• Δυο λόγια και μια πρόταση για τον πιο φρόνιμο «κουζουλό» του τόπου μας
Το περασμένο Σάββατο αποχαιρετήσαμε στο Χορδάκι Ακρωτηρίου έναν από τους πιο φρόνιμους «κουζουλαμένους με την Κρήτη», τον Αντώνη Πλυμάκη. Είχαν προηγηθεί τρεις ακόμα ερωτευμένοι με τη φύση και τον πολιτισμό του νησιού μας, ο Θεοχάρης Δετοράκης, ο Νίκος Ψιλάκης και ο Σταμάτης Αποστολάκης. Και για τον μεν υμνητή του ριζίτικου τραγουδιού είχαμε προφτάσει να τον ευχαριστήσουμε με την έκδοση ενός τιμητικού γι’ αυτόν τόμου, με τον τίτλο «Εγκώμιον Σταμάτη Αποστολάκη», όχι όμως και τους υπόλοιπους. Οπωσδήποτε και οι τρεις δεν στερήθηκαν τιμών, σε σημείο που ο πιο πρόσφατα εκλιπών απ’ όλους να μας αντιτείνει όταν του ανακοινώσαμε την εκδήλωση που οργανώναμε γι’ αυτόν στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης το 2017 ότι «το περίσσιο χαλά το ίσιο»!

Ίσως όμως η πιο ουσιαστική τίμησή του να ήταν η ονοματοδότηση ενός σπηλαίου ως «Σπηλαίου Αντώνης Πλυμάκης», όπως το είχαμε πράξει παλιότερα για το Σπήλαιο Νοτική Τρύπα στη Νίθαυρη Αμαρίου, το οποίο πλέον αναφέρεται στη διεθνή βιβλιογραφία ως «Σπήλαιο Paul Faure». Μ’ αυτό το σκεπτικό κι εφόσον το εγκρίνει η οικογένειά του, η αρχαιολογική υπηρεσία και οι σπηλαιολογικοί σύλλογοι της Κρήτης προτείνω την ονοματοδότηση του Σπηλαίου Νεροσπηλιά, που βρίσκεται πολύ κοντά στην τελευταία του κατοικία, σε «Σπήλαιο Αντώνη Πλυμάκη». Είμαι βέβαιος ότι αν ζούσε δεν θα πρόβαλλε αντιστάσεις. Άλλωστε αυτό ακριβώς το σπήλαιο προβλέπαμε να είναι το συνδεδεμένο με το «Σπηλαιολογικό Μουσείο Κρήτης», το οποίο μοχθήσαμε να δημιουργήσουμε στο Χορδάκι Ακρωτηρίου, προσπάθεια η οποία δεν είχε δυστυχώς συνέχεια. Σημειώνω μόνο σήμερα εδώ ότι τη Νεροσπηλιά είχε εντοπίσει πρώτος ο ίδιος, είχε γράψει γι’ αυτήν στο βιβλίο του «Θησαυροί στο Ακρωτήρι Μελέχας Χανίων» και μας καθοδήγησε στο πώς θα την προσεγγίσουμε για να την εξερευνήσουμε. Μάλιστα πίστευε ότι η σταλαγμιτοποιημένη στέρνα στο εσωτερικό της αποτελούσε μινωική δεξαμενή καθαρμών και ότι το ίδιο το σπήλαιο συγκροτούσε χώρο αρχαίας λατρείας.
Κλείνω τη την πρότασή μου μ’ ένα δικό του κείμενο, το πιο ευαίσθητο ίσως απ’ όλα, το οποίο σκόπευα να διαβάσω αντί επικηδείου στην προχτεσινή αποχαιρετιστήρια τελετή αλλά αποτράπηκα από το πλήθος των λόγων που εκφωνήθηκαν.
«Ένας παλιός κάτοικος του οικισμού της Σαμαριάς, διηγώντας μου όμορφες ιστορίες για το φαράγγι, αναφέρθηκε και στους ορειβάτες που το διασχίζαμε πριν την ανακήρυξή του σε Εθνικό Δρυμό… Όταν λοιπόν άκουγαν τις χαρούμενες φωνές των ορειβατών που πλησίαζαν στο χωριό της Σαμαριάς, έλεγαν μεταξύ τους: …έρχονται οι κουζουλοί. Και ετοίμαζαν τους δίσκους με την τσικουδιά και τα άλλα. Μέσα σ’ αυτούς τους «κουζουλούς» είχα την ευτυχία να συγκαταλέγομαι κι εγώ και γι’ αυτό ευχαριστώ το Θεό. Γιατί πραγματικά έζησα και ένιωσα ομορφάδες και χαρές που δεν ξεχνιούνται, που δεν μπορούν να συγκριθούν με τίποτα πάνω στη γη… Το ασύγκριτο συναίσθημα της φίλιωσης με το βουνό… το περήφανο πέταγμα των αϊτών και το αγέρωχο αγνάντεμα στις ορεινές βίγλες των αγριμιών… την παραμυθένια μυστηριακή ομορφιά των σπηλαίων στα σπλάγχνα της γης και το ξαφνικό χάδι της νυχτερίδας στο σκοτάδι τους…
Οι πιο πολλοί άνθρωποι έχουν ένα τρόπο διασκέδασης για τις ελεύθερες ώρες τους, σε μια καλή παρέα. Το τάβλι, η πρέφα η κουβέντα και πολλά ακόμη έχουν κι αυτά τις χαρές τους. Μα υπάρχουν και οι «κουζουλοί» που δεν τους γεμίζουν τα πεζά, τα εύκολα, αλλά θέλουν κάτι διαφορετικό για να νιώσουν πως ζουν και όχι απλά υπάρχουν… Αγαπούν τις ζωηρές συγκινήσεις και την ομορφιά σε κάθε μορφή της πάνω στη γη… Οι άλλοι έχουν βέβαια το προνόμιο, τη χαρά, μέχρι το τέλος να απολαμβάνουν τις εύκολες και καθιστικές τις πιο πολλές φορές ενασχολήσεις τους. Ενώ οι «κουζουλοί», όσο κι αν η όμορφη κουζουλάδα είναι ακόμη στο αίμα τους και δεν τους εγκατέλειψε, τους εγκαταλείπει με τα χρόνια βιολογικά η μπόρεση για να την υπηρετήσουν… Παρηγοριά τούς δίνουν μόνο οι όμορφες αναμνήσεις…Κι έτσι καθιστός πια όπως είσαι, αν αισθανθείς κάποιες σταγόνες να βρέχουν για λίγο τα γόνατά σου, μην το θαρρείς πως είναι σταγονορροή ή χιονόβροχο. Σκούπισε με την ανάποδη της παλάμης σου τα μάτια και θα στερέψει το σταλαητό».
Έτσι ακριβώς όπως το πρόβλεψε, και στον ίδιο «…με το πέρασμα των χρόνων, όσο κι αν η όμορφη κουζουλάδα ήταν ακόμη στο αίμα του και δεν τον εγκατέλειψε, τον εγκατέλειψε με τα χρόνια βιολογικά η μπόρεση για να την υπηρετήσει». Όμως ακόμα και στην πιο δύσκολη αυτή περίοδο της ζωής του, κατάφερε να μας δώσει βιβλία για την ιστορία της ορειβασίας και της σπηλαιολογίας στα Χανιά, όπως και δεκάδες σχετικών άρθρων στον κρητικό τύπο. Όλα αυτά σίγουρα θα συντελέσουν στο να διατηρηθεί μακρά η μνήμη του.
Χάρης Στρατιδάκης