Φοροελαφρύνσεις ζητά ο εμπορικός κόσμος για να μπορέσει να ανταποκριθεί στα έξοδά του τη χειμερινή περίοδο
Στα περσινά επίπεδα κυμάνθηκε η κίνηση στην αγορά του Ρεθύμνου την περίοδο των εκπτώσεων με τον τουρισμό να δίνει όπως κάθε χρόνο μια σημαντική τονωτική ένεση στο λιανεμπόριο. Μια ένεση που για πολλούς επιχειρηματίες είναι σωτήρια δεδομένου ότι τη χειμερινή περίοδο η κίνηση και κατ’ επέκταση η κατανάλωση είναι σημαντικά περιορισμένες, γεγονός που έχει να κάνει και με τον πληθυσμό της πόλης. Οι έμποροι εμφανίζονται ικανοποιημένοι για την αυξημένη κίνηση που καταγράφηκε τους καλοκαιρινούς μήνες στην αγορά και η οποία αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό, αλλά και στις κοινωνικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται τους καλοκαιρινούς μήνες, που πάντα αφήνουν ένα θετικό αποτύπωμα στην αγορά.
«Η κίνηση στην αγορά το φετινό καλοκαίρι κυμάνθηκε στα ίδια επίπεδα με πέρυσι ευτυχώς, διότι ξεκινήσαμε αργά. Αν και ο Απρίλιος είχε δείξει πολύ ωραία μηνύματα (από πλευράς τουριστικής κίνησης) εν τούτοις είχαμε μια τεράστια «κοιλιά» το δίμηνο Μαΐου – Ιουνίου. Ευτυχώς οι εκπτώσεις που ξεκίνησαν τον Ιούλιο, πήγαν πολύ καλά, ενώ σημαντικό ρόλο στην πορεία της αγοράς ήταν και οι κοινωνικές εκδηλώσεις που γίνονταν στον τόπο μας εκείνη την περίοδο. Τα ποσοστά των εκπτώσεων των εμπορικών καταστημάτων ήταν αρκετά καλά. Ευτυχώς δεν είδαμε ποσοστά που να φτάνουν το 70 και 80% που για μας να προμηνύει ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά στα καταστήματα. Οι εκπτώσεις κινήθηκαν λοιπόν ανάλογα με την επάρκεια εμπορευμάτων των καταστημάτων, στο 40 και το 50%, που η δικιά μας η μετάφραση είναι ότι δεν αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλο προβλήματα οι επιχειρήσεις ώστε να θέλουν να ξεστοκάρουν» ανέφερε χαρακτηριστικά η πρόεδρος του εμπορικού συλλόγου Ρεθύμνου Αθηνά Τσικιντίκου.
Οι εκπτώσεις μπορεί τυπικά να ολοκληρώθηκαν στις 31 Αυγούστου, ωστόσο οι προσφορές των καταστημάτων συνεχίζονται και τον Σεπτέμβριο όπου οι καταναλωτές μπορούν να αποκτήσουν προϊόντα σε πολύ καλές τιμές.
«Σύμφωνα με τη νομοθεσία οι έμποροι μπορούν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους να έχουν στα καταστήματά τους προϊόντα σε τιμή προσφοράς. Δεν υπάρχουν πλέον ενδιάμεσες εκπτώσεις. Εμπόρευμα λοιπόν που έχει μείνει τυπικά απούλητο ή σπασμένα νούμερα, οι έμποροι έχουν το δικαίωμα να τα δώσουν σε προσφορά νόμιμα μέσα στο κατάστημά τους. Αρκεί τα προϊόντα που είναι σε προσφορά να μη ξεπερνούν το μεγαλύτερο ποσοστό εμπορευμάτων που έχει το κάθε κατάστημα -, οπότε μιλάμε για ένα ή δύο σταντ. Οι πρόσφορες αποτελούν μια καλή ευκαιρία για τους καταναλωτές να προμηθευτούν ποιοτικά προϊόντα σε που καλές τιμές. Κατά πάσα πιθανότητα εμπόρευμα που δεν πουλήθηκε Απρίλιο – Μάιο, το ανοιξιάτικο εμπόρευμα, το δίνουν σε πολύ καλές τιμές τώρα λόγω φθινοπώρου. Οπότε πάντοτε υπάρχει πρόκληση να μπει κάποιος σε ένα μαγαζί και να ψάξει» κατέληξε η κ. Τσικιντίκου.
Μεγάλο αγκάθι για τον εμπορικό κόσμο το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων
Τα προβλήματα στην αγορά όμως παραμένουν ως «αγκάθια» για τον εμπορικό κόσμο που προετοιμάζεται για έναν ακόμα δύσκολο χειμώνα.
Το κόστος λειτουργίας για τις εμπορικές επιχειρήσεις παραμένει υψηλό, με τα προβλήματα να εστιάζονται τόσο στους φουσκωμένους λογαριασμούς της ΔΕΗ, όσο στα αυξημένα επιτόκια δανεισμού και τις υψηλές χρεώσεις των τραπεζών.
Παράλληλα είναι δεδομένο ότι οι ανατιμήσεις σε τρόφιμα και άλλα βασικά είδη σούπερ μάρκετ, καθώς και σε άλλες υπηρεσίες συνεχίζονται, κάτι που σημαίνει ότι μεγάλη μερίδα των νοικοκυριών περικόπτει τις δαπάνες για άλλα αγαθά, όπως τα είδη ένδυσης, υπόδησης.
«Εμείς έχουμε μάθει δυστυχώς να ζοριζόμαστε τον χειμώνα. Πάντοτε όλοι οι χειμώνες που έχουν περάσει, – εκτός οι δύο του κόβιντ που ήταν εκτός χάρτη, έχουμε συνηθίσει να ξεπληρώνουμε χρέη. Αυτή την περίοδο ένα μεγάλο στοίχημα είναι να μπορέσουν να πληρωθούν οι εκκαθαριστικοί λογαριασμοί της ΔΕΗ, που σημαίνει να έχουμε τελειώσει με την αποπληρωμή των χρεωστούμενων του καλοκαιριού. Ελπίζω ότι κάτι έχει περισσέψει για να βγάλουν οι έμποροι τον χειμώνα τους. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι ο εμπορικός σύλλογος πάντοτε θα σκέφτεται τρόπους για την προσέλκυση καταναλωτών στα καταστήματα. Ήδη τα λειτουργικά μας έξοδα είναι στα ύψη. Στην (κάθε) ΔΕΗ πληρώνουμε το διπλάσιο και λίγο περισσότερο από την παρα-προηγούμενη χρονιά. Οπότε αν φέτος οι λογαριασμοί είναι αντίστοιχοι με πέρυσι, θα είναι ένας εξίσου δύσκολος χειμώνας για εμάς. Εγώ αυτό που ζητάω από τις εταιρίες και από την ίδια τη ΔΕΗ είναι οι διακανονισμοί τους να είναι σε βατά επίπεδα, δηλαδή ένας εκκαθαριστικός καλοκαιριού 3.000 ευρώ δεν μπορεί να πληρωθεί μέσα σε έξι μήνες τον χειμώνα και να φάει όλο το απόθεμα» ανέφερε η κ. Τσικιντίκου και πρόσθεσε ότι «Εγώ πάντοτε είμαι αισιόδοξη, και θεωρώ πως δεν θα έχουμε λουκέτα. Όμως όταν η αγορά είναι ρευστή, δεν ξέρουμε τι μπορεί να γίνει. Η αγορά είναι σαν το ποτάμι, ανάλογα την πίεση του νερού παρασέρνει. Όσο λοιπόν το νερό του ποταμιού είναι περπατήσιμο με δυσκολία θα τα καταφέρουμε, φτάνει το κράτος να μη βάλει έξτρα φόρους και να μειώσει επιτέλους αυτό που μας έχει υποσχεθεί, δηλαδή τις ΔΕΚΟ και τους φόρους που αφορούν έναν έμπορο που ούτως ή άλλως τους πληρώνει μέσα από το ΦΠΑ, μέσα από το ενοίκιο, μέσα από την ΔΕΗ, το νερό, όλα. Θέλω να πιστεύω ότι θα κρατηθούμε και φέτος με πολλές όμως παρεμβάσεις για τα βασικά υπουργεία να μειώσουν και να μας δουν και εμάς πραγματικά ως πολίτες».
Τα προβλήματα όπως υποστηρίζει ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Κρήτης, Γιώργος Πολιουδάκης που έχουν να κάνουν με την ακρίβεια, έχουν σοβαρές επιπτώσεις στον εμπορικό κόσμο, ενώ εξέφρασε φόβους για την κατάσταση που θα επικρατήσει τον χειμώνα στην αγορά: «Δεν ξέρω πως θα εξελιχθούν τα πράγματα, αλλά δεν φαίνεται να έχει γίνει καμία αλλαγή. Οι τιμές του πετρελαίου και της ενέργειας παραμένουν στα ύψη και αποτελούν τεράστιο βαρίδι για τις εμπορικές επιχειρήσεις» είπε.
Πάγιο αίτημα του εμπορικού κόσμου είναι οι φοροελαφρύνσεις όπως αναφέρει ο αντιπρόεδρος της παγκρήτιας ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων «Το πάγιο αίτημα του εμπορικού κλάδου είναι η ελάφρυνση της φορολογίας, η μείωση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και η επιδότηση ρεύματος για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Μεγάλο ζητούμενο για εμάς αποτελεί επίσης η πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα που πλέον η «κάνουλα» των τραπεζών, έχει κλείσει και είναι ελάχιστες οι επιχειρήσεις που μπορούν να λάβουν χρηματοδότηση από τις τράπεζες» κατέληξε ο κ. Πολιουδάκης.