Η έντονη σεισμική δραστηριότητα της Κρήτης, έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη μορφολογία και στα χαρακτηριστικά του νησιού, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα. Και αυτό γιατί πριν από εκατομμύρια χρόνια, η Κρήτη δε διέθετε βουνά, ανυψωμένες ακτογραμμές, φαράγγια, λεκάνες και μερικά από τα πιο βαθιά σπήλαια παγκοσμίως.
Παράλληλα, μια θεωρία η οποία αιωρείται εδώ και πολλά χρόνια και η οποία αναφέρει ότι η Κρήτη πλησιάζει προς την Αφρική μερικά εκατοστά σε ετήσια βάση, φαίνεται να μπορεί πλέον να ερμηνευθεί λεπτομερώς βάσει ερευνών, ενώ όπως όλα δείχνουν οφείλεται εξ ολοκλήρου στην έντονη σεισμική δραστηριότητα του νησιού, αλλά και ολόκληρου του ελλαδικού χώρου.
Η Ελλάδα εξάλλου, αποτελεί τη χώρα με τη μεγαλύτερη σεισμική δραστηριότητα στην Ευρώπη, αφού βρίσκεται στο όριο δύο λιθοσφαιρικών πλακών, όπου νότια βρίσκεται η Αφρική και βόρεια η πλάκα της Ευρασίας. Για τον λόγο αυτό ακριβώς, σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν υπάρχουν περιοχές στην Ελλάδα οι οποίες να είναι απαλλαγμένες από συχνές σεισμικές δονήσεις, πράγμα που εντείνει την ανάγκη για προσαρμογή στα φυσικά φαινόμενα και όχι εναντίωση σε αυτά. Σε περιοχές δηλαδή που σημειώνονται συχνά σεισμικές δονήσεις, είναι απαραίτητο να υπάρχει προσαρμοστικότητα, πρόληψη και οργάνωση, τόσο από πλευράς αρμόδιων φορέων, όσο και από πλευράς πολιτών.
Όλα αυτά, συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια σχετικής ημερίδας που πραγματοποιήθηκε από την Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου, με κύριο στόχο την ενημέρωση και τον συντονισμό των επιστημόνων με τους τοπικούς φορείς για τη λήψη προληπτικών μέτρων σε περίπτωση ενός μεγάλου σεισμού στο Ρέθυμνο.
Ο Χαράλαμπος Φασουλάς, γεωλόγος και συνεργάτης του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, εξήγησε λεπτομερώς τους λόγους για τους οποίους η Κρήτη κινείται κάθε χρόνο περίπου 4,5 εκατοστά προς την Αφρική, ενώ διευκρίνισε ότι η μορφολογία του νησιού έχει διαμορφωθεί έτσι όπως είναι, λόγω των οριζόντιων και κάθετων μετατροπών που σημειώνονται ετησίως εξαιτίας των σεισμών. «Η Κρήτη έχει τη μορφή, το σχήμα και τα χαρακτηριστικά που έχει, εξαιτίας μεγάλων σεισμών που είχαν σημειωθεί μερικά εκατοντάδες χρόνια μ.Χ. Όπου και αν περπατήσουμε βλέπουμε ανυψωμένες ακτογραμμές, σε διάφορα ύψη, που ξεκινούν από τα 9 μέτρα που είναι στην Παλαιόχωρα, στα 6 μέτρα στα Φαλάσαρνα και στο 1 μέτρο στον Άγιο Παύλο στο Ρέθυμνο. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι νότια της Κρήτης υπάρχουν τεράστια βάθη, όπου έρχεται και βυθίζεται η πλάκα της Αφρικής όσο πλησιάζει την Ευρασία. Αυτό δημιουργεί παραμόρφωση σε όλον τον χώρο. Παράλληλα, βόρεια της Αφρικής έχουμε υποθαλάσσιες οροσειρές, που ξεκινούν από τη Σικελία, κατεβαίνουν νότια της Κρήτης και πηγαίνουν μέχρι την Κύπρο. Αυτά είναι βουνά που κάποια στιγμή θα βγουν από τη θάλασσα και θα δημιουργήσουν ξηρά όπως έγινε και με την Κρήτη. Επειδή η Αφρική πλησιάζει διαρκώς, συρρικνώνεται το μέγεθος της Μεσογείου και ο πυθμένας της έρχεται και χάνεται κάτω από το Νότιο Αιγαίο. Αυτός είναι και ο λόγος που έχουμε και τα ηφαίστεια, αφού αυτά τα πετρώματα όταν φτάσουν σε πολύ μεγάλα βάθη, λιώνουν, ανεβαίνουν στην επιφάνεια και σχηματίζουν τα ηφαίστεια που έχουμε σήμερα στον χώρο του Αιγαίου».
Όλες αυτές οι κινήσεις και διεργασίες, μπορούν πλέον να καθοριστούν με απόλυτη λεπτομέρεια και ακρίβεια, με τη χρήση δορυφόρων και GPS. Έτσι, μπορούν να καταγραφούν μικρομετατοπίσεις οριζόντια και κατακόρυφα του εδάφους, της τάξης των χιλιοστών. «Όλη η Σαουδική Αραβία ήταν κάποτε κολλημένη στην Αφρική. Ξεκόλλησε από την Αφρική και κινείται πλέον βόρεια προς την περιοχή της Ευρασίας, περίπου κατά δύο εκατοστά τον χρόνο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να σπρώχνει όλη την περιοχή της Τουρκίας πάνω στο ρήγμα της Ανατολίας, το οποίο καταλήγει μέσα στο Αιγαίο. Ως αποτέλεσμα όλο το Αιγαίο σπρώχνεται προς τα νότια. Άρα ξέρουμε σήμερα ότι αυτό το κομμάτι που είναι νότια του ρήγματος της Ανατολίας, λειτουργεί σαν μια ανεξάρτητη μικροπλάκα, η οποία μετακινείται κάθε χρόνο τριάμισι εκατοστά νότια. Κάθε χρόνο λοιπόν, η Κρήτη απομακρύνεται τριάμισι εκατοστά από τη Θεσσαλονίκη που είναι ενσωματωμένη στον κορμό της Ευρώπης και αν προσθέσουμε ότι πλησιάζει και η Αφρική ένα εκατοστό την Ευρώπη εμείς πλησιάζουμε την Αφρική όλο και περισσότερο. Αυτή είναι μια διαδικασία που ξεκίνησε πριν από 13 περίπου εκατομμύρια χρόνια και υπολογίζεται ότι αν οι εργασίες συνεχιστούν με τον ίδιο τρόπο σε 3 εκατομμύρια χρόνια θα έχουμε ενωθεί με την Αφρική. Καταλαβαίνετε τώρα πως όταν μιλάμε για 4 εκατοστά οριζόντιας μετατροπής κάθε χρόνο, αυτό απαιτεί σπασίματα στα πετρώματα για να μετακινηθούν και κάθε ένα τέτοιο σπάσιμο σε ένα ρήγμα μπορεί να προκαλέσει ένα σεισμό μικρό ή μεγάλο. Αυτή είναι και η αιτία που έχουμε την έντονη σεισμικότητα στην Ελλάδα και στην Κρήτη», πρόσθεσε.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Φασουλά, μια ακόμη ιδιαιτερότητα του νησιού είναι ότι ταξιδεύει μεν νότια κάθε χρόνο, αλλά ταυτόχρονα ανασηκώνεται. «Η ανύψωση είναι της τάξη του ενός με 1,2 χιλιοστά τον χρόνο και ξεκίνησε πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια. Τότε η Κρήτη δεν είχε βουνά, ήταν μόνο χαμηλοί λόφοι έως 500 μέτρα. Μέσα στο διάστημα αυτό όμως, ανασηκώθηκαν τα βουνά και αυτός είναι ο λόγος που ο Ψηλορείτης και τα Λευκά όρη έχουν φτάσει έως και δύο χιλιόμετρα υψόμετρο. Αυτές είναι και οι αιτίες που έχουμε τα πολλά φαράγγια, τις λεκάνες και τα ψηλά βουνά και τα βαθιά σπήλαια που είναι από τα μεγαλύτερα στον κόσμο», κατέληξε.
«Λέξη – κλειδί» η προσαρμοστικότητα στις περιοχές με συχνή σεισμική δραστηριότητα
Από την πλευρά του, ο Δρ. Λέκκας Ευθύμιος, καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, πρόεδρος τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό πανεπιστήμιο Αθηνών, πρόεδρος Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας επεσήμανε το τεράστιο πρόβλημα που παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο και το οποίο αφορά στην επιθετική αύξηση καταστροφών με συνδυασμό κινδύνων και κρίσεων. «Δυστυχώς βλέπουμε ότι τα φυσικά φαινόμενα που τόσο ευνόησαν τον πλανήτη, την Ελλάδα και την Κρήτη έχουν γίνει πλέον καταστροφικά φαινόμενα, με τεράστια την ευθύνη και του ανθρώπου», τόνισε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας σεισμός μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτά καταστροφές, κατολισθήσεις, κύματα τσουνάμι, ρευστοποιήσεις εδαφών και σεισμικές πυρκαγιές, ωστόσο, σύμφωνα με τις αποτιμήσεις, προηγούνται τουλάχιστον τριάντα άλλα φαινόμενα, προτού εκδηλωθούν οι καταστροφές αυτές. «Στον ελληνικό χώρο, με βάση τα στοιχεία, ένταση μέχρι 10 βαθμούς είναι διαχειρίσιμη. Στο 10, 11 και 12 επέρχεται η κατάρρευση του συστήματος στην περιοχή που επλήγη, γι’ αυτό είναι απαραίτητο σε αυτές τις περιπτώσεις να συντρέχουν και άλλες δυνάμεις από άλλες περιοχές. Σε ιδιαίτερες περιοχές όπως η Κρήτη για παράδειγμα, πρέπει να συντρέχουν και άλλες δυνάμεις από άλλες Περιφερειακές Ενότητες ή αν είναι μεγάλη καταστροφή να προσφερθεί εξωτερική βοήθεια. Είναι επίσης πολύ σημαντικό να οροθετηθεί άμεσα η πληγείσα περιοχή και να επιλεχθούν τα σημεία επέμβασης».
Ο κ. Λέκκας έδωσε ιδιαίτερη βάση στην ενδυνάμωση των τοπικών δυνάμεων, δεδομένου ότι είναι εκείνοι οι οποίοι επεμβαίνουν πρώτοι σε τέτοιου είδους καταστροφές, ενώ ανέφερε ότι αν περάσει το διάστημα των 24 ωρών από την εκδήλωση της καταστροφής είναι πιο πιθανόν να εντοπιστούν θύματα παρά επιζώντες. Κλείνοντας, αναφερόμενος στα σχολεία, τόνισε ότι είναι άκρως αναγκαία η αντισεισμική θωράκισή τους, σχολιάζοντας χαρακτηριστικά ότι «Δεν χωράει στη συνείδησή μας ένα παιδί να σκοτωθεί μέσα σε ένα σχολείο. Τότε οι ευθύνες είναι τεράστιες».