Αναφορά στη δράση τους πριν από τον πόλεμο του ’40 όπου κι εκεί μεγαλούργησαν
Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις στα άδυτα της τοπικής ιστορίας θα συναντήσεις και κάποιον Σαρρή. Οικογένεια από τις πιο φημισμένες με άντρες που δεν σκιάχτηκαν τον κίνδυνο και ήταν πάντα πρωταγωνιστές σε κορυφαίες επαναστάσεις ενάντια σε κάθε κατακτητή.
Σύμφωνα με τον Ανδρέα Μιχ. Σαρρή, οι Σαρρήδες κατάγονται από τους Λάκκους Κυδωνίας. Η παρουσία τους είναι αισθητή από τα βάθη των αιώνων. Κάποιος Αντώνιος Σαρρής φαίνεται να σπούδασε το 16ο αιώνα στη Ρωσία.
Ο εγγονός του με το ίδιο όνομα, που έζησε τον 17ο αιώνα, δημιούργησε ομάδα να συνδράμει το αντάρτικο και λημέριασε στο βουνό, παρέχοντας ασφάλεια σε κάθε κυνηγημένο και αδικημένο συντοπίτη του. Επειδή είχε κάνει τη σημαία του σαρίκι τον έβγαλαν «Σάρρηκα». Άνθρωποι της μάχης και του αγώνα ζώντας κάτω από σκληρές συνθήκες ήταν φυσικό να είναι πάντα γεμάτοι από κοκκινόχωμα. Από την εικόνα που παρουσίαζαν ονομάστηκαν «Κόκκινοι».
Ο «Σάρρηκας» κείνους τους δίσεκτους καιρούς είχε αναπτύξει μεγάλη φιλία με τον Δασκαλογιάννη. Έσμιγαν κατά καιρούς στα λιμέρια τους σε χαροκόπι. Κι εκεί με το άκουσμα της λύρας χορεύοντας ξεχνούσαν για λίγο την αντάρα της μάχης.
Όταν απέτυχε η επανάσταση και ο Δασκαλογιάννης είχε το φρικτό τέλος που γνωρίζουμε, μετακινήθηκαν και οι Σαρρήδες διωκόμενοι και λιμέριασαν στην περιοχή Άγιου Μάμα, Αραβάνες που έχει πάνω από εκατό σπηλιές. Η παρουσία των Σαρρήδων επιβεβαιώνεται από μνήματα και άλλα αξιόπιστα ίχνη που βρέθηκαν και καταγράφηκαν.
Ο Αντώνιος Σαρρής, (1748-1838) μετά το μαρτύριο του Δασκαλαογιάννη, συνεχίζει την επαναστατική του δράση στην περιοχή των Αραβάνων και του Αγιομαμίτικου Αοριού όπου και το όνομα του βουνού «Σάρχος». Το 1784, παίρνει για σύζυγο μια κοπέλα από την οικογένεια των Μιχελήδων, που αργότερα ονομάστηκαν Μαθιουδάκηδες και απέκτησε έξι γιους και μια κόρη. Τον Γιάννη το 1786 τον Φραγκιά το 1788, τον Μιχάλη το 1792, τον Στεφανή το 1794, τον Γιώργη του 1796, τον Κυριάκο το 1798 και τη Χαρίκλεια το 1780.
Σαρρής και φρόνιμος μπροστά σε τόσες τουρκικές θηριωδίες δεν γίνεται. Έτσι κι αυτός ο νοικοκύρης του Αγίου Μάμα ο Αντώνης Σαρρής, το 1798, σφάζει τον αγά του Αγίου Μάμα. Ιμπραήμ και με το ψευδώνυμο «Κόκκινος» παίρνει την οικογένειά του και πηγαίνει στην Κράνα όπου μένει μέχρι το 1821.
Με το φούντωμα της επανάστασης ο γιος του Αντώνη ο Γιάννης σκότωσε με το σκούλο του μαναριού ένα Τούρκο στο Δισκούρι, και αναγκάζεται η οικογένεια να επιστρέψει στον Άγιο Μάμα. Τώρα μάλιστα εξαιτίας και του φονικού απέκτησαν και το παρατσούκλι « Σκουλομαχάδες».
Ο Γιάννης Αντωνίου Σαρρής που γύρισε στον Άγιο Μάμα πήρε γυναίκα από τους Μανωλιούδηδες (αργότερα ονομάστηκαν Ρούσσηδες) και έκαμε δυο γιους τον Αντώνη το 1828 και τον Κώστα το 1838. Και οι δυο παρέμειναν στον Άγιο Μάμα.
Ο παππούς του Σαρρηδαντώνη που ασχολήθηκε με τις ρίζες της οικογένειας, Σαρρηδαντώνης κι αυτός πήρε στα 1850 τον αδελφό του τον Κώστα και ικανό οπλισμό από τις προμήθειες που έφταναν στο Μπαλί και έκαμε ομάδα στις Αραβάνες. Και στην επανάσταση του 1866, καπετάνιος σωστός, στάθηκε απέναντι στον Μουσταφά Πασσά. Διακρίθηκε μάλιστα στη Μάχη του Μαρουλά.
Αξίζει να αναφέρουμε διεξοδικά στη συνέχεια, μια ακόμα ηρωική μορφή που διακρίθηκε για τα πολλά ανδραγαθήματα σε μεγάλες μάχες.
Ήταν ο Κωνσταντίνος Σαρρής ή Τσαούσης, όπως ήταν το προσωνύμιό του, αγωνιστής των κρητικών επαναστάσεων του 1866, του 1878, του 1889 και του 1896.
Γεννημένος το 1846, συνήθισε τη μυρωδιά του μπαρουτιού πολεμώντας με τους άλλους του σογιού του. Και μάλιστα στα 20 μόλις του χρόνια έγινε ο σημαιοφόρος των αγωνιστών της περιοχής του στη μεγάλη επανάσταση του 1866-69. Τη σημαία όχι μόνο την τίμησε αλλά και για το υπόλοιπο της ζωής του έφερε στο ένα του χέρι τραύμα που προκλήθηκε όταν την ύψωσε υπερήφανα για να προκαλέσει τους Τούρκους. Ήταν στη μάχη στη θέση «Χαράκα» του Μαρουλά. Ο αγωνιστής πήρε τη σημαία στα χέρια του και την ύψωσε προς το μέρος των Τούρκων. Τότε εκείνοι πυροβόλησαν προς το μέρος του και τον τραυμάτισαν στο χέρι με το οποίο την ύψωσε.
Σύμφωνα με επικηδείους του (19 Οκτωβρίου 1928) που περιέχονται σε σχετικό αφιέρωμα της εφημερίδας Πατρίς (Ηρακλείου) γεννήθηκε στον Άγιο Μάμα το 1846 (κατ’ άλλους 1847). Οι γονείς του πάπτωχοι αλλά πλούσιοι σε ηθικές αξίες και πατριωτισμό του δίδαξαν παράδοση και το χρέος κάθε Κρητικού απέναντι στη λευτεριά.
«Είχεν πολύ ανεπτυγμένην την προς την πατρίδα αγάπην, την αγάπην προς την θρησκείαν, προς τους συγγενείς και φίλους, ήταν φίλος των καλών πράξεων, φιλόξενος, φιλαλήθης, φιλοδίκαιος, τολμηρός, άφοβος ατρόμητος, ριψοκίνδυνος και μετά ζήλου ενδιαφερόμενος εις τα Γενικά της πατρίδος ζητήματα .
Τοιούτος ων έγινεν αντιληπτός από νεαρωτάτης ηλικίας εις όλην την περιφέρειαν και δια τούτο ότε εξερράγη η επανάστασις του 1866 και εζητείτο σημαιοφόρος εις το επαναστατικόν σώμα του διαμερίσματος τούτου όλοι έστρεψον τα όμματα προς τον Κώσταν Σαρρήν ως νέον ευσταλή, τολμηρότερον μεταξύ άλλων και τω ανετέθη η τιμή να λάβη ανά χείρας την σημαίαν του σώματος. Και πράγματι μετά προθυμίας και τόλμης ταύτην εις τους στιβαρούς βραχίονας του και μεθʼ υπερηφανείας και δόξης περιήγε αυτήν εις όλα τα πεδία των μαχών. Εις μίαν μάλιστα των μαχών του αγώνος ευρεθείς μετʼ άλλων αντιμέτωπος των Τούρκων απέναντι του Μαρουλά και εις θέσιν Χαράκα, έστησε προκλητικώτατα την σημαίαν εις καταφανή θέσιν. Και οι Τούρκοι μαινόμενοι εκ της προκλήσεως επυροβόλουν διαρκώς προς την σημαίαν, οπότε σφαίρα εχθρική ευρήκε τον βραχίονα του κρατούντα καρτερικώς την σημαίαν και τον επλήγωσε. Την ουλήν του τραύματος τούτου φέρει σήμερον ένθα κατήρχεται εις τον τάφον ως παράσημον τιμητικόν ανδρείας και γενναιότητος.
Αλλά και εις τας μετά ταύτας επαναστάσεις του ʼ78-ʼ89 και ʼ96, μέχρις απελευθερώσεως δηλαδή της Κρήτης έλαβε μέρος από την πρώτην γραμμήν.
Η πατρίς τιμώσα αυτόν ου μόνον τίτλους, στρατιωτικά αξιώματα οπλαρχηγού και αρχηγού τω απένειμε, αλλά και εις τον κατάλογον τον τιμητικόν των παλαιών αγωνιστών τον κατέταξε και σύνταξιν τινα προς ηθικήν αμοιβήν τω εχορήγει. Αλλά και μετά την χορήγησιν εις τους χριστιανούς του δικαιώματος όπως αναμειγνύοωνται εις τα της Διοικήσεως και εζητήθησαν πρόσωπα κατάλληλα προς φρούρησιν της Δημοσίας Τάξεως και ασφαλείας, εις τούτον εστράφη η προσοχή των αρμοδίων δια το διαμέρισμα του Μυλοποτάμου ώστε διωρίσθη Σταθμάρχης με τον βαθμόν του ενωματάρχου ή τσαούση εις την Τουρκικήν, εξ ού τον επώνυμον νʼ ακούηται «ο Τσαούσης».
Εις γάμον ήλθεν μετά συζύγου εναρέτου, πολλών προτερημάτων πεπροικισμένης και απέκτησαν πέντε υιούς».
Ο Φραγκιάς Σαρρής, γύρισε στον Άγιο Μάμα και έκαμε τρεις γιους: Τον Γιάννη που πήγε στην Αλφά, τον Νικολή, που βρέθηκε με τους Παττσολήδες και τον Μανόλη που πήγε στις Κουρούτες.
Ο Μιχάλης έμεινε στην Κράνα και δεν επέστρεψε στον Άγιο Μάμα.
Ο Στεφανής πήγε στο Μπραχίμο και έκαμε δυο γιους τον Γιάννη που πήγε στη Δαμάστα και και τον Γιώργη που έμεινε στο Μπραχίμο. Ο Γιώργης πήγε στις Καμάρες με το όνομα Σαρρηδάκης και οι απόγονοί του έμειναν εκεί. Αργότερα έφθασαν μέχρι τη Νεάπολη.
Ο Κυριάκος πήγε στο Χουμέρι όπου έμειναν και οι απόγονοί του.
Ο Αντώνιος Σαρρής, το 1824 σε ηλικία 76 χρόνων και με το ψευδώνυμο Αντώνιος Λούσκος ανέλαβε γενικός αρχηγός στη μάχη στις Κακοπέρατες.
Τρακόσιοι Τούρκοι νεκροί ήταν ο απολογισμός αυτών των μαχών. Αναφέρει η λαϊκή μούσα:
«Ο Λούσκος τους περίμενε
Τους έστησε καρτέρι
Κι από τσι Κακοπέρατες
Ξεκίνησε το ασκέρι
Και ο Πασάς καυχήθηκε
Γκιαούρη δε αφήνω
μα κρεμασμένος βρέθηκε
απάνω σ’ ένα πρίνο
Ο «Λούσκος» πέθανε το 1838 σε ηλικία 90 χρόνων.
Ενεργός συμμετοχή στο Αρκάδι
Ας επιστρέψουμε όμως στη δράση του Αντωνίου Σαρρή κατά την επανάσταση του 1866.
Παραμονές του Ολοκαυτώματος του Αρκαδίου ο Σαρρηδαντώνης έσμιξε με τα πρώτα του ξαδέλφια που κατέβαιναν να πολεμήσουν στο Αρκάδι ακολουθώντας τον Κουβο. Στο κάλεσμά τους να τους ακολουθήσει κι ενώ πετάριζε η καρδιά του, ζήτησε να τον κατανοήσουν επειδή ήταν πρωτοκούμπαρος σε ένα γάμο. Θα στεφάνωνε το αντρόγυνο και θα πήγαινε να τους συναντήσει. Εκείνες τις εποχές το να δώσεις τον λόγο σου ήταν πιο ιερό και από το ιερότερο ζήτημα.
Τα ξαδέλφια του συνέχισαν τον δρόμο τους και φθάνοντας στο μοναστήρι κατάφεραν να μπούμε από το Βοσκοκέλι, το μικρό πορτάκι.
Όπως το υποσχέθηκε ο Σαρρηδαντώνης, μετά τη στεφάνωση, τράβηξε κατευθείαν στο Αρκάδι. Έφθασε όμως, δυστυχώς, τρεις ώρες μετά το ολοκαύτωμα.
Το 1868 ο Αντώνης Σαρρής, παντρεύτηκε την Χαρίκλεια Μαθιουδάκη, ένα ορφανό κορίτσι με κουμπάρο τον Κυριμονικόλα με τον οποίο είχαν σιμμισακά πρόβατα.
Το 1871 απέκτησε ένα γιο τον Ιωάννη που έστειλε στο Κρυφό σχολειό στο Μελιδόνι, κι έγινε δάσκαλος. Το 1878 απέκτησε τον Μιχάλη, τον πατέρα μετέπειτα του ερευνητή της οικογένειας με νονό και πάλι το Κυριμονικόλα.
Ο αδελφός του Σαρρηδαντώνη ο Κώστας πήρε του Άρχοντα την κόρη και απέκτησε τέσσερις γιους. Από αυτούς οι δυο έγιναν στρατιωτικοί, ο ένας δικηγόρος και ο Γιώργης συμβολαιογράφος. Γεγονός είναι ότι ο πεθερός του δεν φάνηκε τόσο πρόθυμος να του τη δώσει αλλά ο επιμένων νικά. Κι αν θέλει η νύφη κι ο γαμπρός ….
Με την πάροδο των χρόνων οι Σαρρήδες εξακολουθούν να διασκορπίζονται και από παρατσούκλια να αποκτούν άλλα γνωστά σήμερα επίθετα.
Για παράδειγμα ένας δάσκαλος του σογιού, διορισμένος στο Ρέθυμνο, το 1910, επειδή οι Τούρκοι δέχονταν να γράφονται τα παρατσούκλια ως επίσημα επίθετα, αρκεί να κατέληγαν σε «ακης» έγραψε όλους τους Σαρρήδες «Σαρρηδάκηδες». Μα όταν υπηρετούσε στην εκπαίδευση στο Ρέθυμνο τον ενοχλούσε το « άκης» στη γενιά του και τους ξανάγραψε «Σαρρήδες». Επίσης οι Κόκκινοι διατήρησαν το όνομά τους στα Λιβάδια. Όσοι επίσης από τον Άγιο Μάμα πήγαν σε άλλες περιοχές να κατοικήσουν έμειναν να ακούγονται Σαρρηδάκηδες Με το να αποκτούν πολλούς γιους έχουμε από το ίδιο σόι αρκετούς και στην άλλη Ελλάδα. Ο ιστορικός ερευνητής της οικογένειας συνάντησε Σαρρήδες στην Πελοπόννησο αλλά και στα Χανιά. Και διαπίστωσε ότι είναι από το ίδιο σόι.
Εκτός από πολέμους οι Σαρρήδες διακρίνονταν και σε κρίσιμες υποθέσεις όπου αναλάμβαναν μέχρι και να «ξεμπερδέψουν» ζώα. Δείγμα της εκτίμησης που έτρεφε ο κόσμος.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει στην εργασία του ο Ανδρέας Μ. Σαρρής. Όταν ένας σκύλος δάγκωσε τον πατέρα του, τον παίρνει αμέσως ο αδελφός του ο δάσκαλος και τον φέρνει στην Αθήνα για να προλάβει το ενδεχόμενο της λύσσας. Όπως περίμενε σε μια μεριά του νοσοκομείου να βγουν οι εξετάσεις ακούει το όνομά του από ένα θάλαμο. Πλησιάζει και βλέπει έναν να του ζητά γνωριμία. Κι όταν συστηθήκανε ο άλλος ένας Σφακιανός τον αγκάλιασε και τον φίλησε συγκινημένος επαναλαμβάνοντας με ευγνωμοσύνη που του είχε «ξεμπερδέψει» αρκετές αίγες.
Κάποιος άλλος πάλι Σαρρής, Μιχάλης λεγόταν είχε του παππού του τη φωνή. Υπάρχει κι ένα περιστατικό που δείχνει πόσο δυνατή ήταν.
Μια μέρα που ξεδιάλεγε τα ζώα του από τη Μεσαν ή Χαλέπα και τα έφερνε στις Αραβάνες, έχασε τους τράγους στο Αρκάδι. Βγαίνει λοιπόν στα τρουλλιά του μοναστηριού και φώναζε των Τριποδιανών εάν τους είδαν. Τον άκουσαν οι Μετοχιανοί από την Τραμιθέ στα Τρία Φαράγια, και του μήνυσαν σχετικά. Όταν πήγε να τα πάρει του είπαν πως τον είχαν ακούσει αλλά η δική τους φωνή δεν έφτανε ως αυτόν. Γι’ αυτό και του μηνύσανε να πάει να πάρει τα χαμένα ζώα του.
Ο σπουδαίος γάμος του Μιχάλη Σαρρή
Ο Μιχάλης Σαρρής παντρεύτηκε το 1913. Ο γάμος του είχε 80 κουμπάρους (!!!) και το γλέντι κράτησε από την μια Τετάρτη έως την άλλη.
Έκανε έξι γιους και τρεις κόρες. Γιος του ήταν ο Ανδρέας που μας δίνει τα περίφημα αυτά στοιχεία για την οικογένεια. Ο Αντώνης του που γεννήθηκε το 1914, όταν τον κάλεσαν να πολεμήσει στον Ελληνοιταλικό πόλεμο, ζήτησε να τον στείλουν στην πρώτη γραμμή. Και πάλι δεν έμενε ικανοποιημένος. Μια μέρα παίρνοντας πρωτοβουλία να προχωρήσει τρακόσια μέτρα σε μια επικίνδυνη πλαγιά, αιχμαλώτισε εννιά Ιταλούς, τους ανέβασε μόνος του στην κορυφή και τους παρέδωσε στον λοχαγό του Λίτινα.
Το αφιέρωμά μας συνεχίζεται.
Πηγές:
Ανδρέα Μ. Σαρρή: «Ο Σαρρηδαντώνης» (ανέκδοτο)
Πατρίς: Ο σημαιοφόρος του Αγίου Μάμαντα στην επανάσταση του 1866
Ρεθεμνιώτικα Νέα: Κωνσταντίνος Σαρρής ή Τσαούσης
Ευχαριστίες θερμές στην οικογένεια Σαρρή για την ευγενική τους άδεια να μελετήσουμε τα αρχεία της οικογένειας από το 1700 μέχρι τις μέρες μας.