Η αυξημένη κίνηση λόγω καλοκαιριού επιδεινώνει το πρόβλημα – Άμεσες λύσεις ζητά από το υπουργείο ο φαρμακευτικός κλάδος
Σε έλλειψη βρίσκονται περίπου τετρακόσια φαρμακευτικά σκευάσματα στο νομό Ρεθύμνου με την πλειοψηφία αυτών να αφορούν σε φάρμακα για διαβητικούς, σκευάσματα για την υπέρταση, αντιβιοτικά και οφθαλμολογικά. Το πρόβλημα επιδεινώνεται στην καρδιά του καλοκαιριού λόγω της αυξημένης τουριστικής κίνησης, που συνεπάγεται αύξηση των αναγκών με τους χρόνια πάσχοντες να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, αφού δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν τη φαρμακευτική τους αγωγή.
Η εκτέλεση μιας ιατρικής συνταγής έχει εξελιχθεί σε γολγοθά για εκατοντάδες ασθενείς που σπεύδουν από φαρμακείο σε φαρμακείο αναζητώντας τα συνταγογραφούμενα σκευάσματα. Είναι πλέον σύνηθες η συνταγή να εκτελείται τμηματικά, εξασφαλίζοντας το ένα κουτί μπαίνοντας στην αναμονή… μέχρι να παραληφθεί νέα παρτίδα.
Η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη παρά τις όποιες προσπάθειες που γίνονται από τους φαρμακοποιούς, τη συνεννόηση με τους γιατρούς και τους ίδιους τους ασθενείς, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι δεύτεροι, όμως, αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Τα γενόσημα σε κάποιο βαθμό αποτελούν λύση, όχι όμως για όλους, αφού αρκετά σκευάσματα δεν διαθέτουν γενόσημα.
Μέσα σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον και έχοντας να αντιμετωπίσουν ένα καίριο ζήτημα, που αφορά τη δημόσια υγεία, οι φαρμακοποιοί κρούουν για πολλοστή φορά το καμπανάκι καλώντας το αρμόδιο υπουργείο Υγείας να σκύψει σοβαρά πάνω στο πρόβλημα. Η απαγόρευση των εξαγωγών για 200 και πλέον σκευάσματα είναι ένα μέτρο, το οποίο, όπως λένε, αν και ενεργοποιήθηκε καθυστερημένα, φέρνει αποτελέσματα όχι ωστόσο τα επιθυμητά. Απαιτούνται σύμφωνα με τους φαρμακοποιούς λύσεις οριστικές, με μακροπρόθεσμο χαρακτήρα. Ο εξορθολογισμός της φαρμακευτικής δαπάνης στο ύψος του πληθωρισμού αποτελεί, σύμφωνα με του ίδιους, μονόδρομο για την διαχείριση του προβλήματος, ενώ παράλληλα υπογραμμίζουν την ανάγκη αξιοποίησης των ψηφιακών εργαλείων, ώστε οι φαρμακοποιοί να ενημερώνουν απευθείας για τις ελλείψεις που υπάρχουν στην αγορά.
Την ασφυκτική κατάσταση που επικρατεί στα φαρμακεία του νομού περιέγραψε στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου, Κώστας Βαρδιάμπασης, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Υπάρχει μια αυξημένη κίνηση τον τελευταίο μήνα λόγω της αύξησης του πληθυσμού. Αυτό συμβαίνει διότι είχαμε που είχαμε το σοβαρό πρόβλημα των ελλείψεων, έχουν κλείσει και οι φαρμακοβιομηχανίες, οπότε δεν έχουν καθόλου στοκ. Είναι καθημερινό φαινόμενο άνθρωποι να μας παίρνουν τηλέφωνο και να μας ρωτάνε εάν έχουμε το τάδε φάρμακο, να μας παρακαλούν να κρατήσουμε το τάδε κουτάκι και πηγαίνει έτσι η υπόθεση. Την ίδια στιγμή, μια στις δύο συνταγές περιέχει ελλειπτικό φάρμακο, το οποίο προσπαθούμε να το καλύψουμε. Έχουμε φτάσει στο σημείο, για παράδειγμα μια συνταγή που να αναγράφει ο γιατρός σύμφωνα με την πάθηση δύο κουτιά από ένα ελλειπτικό φάρμακο, να δίνουν το ένα και να περιμένουμε το δεύτερο. Δηλαδή να γίνεται μερική εκτέλεση της συνταγής. Αυτά τα φαινόμενα πλέον είναι καθημερινά και δεν ξέρουμε πως θα καταφέρουμε να βγάλουμε τον Αύγουστο. Στις περιπτώσεις, όπως στους διαβητικούς, είναι πραγματικά πολύ δύσκολο για τον φαρμακοποιό. Διότι μιλάμε πρώτον για φάρμακα το οποία είναι αναντικατάστατα και δεύτερον, είναι φάρμακα για τα οποία δεν μπορεί να περιμένει η πάθηση, δεν μπορεί να περιμένει ο ασθενής. Δεν μπορεί να μείνει ένας διαβητικός χωρίς ινσουλίνη, δεν μπορεί να μείνει ένας καρδιοπαθής χωρίς το αντιπηκτικό του φάρμακο ή το υπερτασικό του. Καθόλου, ούτε μια μέρα. Σε άλλα φάρμακα που ενδεχομένως υπάρχουν γενόσημα και κάποιες άλλες εναλλακτικές, ναι υπάρχει έλλειψη αλλά κάτι μπορούμε να κάνουμε με κάποια άλλη εναλλακτική».
Παράλληλα πρόσθεσε ότι λόγω καλοκαιριού υπάρχει έξαρση σε ιώσεις και παθήσεις που αυξάνουν τη ζήτηση σε ορισμένα σκευάσματα, τα οποία οδηγούνται σε έλλειψη επίσης: «Την τελευταία εβδομάδα υπάρχει μια έξαρση σε κάποιες παιδικές ιώσεις. Επίσης έχουμε οφθαλμικές λοιμώξεις και εκεί υπάρχει πρόβλημα, καθώς υπάρχει σοβαρή έλλειψη σε κολλύρια και οφθαλμικές αλοιφές. Αυτό είναι το ένα πρόβλημα που δεν αφορά χρόνια πάθηση, αλλά οξεία νόσο. Επίσης, καταγράφονται κάποιες δερματολογικές παθήσεις που έχουμε έλλειψη και στις δερματολογικές αλοιφές, αντιβιοτικές και κορτιζονούχες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κατηγορία ασθενούς ή κατηγορία πάθησης που να μπορούμε να πούμε ότι έχουμε αυτήν τη στιγμή πλήρης επάρκεια. Ενδεικτικά, έχουμε έλλειψη σε μια κατηγορία οξείας πάθησης όπως είναι το τραύμα. Το καλοκαίρι έχει μια ανοδική τάση το τραύμα στο φαρμακείο, είτε λόγω τραυματισμών, είτε λόγω αγροτικών εργασιών και στην ύπαιθρο, είτε λόγω ατυχημάτων που συμβαίνουν με τα μηχανάκια κ.λπ., και είναι γνωστό ότι δεν έχουμε αντιτετανικά εμβόλια. Έχουμε έλλειψη και στον τέτανο και στις αντιβιώσεις. Η επίσημη λίστα του ΕΟΦ, δηλαδή αυτή που παραδέχεται το κράτος και μιλάμε για 270 ελλειπτικά φάρμακα. Τα επισήμως αναγνωρισμένα είναι 270 για όλη τη χώρα. Εδώ μιλάμε όμως για σχεδόν 400 αυτήν τη στιγμή. Δεν είναι λίγα, η κατάσταση δεν είναι εύκολη. Δεν είναι ότι μας λείπουν πέντε – έξι φάρμακα» ανάφερε ο κ. Βαρδιάμπασης και συμπλήρωσε ότι: «δεν είναι δυνατόν η Κρήτη, η οποία τετραπλασιάζει τον πληθυσμό της τον Αύγουστο να παίρνει τα ίδια ελλειπτικά με την Αθήνα, η οποία υποδιπλασιάζει τον πληθυσμό της τον Αύγουστο. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για αυτό. Όταν στο Ρέθυμνο για τον μήνα Αύγουστο παίρνουμε σαν ποσότητες ό,τι ελλειπτικά παίρνουμε και τον Φλεβάρη, άντε και ένα 5% παραπάνω, είναι αδιανόητο. Ποιος τα σκέφτεται αυτά τα πράγματα; Είναι τελείως εκτός πραγματικότητας, είναι άσχετος αυτός που αποφασίζει αυτές τις διανομές».
Επιτακτική η ανάγκη λήψης μέτρων τονίζουν οι φαρμακοποιοί
Οι φαρμακοποιοί τονίζουν ότι το πρόβλημα είναι σοβαρό και για τη διαχείρισή του απατούνται ριζικές λύσεις. Η απαγόρευση των εξαγωγών όπως λένε είναι ένα προσωρινό μέτρο που λειτουργεί μεν, δεν λύνει οριστικά το πρόβλημα δε. Ο φαρμακευτικός κλάδος επισημαίνει ότι λύση θα δοθεί με τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης:
«Πολύ φοβάμαι ότι θα έρθει η στιγμή που θα υπάρξει ασθενής που θα γυρίσει όλα τα φαρμακεία του νομού και δεν θα καταφέρει να βρει το φάρμακό του. Αυτήν τη στιγμή γυρίζει έξι – επτά φαρμακεία για ν βρει το φάρμακό του, θα έρθει η στιγμή που δεν θα υπάρχει τίποτα εάν συνεχίσουμε έτσι. Το μέτρο της απαγόρευσης των εξαγωγών είναι το μοναδικό που έχει πάρει η πολιτεία. Εμείς έχουμε τονίσει εξαρχής ότι απαιτείται, εξορθολογισμός της φαρμακευτικής δαπάνης τουλάχιστον στα επίπεδα του πληθωρισμού».
Ο ίδιος εξηγεί ότι τα φάρμακα, τα οποία είναι ελλειπτικά, είναι σε πολύ χαμηλή τιμή από 1 ευρώ μέχρι 4 ευρώ. Η κατηγορία αυτή ανέρχεται στο 35% των σκευασμάτων «δηλαδή παραπάνω από το 1/3 των φαρμάκων έχουν τιμή το κουτάκι έως 5 ευρώ, με μέση τιμή τα 2,30 ευρώ- αυτό σημαίνει ότι παραπάνω από το 1/3 των φαρμάκων στη χώρα κοστίζουν όσο ένα κουτάκι τσίχλες. Αυτά τα φάρμακα θα εξαφανιστούν τελείως. Το αποτέλεσμα θα είναι, να συνταγογραφεί ο γιατρός εξ ανάγκης και όχι από ιατρική επιλογή ή για φαρμακολογικούς λόγους, αλλά πολύ απλά επειδή δεν θα υπάρχει πια το φτηνό άλλα αξιόπιστο φάρμακο. Έτσι θα συνταγογραφούνται νεότερες θεραπείες πολύ ακριβότερες. Για παράδειγμα ένα αντιεπιληπτικό φάρμακο το οποίο έχει σχεδόν εξαφανιστεί, το οποίο έχει λιανική τιμή 4,10 ευρώ, όταν πια δεν θα το βρίσκουμε καθόλου, (αυτήν τη στιγμή το μέσο φαρμακείο μπορεί να βρει ένα κουτάκι τον μήνα όταν ο επιληπτικός ασθενής μπορεί να χρειάζεται δύο, τρία και τέσσερα κουτιά τον μήνα), η επόμενη εναλλακτική επιλογή του νεότερου φαρμάκου κοστίζει 107 ευρώ. Ποιος θα επιβαρυνθεί λοιπόν; Δεν θα επιβαρυνθεί το κράτος, δεν θα επιβαρυνθεί ο ασθενής; Άρα μιλάμε για εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης. Εάν το φάρμακο των 4 ευρώ κοστίσει 5 ευρώ, τότε ενδεχομένως να μπορεί να κρατηθεί και να παραμείνει στην ελληνική αγορά. Να βάλει νερό στο κρασί της η φαρμακοβιομηχανία και να πει εντάξει, μπορεί να μην έχει κέρδος αλλά τουλάχιστον θα το συγκρατήσει στην ελληνική αγορά. Οπότε το ένα μέτρο είναι ο εξορθολογισμός της φαρμακευτικής δαπάνης τουλάχιστον στα επίπεδα του πληθωρισμού, διότι θα εξαφανιστούν όλα τα φτηνά φάρμακα και οι αμέσως επόμενες επιλογές είναι με σχεδόν δεκαπλάσιες τιμές. Εκεί θα καταλήξουμε και θα την πληρώσει και ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ και οι ασθενείς από την τσέπη τους».
Παράλληλα οι φαρμακοποιοί τονίζουν την ανάγκη να ενημερώνουν οι ίδιοι (οι φαρμακοποιοί) για τις ελλείψεις των φάρμακων, καθώς όπως λένε σήμερα αυτό μπορεί να γίνει μόνο κατόπιν καταγγελίας στον ΕΟΦ: «Είναι αδιανόητο, και για την κυβέρνηση, η οποία πράγματι έχει μια πρόοδο στην ψηφιακή εποχή, να μην μπορώ εγώ σαν φαρμακοποιός ή ως φαρμακευτικός σύλλογος, δηλαδή ως φορέας, να δηλώσω επίσημα την έλλειψη ενός φάρμακου, αλλά να πρέπει να κάνω καταγγελίες στον ΕΟΦ. Θα μπορούσε μέσα από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, με ψηφιακά εργαλεία να δηλώνει ο φαρμακοποιός την έλλειψη των σκευασμάτων. Τώρα η έλλειψη δηλώνεται με καταγγελίες. Ενημερώνουμε τον Φαρμακευτικό Σύλλογο, ο οποίος μαζεύει τις ελλείψεις, τις στέλνει στον ΕΟΦ, φωνάζουμε. Αυτό γίνεται. Με τον τρόπο αυτό όμως δεν ενημερώνεται ο γιατρός. Όταν ο γιατρός συνταγογραφήσει μια αντιβίωση δεν μπορεί να ξέρει εάν αυτή αντιβίωση υπάρχει ή δεν υπάρχει. Θα πάρει τη συνταγή ο ασθενής, θα γυρίσει όλα τα φαρμακεία και μετά θα ξανά γυρίσει πίσω στον γιατρό και θα πει «γιατρέ δεν τη βρήκα». Η επικοινωνία μας με τους γιατρούς είναι σε επίπεδο φορέα ή τηλεφωνικά. Μας παίρνει τηλέφωνο ο γιατρός και μας ρωτάει τι υπάρχει για να το γράψει. Επομένως, χρειάζονται ψηφιακά εργαλεία που δεν έχουν κανένα κόστος, υπάρχει τρόπος να γίνουν και το ότι δεν γίνονται είναι ύποπτο. Χρειάζεται εξορθολογισμός της φαρμακευτικής δαπάνης. Χρειάζεται συνέχιση της απαγόρευσης των εξαγωγών. Χρειάζεται σοβαρή αντιμετώπιση της αγοράς σε επίπεδο γεωγραφικής κατανομής», τόνισε ο κ. Βαρδιάμπασης.