Αν μπορούσαν οι σημερινές Ρεθεμνιώτισσες να ζήσουν κάποιες γυναίκες μιας άλλης εποχής, ίσως να είχαν πράγματα να διδαχθούν. Και κυρίως την πραγματική σημασία της κοινωνικής προσφοράς. Σε μερικές μόνο θα αναφερθώ σήμερα, στις πιο άγνωστες στους σημερινούς Ρεθεμνιώτες.
Η Άννα Αποστολάκη, ήταν η πρώτη επιστήμων με διδακτορικό το 1906. Γεννήθηκε το 1885.
Όπως κάθε κοπέλα οικογενείας με παράδοση ακολούθησε σπουδές στο Αρσάκειο και υπηρέτησε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Είχε όμως μια ακόρεστη δίψα για μάθηση. Και συνέχισε σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτι ιδιαίτερα πρωτοποριακό για την εποχή της, όταν το πτυχίο της δασκάλας ήταν και η ανώτατη βαθμίδα εκπαίδευσης που θα μπορούσε να κατακτήσει μια κοπέλα. Η Καλλιρρόη Παρρέν επίσης δεν άργησε να αναγνωρίσει τις σπουδαίες ικανότητες της συμπατριώτισσάς της και φρόντισε να την έχει πλάι της στο Λύκειο Ελληνίδων Αθηνών, σαν μέλος του Δ.Σ. και σαν γνωμοδοτική σύμβουλο του Τμήματος Ιματιοθήκης Εθνικών Ενδυμασιών και υπεύθυνη διατήρησης και διάδοσης των Εθνικών Εθίμων και Παραδόσεων.
Και στους δύο τομείς δράσης η Άννα Αποστολάκη έδωσε τον καλύτερο εαυτό της εργαζόμενη ακούραστα με ιδιαίτερο μεράκι και αφοσίωση.
Η προσφορά της αυτή την έφερε κοντά σε δυο επίσης μεγάλες προσωπικότητες. Ήταν ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης και ο αρχαιολόγος Γεώργιος Κουρουνιώτης ιδρυτές του Πρώτου Λαογραφικού μουσείου της Ελλάδας που έφερε την επωνυμία μουσείο Ελληνικών Χειροτεχνημάτων. Ήταν μια πρώτη κιβωτός για τη διάσωση του λαϊκού μας πολιτισμού.
Ενθουσιασμένος από τη γνωριμία της ο Δροσίνης και διαπιστώνοντας το πάθος της για το αντικείμενο και της δικής του προσπάθειας, προσέλαβε την Άννα ως επιμελήτρια. Παράλληλα φρόντισε για τον εμπλουτισμό του μουσείου με νέα δυσεύρετα εκθέματα, τα οποία, επίσης, καθάρισε, συντήρησε και ενέταξε στην έκθεση.
Η Άννα Αποστολάκη γνώριζε βαθιά και τον Κρητικό Πολιτισμό. Σημαντικές εργασίες της αναφέρονται στην κεντητική και υφαντική τέχνη της Κρήτης. Για τη βαθύτατη γνώση της επιστήμης και της τέχνης που υπηρετούσε, την κλασική παιδεία που αποτέλεσε το βασικό καμβά που αποτύπωσε το πολυσήμαντο έργο που λάβαμε ως πολύτιμη κληρονομιά, η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Αργυρούν Μετάλλιο, στις 30 Δεκεμβρίου 1954. Επίσης μια διάκριση σε γυναίκα της Κρήτης ξεχωριστή, αλλά επάξια ανταμοιβή έργου ζωής.
Μέχρι το τέλος της ζωής της η Άννα Αποστολάκη εργαζόταν στο αντικείμενο που έκανε έργο δια βίου με ξεχωριστή αφοσίωση. Έφυγε το καλοκαίρι του 1958 έχοντας διαγράψει μια λαμπρή πορεία και επάξια κατακτήσει μια θέση στο πάνθεον των προσωπικοτήτων που τίμησαν τον τόπο τους διεθνώς.
Μαρία Παπαϊωάννου
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1897. Πατέρας της ήταν ο Νίκος Βιτσικουνάκης και μητέρα της η Μαρία Πωλογιώργη. Είχε την ατυχία να μην γνωρίσει την πατέρα της, που χάθηκε όταν η Μαρία ήταν δύο ετών. Έτσι τον ρόλο του αρχηγού της οικογενείας επωμίστηκε ο μεγάλος αδελφός Μανόλης 17χρονος τότε, που αφοσιώθηκε στην οικογένειά του και στον αγώνα να μορφώσει τα αδέλφια του. Έμεινε άγαμος για χάρη τους και προτίμησε να γίνει κληρικός αφού από μικρός είχε αναπτύξει έντονο θρησκευτικό συναίσθημα. Έγινε μοναχός και αργότερα διάκονος λαμβάνοντας το όνομα Χρύσανθος επί της εποχής του επισκόπου Χρυσάνθου Τσεπετάκη. Ιερέας χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Αθανάσιο Αποστολάκη και Αρχιμανδρίτης από τον μακαριστό επίσης Τίτο Σιλιγαρδάκη.
Ο άλλος της αδελφός Πέτρος ακολούθησε καριέρα στρατιωτικού και έφθασε στον βαθμό του αντισυνταγματάρχου. Τραυματίστηκε δυο φορές στους πολέμους 1912-1913 και ήταν ένα από τα θύματα του εμφυλίου. Αυτό το γεγονός ήταν μια πληγή που σημάδεψε τον βίο της Μαρίας και διαμόρφωσε την ιδεολογία της.
Μόλις πήρε το πτυχίο της διορίστηκε αμέσως και υπηρέτησε αρχικά και για τρία χρόνια στη Νίθαυρη, δύο χρόνια στις Πρασές και τα υπόλοιπα στο Ρέθυμνο.
Όταν δημιούργησε οικογένεια χωρίς να στερήσει από τον σύζυγο και τα παιδιά της στοργή και φροντίδα αφιερώθηκε στα κοινά χωρίς να προσβλέπει σε αξιώματα. Γυρόφερνε τα χαμόσπιτα γύρω από το κάστρο και χωρίς να γίνεται αντιληπτή άφηνε δέματα αγάπης. Ήταν ο καλός άγγελος κάθε πονεμένου και κατατρεγμένου.
Η συμμετοχή της Μαρίας Παπαϊωάννου σε συλλόγους και σωματεία θα της εξασφάλιζε σίγουρα μια θέση στο βιβλίο Γκίνες. Είναι αναρίθμητοι οι φορείς που είχαν την τύχη να τους υπηρετήσει με αφοσίωση και απόλυτη ανιδιοτέλεια.
Λύκειο Ελληνίδων, ΧΕΝ, Φανέλλα Στρατιώτη, παιδικοί σταθμοί, εορτές Αρκαδίου, Συμβούλιο Συνταξιούχων, Παιδική Στέγη Αρρένων, Εστία Εργαζομένου Κοριτσιού, Παγκρήτιες Εκθέσεις, Καλλιτεχνική Σκηνή του Ωδείου, Καρναβάλι, Γιορτή Κρασιού, Κρητική Εστία, Ερανικές επιτροπές, Παγκρήτια Συνέδρια, Επιτροπή Πανεπιστημίου, Ελληνοαμερικανικές συνδέσεις μετά την Κατοχή, Συσσίτια Κυρίας των Αγγέλων, επιτροπές του δήμου κ.λ.π. Το σημαντικό είναι ότι δεν απέβλεπε σε τίτλους αλλά και σαν εθελόντρια πρόσφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες.
Στην Εταιρεία Ανηλίκων από εποχής Εισαγγελέα Περιστερίδη έως το 1976 παρακολουθούσε παιδιά με τάση στην παραβατικότητα, επισκεπτόταν ορφανά και παιδιά προβληματικών οικογενειών και φρόντιζε να στείλει σε ιδρύματα εκείνα που δεν είχαν κανένα συγγενή να τα συντρέξει.
Στο Φιλόπτωχο πριν πάρει τη σημερινή του νομική μορφή ήταν ο ακούραστος άγγελος ιδιαίτερα στην περίοδο της μεγάλης ανέχειας.
Πρωτοστάτησε και στα Συσσίτια της Κυρίας των Αγγέλων που πρωτολειτούργησαν στο ισόγειο της οικίας Πολύζου κι ήταν συγκινητική η προθυμία όλων που είχαν τη δυνατότητα να βοηθήσουν σε εξοπλισμό και προμήθειες εξυπηρετώντας αρχικά 50 οικογένειες.
Η μεγάλη αδυναμία της πάντως και το αναφέρει στο ημερολόγιό της ήταν το Λύκειο Ελληνίδων. Το υπηρέτησε επί 48 χρόνια και το θεωρούσε τη δική της ζεστή φωλιά.
Σαν μητέρα του Στρατιώτη βοήθησε πολλούς νέους σε δύσκολες στιγμές. Κανένας διοικητής δεν μπορούσε να της αρνηθεί όταν υπέβαλε αίτημα για στρατιώτη. Ακόμα και υψηλόβαθμοι αξιωματικοί έστεκαν με σεβασμό μπροστά της.
Ευτυχώς ένοιωσε όσο ζούσε την ευγνωμοσύνη της τοπικής κοινωνίας για τη μεγάλη της προσφορά. Και από τον δήμο Ρεθύμνου έλαβε τα εύσημα για τις τόσες υπηρεσίες της. Σήμερα η πλατεία με το όνομά της στη γειτονιά της Κυρίας των Αγγέλων μένει να τη θυμίζει.
Κι όσοι την έζησαν μακαρίζουν την άγια ψυχή της έχοντας τόσα να πουν για το πολυσήμαντο έργο της που εκείνη σαν πραγματική Χριστιανή φρόντιζε να κρατά μακριά από κάθε δημοσιότητα. Αλλά ήταν τόσο το φως που ακτινοβολούσε από τον ήλιο της καλοσύνης της που σιγά-σιγά αποκαλύπτεται και μας γεμίζει απέραντο θαυμασμό και βαθειά ευγνωμοσύνη.
Ειρήνη Γρηγοριάδου
Από τις γυναίκες που άφησαν εποχή και η Ειρήνη Γρηγοριάδου. Όσοι τη γνώρισαν έχουν να πουν για το δυναμισμό και την καλλιέργειά της. Ήταν η μοναδική που έγραφε τόσο προσεγμένες μουσικές κριτικές και δεν είναι τυχαίο ότι οι λόγιοι εκείνης της εποχής την χαρακτήριζαν «Αθηνά Σπανούδη του Ρεθύμνου». Και σε ποιον κοινωνικό τομέα δεν είχε ασχοληθεί με επιτυχία. Και που δεν είχε αφήσει φωτεινή πορεία στο διάβα της. Είναι ξεχωριστή τιμή για μένα να την παρουσιάζω σήμερα στους νεώτερους. Γιατί πήρα πολλά και από εκείνη, έμαθα περισσότερα και κυρίως υπομονή και απαντοχή όταν η ζωή γίνεται σκληρή απέναντί μας.
Η Ειρήνη Γρηγοριάδου γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1907. Ήταν κόρη του Νίκου και της Άννας Σταυρουλάκη. Η μητέρα της ήταν εκείνη που την έφερε κοντά στη συλλογική δράση. Ενεργό μέλος του Συλλόγου των Κυριών, ενέπνευσε και στα παιδιά της την αγάπη για την κοινωνική προσφορά.
Ήταν από τα πρώτα μέλη της Συμφωνικής Ορχήστρας Ρεθύμνου και από τους στυλοβάτες του Συνδέσμου για τη Διάδοση των Καλών Τεχνών. Η μόρφωσή της, ζηλευτή για την εποχή, συνέβαλε να διοριστεί στο δημόσιο. Υπηρέτησε 35 χρόνια στη Νομαρχία Ρεθύμνου και ήταν υπόδειγμα υπαλλήλου. Καλλιγράφος και άριστη στη διατύπωση γινόταν πάντα το δεξί χέρι κάθε νομάρχη.
Όπως μου έλεγε όμως, το Λύκειο Ελληνίδων ήταν ο χώρος που την ενέπνεε πάντα. Από τον Μάρτιο του 1958 μέχρι το 1994 που δεν μπορούσε πια να προσφέρει λόγω ηλικίας ήταν από τα πιο δραστήρια μέλη του ιστορικού σωματείου. Άφησε επίσης έντονο το αποτύπωμά της και στο Κέντρο Εργαζομένου Κοριτσιού ενώ ήταν από τις επιστήθιες φίλες της Βιργινίας Τσουδερού συνδέοντας το όνομά της με τις Εστίες στον Τίμιο Σταυρό.
Κάποια στιγμή η αγαπημένη μας κυρία Ειρήνη δεν φαινόταν πουθενά. Και μια μέρα πληροφορηθήκαμε τον θάνατό της κοντά στο κατώφλι του αιώνα ζωής της. Ήταν 28 Νοεμβρίου 2006.
Η πρώτη γυναίκα κοινοτάρχης
Όταν ο Γιάννης Χαλκιαδάκης ήθελε να περιγράψει τη λεβεντιά της γυναίκας, μετά τη Δασκαλοχαρίκλεια έβαζε τη Μαρία Ηλιάκη-Γαλερού. Και δεν προκαλούσε με τη σύγκριση αυτή, καθώς κανένας δεν αμφισβητούσε την δυναμική προεδρίνα, καμάρι της τοπικής αυτοδιοίκησης που έζησε τόσο έντονα και πέθανε τόσο απροσδόκητα.
Όποιος τη γνώριζε από κοντά είχε να πει ότι η Καλλιρρόη Παρρέν θ’ αναγνώριζε στην προεδρίνα του Καλονύχτη τον εαυτό της. Γιατί όσο δυναμική ήταν ασκώντας τα καθήκοντά της τόσο τρυφερή ήταν σαν σύζυγος και μητέρα. Κι όσο νοιαζόταν την κοινότητα να ξεχωρίζει και να προκόβει άλλο τόσο τιμούσε τη γενιά της σαν πρότυπο νοικοκυράς. Κι είχε πάντα μια αφοπλιστική κουβέντα για κείνον που παίνευε τα έργα των χεριών της, απολαμβάνοντας την αρχοντική φιλοξενία της.«Αν δεν ξέρεις να κρατήσεις το σπίτι σου δεν χρειάζεται να εκθέτεις τον εαυτό σου».
Η Μαρία, κρατούσε από ιστορική γενιά. Κι έμαθε από νωρίς τους κανόνες που θα την έκαναν άξιά της. Αεικίνητη, όμορφη, γεμάτη ψυχή για δράση, θαρρείς και δυναμίτιζε τους γύρω της. Μισούσε την απραξία και τη μιζέρια. Είχε μάθει από νωρίς να ξεχωρίζει τους πραγματικά εμπερίστατους από τους δήθεν ταλαιπωρημένους, και να αποδίδει τα του Καίσαρος των Καίσαρι. Σιχαινόταν την αδικία και την πολεμούσε αλύπητα. Αξέχαστη θα μείνει η θέση της σε μια διαδήλωση που έγινε κάποτε στα νέα καταστήματα στα Χανιά διεκδικώντας θέματα της αγροτιάς. Τη στιγμή που η Αστυνομία διετάχθη να παρεμποδίσει την πορεία που είχε εξαγγείλει το μεγάφωνο, ο κόσμος φοβήθηκε για κάποια σύγκρουση κι άρχιζε να χάνει το ηθικό του. Δεν είχε ανοίξει ακόμα ο δρόμος της ελεύθερης έκφρασης και κάθε διαδήλωση προϋπόθετε ταλαιπωρίες κι έκρυβε απειλές.
Τότε η Μαρία γύρισε και είπε στους συναγωνιστές της αγέρωχη όπως πάντα: «Μη φοβάστε. Έχουμε ασπίδα το δίκιο».
Εκεί που έμεινε σαν θρύλος να αφηγούνται την αποκοτιά της οι ντόπιοι ήταν κάποιες εκλογές που παιδιά της δυσαρέστησαν τον τότε υποψήφιο Παύλο Βαρδινογιάννη. Έγινε επεισόδιο που πέρασε στις μαύρες σελίδες της προεκλογικής περιόδου, καθώς τα αίματα είχαν ανάψει.
Η Μαρία Ηλιάκη περίμενε να τελειώσουν οι εκλογές και στη συνέχεια με τίτλο «Πύρρειος Νίκη» έστειλε τους κεραυνούς της στον υπαίτιο του επεισοδίου με φράσεις που έκαιγαν.
Ο θάνατος τη βρήκε στο μετερίζι της να παλεύει. Αγωνιζόταν να ξεδιψάσει το χωριό της. Ένα έργο άρδευσης έγινε βασικός της στόχος για να συμπληρωθεί η βασική υποδομή της περιοχής της. Ούτε κι η ίδια θυμόταν πόσες πόρτες είχε χτυπήσει για να το πετύχει. Όταν το θέμα έφτανε στο νομαρχιακό συμβούλιο για έγκριση η Μαρία Ηλιάκη έφευγε από τη ζωή. Ήταν Οκτώβρης του 1983.
Και το νομαρχιακό συμβούλιο τιμώντας τη μεγάλη αγωνίστρια που υπηρέτησε 24 χρόνια την τοπική αυτοδιοίκηση ενέκρινε παμψηφεί τη δαπάνη. Για να χαίρεται η ψυχή της, καθώς διάβαινε τα σύνορα του κόσμου οδεύοντας στην αθανασία.
Ελένη Παπαδογιάννη
Για μας τις γυναίκες που περνούμε πια την έβδομη δεκαετία η Ελένη Παπαδογιάννη ήταν ένα πρότυπο. Η απόλυτη έκφραση της χειραφετημένης γυναίκας που δεν ξέχασε ποτέ τις παρακαταθήκες της Καλλιρρόης Παρέν Σιγανού.
Μεγάλωσε σε οικογένεια αυστηρών αρχών. Είχε όμως το χάρισμα της πειθούς που τη βοηθούσε όποτε έπρεπε να επιβάλει τις αποφάσεις της. Κι ήταν αρκετά ριζοσπαστικές για την εποχή της.
Για παράδειγμα ήταν η πρώτη που κάθισε στο βολάν. Μπορεί στην αρχή να προκαλούσε κάποιο σοκ το γεγονός, αλλά στη συνέχεια ακολουθούσε σεβασμός ανυπόκριτος. Είχε το χάρισμα να εμπνέει.
Δημιούργησε μια πρότυπη σχολή οικοκυρικής που έδινε όμως και άλλες γνώσεις στις κοπέλες που δεν είχαν άλλη ευκαιρία να διευρύνουν τους ορίζοντές τους. Οι καθηγητές που δίδασκαν ήταν το απάνθισμα της εκπαίδευσης αλλά και του ήθους.
Από την οικογένειά της η Ελένη είχε αποκτήσει το πάθος για τη λαϊκή παράδοση. Πίστευε ακλόνητα ότι το Ρέθυμνο είχε μια χρυσοφόρα πηγή ανεκμετάλλευτη κι έπρεπε εγκαίρως να την αξιοποιήσει.
Αυτό το πέτυχε αναλαμβάνοντας τη διεύθυνση του ΕΟΜΜΕΧ στο Ρέθυμνο πρώτα και μετά Κρήτης. Γιατί δεν πέρασε απαρατήρητος από την υπηρεσία της ο ζήλος και οι ιδέες της. Όταν απόκτησε αρμοδιότητες περισσότερες γύριζε από χωριό σε χωριό από το Λασίθι, στα Σφακιά. Επικοινωνούσε με τους παραγωγούς, ανίχνευε ταλέντα, εξασφάλιζε υποτροφίες και φρόντιζε να αποκτούν ενίσχυση οι μικρές βιοτεχνίες με δάνεια για να γίνουν μεγαλύτερες.
Είχε για όλους ανοιχτή την πόρτα της καρδιάς της και ήξερε να συγχωρεί ακόμα κι εκείνους που προσπαθούσαν να τη βλάψουν. Εκείνη αγέρωχη πάντα και αξιοπρεπής απομόνωνε τις περιπτώσεις αυτές χωρίς ποτέ να δίνει συνέχεια.
Ήταν μια γυναίκα φαινόμενο. Κι έτσι θα τη θυμόμαστε και θα την τιμούμε.
Σοφία Ηλιάκη
Ήταν η αρχόντισσα της παράδοσης και κανένας δεν της το αμφισβήτησε ποτέ. H Σοφία Παπαδάκη-Hλιάκη, το γένος Kλειδή, γεννήθηκε το 1927 στο χωριό Aγκουσελιανά της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου. Ύστερα από τις εγκύκλιες σπουδές της στο γενέθλιο τόπο, πήγε στην Aθήνα με τον αδελφό της και φοίτησε στα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών της Ανθούλας Xαρτουλάρη, όπου αρίστευσε ανάμεσα σε 500 σπουδάστριες και την παρουσίασαν στους κινηματογράφους της Αθήνας και της Κρήτης για διαφημιστικούς λόγους. H διαφήμιση γινόταν τότε στα «Επίκαιρα» που πρόβαλλαν οι κινηματογράφοι πριν από την ταινία.
Tο 1949 επέστρεψε στο Ρέθυμνο και ίδρυσε τα πρώτα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών, με τη βοήθεια της καθηγήτριάς της. Λειτούργησαν στην παλιά πόλη, στο παλαιότερο κτήριο της τότε Σχολής Xωροφυλακής, απέναντι από τον ναό της Μικρής Παναγίας. Tο πρώτο έτος λειτουργίας τους φοίτησαν 250 μαθήτριες, από τις οποίες οι 45 ήταν οικότροφες. Προέρχονταν από πολλά χωριά του νομού, έμεναν στο διπλανό κτήριο των Εργαστηρίων και είχε όλη την ευθύνη η διευθύντριά τους, με μοναδική βοηθό τη μητέρα της. Tα επόμενα χρόνια ο συνολικός αριθμός τους έφθασε τις 650. Διδάσκονταν κέντημα, κοπτική, ραπτική, χορό και τραγούδι. Πολλές είχαν και αρκετές συνεχίζουν να έχουν λαμπρή σταδιοδρομία.
Έναν χρόνο μετά την ίδρυση της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνου, ο εμπνευστής της ίδρυσης και πρώτος πρόεδρός της Xριστόφορος Σταυρουλάκης, εκτιμώντας τις ικανότητες, δεξιότητες και δραστηριότητες της Σοφίας, της πρότεινε να μετάσχει στην υπό ίδρυση μουσικοχορευτική ομάδα της I.Λ.E.P. και να ασχοληθεί η ίδια με τη ραφή Kρητικών φορεσιών των μελών της. Mε τη συναίνεσή της, τοποθετήθηκε στη Διοικούσα Επιτροπή ως χοροδιδασκάλισσα και υπεύθυνη του γυναικείου χορευτικού τμήματος.
Οι μαθητές της τη λάτρευαν. H Σοφία συνέχισε τη δραστηριότητα αυτήν και μετά τον θάνατο του προέδρου της IΛEP, Xριστόφορου Σταυρουλάκη (1979), ως τη δημιουργία του Ομίλου Βρακοφόρων μαζί με τον αείμνηστο Γιάννη Σταυριδάκη, πρώτο πρόεδρό του.
Παράλληλα ανέλαβε την πρωτοβουλία ίδρυσης νέου σωματείου στο Ρέθυμνο με την επωνυμία «Σύλλογος προς διάσωσιν των Kρητικών ηθών και εθίμων, Κρητικής Μουσικής, Κρητικού Τραγουδιού και Κρητικού Χορού, To Aρκάδι.
Εκεί αποτυπώνεται και όλη η φιλοσοφία της Σοφίας Ηλιάκη για την παράδοση. Αυτή η προσφορά την καθιέρωσε στον χώρο της και της απέδωσε τον τίτλο της αρχόντισσας της κρητικής παράδοσης, τον οποίο της αναγνώρισαν όσοι επεδίωξαν τους ίδιους σκοπούς και στόχους μ’ εκείνη. Αν δεν κάνω λάθος αυτό τον τίτλο της τον καθιέρωσε ο αγαπητός φίλος και συνάδελφος Μανούσος Κλάδος.
Ο θάνατος τη βρήκε το 2008 όταν επέστρεφε από μια εξαιρετική επιτυχημένη εμφάνιση του συλλόγου στην Ιορδανία. Έφυγε όπως θα ονειρευόταν, όρθια, χωρίς να αλλοιωθεί η αρχοντική της μορφή, με το χαμόγελο πάντα στα χείλη.
Αυτές οι γυναίκες που προαναφέραμε ήταν μερικές από τις μεγάλες μορφές του τόπου που τον τίμησαν και τον δόξασαν εντός και εκτός Κρήτης.
Ας είναι ελαφρό το χώμα που τις σκεπάζει.