Του ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ*
Ο όρος προσωπικότητα, ψυχολογικά ερμηνευόμενος, σημαίνει το σύνολο των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων ενός προσώπου. Πρόκειται για ένα δυναμικό όλο, το οποίο συγκροτούν έμφυτα και επίκτητα γνωρίσματα, η αποκάλυψη και ερμηνεία των οποίων μπορεί να γίνει με την εφαρμογή ειδικών ερευνητικών μεθόδων, μια από τις οποίες είναι και η ανάλυση του περιεχομένου γραπτών και προφορικών πηγών, που έχει στη διάθεσή του ο σχετικός ερευνητής.
Τη μέθοδο αυτήν επέλεξε και ο δόκιμος και ικανός ερευνητής, καθηγητής Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, για να μάς παρουσιάσει βιογραφούμενο τον αείμνηστο Μητροπολίτη Κρήτης (Αρχιεπίσκοπο θα λέγαμε σήμερα) Βασίλειο Εμμ. Μαρκάκη. Γόνιμος καρπός των κόπων του είναι το βιβλίο με τον τίτλο «Βασίλειος Εμμ. Μαρκάκης (1872-1950)», που κυκλοφορήθηκε προσφάτως, το οποίο μελέτησα με πολύ ενδιαφέρον και από το οποίο άντλησα πολλές γνώσεις, ικανές να με βοηθήσουν να γνωρίσω την προσωπικότητα του αείμνηστου εκείνου Μεγάλου Ιεράρχη, στον οποίο οφείλει πολλά η Εκκλησία και η Κρήτη γενικότερα. Μελετώντας το βιβλίο αυτό, μελετούσα ταυτόχρονα και τον βίο, τη δράση, και όλα τα γνωστικά, συναισθηματικά και ηθικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του βιογραφούμενου προσώπου.
Διέγνωσα πρωτίστως ότι είχα διαρκώς ενώπιόν μου μια μεγάλη μορφή, η οποία έδρασε επιτυχώς όχι μόνο στον εκκλησιαστικό χώρο, στον οποίο ανήκε, αλλά και στον ευρύτερο πολιτιστικό και ιστορικό της Κρήτης και της Πατρίδας μας. Ήταν ο διαρκώς προσφερόμενος και αναλισκόμενος υπέρ του ποιμνίου του σε χρόνους και καιρούς πολύ δύσκολους.
Άνθρωπος πολύ έξυπνος, νοήμων, ευφυής, καθώς ήταν, γνώριζε με ποιους τρόπους έπρεπε να ενεργήσει, ώστε να ωφελήσει όχι τον εαυτό του, αλλά τους άλλους, τις ψυχές, την παρακαταθήκη εκείνη που ο Θεός τού είχε εμπιστευθεί. Νους θεωρητικός και ταυτόχρονα πρακτικός, συνέλαβε και έθεσε σε εφαρμογή την ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία της «Πρακτικής Γεωργικής Σχολής Μεσαράς», αυτό το «λαμπρό προσωπικό δημιούργημά του, που απέβλεπε στην επιστημονική καλλιέργεια και εκμετάλλευση του εδάφους»· έργο εξόχως υψηλό, ωφέλιμο, παραγωγικό και ευεργετικό σε χρόνους δύσκολους· έργο «που συνέτεινε στην ανάπτυξη τόσο της επισκοπικής περιφέρειάς του όσο και ολόκληρης της Κρήτης»· έργο πρωτίστως αγάπης· έργο μιας φλεγόμενης καρδιάς για την πρόοδο και ευημερία ενός πενομένου και αγωνιζόμενου για επιβίωση λαού.
Άνθρωπος της αγάπης, ενός από τα ισχυρότερα και ευγενέστερα ανθρώπινα συναισθήματα, προσέφερε διαρκώς τον εαυτό του υπέρ της των άλλων ευτυχίας και ευημερίας. Η αγάπη του στον συνάνθρωπο και η πίστη του στην αξία της ελευθερίας τον οδήγησαν σε αποφάσεις κρίσιμες και επικίνδυνες, «ἐν ἡμέραις θλίψεως καὶ πόνου». Αντιτάχθηκε με σθένος αληθινού πατριώτη στον ισχυρό δυνάστη της Γερμανικής Κατοχής. Υπήρξε «ένας αληθινά φλογερός, έντιμος και αγνός πατριώτης και κληρικός». Λόγῳ της αντιστασιακής του δράσης και «διὰ τὰς ἐθνικὰς αὐτοῦ ἐνεργείας» συνελήφθη και βιαίως εξωρίσθη στην Αθήνα, την 26η Μαρτίου 1942, «κρατηθείς μακριά από το αγαπημένο του ποίμνιο και κάτω από αυστηρή επιτήρηση», επί μία περίπου τριετία. Όμως και από τη θέση αυτήν της εξορίας «κατάφερνε, ξεφεύγοντας από τα βλέμματα των Γερμανών κατακτητών, να επικοινωνεί τακτικά με το ποίμνιό του και, ως στοργικός πνευματικός πατέρας, να παρηγορεί και να ενθαρρύνει με λόγια μεστά και γεμάτα ελπίδα». Η φράση «Καλή Λευτεριά!» δεν έλειψε ποτέ από τους παρηγορητικούς λόγους του. Ήταν «ο αδιαφιλονίκητος πνευματικός ηγέτης των απανταχού αγωνιζομένων Κρητών».
Μετά την κατάρρευση του Άξονα, «ο γηραιός και ταλαιπωρημένος από την ασθένεια και την εξορία Ιεράρχης επέστρεψε και πάλι στο Ηράκλειο με την ψυχή λάμπουσα, αλλά με το σώμα κατερειπωμένο και ασθενές», τη 12η Φεβρουαρίου 1945, για να συνεχίσει, με όσες δυνάμεις του απέμειναν, το διακοπέν ποιμαντικό του έργο.
Πολλοί από εκείνους που τον γνώρισαν μαρτυρούν ότι τον κοσμούσαν πολλές αρετές. Ήταν «γαλήνιος, ανεξίκακος, πράος, δίκαιος, ειρηνικός, καταδεκτικός, καλοκάγαθος, ταπεινός και εξαιρετικά φιλακόλουθος». Μεγάλη αρετή του ήταν και η φιλοξενία, καρπός αγλαός της αγάπης με την οποία περιέβαλλε κάθε ξένο επισκέπτη του. «’Εφιλοξένησε ἐπὶ τεσσαρακονταετίαν ὁλόκληρον πένητας καὶ πλουσίους». Η φιλανθρωπία ήταν επίσης μια από τις μεγάλες αρετές του. Η αγάπη του προς τους έχοντες ανάγκη μεταφραζόταν σε έργα ενίσχυσης και υποστήριξης. Μεγάλο μέρος από τον πενιχρό μισθό του πήγαινε σε φτωχούς και ενδεείς συνανθρώπους του, σε ιερές μονές, σε σχολεία και σε χωριά. «Μοναδική απόλαυσή του ήταν να ελεεί τους φτωχούς και πάσχοντες, κάνοντας πράξη στη ζωή του την ευαγγελική περί αγάπης και φιλευσπλαχνίας διδασκαλία». Ο ίδιος ζούσε φτωχικά, ως γνήσιος ακτήμων μοναχός, εφαρμόζοντας την εντολή· «τα πάντα για τους άλλους και τίποτε για τον εαυτό του». Ακόμη και οι παραγγελίες που ανέφερε στη Διαθήκη του ήταν «ανθρωπιστικές και φιλανθρωπικές». Επιθυμία του ήταν «ἡ κηδεία του νὰ γίνῃ σεμνὴ καὶ ταπεινή καὶ ὁ τάφος του νὰ εἶναι ταπεινὸς καὶ ἀπέριττος».
Ιδιαίτερη αγάπη έτρεφε προς τον μοναχικό βίο, καθότι και ο ίδιος ήταν μοναχός και μάλιστα αδελφός της Ιεράς και σεβασμίας Μονής του Πρέβελη. Έργο δικό του υπήρξε και η ίδρυση της γνωστής για την πνευματικότητά της γυναικείας Μονής των Σαββαθιανών του Ηρακλείου, με πρώτη Ηγουμένη και κτητόρισσα τη Γερόντισσα Μελάνη Βρυωνάκη.
Πέραν όμως όλων αυτών που αναφέρονται στην προσωπικότητα του αείμνηστου Ιεράρχη, υπάρχουν και άλλα στοιχεία, τα οποία δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Είναι εκείνα που αναφέρονται στην επιστημονική του κατάρτιση και την κατά κόσμο εκπαίδευση και παιδεία του. Πολλά από αυτά μπορεί να αντλήσει ο ερευνητής από τη μελέτη των εγκυκλίων που κατά καιρούς έγραφε και έστελνε στις κατά τόπους ενορίες του, παραγγέλνοντας να αναγνωσθούν «ἐπ’ ἐκκλησίαις εἰς ἐπήκοον τῶν εὐλογημένων χριστιανῶν». «Διαβάζοντάς τις νιώθεις την έμπονη αγωνία της ψυχής του για κάθε μεγάλο και σοβαρό θέμα με το οποίο, κάθε φορά, καταπιάνεται». Σε αυτές «περισσεύει η ευσέβεια και η αγάπη του προς τον Θεό και οι συμβουλές του προς τους πιστούς».
Κλείνοντας τη μικρή αυτή μελέτη μας, οφείλομε να επαναλάβουμε ότι όσα προηγήθηκαν προέρχονται από την προαναφερθείσα επιστημονική εργασία του πολυγραφότατου καθηγητή Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, «Βασίλειος Εμμ. Μαρκάκης (1872-1950)», η μελέτη της οποίας μάς δίδαξε πολλά και αξιόλογα. Ευχαριστούμε και επαινούμε τον συγγραφέα για το βιβλίο του αυτό, το οποίο ευχόμαστε να διαβαστεί και από πολλούς άλλους. Το κέρδος από τη μελέτη αυτή θα είναι μεγάλο.
*Ο Γεώργιος Ε. Κρασανάκης είναι ομότιμος καθηγητής Ψυχολογίας πανεπιστημίου Κρήτης