Ανάμεσα στα βιβλία της προσωπικής μου βιβλιοθήκης, υπάρχει και ένα φυλλάδιο δεκαέξι σελίδων, διαστ. 19Χ15, με τον τίτλο: «Ιστορία της Ευρέσεως της Ιεράς Εικόνος της θαυματουργού Εικονίστριας και της οικοδομής του Μοναστηρίου της εν τη νήσω Σκιάθω», Τύποις ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ Ρέθυμνον, χωρίς ημερομηνία ή κάποιο όνομα εκδότη ή επιμελητή. Απ’ όσον, όμως, μπορώ να υποθέσω η έκδοσή του θα πρέπει να τοποθετηθεί στα τέλη της δεκαετίας του ’50, γιατί τότε δραστηριοποιούνταν στην πόλη μας, στην περιοχή του μητροπολιτικού μας ναού, το εν λόγω τυπογραφείο. Το φυλλάδιο αυτό, όπως και ικανός αριθμός και άλλων βιβλίων, προέρχεται από τη βιβλιοθήκη του αειμνήστου πατέρα μου.
Από καιρό διερωτώμαι ποιος μπορεί, αλήθεια, στην πόλη μας ντόπιος- ή μάλλον ξένος (Σκιαθίτης;)- και για ποιον λόγο να εξέδωσε για το ρεθεμνιώτικο, ασφαλώς, αναγνωστικό κοινό, και προφανώς ιδίοις χρήμασιν, σε ρεθεμνιώτικο τυπογραφείο το εν λόγω φυλλάδιο, τότε, περί τα τέλη της δεκαετίας του πενήντα, για την παραπάνω εικόνα της Παναγίας της Εικονίστριας, της νήσου Σκιάθου, των Σποράδων, πατρίδας των δύο μεγάλων διηγηματογράφων Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη και Αλεξάνδρου Μωραϊτίδη; Πρόκειται για μιαν εντελώς άγνωστη στον τόπο μας εικόνα της Θεοτόκου, με το πρωτότυπο αυτό προσωνύμιο.
Επειδή, όμως, το θέμα και τα ερωτηματικά που έθεσα προκαλούν, ίσως, και ανοίγουν κάποιο γενικότερο επί του θέματος ενδιαφέρον, παραθέτω, στη συνέχεια, μερικά στοιχεία που συγκέντρωσα, τόσο για τη δομή τού συγκεκριμένου φυλλαδίου, όσο και γύρω από την ιστορία της συγκεκριμένης εικόνας της Σκιάθου.
Και πρώτα- πρώτα, ως προς τη δομή του φυλλαδίου, στις σελίδες 1-4 αναγράφεται το ιστορικό της ευρέσεως της εικόνας της Παναγίας της Εικονίστριας, στις σελ. 4-8 καταγράφονται κάποια θαύματα τής εν λόγω Παναγίας και στις τελευταίες σελίδες, 8- 16, υπάρχει ο Παρακλητικός της Κανόνας, και, προφανώς (γιατί δεν αναγράφεται κανένα όνομα), αυτός του ετέρου των δύο «Αλεξάνδρων», ποιητή και υμνογράφου, Αλεξάνδρου Μωραϊτίδη, ο οποίος φέρεται ότι συνέγραψε και την Ακολουθία της.
Και ειδικότερα, στο πρώτο μέρος του φυλλαδίου, στο «ιστορικό» της εικόνας, σημειώνονται ποικίλες εκδοχές για το πώς μπορεί να προήλθε η εντυπωσιακή ονομασία της, «Εικονίστρια». Έτσι, λέγεται ότι το όνομα αυτό μπορεί να προήλθε από το γεγονός ότι η εικόνα- που βρέθηκε περί το 1650 από κάποιον ασκητή, με το όνομα Συμεών- ήταν κρεμασμένη από τα κλαδιά ενός πεύκου της πευκοσκεπούς Σκιάθου και επειδή κινούνταν πέρα- δώθε υπό του ανέμου ονομάστηκε Κουνίστρα ή Κλονίστρια > Εικονίστρια. Ή και, ακόμα, επειδή κατά την εύρεσή της η εικόνα έλαμπε από ένα εξώκοσμο και εξαστράπτον φως, σαν αστέρας πολύφωτος, έλαβε, ίσως, το όνομα εικών αστρία> Εικονίστρια.
Στο βιβλίο μου «Λαϊκή Πίστη και Λατρεία» (εκδόσεις ΓΡΗΓΟΡΗ, Αθήνα 2018, στη σελ. 270), σημειώνω, περαιτέρω, τα εξής στοιχεία για την εν λόγω εικόνα, παραθέτοντας και ένα ενδιαφέρον ποίημα του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη.
Η Παναγία η Κουνίστρα, στη Σκιάθο, σύμφωνα με ποίημα «Στην Παναγιά την Κουνίστρα» τού Σκιαθίτη Αγίου των Ελληνικών Γραμμάτων, Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, γιατρεύει τους αρρώστους και τους δαιμονισμένους. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η Παναγία εικονίζεται μόνη της, χωρίς τον Χριστό, πράγμα που, για ορισμένους, παραπέμπει στην παιδική της ηλικία. Στη συνέχεια παραθέτουμε και το σχετικό ποίημα του Παπαδιαμάντη:
Κι είδεν η Κόρη του λαού την πίστιν,
είδε και την πτωχείαν κι εσπλαχνίσθη,
όπως το πάλαι ο Υιός της τους είχε σπλαχνισθή,
ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα.
Κι ήρχισε να γιατρεύει τους αρρώστους,
ιάτρευσε και τους δαιμονισμένους,
που εταράττοντο φοβερά, άμα επλησίαζον αυτήν.
Εις δύο χονδρούς κρίκους, εις τον τοίχον εμπηγμένους,
τους έδεναν με αλυσσίδες διπλές.
Και έφευγαν τα δαιμόνια με τρόμον
στην χάριν τής πανάγνου Κόρης
με την νηστείαν και την προσευχήν.
Κι ένα δαιμόνιον πείσμον, οργίλον,
καθώς εφυγαδεύθη με κρότον πολύν,
έσπασε δυο κυπαρισσιών τας κορυφάς,
έξω του ναού, επειδή δεν είχε παραχώρησιν
να κάμει άλλο μεγαλείτερον (sic) κακόν.
Η χάρις σου, του ιερού σου η ειρήνη,
ω Παναγία, Κουνίστρα μου καλή,
αυτή να διανέμει την γαλήνη
εις την ψυχή μου την αμαρτωλή.
Η Παναγία η Εικονίστρια είναι σήμερα η πολιούχος της νήσου Σκιάθου.
Εορτάζει δυο φορές το χρόνο. Στις 21 Νοεμβρίου (Εισόδια της Θεοτόκου), που είναι και η μεγαλύτερη πανήγυρις. Τότε μεταφέρεται με πομπή από την πόλη στον τόπο της «Ευρέσεώς» της. Μεταφέρεται από χέρι σε χέρι, καθώς πλήθος κόσμου συνοδεύουν την εικόνα με τα πόδια, ακολουθώντας τη γραφική διαδρομή, που διαρκεί τρεις ώρες περίπου. Εκεί τελείται Αγρυπνία και τις πρώτες πρωινές ώρες η Ιερά Εικόνα επιστρέφει (και πάλι με τα πόδια) στην πόλη, και μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας στους δύο ενοριακούς Ναούς, τελείται Λιτανεία στην πόλη.
Η δεύτερη εορτή της Εικόνας τελείται το πρώτο Σαββατοκύριακο μετά την 1η Ιουλίου. Τότε η Σκιάθος πανηγυρίζει τη μνήμη της Ευρέσεώς της. Τη γιορτή αυτήν καθιέρωσαν ο παπα-Γιώργης Ρήγας, λαογράφος και δάσκαλος, μαζί με τον έτερο Σκιαθίτη ποιητή Αλέξανδρο Μωραϊτίδη.
Η εικόνα παρέμεινε στο μοναστήρι της από το 1650 μέχρι το 1846. Τότε, και με σύμφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και ύστερα από αίτημα όλων των κατοίκων της πόλης της Σκιάθου μεταφέρθηκε και εγκαταστάθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό των Τριών Ιεραρχών, ώστε να την έχουν κοντά τους βοηθό τους και προστάτριά τους.