Μόνο ως θετική μπορεί να χαρακτηριστεί η επίσκεψη της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού κας Λίνας Μενδώνη στο Ρέθυμνο, την Πέμπτη 17 Μαρτίου 2022. Παρόλο που ο γράφων είναι από αυτούς που επικρίνουν σταθερά την υπΠολ για πολλές από τις επιλογές της, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει την προετοιμασία της και την επάρκειά της στη γνώση των ζητημάτων στα οποία αναφέρεται και για τα οποία ενδιαφέρεται. Επιπλέον, όπως γνωρίζουμε από την μέχρι τώρα πολιτεία της αλλά και από την επίσκεψή της στην πόλη μας, λαμβάνει γρήγορα αποφάσεις και τις διεκπεραιώνει, αφού αποκαλείται μέτρ στο να βρίσκει λύσεις προσπερνώντας τη γραφειοκρατία, γεγονός που μας το επιβεβαιώνουν και όσοι παραβρέθηκαν στις υπογραφές για τα δρομολογημένα έργα στην πόλη και την περιοχή του Ρεθύμνου.
Η εφημερίδα μας όμως, τα «ΡΝ» και η καλή συνάδελφος Ελπίδα Αριστείδου, έκαναν την «άβολη» ερώτηση στην υπουργό που αφορά στο ζήτημα της συνέχισης ή διακοπής της ανασκαφής στην Ονιθέ Γουλεδιανών, που βρίσκεται εδώ και πολύ καιρό μετέωρη. Η κα Μενδώνη, καλά διαβασμένη και σε αυτό τη ζήτημα «ένιψε τας χείρας της» απαντώντας «Το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με την παύση εργασιών στην ανασκαφή της Ονιθές είναι υπηρεσιακό και οφείλουν να το διευθετήσουν ο υπεύθυνος της ανασκαφής και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου». Μια απάντηση που θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεκφυγή επιτηδευμένης ουδετερότητας, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μια σκιαγράφηση της πραγματικής κατάστασης, αφού το ζήτημα άπτεται των δύο παραγόντων που ανέφερε η υπουργός.
Το παρόν κείμενο δεν γράφεται για να βρει ενόχους σε αυτή την υπόθεση ή να επιρρίψει ευθύνες για στάσεις και συμπεριφορές του πρόσφατου και απώτερου παρελθόντος, αλλά για να καταδείξει ότι είναι προς όφελος όλων και ειδικά εκείνων που μπορούν να λάβουν αποφάσεις, αλλά για κάποιο λόγο έχουν «στηλώσει τα πόδια τους», να συνεχιστεί η ανασκαφή, που είναι τόσο σημαντική για την ιστορία του τόπου και την ολιστική ανάδειξη της ιστορικής συνέχειας της πόλης του Ρεθύμνου. Χρειάζεται να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους, όπως το έκαναν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, και θα βρεθεί το modus vivendi και το modus operandi που θα ικανοποιεί εξίσου όλες τις πλευρές, αλλά κυρίως τους πολίτες της πόλης και του νομού Ρεθύμνου.
Ο θυμόσοφος λαός λέει ότι «τα στερνά τιμούν τα πρώτα», πόσο μάλλον όταν μιλάμε για έναν άνθρωπο που έχει προσφέρει στην επιστήμη και στην πόλη του και τοποθετήθηκε σε μια νευραλγική διοικητική και επιστημονική θέση. Κατανοούμε την κραυγή αγωνίας για τις ανάγκες της υπηρεσίας στο Ρέθυμνο, αλλά αυτό με την κωλυσιεργία στην έγκριση συνέχισης της ανασκαφής, λειτουργεί αυτουπονομευτικά τόσο για το παρόν όσο και για την υστεροφημία. Από την άλλη μεριά ο διάλογος που μπορεί να γίνει και να φέρει αποτελέσματα πρέπει να είναι δεσμευτικός και για τις δύο πλευρές, που οφείλουν, αν υπάρχει θετική εξέλιξη -κάτι που το ευχόμαστε- να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για το κοινό συμφέρον.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να επισημάνουμε, ότι σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα μπορούσαμε ως δημοσιογράφοι, ανέξοδα να βγούμε και να καταγγείλουμε άτεγκτες στάσεις και να ρίξουμε επιπλέον «λάδι στη φωτιά». Ωστόσο, αυτό που μας ενδιαφέρει πρωτίστως είναι να προχωρήσει το έργο και μόνο θετικές θα είναι οι κρίσεις από την κοινή γνώμη για τους πρωταγωνιστές της ανάδειξης ενός επιπλέον σημαντικού αρχαιολογικού χώρου για το Ρέθυμνο, την Κρήτη και την Ελλάδα. Μια υπόθεση που ξεπερνά τα σύνορα προσωπικών εγωισμών. Σε αυτό το πλαίσιο οφείλουμε όλοι να θυμόμαστε ότι «τη γη και το παρόν μας (προσθέτουμε εμείς) την δανειστήκαμε από τα παιδιά μας» όπως λέει η διάσημη ινδιάνικη παροιμία. Κι επειδή είμαστε στην Κρήτη, θεωρούμε ότι έχει έρθει η ώρα για τον λυσιτελή «σασμό»…