Διαβάζοντας στην εφημερίδα μας το εξαιρετικό αφιέρωμα της αγαπητής συναδέλφου κυρίας Εύας Λαδιά με τίτλο «Χριστούγεννα με τη σκληρή όψη της φτώχειας πριν οργανωθεί το Κράτος Πρόνοιας» και προσπαθώντας να φανταστώ το Ρέθυμνο και τον κόσμο μας έναν περίπου αιώνα πριν, δεν απέφυγα τον πειρασμό και το συνειρμικό αποτέλεσμα να τον συγκρίνω με τις μέρες μας και την εποχή μας. Προφανώς η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ή αν το «κάνει» συμβαίνει ως «φάρσα», όπως φέρεται να είχε πει ο Καρλ Μαρξ και τριτοκοσμικές εικόνες δεν βλέπουμε, τουλάχιστον στην Κρήτη, ωστόσο, κάποιες πραγματολογικές συνθήκες δείχνουν να ομοιάζουν με τη σύγχρονη εποχή μας.
Η οικονομική κρίση βέβαια τότε, το μακρινό 1929, δεν είχε δείξει ακόμη τα δόντια της, αφού μόλις είχε ξεσπάσει τις ΗΠΑ και θα ερχόταν στην Ελλάδα πιο επιθετικά το 1932, αλλά η χώρα μας βγαλμένη από εθνικές και θεσμικές περιπέτειες, έχοντας ακόμη μπροστά της το τιτάνιο έργο της αποκατάστασης των προσφύγων, δεν ήταν παρά μια φτωχή χώρα που προσπαθούσε να επιπλεύσει στη δίνη των τεκτονικών αλλαγών του μεσοπολέμου. Σήμερα, σαράντα και πλέον χρόνια κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μετά από μια βαθιά οικονομική κρίση που κράτησε σχεδόν δέκα χρόνια, μια πανδημία και έναν πόλεμο που σοβεί, κολυμπάει σε επίσης βαθιά και δύσκολα νερά.
Οι συγκρίσεις όμως που ασύνειδα μας προέκυψαν οδηγούν δυστυχώς και σε διαπιστώσεις που μάλλον δείχνουν ότι μπορεί η ιστορία να μην επαναλαμβάνεται, αλλά δεν έχουμε εμπεδώσει τις εμπειρίες της και τα μαθήματά της. Λόγου χάρη, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, στη διακυβέρνησή του μετά τις εκλογές του 1928, με εξαίρεση το κοινωνικά και πολιτικά απαράδεκτο «Ιδιώνυμο», προσπαθούσε να αποκαταστήσει τη θεσμική τάξη στη χώρα, ενώ σήμερα με την υπόθεση των υποκλοπών και άλλα συμπαρομαρτούντα υπονομεύεται. Προσπαθούσε επίσης να οικοδομήσει μια σοβαρή και εκσυγχρονισμένη δημόσια παιδεία, ενώ σήμερα απομειώνεται προς όφελος αμφιλεγόμενων ιδιωτικών επιλογών.
Όσον δε αφορά το ζήτημα της κοινωνικής περίθαλψης και της καταπολέμησης της φτώχειας, που επιβαρυνόταν από το προσφυγικό ζήτημα, και με αφορμή αυτό, προσπαθούσε στο μέτρο των δυνατοτήτων της κυβέρνησής του και στο πλαίσιο της εγχώριας και διεθνούς συγκυρίας να στέρξει προς όφελος των αδυνάτων. Και φυσιολογικά ακούμπησε πάνω στο αίσθημα κοινωνικής προσφοράς και ευεργεσίας ανθρώπων όπως η Ελισάβετ Περακάκη που αναφέρεται στο αφιέρωμα. Ωστόσο, ο κορυφαίος των Ελλήνων πολιτικών από τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους, γνώριζε πολύ καλά ότι η φιλανθρωπία συμπορεύεται με σοβαρές κρατικές κοινωνικές πολιτικές πρόνοιας, κάτι που δυστυχώς στις μέρες μας βρίσκεται σε έκπτωση αν λάβει κανείς υπόψη του τι περιλαμβάνει λ.χ. το ήδη ψηφισθέν νομοσχέδιο για την υγεία.
Αφήνοντας πίσω, λοιπόν, αυτή τη δύσκολη χρονιά που μας έφερε έναν σκληρό και αδυσώπητο πόλεμο που συνεχίζεται, καθώς και την ακρίβεια που μαστίζει τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, ας αναλογιστούμε τις επιλογές μας ως πολίτες της Ελλάδας και της ΕΕ. Ας ονειρευτούμε το μέλλον μας και ας προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμε τα όνειρά μας αλλάζοντας το παρόν μας, γιατί οι τύχες μας περνάνε και μέσα από τα χέρια μας. Για να είναι οι Πρωτοχρονιές για όλους, ας σταθούμε δίπλα στους συμπολίτες μας που δοκιμάζονται και ταυτόχρονα ας διεκδικήσουμε μια καλύτερη ζωή με ειρήνη, υγεία, ευημερία και προκοπή!
Καλή χρονιά!
*Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος – ιστορικός