«Πώς θα βάλω όρια στο παιδί μου;», «Τι να κάνω αφού δεν με ακούει;», «Πώς μπορώ να περιορίσω το χρόνο που καταναλώνει στις οθόνες, χωρίς θυμό και νεύρα ή άλλες ακραίες αντιδράσεις;», «Πώς θα χτίσω μια σχέση εμπιστοσύνης με το σύντροφο και τα παιδιά μου;». Τα παραπάνω είναι μερικά από τα ερωτήματα των πολιτών που απευθύνονται στο Κέντρο Πρόληψης Ρεθύμνου ζητώντας τη βοήθεια και τη συμβουλή του επιστημονικού προσωπικού, προκειμένου να θέσουν όρια και να εξασφαλίσουν ισορροπημένες και υγιείς οικογενειακές σχέσεις. Το θέμα των ορίων στα παιδιά ήδη από τη μικρή ηλικία, αλλά και αργότερα στην εφηβεία φαίνεται πως είναι αυτό που κυριαρχεί το τελευταίο διάστημα. Ο εγκλεισμός που έφερε η πανδημία άλλαξε τα δεδομένα και τις ισορροπίες σε πολλές οικογένειες που πλέον συναντούν δυσκολίες στην καθημερινότητά τους.
Τα «Ρ.Ν.», συνομίλησαν με την επιστημονικά υπεύθυνη του Κέντρου Πρόληψης Ρεθύμνου, Νίκη Μπογά, που αναφέρεται στα ζητήματα που απασχολούν πολλές, ολοένα και πιο συχνά, τις οικογένειες, που ζητούν σχετική συμβουλευτική υποστήριξη από το Κέντρο Πρόληψης Ρεθύμνου: «Γενικότερα το θέμα με τους γονείς είναι ότι υπάρχει μια σύγχυση στην εποχή μας σε σχέση με το ποια είναι η υγιής οριοθέτηση του παιδιού. Εκεί που πριν λίγα χρόνια είχαμε αυταρχικούς γονείς, τώρα έχουμε τους «επιτρεπτικούς» γονείς, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα μεγάλο μπέρδεμα για το τι είναι αποδεκτό για τα παιδιά και τι δεν είναι. Οπότε πλέον μιλάμε για γονεϊκή επιτρεπτικότητα, που μπερδεύει τα παιδιά, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν συμπεριφορές «αντικοινωνικές», που δεν είναι κοινωνικά αποδεκτές. Υπάρχουν γονείς που απελπίζονται και σηκώνουν τα χέρια ψηλά χωρίς να καταλαβαίνουν ποιο είναι τελικά το πρόβλημα. Οπότε στο Κέντρο Πρόληψης, δουλεύουμε πάρα πολύ, στο να ξεκαθαρίσουμε τελικά ποια είναι η υγιής οριοθέτηση και να πείσουμε πλέον πια το πόσο ανάγκη έχουν τα παιδιά από την υγιή οριοθέτηση, για να γνωρίσουν οι γονείς ποιες πράξεις είναι αποδεκτές, ποιες όχι, ποιες είναι οι συνέπειες των πράξεων αυτών σε σχέση με τον εαυτό τους, με το κοινωνικό σύνολο και να μην τα βαπτίζουμε όλα «εντάξει, παιδί είναι». Έχουμε χάσει το μέτρο, έχουμε μπερδευτεί. Αυτό που λέμε οι ψυχολόγοι είναι ότι τα όρια διευρύνονται με την πάροδο της ηλικίας και τις ανάγκες του παιδιού, που αυτό πολλές φορές παρανοείται με την απόλυτη επιτρεπτικότητα, που λέμε «αφού το παιδί το θέλει, τι να κάνω εγώ;». Αυτό το βλέπουμε από πολύ μικρά παιδιά μέχρι μεγαλύτερα. Δεν μπορούν οι γονείς να διαχειριστούν εύκολα την αντίδραση του παιδιού, που κι αυτή μέσα στο πρόγραμμα είναι, να αντιδράσει ένα παιδί σε κάτι».
Όπως προσθέτει είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι τα όρια συμβάλλουν στην σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών. «Το τραγικό σε όλο αυτό είναι ότι δεν τους κάνουμε καλό στο τέλος με το να είμαστε πολύ επιτρεπτικοί ή με το να μην υπάρχουν βασικές αρχές και αξίες που να αφορούν το κοινωνικό γίγνεσθαι, δηλαδή το πως μπορούμε να είμαστε σε ένα κοινωνικό σύνολο».
Στο Κέντρο Πρόληψης Ναρκωτικών οι ψυχολόγοι προγραμματίζουν με τους ενδιαφερόμενους δωρεάν συνεδρίες με συμβουλευτικές ατομικές συναντήσεις. Εκτός όμως από τα ζητήματα που αφορούν στα όρια και τη διαχείριση των παιδιών αρκετά είναι και τα ζευγάρια που θα ζητήσουν σχετική υποστήριξη: «Αυτές οι συναντήσεις είναι δωρεάν. Είμαστε ένα κέντρο που λειτουργούμε σαν πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Πολλές φορές όλα λύνονται εάν μετριαστεί λίγο το άγχος του γονέα, πάρει κάποιες συμβουλές και βοηθητικές γραμμές, γεγονός που βλέπουμε τις περισσότερες φορές να βοηθάει και να υποχωρεί η κατάσταση. Εάν δούμε ότι υπάρχει θέμα που χρήζει άλλης αντιμετώπισης μαζί με τα άτομα βρίσκουμε τις κατάλληλες δομές που θα μπορούσαν να απευθυνθούν. Τα αιτήματα αφορούν περισσότερο θέματα μέσα στην οικογένεια που συνήθως είναι κάτι απλό, όπως θέματα οριοθέτησης και γονεϊκού ρόλου και πως αυτός εκφράζεται μέσα στην οικογένεια».
Η εξάρτηση από τις οθόνες
Η εξάρτηση από τις οθόνες είναι επίσης ένα μείζον ζήτημα που αφορά οικογένειες με παιδιά. Το όριο δείχνει να έχει χαθεί και αναζητούνται λύσεις από τους ειδικούς: «Τα θέματα εξαρτήσεων που απευθύνονται σε εμάς αφορούν πιο πολύ τη χρήση του διαδικτύου. Εάν είναι κάτι σοβαρό σταματάμε εμείς και τα παραπέμπουμε σε θεραπευτική δομή. Πιστεύω ότι έχει παίξει ρόλο και η καραντίνα, περάσαμε όλοι ιδιαίτερα ψυχοπιεστικές συνθήκες και οι γονείς και τα παιδιά. Υπήρχε φόβος. Τα παιδιά έχασαν ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνικοποίησής τους στα δύο χρόνια εγκλεισμού. Υπήρχε τεράστια επαφή με την τεχνολογία ξαφνικά. Ξέρουμε γονείς που έβαζαν ένα μέτρο στο διαδίκτυο, για παράδειγμα δεν επέτρεπαν τα παιδιά τους να είναι στο διαδίκτυο πάνω από μια ή μιάμιση ώρα και στην ουσία στην πανδημία αναγκάστηκαν τα παιδιά να είναι εκεί πάνω από πέντε και έξι ώρες. Η ίδια κατάσταση αναίρεσε την οριοθέτηση των γονιών απέναντι σε μια συμπεριφορά, που είναι δύσκολο να ξαναμαζευτεί. Αυτό δεν αφορά μόνο τα παιδιά, αλλά και τους ενήλικες κατά πόσο επικοινωνούμε πλέον μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», μας λέει η κα Μπογά.
Σύμφωνα με την επιστημονικά υπεύθυνη του Κέντρου η διαχείριση του άγχους και η πολύωρη χρήση του διαδικτύου απασχολούν ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας.
Η συμβουλευτική υποστήριξη
Ο ρόλος του Κέντρου Πρόληψης, όπως διευκρινίζει η κα Μπογά δεν είναι θεραπευτικός. «Ζητήματα που αφορούν τις εξαρτήσεις παραπέμπονται στη μονάδα του ΟΚΑΝΑ. Τα παιδιά παραπέμπονται συνήθως σε δημόσιες δομές, είτε στο Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο Ρεθύμνου, είτε στο Ηράκλειο, ανάλογα με την περίπτωση. Πέρα από τον ΟΚΑΝΑ γίνονται παραπομπές περιπτώσεων και στο ΚΕΘΕΑ Αριάδνη, όταν είναι περιπτώσεις χρήσης. Στο Ηράκλειο υπάρχουν και κάποια άλλα προγράμματα πιο ολοκληρωμένα που να αφορούν την απεξάρτηση από το διαδίκτυο για εφήβους, όπως και στα Χανιά. Ο κάθε οργανισμός έχει και προγράμματα που είναι πιο εξειδικευμένα και ανάλογα την ηλικία και τις ανάγκες κοιτάμε τι ταιριάζει στον καθένα για να μπορεί να βοηθηθεί και καλύτερα.
Αυτές οι δομές είναι περισσότερο γνωστές στην κοινότητα, οπότε απευθύνονται εκεί και μέσω της αστυνομίας που υπάρχει δικτύωση. Εμείς σαν κέντρο δεχόμαστε τηλεφωνήματα από γονείς που θέλουν σε επίπεδο πρόληψης να προστατεύουν τα παιδιά τους σε περίπτωση που υποψιαστούν κάτι πάνω σε κάποια θέματα, όπως είναι τα ναρκωτικά. Αφού γίνει κάποιο ραντεβού, ανάλογα με τη σοβαρότητα και την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης, είτε παραπέμπουμε, είτε δίνουμε μια πρώτη υποστήριξη στους γονείς για τα πρώτα βήματα που θα χρειαστεί να κάνουν, είμαστε σε επαφή μαζί του και βλέπουμε τελικά τι χρειάζεται κάθε οικογένεια και κάθε άτομο. Δεν έχουμε μεγάλο όγκο αιτημάτων που να μας ανησυχεί».
Ιδιαίτερη έμφαση δίδει το Κέντρο Πρόληψης στην εκπαιδευτική κοινότητα πραγματοποιώντας δράσεις και προγράμματα με αποδέκτες μαθητές. «Με το Κέντρο Πρόληψης κάνουμε δράσεις πιο πολύ στην εκπαίδευση και συνήθως έρχονται σε επικοινωνία μαζί μας μέσω των σχολείων και μέσω των ομάδων γονέων των ομιλιών, που κάνουμε εμείς, όπως και σε ομιλίες σε διάφορα σχολεία που πάμε, δίνουμε την πληροφορία της ύπαρξής μας και μας προσεγγίζουν, καθώς και μέσω γνωστών».
Το Κέντρο όμως για να ενισχύσει τη συμβουλευτική του δράση πρέπει να στελεχωθεί με επιπλέον προσωπικό. Σήμερα το κέντρο στελεχώνεται με τέσσερα άτομα επιστημονικό προσωπικό, τρεις ψυχολόγους και μια παιδαγωγό.
«Όλες αυτές οι δράσεις έχουν γίνει από 3,5 άτομα στην ουσία, γιατί εγώ εκτελώ παράλληλα και χρέη διοικητικά. Υπάρχει μια υποστελέχωση και ένας φόρτος εργασίας που είναι δύσκολος να διαχειριστούμε τρία άτομα. Είμαστε τρεις ψυχολόγοι και μια παιδαγωγός. Είχαμε κοινωνικό λειτουργό, έχει φύγει και δεν έχει αναπληρωθεί η θέση του. Υπήρξε μια εργαζόμενη κοινωνιολόγος μέσω ΕΣΠΑ που μας είχε παραχωρήσει ο ΟΚΑΝΑ, όμως το ΕΣΠΑ αρχές Νοέμβρη έληξε. Ήταν και οι δύο κοινωνιολόγοι, ο ένας έφυγε νωρίτερα, η μια συνάδελφος έφυγε τέλη Νοέμβρη, οπότε κόπηκε το δυναμικό κατά ένα άτομο πάλι. Είμαστε σε μια κατάσταση που δυσκολευόμαστε να ικανοποιήσουμε και τα αιτήματα που έχουμε όσον αφορά στην ευαισθητοποίηση της κοινότητας. Υπάρχουν σχολεία που δεν μπορέσαμε καν να πάμε. Βγαίνουμε στην κοινότητα με στόχο να ευαισθητοποιήσουμε. Δεν θα έρθει η κοινότητα σε εμάς, θα χρειαστεί εμείς να βγούμε, να ενημερώσουμε, να ευαισθητοποιήσουμε και να ανοίξουμε τον δρόμο, ώστε όποιοι έχουν ανάγκη να βρουν βοήθεια είτε είναι σε εμάς, είτε σε άλλους φορείς που μπορούν να τους βοηθήσουν γιατί υπάρχει πραγματικά ανάγκη».