Των ΠΕΤΡΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗ
«Οι συνετοί άνθρωποι προνοούν τα δύσκολα λύνοντάς τα με γόνιμες διαβουλεύσεις (ευβουλίαι). Και ’κείνοι, που δεν είναι κατώτεροι απ’ αυτούς, διευθετούν και οικονομούν σωστά αυτά που τους συμβαίνουν». (βλ. Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Ο Ηγεμών, εκδόσεις Αρμός, 2007, σσ. 96-97).
Στο επιστολικό του δοκίμιο: «Ποιο είναι το έργο του άρχοντος», ο Φώτιος (820-891 μ.Χ.) δε φαίνεται να θεωρεί την πολιτική επιτηδευμένο σκηνικό αυτοπροβολής των πολιτικών. Η πολιτική δεν έχει μιμητικό, αλλά διαβουλευτικό – «ποιητικό» χαρακτήρα. Ευτυχεί πάντα στην πρακτική – αρχιτεκτονική εκδοχή της (Αριστοτέλης). Γόνιμες – εξαντλητικές διαβουλεύσεις και «οικονομία» συμβάντων αντικατοπτρίζουν τη σύνεση και δικαιοσύνη της εκτελεστικής εξουσίας, που επιβεβαιώνει ή διαψεύδει την ευτυχία των πολιτών. Γι’ αυτό και ο τότε επίσκοπος της «πόλης» δεν αναμετρείται με καμιά πολιτική ιδεολογία. Δεν υποκύπτει σε κανένα θέλγητρο παραπειστικής ρητορικής, που φενακίζει (εξαπατά) την κοινωνική συνείδηση των πολιτών. Επιμένει στην κριτική ανατομία των πολιτικών – κοινωνικών συμβάντων και στον τρόπο με τον οποίο αυτά μπορούν να διευθετηθούν. Ξέρει ότι πολιτικός δεν είν’ αυτός που μόνο βλέπει, αλλά αυτός που, κυρίως, προβλέπει. Αυτός που υποβάλλεται σε ένα διανοητικό εκστατικό διακύβευμα ανάγνωσης της «μυστικής βοής των πλησιαζόντων γεγονότων» (Καβάφης). Που καταγίνεται, συνειδητά και ακατάπαυστα, με τα γριφώδη και δυσεπίλυτα προβλήματα της πολιτείας που κυβερνά. Γνωρίζει ότι η ύψιστη σύνεση και δικαιοσύνη της εξουσίας δεν πιστοποιείται από τα ποσοστά της κάλπης, αλλά την ευημερία και αυτοπραγμάτωση των αρχομένων πολιτών. Ότι η δύναμη της εκάστοτε πολιτικής πρακτικής κρίνεται απ’ την ευθυδικία των ίδιων των πραγμάτων. Πράγματα – πεπραγμένα που καταδεικνύουν, δεκάδες χρόνια τώρα, πόσο αίολη, ανεπαρκής, στρεβλή είναι η πρακτική πολιτική των Ελλήνων πολιτικών.
Πάρτε ως παράδειγμα αξιολογικής αναμέτρησης τα τελευταία εμπράγματα γεγονότα:
1ον: Καταρρακτώδεις βροχές∙ η Θεσσαλία πλημμυρίζει. Σπίτια παρασύρονται από ορμητικούς, ακατάσχετους χειμάρρους. Ποταμοί και παραπόταμοι καταρρακώνουν ανεπαρκείς αναχωματώσεις. Καταστρέφουν χιλιάδες αγροτικές καλλιέργειες. Οικισμοί καταποντίζονται. Οι κάτοικοι χάνουν τον συσσωρευμένο μόχθο μιας ζωής. Προκύπτουν άστεγοι.
2ον: Τεράστια γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας: Η Πελοπόννησος, η Εύβοια, ο Έβρος δίνουν την αίσθηση πυρπολημένης Τροίας∙ εμπρησμοί, αδυναμία ταχύρρυθμης πυρόσβεσης, καθολική απερήμωση οικοσυστημάτων, με πενιχρά αποτελέσματα στη σύλληψη των επίδοξων Ηροστράτων.
3ον: Τρένα συγκρούονται μεταξύ τους, ο σταθμάρχης αμελεί να συντονίσει τον ετεροχρονισμό διέλευσης των αμαξοστοιχιών. Δεκάδες επιβάτες, αυτοστιγμεί, διαμελίζονται. Αποτεφρώνονται στις ερεβώδεις αναφλέξεις της σύγκρουσης. Οι Έλληνες βλέπουν, σοκαρισμένοι και ανήμποροι, την τραγωδία της ανήκεστης συμφοράς.
4ον: Στο μεταξύ η Ελλάδα φαντάζει οικονομικά να αναρρωνύει. Ο ιός, όμως, της φτώχειας συνεχίζει να επιβιώνει. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) 700.000 Έλληνες έχουν ακόμα πρόβλημα στοιχειώδους διατροφής. Ενώ η επιστροφή των 450.000 εκπατρισθέντων Ελλήνων, νέων ερευνητών και επιστημόνων (γιατρών, νοσηλευτών, καθηγητών, δασκάλων, νηπιαγωγών, πληροφορικών)μοιάζει ουτοπική φαντασμαγορία ανεδαφικών πολιτικών ονειρισμών. Η χρόνια πολιτική αφροσύνη στη δομική ανάταξη του παραγωγικού ιστού της χώρας και των αναγκαίων θεσμικών του ανα-διαρθρώσεων, αναστέλλει τη δυνατότητα ανάπτυξης του πολυσχιδούς καταμερισμού εργασίας και δημιουργίας. Ξεχνούμε ότι όσο πιο διαφοροποιημένη είναι η κοινωνία,τόσο πιο ανεπτυγμένη η οικονομία. Εμείς, αντί να αναδομούμε τις δυνατότητες δημιουργικής και εργασιακής αυτοπραγμάτωσης των πολιτών, τις αποδομούμε. Είκοσι χρόνια χρειαστήκαμε να καταστρέψουμε τη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας,δέκα χρόνια τη βιοτεχνία της. Η αλόγιστη επιμονή στη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού και της αγροτικής βιομηχανίας (ιδιαίτερα προσοδοφόροι τομείς στην οικονομία της χώρας) είναι ταυτόχρονα και η αιτία της κραυγαλέας υπανάπτυξης. Οι άτολμες στρατηγικές οικονομικής πολιτικής έχουν συρρικνώσει τη χώρα, δεκάδες χρόνια τώρα, σε μια ασφυκτική σφαίρα επιλεκτικού υποσιτισμού. Δεν έχουν αξιοποιήσει επαρκώς τον ορυκτό πλούτο της, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολικής και ηλιακής), αδυνατούν να συμπορευθούν με τα τεχνολογικά επιτεύγματα παραγωγής ηλεκτρονικών προϊόντων, ηλεκτρικών αυτοκινήτων κ.ο.κ. Να συμφιλιώσουν οικονομία και οικολογία σε μια αειφόρο ανάπτυξη. Να γίνει η χώρα παγκοσμίως ανταγωνίσιμη στην υπέρβαση δομικών και θεσμικών δυσπραγιών καλύπτοντας τους στοιχειώδεις, έστω, όρους πληρότητας μιας κοινωνίας βασικών αναγκών. Γι’ αυτό και οι συνεχόμενες μεταναστεύσεις εξειδικευμένου δυναμικού, διανοουμένων κ.ο.κ.
Η ελληνική οικονομία αδυνατεί να ανταποκριθεί στην ετεροείδεια του ανθρωπολογικού της θεμελίου «Η κοινωνία δε γίνεται από δυο γιατρούς ισχυριζόταν ο Αριστοτέλης, αλλ’ εξ ιατρού και γεωργού, και όλως ετέρων..». «βλ. Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχια, 1133α, 16-18).
Η ετερογένεια και ετερότητα του καθέκαστον προσώπου αποτελούν τη βάση της κοινωνίας. Η πολυχρωμία των φυσικών και επίκτητων επιτηδειοτήτων και δυνατοτήτων των πολιτών συνιστά την ολότητά της. Ο απώτερος, συνεπώς, στόχος της κοινωνικής, παιδαγωγικής και οικονομικής πολιτικής, οφείλει να αναδείξει τον ορίζοντα δυνητικοποίησης και πραγμάτωσης αυτής της πολυχρωμίας. Διαφορετικά, η κοινωνία εκφυλίζεται σε μια στάσιμη και άγονη επανάληψη του ταυτού. Όλοι γκαρσόνια, όλοι αγρότες. Στερεύει και καταργείται ως τέτοια.
Το ίδιο αντιαναπτυξιακή είναι η μέγγενη ασφυκτικού εναγκαλισμού των εκάστοτε πολιτικών στρατηγικών με την πληθώρα θεσμικών ευθυνών της εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, με τη συγκάλυψη του αδιαπραγμάτευτου αιτήματος ελευθερίας του τύπου, το αίτημα της μη παρεμβατικής σχέσης συνεργασίας κυβέρνησης και πανεπιστημιακού-ερευνητικού έργου, τη μέχρι τώρα μη λελογισμένη προαγωγή κοινωνιοκεντρικής συναλληλίας μεταξύ εκκλησίας και εκάστοτε κυβέρνησης.
Όλα αυτά τα μη είναι σήμερα αντιστρόφως ανάλογα προς τους όρους επίτευξης ευημερίας και ζωαρχικής προόδου του ελληνικού λαού. Οι ασσυμετρίες που διαπιστώθηκαν μεταξύ του εκάστοτε κυβερνητικού έργου και των δικαίων προσδοκιών του ελληνικού λαού, δεν είναι αναντιστοιχίες παραταξιακού ιδεολογικού χαρακτήρα. Η παρακμή ηθικής αγωγής (τρόπου δράσης και συμπεριφοράς) του θεσμικού βίου είναι, δεκάδες χρόνια τώρα, αισθητή. Ο λόγος: μη εξειδικευμένη δημοσιοϋπαλληλία και πλήρης απουσία πολιτοκεντρικής δικαιοσύνης. Το ίδιο ισχύει και για τον χώρο ιδιωτικών πρωτοβουλιών.
Πάρτε, ως τελευταίο παράδειγμα, τον τρόπο διαχείρισης των κόκκινων δανείων. Θανατηφόρα παρακμή. Τα φανς, θρασύτατοι εκμεταλλευτές των αποδυναμωμένων δανειοληπτών (ποιος αλήθεια τους αποδυνάμωσε;), αλητήριοι κερδοσκοπικού τυχοδιωκτισμού, αδίστακτοι επαγγελματίες της αρπαχτής, αλλά όχι του δημιουργικού παραγωγικού μόχθου, πλουτίζουν από τα λείψανα της οικονομικής πτωμαΐνης των Ελλήνων πολιτών. Ο νόμος της ανθρωποκτόνου απληστίας φαντάζει πιο δίκαιος (ακόμα και για πολλούς πολιτικούς) από την πίστωση χρόνου στη βαθμιαία απόσβεση της εκάστοτε οφειλής.
Αν η πολιτική είναι ένα εκστατικό διακύβευμα που αναδύεται όχι στον πολιτικό, αλλά στον τρόπο του βίου των πολιτών, τότε στην Ελλάδα μοιάζει να συμπίπτει με την κραυγαλέα αφωνία των παραπάνω λειψάνων. Επανερχόμαστε, συνεπώς, και πάλι στους διαχρονικούς – πολιτικούς στοχασμούς του Φώτιου, με αντεστραμμένους δυστυχώς, σήμερα, τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού: Η παρατεινόμενη δυστυχία εκατομμυρίων Ελλήνων πολιτών, δεν αμφισβητεί, οπωσδήποτε, τις σχετικές επιτυχίες της σημερινής κυβέρνησης, επιβεβαιώνει, όμως, την απουσία σύνεσης και δικαιοσύνης στα ήδη καθημαγμένα σώματά τους.
* Οι Πέτρος Αναστασιάδης και Παναγιώτης Καρακατσάνης είναι καθηγητές Φιλοσοφίας