Εκεί που έβαλε τελεία η ναζιστική θηριωδία συνέχισε ο άγνωστος εχθρός
Κάθε τόσο το επείγον σήμα από το 112 ενημέρωνε και χθες για τον καλπασμό της πυρκαγιάς στα Αμαριώτικα.
Τι τραγική ειρωνεία. Η φωτιά ξεκίνησε από εκεί που είχαν σταματήσει οι ναζί στις 22 Αυγούστου 1944. Στο Άνω Μέρος είχε τελειώσει η φρικτή αποστολή τους τότε, από το Χορδάκι συνέχισε η τωρινή πυρκαγιά την καταστροφική πορεία της.
Άκουγα, τα χθεσινά δελτία, μάθαινα εξελίξεις και παράλληλα ανέτρεχα στο αρχείο μου που φυλάσσεται κι ένα οδοιπορικό στα χωριά αυτά τον Μάιο του 1997. Μπορεί να πέρασαν χρόνια από τότε αλλά μέχρι και πρότινος τα χωριά αυτά ήταν παράδεισος.
Τρέμω στη σκέψη της εικόνας που θα βλέπουμε πια στο εξής μέχρι να αποκατασταθούν οι ζημιές, αν ποτέ γίνει κι αυτό.
Έτσι ένοιωσα την ανάγκη σαν ρέκβιεμ να καταθέσω εκείνες τις εντυπώσεις μου. Ίσως μια υπενθύμιση της πανάρχαιης ιστορίας τους να κάνει πιο επιτακτική την ανάγκη του κοινού αγώνα για αποκατάσταση.
Αποδούλου
Για την περιοχή Αποδούλου έγραφα τον Μάιο του 1997: Απόδουλος είναι ο δούλος που απελευθερώθηκε. Ένας λοιπόν από τους απελεύθερους, ζώντας ως φαίνεται ακόμα τον εφιάλτη των πειρατών, που έπεφταν σαν τα όρνεα στα χωριά για να πλουτίσουν με την ανθρώπινη πραμάτεια που προωθούσαν στα σκλαβοπάζαρα, έφτασε στους πρόποδες του Ψηλορείτη, ζητώντας λίγη γαλήνη.
Εκεί τον μάγεψε η θέα προς ολόκληρη την κοιλάδα του Αμαρίου, τον ενθουσίασε το κλίμα, καθώς ήταν ξηρό και υγιεινό και αποφάσισε να μείνει σ’ αυτό τον φιλόξενο τόπο, αφού ένιωθε ασφαλής εκεί, τόσο
μακριά από τη θάλασσα.
Έτσι, δημιουργήθηκε η περιοχή Αποδούλου, χωριό φημισμένο για τους ανθρώπους του, την τοπική του ιστορία και τα προϊόντα του, λάδι, χαρούπια, μέλι και κτηνοτροφικά.
Ιδιαίτερα για τις ελιές ο Λαμπρινάκης στη Γεωγραφία του (1890) γράφει:
«Το κυριώτερον προϊόν είναι αι ελαίαι, αίτινες κατά το μέγεθος και την ποιότητα είναι αι καλλίτεραι και περιφημότεραι όλων των άλλων μερών της Κρήτης».
Για το Αποδούλου είχαμε την τύχη να μάθουμε αρκετά από τους φίλους κατοίκους του και ιδιαίτερα από τον κ. Κωστή Ψαρουδάκη, ανώτερο υπάλληλο Υ.Π.Α.Κ., που έχοντας και ιδιαίτερα πνευματικά ενδιαφέροντα έκανε μια αξιόλογη μελέτη για τα τοπωνύμια του χωριού του. Το χωριό όμως έχει συνδεθεί και με μια τρυφερή ιστορία αγάπης, που γράφτηκε σε μια δύσκολη για το γένος μας ιστορική περίοδο.
Ο προεστός καπετάν Αλεξανδράκης, διαβάζουμε, ζούσε κι αυτός μαζί με τους άλλους από κοντά την επανάσταση του 1821. Σαν άγρια θεριά οι Τούρκοι της Κεντρικής Κρήτης και τουρκοαιγυπτιακός στρατός σκότωναν τους άνδρες και αιχμαλώτιζαν γυναίκες και παιδιά.
Σε μια από τις σφαγές αυτές, ο Αλεξανδράκης, εμπιστεύθηκε τα παιδιά του την Καλλίτσα και τον Γιάννη σε μια γυναίκα. Δυστυχώς όμως οι εχθροί εντόπισαν το κρησφύγετο που βρισκόταν η γυναίκα και τα παιδιά και τους πήραν σκλάβους.
Η Καλλίτσα βρέθηκε στην Αίγυπτο, όπου είχε την τύχη να την αγοράσει ένας Άγγλος λόρδος. Ήταν τόσο όμορφη και τόσο καλή η κοπέλα αυτή που ο κύριός της δεν δυσκολεύτηκε να καταλάβει γιατί ο γιος του Τζων την αγάπησε με τόσο πάθος. Με χαρά του λοιπόν έδωσε τη συγκατάθεσή του και η Καλλίτσα από του Αποδούλου έγινε λαίδη, σύζυγος του λόρδου Τζων Χαίην.
Φαντάζεστε τη συγκίνηση του γέρου πατέρα όταν έσφιξε ξανά στην αγκαλιά του την κόρη του το 1829.
Όταν το 1834 πέρασα από το χωριό ο Πάσλεϋ, ο καπετάν Αλεξανδράκης που τον φιλοξένησε του διηγήθηκε την ιστορία. Κι έτσι έμεινε.
Η γοητεία του Αποδούλου συνεπήρε και τον άνδρα της Καλλίτσας. Έτσι αποφάσισε να κτίσει ένα ωραιότατο μέγαρο για να παραθερίζει.
Το φράγκικο κονάκι, όπως ονομάστηκε, έγινε το καμάρι του χωριού. Κι επειδή οι Τούρκοι λόγω του ιδιοκτήτη έπρεπε να το σεβαστούν, αρκετές φορές βρήκαν καταφύγιο σ’ αυτό κυνηγημένοι.
Εκεί όμως οχυρώθηκαν κατά την επανάσταση του 1866, τριακόσιοι Τουρκαλβανοί. Οι επαναστάτες τους είχαν κυκλώσει αποφασισμένοι να τους κάψουν, αλλά πρόλαβε τούρκικος στρατός που έσωσε κι αυτούς και το κονάκι.
Το Αποδούλου ωστόσο φαίνεται πως έχει μακραίωνες ρίζες. Αυτό τουλάχιστον απέδειξε ο Σπύρος Μαρινάτος όταν το 1934 έφερε στο φως ένα σημαντικό κτίσμα, που άγγιζε το τέλος της Μεσομινωικής εποχής, καθαρά τελετουργικής χρήσης.
Τα πρώτα επιμέρους ευρήματα ήταν ενεπίγραφα σκεύη σπονδών από στεατίτη και μικρός χρυσός πέλεκυς.
Οι ανασκαφές που ακολούθησαν έδωσαν επίσης σπουδαία ευρήματα όπως θολωτός τάφος υστερομινωικών χρόνων με τέσσερις σαρκοφάγους πλημμελούς κατασκευής. Βρίσκονται όλες συναρμολογημένες στο μουσείο Ρεθύμνου.
Πιστεύεται ότι η συνέχιση των ερευνών που γίνονται κάθε χρόνο από τα Πανεπιστήμια Αθηνών και Μιλάνου θα φέρει στο φως και άλλα στοιχεία πολύτιμα για την ιστορία της περιοχής.
Το Αποδούλου όμως έχει για κάθε ιστορική περίοδο να παρουσιάσει κι ένα εκπληκτικό απομεινάρι. Παράδειγμα η κατάγραφη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Ξιφοφόρου, όπου υπάρχει χάραγμα του 1496.
Θέλουμε χώρο πολύ ν’ ασχοληθούμε και με τους ανθρώπους του Αποδούλου, από τους οποίους είχαμε σημαντικές παρουσίες στην πολιτική, στην τέχνη, στην επιστήμη και στα Γράμματα.
Μας εντυπωσίασε στο χωριό αυτό η φιλομάθεια των κατοίκων. Ακόμα κι εκείνοι που έμειναν πίσω συνεχίζοντας τις πατρογονικές παραδόσεις διακρίνονται για την ευφυΐα και την πνευματική τους καλλιέργεια. Κοντά σ’ αυτούς τους ανθρώπους βιώνεις τον χαρακτηρισμό του Ρεθύμνου ως τόπου των Γραμμάτων και Τεχνών. Συγκλονιστική είναι η περίπτωση του Κριτόλαου Ψαρουδάκη, που αν και ανάπηρος από χρόνια έχει γράψει με τη βοήθεια της ακούραστης συζύγου του Σοφίας βιβλία και μελέτες. Στο βιβλίο του «Καλλίτσα: Η σκλάβα που έγινε λαίδη», μας εντυπωσιάζει με τον πλούτο των στοιχείων που παραθέτει. Ανοικτόκαρδος κι ευγενικός ο πρόεδρος της κοινότητας κ. Γιώργος Ψαρουδάκης μας ενημερώνει για τη σημερινή κατάσταση του χωριού.
Ευτυχώς σοβαρά προβλήματα ύδρευσης και αποχέτευσης δεν υπάρχουν. Χρειάζεται όμως ενίσχυση η κοινότητα για συντήρηση οδοποιίας και επέκταση έργων ύδρευσης.
Και η μεγαλύτερη έγνοια εστιάζεται στην ολοκλήρωση μιας αίθουσας πολλαπλών χρήσεων, που είναι απαραίτητη σε μια περιοχή κέντρο ανασκαφικών ερευνών. Θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μουσείο αρχαιοτήτων και λαϊκής τέχνης, ως χώρος πολιτιστικών εκδηλώσεων, ως φάρος πνευματικός για τις ανάγκες του χωριού. Ποιος όμως ακούει τις εκκλήσεις του προέδρου;
Έχει πολλά ενδιαφέροντα το Αποδούλου. Γι’ αυτό και αξίζει καλύτερης μοίρας. Ελπίζουμε ότι κάποτε η πολιτεία θα το καταλάβει και θ’ ανταποκριθεί.
Βαθιακό ή Βαθειακό
Μικρό χωριό το Βαθειακό αλλά ιστορικό αφού συνδέεται με σημαντικές μάχες στις επαναστάσεις για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.
Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια σε λόφο νοτιοδυτικά του χωριού έχουν αποκαλυφθεί λείψανα αρχαίων κτισμάτων και όστρακα της κλασσικής και ελληνιστικής εποχής. Λόγω της στρατηγικής θέσης είναι πιθανόν να ήταν παρατηρητήριο ή οχυρό. Σε μικρή απόσταση σώζονται τα ερείπια οθωμανικού οχυρού.
Το χωριό αναφέρεται από τον Φραντσέσκο Μπαρότσι το 1577 ως Vathiaco. Στην ενετική απογραφή του 1583 από Καστροφύλακα αναφέρεται ως Vathiaco με 169 κατοίκους και 537 οφειλόμενες αγγαρείες και στην απογραφή του Φραντσέσκο Βασιλικάτα του 1630 αναφέρεται ως Vatiaco. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Αμπαδιάς, στα οποία κατοικούσαν μουσουλμάνοι. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, οι Τούρκοι είχαν οχυρωθεί στο χωριό υπό την αρχηγία του Ντελή Μουσταφά. Ο Αντώνης Μελιδόνης το 1822 μαζί με άλλους 80 επαναστάτες κατάφεραν να τους νικήσουν, σκοτώνοντας τη φρουρά και τη πλειονότητα των κατοίκων του χωριού. Στην απογραφή του 1834 η οποία πραγματοποιήθηκε από τους Αιγυπτίους, το χωριό είχε μουσουλμανικό πληθυσμό και καταγράφηκαν 15 οικογένειες
Στο κέντρο του χωριού σώζεται επίσης κρήνη των ενετικών χρόνων με ανάγλυφο διάκοσμο από πωρόλιθο. Σε ορθογώνιο πλαίσιο υπήρχε κτητορική επιγραφή, η οποία όμως πλέον δε δύναται να διαβαστεί λόγω της φθοράς την οποία έχει υποστεί.
Αγία Παρασκευή
Κι εδώ θα μας βοηθήσει η Βικιπαίδεια να γνωρίσουμε τον οικισμό που αναφέρεται σε βενετικά κατάστιχα του 1577 ως S(an)ta Venerand, ενώ σε απογραφή που πραγματοποιήθηκε λίγα χρόνια αργότερα (1583) αναφέρεται ως Santa Veneranda, με πληθυσμό που ανερχόταν στους 95 κατοίκους.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, αρκετοί κάτοικοι του χωριού εντάχθηκαν στις οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης (κατά κύριο λόγο στο ΕΑΜ). Μάλιστα τον Μάιο του 1944, ο οικισμός αποτέλεσε καταφύγιο για την ομάδα των Βρετανών πρακτόρων και των Ελλήνων αντιστασιακών που είχαν απαγάγει τον Γερμανό υποστράτηγο Κράιπε. Την ίδια περίοδο, πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή άκαρπες έρευνες των δυνάμεων Κατοχής προς αναζήτηση του Κράιπε.
Στην Αγία Παρασκευή γεννήθηκαν ο στρατιωτικός και ηγετικό στέλεχος της Χούντας των Συνταγματαρχών Στυλιανός Παττακός και ο αντιστασιακός και υπεύθυνος του ΕΑΜ Αμαρίου Μιχάλης Παττακός.
Άγιος Ιωάννης
Ο Άγιος Ιωάννης είναι από τα χωριά που έγιναν γνωστά χάρις στους πνευματικούς τους ανθρώπους. Και το συγκεκριμένο χωριό που έζησε τη φρίκη της καταστροφικής λαίλαπας έγινε πασίγνωστο χάρις στον κ. Σταύρο Φωτάκη.
Ο επιφανής λόγιος στο βιβλίο του «Το χωριό μου, Άγιος Ιωάννης – Χλιαρός – Αμαρίου Ρεθύμνου» αναφέρει σχετικά: «Το χωριό Άγιος Ιωάννης ο Χλιαρός, βρίσκεται στο νότιο τμήμα του Νομού Ρεθύμνου της τέως Επαρχίας Αμαρίου και ήδη αποτελεί Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Κουρήτων. Αποτελεί ένα από τα έντεκα (11) χωριά της Αμπαδιάς.
Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 380 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας, στη βόρεια πλαγιά ενός υψώματος με την ονομασία «Κορφή» (υψόμετρο περίπου 450 μ.). Με το Ρέθυμνο συνδέεται με αυτοκινητόδρομο 55 χιλιομέτρων περίπου και από Τυμπάκι και Αγία Γαλήνη απέχει 14 χιλιόμετρα. Είναι στο κέντρο της περιοχής Αμπαδιάς της Επαρχίας Αμαρίου. Έχει Ανατολικά τον Ψηλορείτη, Δυτικά το Κέντρος, Βορεινά τη Σάμιτο και Νοτικά τις ακτές του Λυβικού πελάγους. Η εδαφική περιφέρεια του χωριού έχει έκταση περίπου τεσσάρων (4) τετραγωνικών χιλιομέτρων. Συνορεύει με τις διοικητικές περιφέρειες των τ. Κοινοτήτων: προς Β. Βυζαρίου και Φουρφούρά, προς Α. Κουρουτών, Νίθαυρης και Αποδούλου, προς Ν. Αγίας Παρασκευής και προς Δ. Άνω Μέρους.
Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων είναι η γεωργία και η οικόσιτη κυρίως κτηνοτροφία. Ολόκληρη η εδαφική κτηματική περιφέρεια του χωριού είναι κατάφυτη από ελιές, κυρίως «χοντρολιές» ή «θρούμπες», αρκετές από τις οποίες παράγουν μεγάλες ποσότητες από τις λεγόμενες «ψαρολιές» ή «σταφιδολιές» ή όπως έχουν χαρακτηριστεί «ελιές της Αμπαδιάς». Είναι ελαιόδενδρα που παράγουν κυρίως τέτοιες ελιές, φημισμένες για τη νοστιμάδα τους και τρώγονται είτε ωμές είτε αλατισμένες είτε διατηρημένες στα πιθάρια με αλατόνερο. Την ποιότητα και τη νοστιμάδα της ελιάς αυτής αποδίδει ποιητικά η παρακάτω μαντινάδα:
«Καλλιά ‘χω τσι σταφιδολιές παρά τσι κολυμπάδες,
καλλιά ‘χω δέκα κοπελιές παρά σαράντα γράδες».
Το χωριό έχει καταπληκτική θέα με μεγάλο ορίζοντα. Τα σπίτια του χωριού είναι χτισμένα σε συνεχή οικοδόμηση με ελεύθερους και βοηθητικούς χώρους, και αυτοπροσδιορίζεται σε Πάνω Ρούγα (γειτονιά) και Κάτω Ρούγα, με κέντρο τη Μεσοχωριά. Παλαιότερα όλα τα σπίτια ήτανε πετρόχτιστα με κεραμοσκεπή αλλά και με ειδικό χώμα, τη λεπίδα και όλοι οι δρόμοι του χωριού ήτανε με μικρές πέτρες, χτιστές, τα λεγόμενα «καντιρίμια» ή «καλντιρίμια», τα οποία αντικαταστάθηκαν με υλικά σύγχρονα και έτσι δυστυχώς χάθηκε ο παραδοσιακός του χαρακτήρας.
Τα πρώτα σπίτια του χωριού ονομάζοντο «Καβροκέλια» και κατοικούσαν σ’ αυτά όλες οι λιγοστές οικογένειες. Τα λέγανε «Καβροκέλια» γιατί όλα τα δωμάτια επικοινωνούσαν μεταξύ τους για να μπορούν οι κάτοικοι να συνεννοούνται συντομότερα στις επιδρομές των Τούρκων. Δεν είχαν παράθυρα και ο φωτισμός και ο αερισμός γινόταν από οπές που είχανε ανοίξει οι κάτοικοι στην οροφή, τον ονομαζόμενο «ανηφορά».
Λόγω τις παράπλευρης θέσης του χωριού από τον κεντρικό άξονα Βοράς-Νότου και της μεγάλης απόστασης από την πόλη του Ρεθέμνους τη «Χώρα» καθυστέρησε η σύνδεσή του με αυτοκινητόδρομο. Ο αμαξωτός δρόμος κατασκευάστηκε το έτος 1950, ύστερα από 5μηνη προσωπική εργασία όλων των κατοίκων του χωριού, με χειρονακτικά εργαλεία, κασμάδες, παλάμες, αλέτρια κ.λπ. και έτσι έγινε η σύνδεση με το χωριό Νίθαυρη 3 χιλιομέτρων περίπου. Στις 6 Αυγούστου 1950 ήρθε το πρώτο αυτοκίνητο (λεωφορείο) στο χωριό και το γεγονός εορτάστηκε από όλους τους κατοίκους με θερμές εκδηλώσεις. Το έτος 1954 η διάνοιξη του αμαξωτού δρόμου συνεχίστηκε και έφθασε στην Αγία Παρασκευή και αργότερα συνεχίστηκε και έφθασε στις Μάντρες και το έτος 1960 το χωριό συνδέθηκε και με το χωριό Χορδάκι.
Οι συμφορές της Γερμανοκατοχής, οι κακές συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων, αλλά και οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν για τη συντήρηση των οικογενειών και τη μόρφωση των παιδιών τους, ανάγκασαν πολλούς κατοίκους του χωριού να μεταναστεύσουν, αναζητώντας καλύτερη τύχη. Η μετανάστευση άρχισε κυρίως από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 τόσο στο Εξωτερικό (Γερμανία) όσο και στο Εσωτερικό κυρίως την Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκαν πολλοί απόδημοι Αηγιαννιώτες. Διέπρεψαν σε πολλούς τομείς, δημοσίου και ιδιωτικού χαρακτήρα, αλλά και σε σπουδές και διακρίθηκαν σε σπουδαίους Πανεπιστημιακούς επιστήμονες και Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Το φαινόμενο της μετανάστευσης συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα οι απόδημοι Αηγιαννιώτες να αυξηθούν αρκετά και να αισθανθούν την ανάγκη δημιουργίας πολιτιστικού Συλλόγου, που θα αποτελέσει το συνδετικό κρίκο των αποδήμων με το χωριό, αλλά και μεταξύ των μελών. Έτσι το έτος 1980 ιδρύθηκε στην Αθήνα ο Σύλλογος Αηγιαννιωτών Αμαρίου, που λειτουργεί μέχρι σήμερα με αξιόλογες δραστηριότητες. Παράλληλα το έτος 1987 ιδρύθηκε και στο χωριό αντίστοιχος Σύλλογος Αηγιαννιωτών, πλην όμως αδρανοποιήθηκε μέχρι το έτος 2001, όπου επαναδραστηριοποιήθηκε και μέχρι σήμερα λειτουργεί συνεργαζόμενος με αυτόν των αποδήμων με κοινούς στόχους, για την ανύψωση του επιπέδου των απανταχού Αηγιαννιωτών».
Ποιος ξέρει πότε θα ανακάμψουν τα νέα μαρτυρικά χωριά. Ευχόμαστε το συντομότερο.
Και μακάρι να είναι τα τελευταία της νέας αυτής συμφοράς που προκάλεσε η πυρκαγιά στον νομό μας.