Οι εξαγωγές τροφίμων αυξήθηκαν τον Ιούνιο κατά 13% – Η πιο μεγάλη αύξηση καταγράφεται στην κατηγορία του ελαιόλαδου σε ποσοστό 135%
Αύξηση 6%, χωρίς να συμπεριληφθούν τα πετρελαιοειδή, καταγράφουν οι ελληνικές εξαγωγές το πρώτο εξάμηνο του έτους σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Μάλιστα, η άνοδος των εξαγωγών βασίζεται στα τρόφιμα, τα οποία αυξήθηκαν τον Ιούνιο κατά 13%.
Τα ελληνικά εξαγώγιμα τρόφιμα και ποτά αντιμετωπίζονται από την παγκόσμια αγορά ως πρώτης ποιότητας σχεδόν σε όλους τους κλάδους, με αποτέλεσμα να ξεπερνούν τα τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 25,4%.
Η πιο μεγάλη αύξηση καταγράφεται στην κατηγορία του ελαιόλαδου σε ποσοστό 135%, με την αξία να αυξάνεται μέσα σε μόλις πέντε μήνες κατά 506 εκατομμύρια ευρώ, φτάνοντας τα 882 εκατομμύρια ευρώ.
Στα παρασκευάσματα λαχανικών και φρούτων η αξία των εξαγωγών ανήλθε στα 577 εκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 10,6%, ενώ στους καρπούς και τα φρέσκα φρούτα έφτασε στα 592,7 εκατομμύρια ευρώ – 111,4 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Οι μεταποιητές
«Η αύξηση των εξαγωγών τροφίμων και συνολικά των ελληνικών εξαγωγών τους πρώτους μήνες του έτους αποδεικνύει ότι η συστηματική προσπάθεια και ο σχεδιασμός από τους Έλληνες παράγωγους και μεταποιητές αφενός και η ταυτόχρονη επιθετική πολιτική από την οικονομική διπλωματία η οποία ανοίγει νέες αγορές αφετέρου, οδηγεί τα ελληνικά προϊόντα σε περίοπτη θέση σε όλες της αγορές του κόσμου. Η προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί και τα μέτρα της κυβέρνησης να στοχεύουν στην ενίσχυση της εξωστρέφειας τόσο από τις μεγάλες, όσο και από τις μικρές επιχειρήσεις και τους συνεταιρισμούς» δήλωσε ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ, κ. Γιάννης Μασούτης.
Οι προβλέψεις
Αισιόδοξες όμως είναι οι πρώτες εκτιμήσεις του υπουργείου Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών (USDA), οι οποίες προβλέπουν ότι η παραγωγή θα αυξηθεί στην Ευρώπη και την Τυνησία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτές εκτιμάται ότι, η παγκόσμια παραγωγή ελαιόλαδου αναμένεται να ανακάμψει την ερχόμενη καλλιεργητική χρονιά 2023/24, με το USDA να προβλέπει ότι η παραγωγή θα φτάσει τους 3,2 εκατ. τόνους το 2023/24, σημειώνοντας αύξηση κατά 24% σε σύγκριση με την ιστορικά χαμηλή συγκομιδή του περασμένου έτους και σχεδόν ισοδύναμο με τον μέσο όρο πενταετίας των 3,14 εκατομμυρίων τόνων.
Παράλληλα, εκτιμάται ότι η ΕΕ θα παράγει 2,03 εκατ. τόνους το 2023/24, από 1,50 εκατ. τόνους το 2022/23 και θα υπερβαίνει ελαφρώς τον μέσο όρο της πενταετίας των δύο εκατ. τόνων. Αυξημένες κατά 7% αναμένονται – σύμφωνα με τις ίδιες προβλέψεις, οι παγκόσμιες εξαγωγές, ενώ οι ευρωπαϊκές εκτιμάται ότι θα αυξηθούν στους 750.000 τόνους, από 588.500 τόνους το 2022/2023.
Το σίγουρο είναι ότι η αναμενόμενη ανάκαμψη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις συνθήκες ανθοφορίας και τα επίπεδα βροχόπτωσης την άνοιξη και το φθινόπωρο, αλλά και τις δεδομένες συνέπειες από τους συνεχιζόμενους καύσωνες.