Ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είναι η ενίσχυση των δυνάμεών του μέσα από την κάλπη της Κυριακής, τονίζουν τα στελέχη του κόμματος λίγες μέρες πριν τις ευρωεκλογές.
Το μεσημέρι της Κυριακής πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο ανοιχτή συνεδρίαση του κόμματος, παρουσία του βουλευτή Επικράτειας, Ευάγγελου Αποστολάκη και τριών υποψηφίων ευρωβουλευτών και συγκεκριμένα της Ολυμπίας Τελιγιορίδου, του Βασίλη Κασσελάκη και του Αντώνη Γουναλάκη.
Οι τρεις υποψήφιοι βρέθηκαν στο Ρέθυμνο στο πλαίσιο της περιοδείας τους στην Κρήτη. Νωρίτερα το πρωί πραγματοποίησαν επίσκεψη στο Σπήλι του δήμου Αγίου Βασιλείου.
Μιλώντας για το διακύβευμα των εκλογών η Ολυμπία Τελιγιορίδου τόνισε: «Οι εκλογές αυτές έχουν ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα και για το μέλλον της Ευρώπης, αλλά και για αυτά που βιώνουμε στην Ελλάδα. Το στοίχημα λοιπόν του ΣΥΡΙΖΑ είναι να ενισχύσει τις δυνάμεις του, για να επιβεβαιωθεί ότι αποτελεί τον βασικό πυλώνα της αριστερής δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης στη χώρα, που μπορεί να εγγυηθεί ένα εναλλακτικό κυβερνητικό πρόγραμμα -φραγμό σε όσα βιώνουμε σε οικονομικό, κοινωνικό, αλλά και θεσμικό επίπεδο. Θεωρούμε λοιπόν ότι στη μάχη αυτή θα έχουμε πολύ καλύτερα αποτελέσματα από τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές και αυτό είναι το μεγάλο επίδικο για το κόμμα μας, καθώς η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά μόνο το κόμμα μας, αλλά αφορά την αναγκαιότητα που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία για πολιτική αλλαγή».
Το υψηλό ποσοστό του ΣΥΙΡΖΑ στην ευρωκάλπη της Κυριακής θα αποτελέσει έναν καταλύτη πολιτικών εξελίξεων, συμπλήρωσε η κ. Τελιγιορίδου υποστηρίζοντας ότι «όσον αφορά το να δημιουργηθεί ένας ευρύτερος πόλος για εμάς η διαδικασία της συνεργασίας των προοδευτικών και δημοκρατικών δυνάμεων είναι ένα πολύ μεγάλο εγχείρημα, το οποίο όμως επιθυμούμε να ξεκινήσει μέσα από κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες στη βάση του εκλογικού σώματος και όχι συμφωνία στην κορυφή των ηγεσιών».
Απαντώντας στην κριτική της κυβέρνησης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ασχολείται στην προεκλογική περίοδο με ζητήματα που αφορούν την Ευρώπη η κ. Τελιγιορίδου διέψευσε την Ν.Δ. τονίζοντας ότι:
«Αυτό δεν είναι αλήθεια. Η κυβέρνηση κάνει ένα επικοινωνιακό αφήγημα, για να αποπροσανατολίσει την συζήτηση από τα προτάγματα της εποχής. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για το τι Ευρώπη θέλει, 10 σημεία. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ένα δύσκολο γεωπολιτικό περιβάλλον, αυτό που έχουμε ως στόχο είναι η διαμόρφωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας που θα καθιστά την Ευρωπαϊκή Ένωση αυτοδύναμη και αυτόνομο ρόλο για την επίλυση διαφορών σε γεωπολιτικές εξελίξεις και να καταστεί μια δύναμη ειρήνης και σταθερότητας. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την Ευρώπη είναι ότι θέλουμε να υπάρχει μετατροπή του συμφώνου σταθερότητας σε σύμφωνο βιωσιμότητας και κοινωνικής συνοχής. Έχουμε εξειδικεύσει τις προτάσεις μας για την Ευρώπη της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης, της δημοκρατίας, όμως είναι γεγονός ότι η προεκλογική αυτή περίοδος γίνεται μέσα σε ένα ιδιαίτερο περιβάλλον και στο εσωτερικό της χώρας. Γι’ αυτό και όλα τα κόμματα, όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, στο δημόσιο διάλογο προφανώς βάζουν ζητήματα, που αφορούν την εσωτερική επικαιρότητα και όλο αυτό το δυστοπικό τοπίο, που έχει διαμορφωθεί από τις πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας: ακρίβεια, ανισότητα, φτώχεια, στέρηση αγαθών, στέρηση υπηρεσιών. Αυτά δεν μπορούν να είναι έξω από το δημόσιο διάλογο επειδή η Νέα Δημοκρατία θέλει να βάζει τα σκουπίδια κάτω από το χαλί. Θα συζητηθούν όλα και οι πολίτες θα πάρουν τις αποφάσεις τους δίνοντας ένα διπλό μήνυμα στις 9 Ιούνη για το τι Ευρώπη θέλουμε και για το ποια Ελλάδα μας αξίζει. Το ότι ο κύριος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία προσπαθούν να μη στρέψουν καθόλου τη συζήτηση σε ζητήματα που φαίνεται η υποκρισία τους, η διγλωσσία τους, δε σημαίνει ότι αυτό το κάνει και ο ελληνικός λαός, ο οποίος και την ακρίβεια και την υπονόμευση του δημόσιου συστήματος υγείας και τη συγκάλυψη του συστήματος των Τεμπών, τη διαρροή των προσωπικών δεδομένων, τις παρακολουθήσεις, τις υποκλοπές, την ανερμάτιστη εξωτερική πολιτική του κυρίου Μητσοτάκη, δε μπορεί παρά να τα συζητάει, δε θα μας απαγορεύσουν και τη συζήτηση».
Από την πλευρά του ο υποψήφιος ευρωβουλευτής, Βασίλης Κασσελάκης μιλώντας για τη σημασία του αποτελέσματος της Κυριακής για τον ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι: «Το πιο σημαντικό πιστεύω είναι να καταφέρει ξανά ο ΣΥΡΙΖΑ να περάσει το μήνυμά του στον πολίτη, να γεφυρώσει αυτό το χάσμα, μεταξύ πολίτη και πολιτικής, το οποίο έχει οδηγήσει σε αυτήν την αποχή και σε μια γενικότερη μη εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και αυτό θα έχει δύο αποτελέσματα, πρώτον στην Ελλάδα θα εδραιώσει τη λαϊκή εμπιστοσύνη που θα του δείξουν στο ποσοστό που θα πάρει και δεύτερον θα αποδείξει και στην Ευρώπη ότι είναι το μεγαλύτερο αριστερό κόμμα αυτή τη στιγμή στο ερυωκοινοβούλιο, έτσι ώστε να μπορέσει να έχει ένα καλό διαπραγματευτικό χαρτί αύριο στις συμφωνίες που θα γίνουν για τις διαπραγματεύσεις στα ζητήματα που θα μας απασχολήσουν τα επόμενα χρόνια στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο».
Ο κ. Κασσελάκης απεύθυνε κάλεσμα στους πολίτες και ιδιαίτερα στους νέους να συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία: «Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι δεν υπάρχουν απολιτίκ καταστάσεις. Όλα είναι πολιτική, όλα είναι ιδεολογία και το να μην πάω να ψηφίσω είναι μια επιλογή, είναι μια πολιτική επιλογή, η οποία συνήθως θα ευνοήσει το 1ο κόμμα ούτως ή άλλως. Δε θα σας πω ότι πρέπει να πάει να ψηφίσει κανείς, αλλά η Δημοκρατία έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Υποχρέωση της δημοκρατίας είναι η ψήφος, είναι ο ανώτερος θεσμός της δημοκρατίας και αυτήν την υποχρέωση θα πρέπει να την ασκήσει ο καθένας, έτσι ώστε να αναλάβει ο καθένας την ατομική ευθύνη που του αναλογεί. Γιατί υπάρχει η συλλογική ευθύνη, υπάρχει η ατομική ευθύνη του ατόμου, ο οποίος με τις επιλογές του στηρίζει ή δε στηρίζει τις επιλογές της εκάστοτε κυβέρνησης».
Από τη πλευρά του ο υποψήφιος, Αντώνης Γουναλάκης, που διαμένει στην Αμερική και είναι εκεί συντονιστής του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε στην προσπάθεια του κόμματος να ανανεώσει τη σχέση πολίτη και πολιτικής:
«Κάνουμε μία νέα προσπάθεια ως κόμμα να ανανεώσουμε τη σχέση πολίτη με πολιτική. Άλλωστε ο λόγος που βρίσκομαι στο ευρωψηφοδέλτιο έχει να κάνει και με την ριζοσπαστική δημοκρατική διαδικασία του προέδρου Στέφανου Κασσελάκη να ανοίξει το ευρωψηφοδέλτιο στα μέλη και στους φίλους του κόμματος, εκείνοι να επιλέξουν ποιοι και ποιες θα το στελεχώσουν. Και σήμερα ενόψει της κάλπης της 9ης Ιούνη ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. στοχεύει στο να θέσει τα θεμέλια για μια προοδευτική ανατροπή τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, αυτό που στοχεύουμε έχει να κάνει, πέρα από το εκλογικό ποσοστό, να πείσουμε την ελληνική κοινωνία ότι αυτή η μισή ζωή που μας έχει καταδικάσει τα τελευταία 5 χρόνια η κυβέρνηση του πρωθυπουργού κύριου Κυριάκου Μητσοτάκη δε μας αξίζει. Να πείσουμε ότι μπορούμε να διεκδικήσουμε μια καλύτερη ζωή στο σήμερα και ότι πρέπει να βάλουμε κάποιους άξονες, ώστε η χώρα να μπορέσει να δημιουργήσει προοπτικές με τον κόσμο που ζει, σπουδάζει και εργάζεται. Εγώ, όπως και πάρα πολλοί άλλοι έχουμε αναγκαστεί να μεταναστεύσουμε στο εξωτερικό και αυτό είναι μία ροή που πρέπει να αναστραφεί, διότι εάν δεν αναστραφεί η χώρα θα συνεχίσει να αιμορραγεί, μέχρι να ερημώσει. Επομένως, τόσο σε επίπεδο οικονομίας, όσο σε επίπεδο κοινωνίας, όσο και σε επίπεδο θεσμών, πρέπει να αλλάξουν πάρα πολλά, για να μπορέσει να στηριχθεί η νέα γενιά, να στηριχθούν οι εργαζόμενοι – εργαζόμενες, να στηριχθεί η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, που στενάζει τόσο από τον αποκλεισμό από τον τραπεζικό δανεισμό, όσο και από τα ευρωπαϊκά κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα οποία η κυβέρνηση κατευθύνει σε πολύ συγκεκριμένους, ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους» τόνισε.
Αναφερόμενος στην οικονομία ο κ. Γουναλάκης επισήμανε ότι πρέπει να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας: «Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση επαίρεται για αύξηση των άμεσων, ξένων επενδύσεων, οι οποίες όμως στην πλειοψηφία κατευθύνονται στο real estate, στο αιrbnb, στη διαχείριση κόκκινων δανείων με αποτέλεσμα αυτό να μην φέρνει μια ανάπτυξη, η οποία να μην αφορά τους πάντες. Εμείς θέλουμε να φέρουμε παραγωγικές επενδύσεις, ώστε να δημιουργηθούν δουλειές στην Ελλάδα με υψηλή προστιθέμενη αξία και άρα να ανεβάσουμε και μισθολογικά τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, να γίνουν παρεμβάσεις στην εργασία. Χρειαζόμαστε ένας κράτος πρόνοιας που θα στηρίζει τη γονεϊκότητα, ένα κράτος πρόνοιας που θα παρέχει φροντίδα από τη βρεφική ηλικία στους αρρώστους μέχρι την τρίτη ηλικία και όχι αυτή η φροντίδα να πέφτει, δυστυχώς, κατά πλειοψηφία σχεδόν εξ ολοκλήρου στις γυναίκες, οι οποίες το κάνουν χωρίς πληρώματα. Επομένως, αυτά τα ζητήματα σε σχέση με την Ευρώπη, με το πως διαχειριζόμαστε τα ευρωπαϊκά κονδύλια, σε σχέση με το πως αντιμετωπίζουμε τα ολιγοπώλεια που υπάρχουν στις τράπεζες, στα καύσιμα, στο ηλεκτρικό ρεύμα είναι αναγκαία, για να έχουμε μία υγιή επιχειρηματικότητα, μία συμπεριληπτική και δίκαιη ανάπτυξη».