– (Διάλογος περί Μνήμης – Σωκράτης, Πραΰμητις και Μηλοδόκος)
Πραΰμητις: Σωκράτη, γυρίζοντας από την Εκκλησία του Δήμου, η θλίψη πλημμυρίζει την ψυχή μου. Οι συμπολίτες μας, οι Αθηναίοι, λησμόνησαν τόσο γρήγορα πόσο λαχτάρα είχαν για την ειρήνη του Νικία, που μας χάρισε ανάσα μετά από χρόνια πολέμου με τους Πελοποννήσιους. Ξέχασαν ακόμη και τον Αριστοφάνη που με τον Τρυγαίο του έκανε τα πάντα να έρθει η ειρήνη και να πάψει η αιματοχυσία. Και να!, τώρα, παρασυρμένοι από τον παφλασμό του Αλκιβιάδη, ετοιμάζονται να εκστρατεύσουν στη Σικελία, σαν να μην διδάχτηκαν τίποτε από τις πληγές του παρελθόντος.
Σωκράτης: Δε θυμούνται; Δεν θέλουν ή δεν μπορούν να ξαναφέρουν στη μνήμη τους τα περασμένα; Μήπως, λοιπόν, Πραΰμητι, η λήθη είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσεως; Ή μήπως η ίδια η μνήμη ατονεί όταν δεν καλλιεργείται, όπως ένα λουλούδι μαραίνεται όταν δεν το φροντίζεις;
Πραΰμητις: Όχι, γιε του Σωφρονίσκου. Η μνήμη υπάρχει, αλλά οι άνθρωποι συχνά την παραμελούν. Όπως ο πολίτης που ξεχνά να πληρώσει τα χρέη του, και μετά διαμαρτύρεται όταν τον τιμωρούν για την αμέλειά του αυτή. Ή ο πατέρας που δεν θυμάται τις υποχρεώσεις του προς τα παιδιά του, και εκείνα μεγαλώνουν με παράπονο. Η μνήμη κατ’ εμέ είναι θεμέλιο της συνέπειας και στήριγμα των όσων καλείσαι να κάνεις καθημερινά. Μηλοδόκε, τι γνώμη έχεις εσύ για όλα τούτα;
Μηλοδόκος: Εγώ, αντιθέτως, λέγω πως η μνήμη είναι υπερτιμημένη. Τι ωφελεί να θυμάται κανείς όσα είχαν συμβεί ή είχε κάνει τα περασμένα χρόνια, όταν οι περιστάσεις αλλάζουν; Ο έμπορος δεν σκέφτεται τι πούλησε χθες, αλλά νοιάζεται τι θα πουλήσει αύριο. Ο ρήτορας δεν ανακαλεί τις παλιές του ομιλίες, αλλά πλάθει νέες για να πείσει το ακροατήριό του σήμερα.
Πραΰμητις: Μα αν ένας έμπορος δεν θυμάται ποιος του χρωστά, πώς θα εισπράξει; Και αν ο ρήτορας, Σωκράτη, δεν ξαναφέρνει στη θύμησή του και δεν τηρεί τα υπεσχημένα, πώς θα κριθεί για την αλήθεια και την ακεραιότητα του λόγου του;
Σωκράτης: Θα έλεγα ότι η μνήμη μοιάζει λιγάκι με το κρασί: ωφελεί οσάκις είναι μετρημένη, βλάπτει όταν είναι υπερβολική ή ανύπαρκτη. Πες μου, Μηλοδόκε, δεν είναι η μνήμη εκείνη που σε βοηθά να αποφύγεις τον δρόμο όπου σε λήστεψαν ή κακόπαθες κάποτε;
Μηλοδόκος: Ναι, αλλά και η λήθη νομίζω ότι με βοηθά να μην ζω με φόβο. Αν στη μνήμη μου ζούσε κάθε δυστυχία, κάθε αποτυχία, θα ήμουν αλυσοδέσμιος του χθες. Η λήθη είναι λυτρωτική. Κάθε νέα μέρα μοιάζει διαφορετική από τις περασμένες, ένας καινούργιος δρόμος αλλιώτικος απ’ όσους έχεις διαβεί ως σήμερα.
Πραΰμητις: Η λήθη, εγώ φρονώ , είναι χρήσιμη μόνο όταν συνοδεύεται από μάθηση. Αν ξεχνάς χωρίς να έχεις διδαχθεί, τότε είσαι καταδικασμένος να επαναλάβεις. Οι Αθηναίοι ξεχνούν τον Νικία, μήτε έχουν διδαχθεί από τις συμφορές των πολέμων. Και έτσι, τρέχουν πίσω από τον Αλκιβιάδη, γοητευμένοι από το νέο, αδιαφορώντας για το τίμημα.
Σωκράτης: Ίσως λοιπόν η μνήμη να είναι έμφυτη, όπως η αναπνοή, αλλά η χρήση της να εξαρτάται από την παιδεία των ανθρώπων, την παιδιόθεν πνευματική τους καλλιέργεια. Όπως ο σιδηρουργός, φίλοι μου, θυμάται πώς να χτυπήσει το μέταλλο, έτσι και ο πολίτης πρέπει να θυμάται πώς να κρίνει το κοινό συμφέρον.
Μηλοδόκος: Και όμως, καλοί μου συνομιλητές, βλέπω ανθρώπους που ζουν ευτυχισμένοι χωρίς να ανατρέχουν στο παρελθόν. Ο γείτονάς μου, ο Φίλιππος, δεν θυμάται ποτέ τι του έχει κατά καιρούς πει η γυναίκα του, και όμως ζουν πάντα αρμονικά. Ίσως η μνήμη να είναι χρήσιμη μόνο σε κάποιους από τους φιλοσόφους ή τους στρατηγούς, οι μεν για να διδάσκουν τους μαθητές τους τα πατροπαράδοτα ήθη και τις αξίες των προπατόρων μας – οι δε προκειμένου να εξυφαίνουν νέα στρατιωτικά σχέδια βάσει αλλοτινών επιτυχιών και να εμψυχώνουν τους στρατιώτες τους.
Πραΰμητις: Ή ίσως ο Φίλιππος να έχει γυναίκα με μεγάλη υπομονή. Πλάκα κάνω, η αλήθεια είναι άλλη θεωρώ: Η μνήμη δεν είναι πολυτέλεια· είναι χάρισμα που βοηθά το ανθρώπινο πνεύμα στις καθημερινές δυσκολίες. Έτσι, Μηλοδόκε, πιστεύω πως οσάκις μια πόλη δεν θυμάται, σβήνει τα ίχνη που την συνδέουν με το παρελθόν της, χάνει την ταυτότητά της.
Σωκράτης: Συμφωνώ με σένα, Πραΰμητι. Η μνήμη είναι το δυνατό νήμα που ενώνει το χθες με το σήμερα και το αύριο. Και αν οι Αθηναίοι δεν το κρατήσουν σφιχτά, ίσως βρεθούν ναυαγοί και ηττημένοι στην Σικελία, όχι από έλλειψη ανδρείας, αλλά από αμνησία…







