Τις έντονες αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας είχε προκαλέσει η «Κυρία Ντο Ρε Μι»
Μετά τις ταινίες του κινηματογράφου ήρθε και η σειρά της τηλεόρασης να προβάλλει τον τόπο μας. Αυτό όμως οι συνάδελφοι της εποχής δεν είχαμε την επαρκή γνώση για να το εκτιμήσουμε αναλόγως. Έπρεπε τότε να διαβάσουμε σαν να επρόκειτο για διαγώνισμα την επομένη, αν επρόκειτο να πάρουμε συνέντευξη από κάποιον καλλιτέχνη που τυχαία ή βάσει προγράμματος ερχόταν να επισκεφθεί την πόλη μας.
Βλέπετε τότε δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα κοινωνικής δικτύωσης που κάνουν γνωστό κι όποιον δεν γνωρίζει η μάνα του εν ριπή οφθαλμού.
Θυμάμαι πάντα με συγκίνηση, τότε που ξεκίνησε παραγωγές η Εταιρεία Θεάτρου Κρήτης, μου είχε επιτρέψει ο αξέχαστος εκείνος Χανιώτης Γιάννης Λαμπουσάκης να παρακολουθήσω πρόβα στη Φορτέτζα. Θα ανέβαζαν «Γύπαρη» αξέχαστα.
Στεκόμουν λοιπόν και παρακολουθούσα πρόβα περιμένοντας να τελειώσει και ο Ντίνος Δουλγεράκης που είχαμε ήδη φιλευτεί να τον πάρω στο σπίτι για φαγητό. Και ξαφνικά αισθάνομαι ένα χέρι λεπτό, να σφίγγει το δικό μου. Γυρίζω και βλέπω μια πανώρια κοπέλα με μακριά μαύρα μαλλιά κι ένα υπέροχο άσπρο φόρεμα. Δεν με κοίταζε. Μου έσφιγγε το χέρι και ετοιμαζόταν να ανέβη στη σκηνή. Σε λίγο με είχε καθηλώσει με την ερμηνεία της. Ήταν η Κάτια Δανδουλάκη. Αυτή η υπέροχη, η μοναδική καλλιτέχνης είχε αισθανθεί εκείνη την ώρα την ανασφάλεια του τελειομανούς που ποτέ δεν αισθάνεται έτοιμος γι’ αυτό που θέλει να κάνει. Κι επειδή ταιριάζαμε ηλικιακά ένοιωσε την ανάγκη να ζητήσει βουβά τη ζεστασιά μιας ανθρώπινης επαφής πριν ανέβει στη σκηνή.
Αν είχαμε τότε τα μέσα που μας διευκολύνουν σήμερα τότε σίγουρα θα είχα εκτιμήσει όπως έπρεπε και θα είχα κάνει αρκετά αφιερώματα στον άνθρωπο που ήθελε πάντα να προβάλλει τον τόπο του. Αναφέρομαι στον σπουδαίο σκηνοθέτη Φώτη Μεσθεναίο που είχε επιλέξει το Ρέθυμνο για να γυρίσει μερικές σκηνές της τηλεοπτικής σειράς «Σαν τα τρελά πουλιά».
Ο Φώτης Μεσθεναίος (1931-11 Φεβρουαρίου 1988) ήταν Έλληνας σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Έγινε περισσότερο γνωστός από τη σκηνοθεσία της επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς «Το Μινόρε της αυγής».
Γεννήθηκε το 1931 και ήταν ανεψιός του ρεμπέτη Μήτσου Περδικόπουλου, ο οποίος έγραψε το τραγούδι «Το μινόρε της αυγής».
Εργάστηκε τη δεκαετία του ’60 ως φωτογράφος και σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 έγινε γενικός διευθυντής της ΕΡΤ. Το 1983 σκηνοθέτησε για την κρατική τηλεόραση τη δημοφιλή σειρά για το ρεμπέτικο «Το μινόρε της αυγής», η οποία συνεχίστηκε και σε έναν δεύτερο κύκλο επεισοδίων, ως το 1984.Το 1986 σκηνοθέτησε την ταινία «Η νύχτα με τη Σιλένα».
Το κύκνειο άσμα του ήταν η τηλεοπτική σειρά της ΕΤ-1, «Σαν τα τρελά πουλιά», το 1987.Απεβίωσε στις 12 Φεβρουαρίου 1988.
Ήταν γιος του Τάσου Μεσθεναίου. Κι επειδή δεν θα σας λέει τίποτα το όνομα ιδιαίτερα στους νεότερους ας δανειστώ από τη «Άγονη Γραμμή» κάτι σχετικό με τον σπουδαίο αυτό άνθρωπο που αγάπησε την πόλη μας και σύνδεσε το όνομά του με την σπουδαία εξέλιξή της στον αθλητικό τομέα.
Αναφέρει σχετικά ο πλέον έγκριτος από τους πνευματικούς μας ανθρώπους ο πολυγραφότατος κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης (29 Μαρτίου 2008).
«Ο Κωνσταντινουπολίτης αξιωματικός Τάσος Μεσθεναίος (υπ.1) υπηρέτησε στο Ρέθυμνο ως υπολοχαγός, διευθυντής του γραφείου τής Στρατολογίας, κατά τα έτη 1926-1940 και, στο διάστημα αυτό, κατέστη παράγων μεγάλου κύρους στα αθλητικά πράγματα του τόπου μας. Η σύζυγός του, Μεσθεναίου Μαργαρίτα, το γένος Περδικοπούλου, υπηρέτησε ως γυμνάστρια στο εδώ γυμνάσιο Θηλέων. Εδώ, ασφαλώς, θα έγινε και η γνωριμία τους και, στη συνέχεια, και ο γάμος τους, που τελέστηκε στις 28 Ιουλίου 1929 και τον βρίσκουμε να γνωστοποιείται στην Κρητική Επιθεώρηση τής 11ης Αυγούστου 1929.
Αργότερα, το έτος 1940, ο Μεσθεναίος, λόγω μετάθεσης από την υπηρεσία του, εγκατέλειψε την πόλη μας, στην οποία επανήλθε και πάλι υπηρεσιακά στην αρχή της δεκαετίας τού πενήντα, μέχρι, περίπου, το έτος 1954, οπότε και αποχώρησε οριστικά και από την πόλη μας και από την υπηρεσία.
Κατά το έτος 1926, που το πρώτον ο Μεσθεναίος ήλθε στην πόλη μας, ουδεμιά αθλητική κίνηση παρατηρούνταν σε αυτήν, παρότι στις γειτονικές πόλεις, Χανιά και Ηράκλειο, παρουσιαζόταν ένας εξαιρετικά σημαντικός αθλητικός οργασμός με τη λειτουργία σπουδαίων αθλητικών σωματείων, όπως ο Τάλως, ο Αθλητικός Όμιλος Χανίων και η Ιωνία στα Χανιά και ο Όμιλος Φιλάθλων Ηρακλείου, η Ένωσις Γυμναστικών Οργανώσεων Ηρακλείου (Ε.Γ.Ο.Η) και ο Εργοτέλης στο Ηράκλειο.
Έτσι, ο Τάσος Μεσθεναίος, πρέπει να θεωρείται ως ο ιδρυτής και πατέρας τού ποδοσφαίρου και του Αθλητισμού, γενικότερα, στο Ρέθυμνο».
Ένας μεγάλος σκηνοθέτης
Γιος λοιπόν του Τάσου Μεσθεναίου ήταν ο Φώτης που αγάπησε πολύ την πόλη που γεννήθηκε.
Θυμάμαι πως είχε προσπαθήσει να περάσει σχεδόν απαρατήρητος. Έκανε τη δουλειά του με συνέπεια χωρίς να αποζητά τη δημοσιότητα. Κι έκανε εξαιρετική δουλειά.
Αρκετές φορές ανασύρω τη σειρά από το αρχείο μου για να δω την πρώτη σκηνή που παρουσιάζει μια βάρκα, όπου εκτός από την πρωταγωνίστρια Θέμις Μπαζάκα διακρίνω και γνωστούς Ρεθεμνιώτες που συμμετείχαν ως κομπάρσοι.
Υποτίθεται ότι η αποβίβαση γίνεται σε λιμάνι της Ρωσίας αλλά εδώ φαίνεται η μαεστρία του σκηνοθέτη που δίνει μεγαλύτερο βάρος σε εικόνες από το θαλάσσιο τοπίο. Κι έπειτα η «Άννα» (εγγονή της θρυλικής Λωξάνδρας) φαίνεται να περιφέρεται στην παλιά πόλη αναζητώντας κατάλυμα. Και πάλι η σκηνοθετική μαεστρία του Μεσθεναίου κάνει το θαύμα της. Και μόνο αν ξέρεις το Ρέθυμνο αναγνωρίζεις οικείες εικόνες στα πλάνα.
Κρίμα μόνο που ήταν από τα τελευταία έργα του Φώτη που πέθανε λίγο αργότερα. Η δουλειά του όμως αυτή άφησε θετικό πρόσημο στις παραγωγές της ΕΡΤ.
Η «Κυρία Ντο Ρε Μι», σειρά που προκάλεσε σκάνδαλο
Κι ήρθε η στιγμή να διχαστεί η πόλη εξαιτίας της κας Ντορεμί.
Αυτή την τηλεοπτική διασκευή του γνωστού βιβλίου της Λιλίκας Νάκου υπογράφει ένας επίσης γνωστός μας καλλιτέχνης ο σκηνοθέτης Νίκος Κουτελιδάκης. Εξαιρετική και η δική του η δουλειά αλλά το σενάριο πάτησε κόκκινο προκαλώντας την οργή των Ρεθεμνιωτών.
Ήταν Μάρτιος του 1983 κι έζησα από κοντά τα γεγονότα αφού με απασχόλησαν και δημοσιογραφικά.
Αν όμως είχε σοκάρει τόσο πολύ το έργο τότε (έθιγε τη Ρεθεμνιώτικη φιλοξενία) τι θα πρέπει να πούνε σήμερα κάποιες τοπικές κοινωνίες με τα σήριαλς που τους παρουσιάζουν εμπόρους ναρκωτικών, αρχιμαφιόζους και πάει λέγοντας.
Το έργο « Η κυρία Ντορεμί» με υπεύθυνο διασκευής τον Γιάννη Κανδήλα, παραγωγό τον Δημήτρη Παπακωνσταντή και πρωταγωνίστρια την Ελένη Ανουσάκη γυρίστηκε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας για τέσσερις μήνες.
Μάλιστα, δύο επεισόδια της σειράς (το πρώτο και το πέμπτο) παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη στις 24 Σεπτεμβρίου για τους τηλεκριτικούς, με την ευκαιρία της ΔΕΘ και τη συμμετοχή της ΕΡΤ-1 με δικό της περίπτερο. Το παρών έδωσε και η πρωταγωνίστρια, ενώ την επόμενη ημέρα οι κριτικές απ’ όλους, ήταν εξαιρετικές…
Η πρεμιέρα της «Κυρίας Ντορεμί» έγινε την Κυριακή 16 Οκτωβρίου 1983 στις 20:10 και ολοκληρώθηκε μετά από συνολικά 13 επεισόδια, την Κυριακή 8 Ιανουαρίου 1984. Κατάφερε να κερδίσει μια μεγάλη μερίδα του τηλεοπτικού κοινού και δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα, το όνομα της Ανουσάκη παραπέμπει απευθείας στην «κυρία Ντορεμί»…
Αναμφισβήτητα «Η κυρία Ντο-ρε-μι» ήταν από τις πιο καλογυρισμένες παραγωγές της δεκαετίας του ’80. Υποδειγματικές ερμηνείες, υποδειγματική σκηνοθεσία. Είχε αποδοθεί πιστότατα η ατμόσφαιρα και η ταραγμένη εποχή των μέσων της δεκαετίας του ’30, η οποία οδήγησε στη δικτατορία του Μεταξά και μέσα από την ιστορία της Κατερίνας Μακρή, παρουσιάζονται οι πολιτικές αναταραχές εκείνης της περιόδου, με τις συνεχείς εναλλαγές πρωθυπουργών και κυβερνήσεων.
Συγκλονιστικές οι σκηνές με το μαθητή που έπασχε από φυματίωση και τον απομάκρυναν από την πόλη. Όπως και εκείνες που αναφέρονταν στη στενοκεφαλιά κάποιων παραγόντων περισσότερο «εκλογομαγείρων» από τους τόσους που υπήρχαν κάποτε και όχι μόνο στο Ρέθυμνο.
Για τη ιστορία να προσθέσουμε ότι ένα από τα τραγούδια που ακούγονται στο έργο ερμηνεύει η Ελένη Κοκκίδου, η πασίγνωστη «Βουλίτσα» της «Μουρμούρας» που έκανε τότε τα πρώτα της βήματα.
Ξεσηκώθηκε το Ρέθυμνο
Θυμάμαι όμως ότι αντί το Ρέθυμνο να ικανοποιηθεί από την επιτυχία της σειράς ξεσηκώθηκε σύμπασα η τοπική κοινωνία. Το Ρέθυμνο ένοιωθε προσβεβλημένο και ζητούσε δικαίωση.
Τα νήματα κινούσε ο ιστορικός σύλλογος Ρεθυμνίων «Το Αρκάδι» που ζήτησε με ένδικα μέσα ηθική αποζημίωση από τους υπευθύνους της ΕΡΤ1 με το αιτιολογικό, ότι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκε η συμπεριφορά των κατοίκων του Ρεθύμνου προς την κεντρική ηρωίδα, θίγει τους ίδιους και την πατρίδα τους.
Τώρα για να πούμε και του «στραβού το δίκιο» κι επειδή και από προσωπική πείρα γνωρίζω πως συμπεριφέρονταν οι Ρεθεμνιώτες κυρίως στον καιρό μου μάλλον πως η Λιλίκα Νάκου το είχε παρακάνει. Και δίκαια ξεσηκώθηκε ο σύλλογος «Το Αρκάδι».
Γιατί κι εγώ βρέθηκα στην πόλη αυτή πριν από μισό και βάλε αιώνα, χωρίς συγγενείς, χωρίς σόι πίσω μου κι όμως παντού υπήρχε μια ανοικτή αγκαλιά. Και δεν θα ξεχάσω όποτε αρρώστησα, είτε πήγαινα στο νοσοκομείο να γεννήσω, πάντα είχα μια από τις Κυρίες στο προσκεφάλι μου (Μαρία Ψύρρη, Έλλη Βότζη, Μαρία Παπαιωάννου κ.ά.) Ας είναι ελαφρό το χώμα που τις σκεπάζει.
Ανακαλώντας μνήμες από το αρχείο μου βρήκα ρεπορτάζ που είχα κάνει σχετικά, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι τα γυρίσματα ξεκίνησαν στα μέσα Φεβρουαρίου, το συνεργείο και οι πρωταγωνιστές είχαν καταλύσει στο ξενοδοχείο Ολυμπίκ και τα γυρίσματα στο Ρέθυμνο έγιναν στο παλιό λιμάνι, στο Λιμενικό Ταμείο, στα στενά της παλιάς πόλης και φυσικά στη Φορτέτζα που είχαμε και τις επίμαχες σκηνές. Στα γυρίσματα συμμετείχε επίσης και τμήμα του Ομίλου Βρακοφόρων με τον πρόεδρό του τον Γιάννη Σταυριδάκη.
Γιατί τώρα είχαμε αντιδράσεις; Το σενάριο βασίστηκε στο μυθιστόρημα της Λιλίκας Νάκου με σημαντική διαφορά την εποχή που ξεκινάει η ιστορία. Η συγγραφέας τοποθετεί την έναρξη το 1938, όμως ο σεναριογράφος Γιάννης Κανδύλας προτίμησε στη διασκευή να τη μεταφέρει τρία χρόνια νωρίτερα το 1935, ώστε να καλυφθεί και η προμεταξική περίοδος. Ο βασικός χαρακτήρας της σειράς είναι η εκπαιδευτικός Κατερίνα Μακρή που εγκαταλείπει τη γενέτειρά της το Παρίσι για να έρθει στην Ελλάδα. Η πολιτική και κοινωνική κατάσταση που επικρατούσε την εκπλήσσει, και τα συναισθήματά της εναλλάσσονται καθώς συναντάει ποικίλες συμπεριφορές και νοοτροπίες. Ο διορισμός της στο Ρέθυμνο γίνεται αφορμή να γνωρίσει τη συντηρητικότητα της επαρχίας, και να διακινδυνεύσει τη σταδιοδρομία της και την υπόληψή της.
Η σειρά απέδιδε πιστά την ατμόσφαιρα και την ταραγμένη εποχή των μέσων της δεκαετίας του ’30, που οδήγησε στη δικτατορία του Μεταξά και μέσα από την ιστορία της Κατερίνας Μακρή παρουσιάζονταν οι πολιτικές αναταραχές εκείνης της περιόδου, με τις συνεχείς εναλλαγές πρωθυπουργών και κυβερνήσεων. Παράλληλα ο τηλεθεατής παρακολουθούσε και την εικόνα του τρόπου λειτουργίας των σχολείων, με την αυστηρότητα και τον περιορισμό των ελευθεριών των μαθητών, αλλά και την προπαγάνδα που υφίστατο ανάλογα με τις πολιτικές εξελίξεις.
Οι απόψεις παλιών Ρεθεμνιωτών
Επειδή ήθελα πάντα σε κάθε τέτοιο γεγονός που δίχαζε τη κοινή γνώμη μια δεύτερη και τρίτη γνώμη, είχα ζητήσει από τον αξέχαστο Μανόλη Βογιατζάκη που είχε ζήσει τις καταστάσεις τότε που περιγράφει η Νάκου, να μας πει την γνώμη του, Κι εκείνος όχι απλά ανταποκρίθηκε αλλά μου παραχώρησε και συνέντευξη, Κι είχε να πει πολλά ενδιαφέροντα καθώς θυμόταν το Ρέθυμνο τη δεκαετία του ‘30. Μου είχε πει σχετικά:
«Όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο διαπιστώνουν πως στο σήριαλ τα πράγματα παρουσιάζονται διαφορετικά. Σε γενικές γραμμές το Ρέθυμνο τα χρόνια εκείνα ήταν μια χρυσή εποχή. Η πολιτιστική και κοινωνική ζωή ήταν στο αποκορύφωμά της. Μόνο όσοι έζησαν εκείνη την εποχή, μπορούν να σας βεβαιώσουν ότι στο Ρέθυμνο υπήρχαν και θαυμάσια εστιατόρια, με εξαιρετική κουζίνα, αλλά και πολυτελή ζαχαροπλαστεία…γενικά η πόλη μας εκείνη την εποχή δεν άφηνε κανένα να πλήξει. Επομένως δεν ήταν η κακομοιριασμένη πόλη που περιγράφει η Νάκου».
Ο Μανόλης Βογιατζάκης είχε κάνει δηλώσεις και στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα».
Μιλώντας για τη Λιλίκα Νάκου όπως τη θυμόταν περιέγραψε μια κοπέλα γύρω στα 30… που δεν θα χαρακτήριζες άσχημη χωρίς να την πεις και καλλονή.
Δηλώσεις έκανε και ο Χρόνης Μπερνιδάκης που ήταν μια ζωντανή κιβωτός μνήμης του παλιού Ρεθύμνου. Και είχε πει χαρακτηριστικά ότι η Λιλίκα Νάκου (Κυρία Ντορεμί) βρέθηκε να διδάσκει σε μια πόλη εντελώς ξένη από τα ήθη και τα έθιμα του Ρεθύμνου και δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί. Στο βιβλίο που εξέδωσε κατηγορούσε το Ρέθυμνο και τους κατοίκους του ως ημιάγριους, όμως ο Πολύβιος Τσάκωνας της έγραψε ότι πλανάται οικτρά».
Το θέμα πήρε τόσες διαστάσεις που προκάλεσε και την παρέμβαση του τότε βουλευτή Γιάννη Κεφαλογιάννη.
Αυτός είχε τονίσει σε δήλωσή του ότι είχε κάνει έντονο διάβημα στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κατάθεσε ακόμα και αίτηση ασφαλιστικών μέτρων «για τη διακοπή του υβριστικού και συκοφαντικού αυτού για τον τόπο μας και τους ανθρώπους του έργο». Τελικά η υπόθεση του σήριαλ η Κυρία Ντορεμί εκδικάστηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων), όπου ο σύλλογος Ρεθυμνίων Αττικής Το Αρκάδι και άλλοι πέντε πολίτες κατέθεσαν μήνυση στην ΕΡΤ 1 και στην παραγωγό εταιρεία. Η πρόταση του Προέδρου του Μονομελούς Πρωτοδικείου Μιχαλακέα σε επικοινωνία του με τον γενικό διευθυντή της ΕΡΤ 1 Γ. Ρωμαίο του πρότεινε στα προσεχή επεισόδια μέχρι την ολοκλήρωση της σειράς (η δίκη πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 1983, και η σειρά ολοκληρώθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1984), να υπάρχει δήλωση της ΕΡΤ 1 ότι δεν είχε την πρόθεση να θίξει τη λεβεντιά και την αξιοπρέπεια του κρητικού λαού. Η πρόταση έγινε δεκτή όμως οι συντελεστές αρνήθηκαν να τη συντάξουν, υποστηρίζοντας ότι η κίνησή τους θα ήταν παραδοχή τους ότι και χωρίς πρόθεση έθιξαν τους Ρεθεμνιώτες.
Ακόμα θυμάμαι την οργή της Ελένης Ανουσάκη που από τότε έβλεπε με «μισό μάτι» το Ρέθυμνο. Είχε δηλώσει τότε: «Αρνηθήκαμε να συντάξουμε τη δήλωση, γιατί αν το κάναμε θα ήταν σαν να παραδεχόμαστε ότι θίξαμε τους Ρεθεμνιώτες. Πράγμα όμως που ποτέ δεν είχαμε πρόθεση να το κάνουμε. Από τη δίκη διαπίστωσα τη μεγάλη αγάπη του κρητικού λαού, γιατί οι εκδηλώσεις συμπαράστασης από τον δήμαρχο κ. Σκουλούδη μέχρι και την πρόεδρο του δημοτικού συμβουλίου κ. Ελένη Χουρδάκη ήταν συγκινητικές».
Για να είμαστε όμως δίκαιοι ας έρθουμε στη θέση της Λιλίκας Νάκου που από τα μετάξια βρέθηκε στο μεροκάματο και από τις Παρισινές απολαύσεις σε ό,τι μπορεί να προσφέρει μια επαρχιακή πόλη. Και κάπου ας τη συγχωρήσουμε όσα μας «έσουρε» στο βιβλίο της.
Όπως και να είναι έγινε το Ρέθυμνο πιο γνωστό με κάτι τέτοια γεγονότα. Έγινε όμως και με άλλα σπουδαία πραγματικά που θα αναφέρουμε διεξοδικά στο επόμενο αφιέρωμά μας.