Του ΜΑΝΟΛΗ ΠΕΤΡΑΚΗ*
Δεν μιλάει κανείς, αφού όλοι τώρα μιλάνε γι’ αυτούς που περάσανε…
Πού περάσαν, πώς περάσαν, πότε θα πάνε εκεί που περάσαν…
Και για σένα κανείς, λες κι εσύ ανήκεις, ή θα ανήκεις σε μια άλλη κατηγορία παιδιών με μειωμένα πλέον όνειρα, έλλειψη προσδοκίας ανέμελης ζωής, ελπίδας για ένα όμορφο μέλλον…
Κι αυτοί που περάσαν, όπου περάσαν κι όπως περάσαν, που τους ακούς πια πρωί μεσημέρι βράδυ (κάτι σαν αντιβίωση δηλαδή) κυρίως από τους γονείς τους που μοιάζουν πλέον σαν σκεπάρνια γύφτικα από περηφάνια, αυτοί λοιπόν που περάσαν, σαν να ‘γίναν ξαφνικά κάτι άλλο μετά την τζίφρα του εξεταστή (ή ιεροεξεταστή) που τους έμπασε όπου τους έμπασε, και σαν να μεταλλάχτηκαν ξαφνικά σε κάτι σαν φευγιό που σ’ αφήνει πλέον μόνο, να πρέπει να παλέψεις από τώρα για μια ζωή, που για κείνους μοιάζει μακρινή και εύκολη…
«Ενδεικτικό Δημοτικού», ο Χρόνης Μίσσιος έλεγε πως δεν είχε… Πως έμαθε γράμματα στη φυλακή από τις σακούλες που κατά καιρούς έβλεπε, κι έγραφαν για παράδειγμα «π» και «α» «πα», «τ» και «α» «τα», και πάλι «τ» και «α» «τα», δηλαδή όλο μαζί: «πατάτα»!
Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος παιδί μου, όντας μελλοθάνατος, καταδικασθείς εις θάνατον για τις πολιτικές του ιδέες από 15 ετών, εξόριστος όπου υπήρχε εξορία, βασανισμένος με κάθε είδους βασανιστήρια, από ανθρώπους που, ή τα διέτασσαν ή τα ανέχονταν (και που στην συντριπτική τους πλειοψηφία, κι αυτοί είχαν περάσει κάπου), έ λοιπόν αυτός ο άνθρωπος παιδί μου έγινε τελικά (σε αντίθεση με τα παραπάνω ανθρωπάκια), ένας από τους μεγαλύτερους διανοητές και φιλοσόφους της σύγχρονης ιστορίας, και διάβασε σε παρακαλώ: το «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς», το «Χαμογέλα ρε τί σου ζητάνε;», το «Το κλειδί είναι κάτω απ’ το γεράνι», το «Τα κεραμίδια στάζουν», κι ας μην τα βάλαν άλλα, επίσης ανθρωπάκια, στη διδακτέα ύλη σου.
Αυτός ο άνθρωπος παιδί μου σε παρότρυνε: «να παραμείνεις παιδί»! Να μην χάσεις την αθωότητα, τον αυθορμητισμό, τα όνειρά σου. Να ζήσεις, να απολαύσεις, να χορτάσεις αυτή τη ζωή που, όπως έλεγε, «μας δίνεται άπαξ», και να μη δεχτείς παιδί μου κανέναν αυτή τη ζωή σου να την μετατρέψει προς ίδιον όφελος σε «ζωούλα», κι εσένα έναν ασήμαντο διαβάτη της που δεν θα ζεις αλλά μονάχα θα υπάρχεις.
«Όνειρα» θα μου πεις, κι ίσως δικαιολογημένα παιδί μου μα να ξέρεις τελικά πως ο μόνος τρόπος να δεις πραγματικά τα όνειρά σου, είναι να τα κυνηγάς κι όχι να κοιμάσαι.
Γιατί παιδί μου αν τελικά παραδοθείς σ’ αυτήν την κούραση, σ’ αυτήν την μιζέρια, σ’ αυτήν την ανασφάλεια που φέρνουν σήμερα ή ανέχονται (σαν και τότε), αυτά τα δήθεν μορφωμένα ανθρωπάκια, τότε παιδί μου απλά σ’ αυτή τη ζωή θα ανήκεις εσκεμμένα στους ηττημένους, ακριβώς όπως σε παρουσιάζουν σήμερα κάποιοι.
Κι όσο παιδί μου γι’ αυτούς που πέρασαν και τα γύφτικα σκεπάρνια τους γονείς τους…; Μα εάν δεν κατάλαβαν τίποτα απ’ τα παραπάνω, ας μείνουν μ’ αυτή την επιτυχία και την περηφάνια τους, να καμαρώνουν δηλαδή με την ανοχή τους γι’ αυτήν την άθλια διάκριση παιδιών, που ονομάζουν «πανελλήνιες».
Ο Μανόλης Πετράκης είναι δικηγόρος Ρεθύμνου