επέτρεπε δε όχι βαρβαρισμούς και σολοικισμούς, αλλά και την ελαφρότερη κακομεταχείριση της γλώσσας. Σ’ αυτό ήταν άτεγκτος. Δεν «χάριζε κάστανα» σε κανένα. Και όμως ήταν άνθρωπος ήπιος, διακριτικός, λεπτότατος στους τρόπους.
Χρονιάρα μέρα! Δοξολογία στο ναό των Εισοδίων Περίοδος για την Κρήτη μεταβατική. Κατοχή των «μεγάλων προστάτιδων δυνάμεων». Ένας επίσημος εκφωνεί τον πανηγυρικό της ημέρας. Την στιγμή που αναφωνούσε «υψώνων τον πίλον» «Ζήτω αι μεγάλαι προστάτιδες δυνάμεις» ο Μανουσάκης δεν κρατήθηκε. Από στιγμιαία παρόρμηση ακατανίκητη -είπαμε ήταν «λεπτός» άνθρωπος, διακόπτει το ρήτορα, τονίζοντας εμφαντικά δυο συλλαβές «Σαν-Σαν». Τα χάνει ο ομιλητής, «διαπορεί», δεν επανορθώνει για λόγους γοήτρου η γιατί δεν κατάλαβε. Ο Μανουσάκης δεν χάνει τότε καιρό.
Αμέσως τον υποβοηθεί ολοκληρώνοντας, στεντόρεια τη φράση:
«Ζήτωσαν …Ζήτωσαν»
Κι ύστερα μονολογεί χαμηλόφωνα: «Όχι και ζήτω χριστιανέ μου».
Ο Πέτρος Μανουσάκης υπήρξε από τους ένθερμος υποστηρικτές του Λυκείου των Ελληνίδων Ρεθύμνου.
Ήταν από τους Ρεθεμνιώτες που τιμούσαν τον τόπο τους.
Έφυγε από τις ζωή στις 15 Μαρτίου 1948. Η ανακοίνωση του θανάτου του δεσπόζει στην πρώτη σελίδα των εφημερίδων με εκτενείς αναφορές. Ψήφισμα εξέδωσε το δημοτικό συμβούλιο, ο δικηγορικός σύλλογος και το Λύκειο Ελληνίδων.
Η κηδεία του έγινε δημοτική δαπάνη με πάνδημη συμμετοχή. Την ημέρα αυτή η σημαία του δήμου είχε αναρτηθεί μεσίστια. Στεφάνια κατέθεσαν στη μνήμη του ο δήμος Ρεθύμνου, το Λύκειο των Ελληνίδων και ο δικηγορικός σύλλογος. Τη νεκρώσιμη πομπή συνόδευε η μπάντα του δήμου.
Εκτός από το Μιχαήλ Μύρ. Παπαδάκι τον νεκρό αποχαιρέτισε και η γραμματέας του Λυκείου των Ελληνίδων Βαρβάρα Μαμαλάκη τονίζοντας την πολύτιμη προσφορά του στο ιστορικό μας σωματείο.
Όλη η πόλη συμμετείχε στο πένθος της οικογενείας γιατί κανένας δεν μπορούσε να ξεχάσει τον τόσο ευγενικό και υπέροχο άνθρωπο, τον σπουδαίο νομομαθή που είχε πάντα ανοικτή την πόρτα του σε κάθε απλό άνθρωπο πρόθυμος να προσφέρει ανιδιοτελώς τις νομικές του συμβουλές.
Αυτός ήταν ο Πέτρος Μανουσάκης που η μνήμη του αξίζει να τιμάται και από τις επόμενες γενιές. Γιατί ενώ είχε όλες τις προϋποθέσεις να αναδειχθεί κοινωνικά, οικονομικά και ιεραρχικά σε μεγαλουπόλεις προτίμησε να μείνει στο Ρεθυμνάκι του το στερημένο από κάθε προοπτική ανάπτυξης, στους πιο δύσκολους καιρούς και να αγωνιστεί για την ανάδειξη και την προκοπή του. Ένας πραγματικός ευπατρίδης δηλαδή.
Πηγές:
Πολύβιου Τσάκωνα «Η εκκλησία της Φορτέτζας».
Ιστορικά Σημειώματα εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» (6 Νοεμβρίου 1946).
Εύας Λαδιά: Πέτρος Μανουσάκης και Ευστράτιος Φωτάκης.
Κώστα Μαμαλάκη: Η πόλη που δεν σβήνει.