Το υψηλό κόστος στέγασης και η μεγάλη δυσκολία στην εύρεση κατοικίας, η έλλειψη επαρκών θέσεων εργασίας, η περιορισμένη διάρκεια της τουριστικής σεζόν και η εξάρτηση από την εποχικότητα, καθώς επίσης οι υποστελεχωμένες δομές δημόσιας υγείας του Ρεθύμνου και κυρίως του Γενικού Νοσοκομείου είναι τα κύρια προβλήματα όπως αυτά αναδεικνύονται από την έρευνα που έκανε για τον δήμο η επιστημονική ομάδα των Ρουμάνων ακαδημαϊκών του Πανεπιστημίου Babes Bolyai της Κλουζ, οι οποίοι φιλοξενήθηκαν στο Ρέθυμνο, στο πλαίσιο της διημερίδας που πραγματοποιήθηκε με θέμα «Τετραμερής συνεργασία για την αναπτυξιακή δυναμική του Δήμου Ρεθύμνης» την Κυριακή 13/4 και τη Δευτέρα 14/4 στο Δημαρχείο Ρεθύμνου.
Όπως τόνισε η Ρουμάνικη αντιπροσωπεία, η τοπική αυτοδιοίκηση οφείλει μέσα από τη συνεργασία της με το Πανεπιστήμιο Κρήτης και αξιοποιώντας ως παράδειγμα, τον καθοριστικό ρόλο που έχει διαδραματίσει το Πανεπιστήμιο Babes Bolyai της Ρουμανίας στον Δήμο Κλουζ, να θεσπίσει τις στρατηγικές προτεραιότητες για την τοπική ανάπτυξη του Ρεθύμνου και να υιοθετήσει μία νέα στρατηγική προσέγγιση, που θα πληροί τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές, λειτουργώντας ευεργετικά για την πόλη. Στη διάρκεια της διημερίδας, η οποία αποτέλεσε μία καινοτόμο σύμπραξη, με χαρακτηριστικά εξωστρέφειας και ανάγκης για ανατροφοδότηση, εκπονήθηκαν ομιλίες και συζητήσεις που αφορούσαν τον τουρισμό, τον πολιτισμό, την ανάπτυξη της υπαίθρου, τη νεολαία και την εκπαίδευση. Καταθέτοντας τεκμηριωμένες απόψεις και αναλύσεις για όλους τους τομείς που αφορούν το Ρέθυμνο, οι ομιλητές και οι παρευρισκόμενοι μίλησαν για μία τετραμερής συνεργασία με αμοιβαία οφέλη, από την οποία μπορεί να εκπονηθεί ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός πολιτικής.
«Αναλύουμε όλες τις πτυχές που είναι σχετικές, θετικές, αρνητικές και ουδέτερες. Η ευρύτερη εικόνα είναι θετική, αλλά η πόλη του Ρεθύμνου πρέπει να προσέξει, όπως το έχει κάνει και η δική μας πόλη, στις μεγάλες στρατηγικές προκλήσεις που μπορεί να προκύψουν και να είναι παγκόσμιες, εθνικές και τοπικές. Είναι σημαντικό να εξετάσουμε αυτές τις ευκαιρίες ή τις απειλές και να προσπαθήσουμε να τις διαχειριστούμε όσο το δυνατόν καλύτερα», ανέφερε ο Calin Hintea, Κοσμήτορας του Κολλεγίου Πολιτικών, Διοικητικών και Επιστημών της Επικοινωνίας Babes Bolyai University.
Η άποψη των Ρουμάνων ακαδημαϊκών για το Ρέθυμνο
Αρχικά, ως μία από τις πιο καλοδιατηρημένες χαρακτήρισαν την παλιά πόλη του Ρεθύμνου οι Ρουμάνοι, καθώς και ως έναν κορυφαίο τουριστικό προορισμό συνολικά. Παράλληλα, η πολιτιστική ταυτότητα της πόλης, η Πανεπιστημιούπολη του Ρεθύμνου, η εύκολη προσβασιμότητα από δύο σημαντικά κέντρα όπως το Ηράκλειο και τα Χανιά και ο νεανικός πληθυσμός κατατάσσονται όλα στα θετικά στοιχεία που προσδίδουν μεταξύ άλλων ζωντάνια στον τόπο και αποτελούν λόγους που προσελκύουν νέους ανθρώπους, εξασφαλίζοντας υψηλή ποιότητα ζωής και ασφάλειας, όπως τόνισαν. Επιπλέον, οι Ρουμάνοι έκριναν ότι το Ρέθυμνο έχει δυνατή τοπική ταυτότητα, διατηρώντας τις παραδόσεις και τη γλώσσα του, ενώ πρόκειται για μία ασφαλή, καθαρή και φιλική προς τους πεζούς πόλη, συνδυάζοντας παράλληλα μοντέρνα και παραδοσιακή ζωή, με την παρουσία εστιατορίων, καταστημάτων και καφέ σε ιστορικά κτίρια.
Στον αντίποδα, στα αρνητικά χαρακτηριστικά που εντόπισαν, συμπεριλήφθηκε η μικρή τουριστική σεζόν και η εξάρτηση της οικονομίας από τους εποχικούς επισκέπτες, το υψηλό κόστος στέγασης, οι περιορισμένες ευκαιρίες εργασίας, ειδικά για νέους και επαγγελματίες εκτός του τουριστικού τομέα και οι περιορισμένες παροχές υπηρεσιών υγείας, με τα τοπικά νοσοκομεία να υπολειτουργούν, όπως κατέγραψαν στην ανάλυσή τους. Επιπρόσθετα, ο αποπληθυσμός, η άναρχη ανάπτυξη κτισμάτων που υποβαθμίζει την πολιτιστική και ιστορική ταυτότητα του τόπου και οι περιορισμοί στις ζώνες ανάπλασης οδηγούν σε αποθάρρυνση επενδύσεων, όπως τόνισαν, προκαλώντας ακόμα και αναπτυξιακές επιπτώσεις και συγκρούσεις με επενδυτικά συμφέροντα, αναφέροντας χαρακτηριστικά τα παραδείγματα της Κίνας και της Χερσονήσου. Τέλος, οι δυσκολίες πρόσβασης σε προσιτή στέγη αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τους ντόπιους και η αύξηση των τιμών των ενοικίων ασκεί επίσης μεγάλες πιέσεις στους μακροχρόνιους κατοίκους.
Στις ουδέτερες, καθώς τις χαρακτήρισαν, πτυχές της πόλης, οι Ρουμάνοι εκπρόσωποι ενέταξαν τη φοιτητική κοινότητα που προσφέρει μεν ζωντάνια αλλά και εποχικότητα στη διαβίωση στον τόπο, τη μεταβαλλόμενη οικονομία λόγω εποχικότητας, το μέγεθος της πόλης, που προσφέρει μεν άνεση, αλλά και περιορισμούς σε κοινωνική ζωή και απασχόληση, δημιουργώντας παράλληλα την «πρόκληση της μικρής πόλης». Την ίδια ώρα, καθώς ανέφεραν, το Ρέθυμνο διαθέτει δυνατή τουριστική εποχικότητα, αποφέροντας πολλά έσοδα, αλλά ενδεχομένως εμποδίζοντας άλλους τομείς από το να αναπτυχθούν. Η ιστορική πόλη κρίνεται ως συμπαγής, γεγονός που την καθιστά ελκυστική, αλλά απαιτούνται επίσης αρκετές αναβαθμίσεις και συντηρήσεις σε παλιά κτίρια, ενώ όπως παρατήρησαν, γίνεται συχνή χρήση παραδοσιακών υλικών για κατασκευές, που ναι μεν είναι όμορφα, αλλά είναι και ακριβά στη συντήρηση. Καταληκτικά, οι Ρουμάνοι σχολίασαν τη μικτή χρήση γης, ως ενδιαφέρουσα, αλλά ελλοχεύοντας και περιορισμούς όσον αφορά τις χρήσεις και την προσβασιμότητα.
«Ψάχνουμε τις στρατηγικές προτεραιότητες των δύο πόλεων για τα επόμενα 10-15 χρόνια»
Όπως ανάφερε ο Calin Hintea, η συζήτηση επικεντρώθηκε σε ένα καινοτόμο ζήτημα, τη συνεργασία δύο πόλεων με κοινά χαρακτηριστικά, τη συνέργεια δηλαδή ανάμεσα στις τοπικές αυτοδιοικήσεις και στα δύο Πανεπιστήμια: «Ο βασικός στόχος στον οποίο εστιάσαμε είναι να αναπτύξουμε τις μελλοντικές στρατηγικές για τις κοινότητές μας, που μοιάζουν μεταξύ τους, γιατί πρόκειται και οι δύο για Πανεπιστημιουπόλεις και εμφανίζουν και οι δύο μία πραγματικά μοναδική κατάσταση, κατά την οποία οι ηγέτες των δύο διοικήσεων είναι σε επαφή και τα Πανεπιστήμια είναι επίσης σε επαφή» και πρόσθεσε: «Εμείς μαθαίνουμε από το Ρέθυμνο και το Ρέθυμνο μαθαίνει από εμάς. Είναι μία συνεχιζόμενη κατάσταση και σε αυτό το στάδιο ακριβώς είναι που ψάχνουμε, δηλαδή ποιες πρέπει να είναι οι στρατηγικές προτεραιότητες για τις δύο πόλεις στα επόμενα 10-15 χρόνια. Αυτή ήταν η αρχή για αυτή τη συνεργασία και ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να τις καθορίσουμε σύντομα. Πρέπει να επιδείξουμε μεγάλο ενδιαφέρον στη μελλοντική στρατηγική συνεργασία μεταξύ Πανεπιστημίου και αυτοδιοίκησης στις δύο πόλεις, γιατί τα Πανεπιστήμια είναι ένα από τα τεράστια στρατηγικά πλεονεκτήματα που έχουν. Εστιάζουμε σε μια καλύτερη, θεσμική συνεργασία».
«Συνεργασίες και ενσωμάτωση καλών πρακτικών για τη βιώσιμη ανάπτυξη του Ρεθύμνου»
Ο δήμαρχος Ρεθύμνου στο χαιρετισμό του αναφέρθηκε στην πόλη, στα έργα που έχουν υλοποιηθεί αλλά και σε αυτά που προγραμματίζονται να γίνουν επισημαίνοντας ότι τον δήμο Ρεθύμνης τον ενδιαφέρει η αξιοποίηση της υφιστάμενης γνώσης, της τεχνολογίας και των καινοτόμων εργαλείων, η ανταλλαγή ιδεών και προτάσεων και η ενσωμάτωση καλών πρακτικών στον στρατηγικό μας σχεδιασμό για να επιτύχουμε τη βιώσιμη ανάπτυξη του Ρεθύμνου.
Μεταξύ άλλων στον χαιρετισμό του ο Γ. Μαρινάκης, ανέφερε:
«Είναι αλήθεια ότι μας ενδιαφέρει η αξιοποίηση της υφιστάμενης γνώσης, της τεχνολογίας και των καινοτόμων εργαλείων, η ανταλλαγή ιδεών και προτάσεων και η ενσωμάτωση καλών πρακτικών στον στρατηγικό μας σχεδιασμό για να επιτύχουμε τη βιώσιμη ανάπτυξη του Ρεθύμνου, να συγχρονίσουμε την εξέλιξή του με τα σύγχρονα επιτεύγματα και καινοτομίες και να διασφαλίσουμε την ανθεκτικότητά του στις, εμφανείς πλέον, επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Για τον λόγο αυτό άλλωστε, παρακολουθούμε τη διεθνή τεχνογνωσία και εμπειρία και αξιοποιούμε τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα, μέσα από τη συμμετοχή του Δήμου σε πλήθος ευρωπαϊκών προγραμμάτων και διακρατικών συνεργασιών αλλά και μέσα από γόνιμες συνεργασίες με Πανεπιστημιακά Ιδρύματα του νησιού όπως το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το ΕΛΜΕΠΑ, το Πολυτεχνείο, το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας αλλά και της χώρας, όπως το Μετσόβειο Πολυτεχνείο, θεσμικούς φορείς όπως η Περιφέρεια Κρήτης και η Αντιπεριφέρεια Ρεθύμνου και αναγνωρισμένους Συλλόγους και Σωματεία, με τα οποία διατηρούμε άριστη συνεργασία.
Πολύτιμη είναι επίσης η συνδρομή των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων του Ρεθύμνου, οι οποίοι διαχρονικά στηρίζουν τις διεκδικήσεις μας για την αειφορία του τόπου μας.
Ως Τοπική Αυτοδιοίκηση, επενδύουμε στις συνεργασίες μας, είτε αφορούν θεσμικούς και υπηρεσίες της χώρας μας ή του εξωτερικού, είτε αφορούν την ίδια την κοινωνία, την οποία κρατούμε διαρκώς ενήμερη με εντιμότητα και διαφάνεια αφού, δίχως τη συναίνεση και τη στήριξη των πολιτών, ουδεμία ουσιαστική ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί.
Μαζί καταρτίζουμε το στρατηγικό μας σχεδιασμό, ωριμάζουμε μελέτες και μεταμορφώνουμε την πόλη και την ενδοχώρα σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, φροντίζοντας παράλληλα να διατηρήσουμε ανόθευτη την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του τόπου και να εναρμονίσουμε το σύγχρονο βηματισμό του με τις πολιτιστικές και παραδοσιακές καταβολές του, που τον καθιστούν μοναδικό».
Καταλήγοντας τόνισε ότι: «Θα ήθελα να επισημάνω τις εντατικές προσπάθειες που καταβάλλουμε ως Τοπική Αυτοδιοίκηση να καλλιεργήσουμε στους συμπολίτες την ενσυναίσθηση, την αλληλεγγύη, την επιδίωξη της συνύπαρξης με όρους ηθικής, δικαίου, ισότητας, δημοκρατίας και ενεργής συμμετοχής. Εντούτοις, η αλλαγή νοοτροπίας και η υιοθέτηση δραστικών μέτρων που θα μεταβάλλουν άρδην την καθημερινότητα των πολιτών στο παρόν και το μέλλον, απαιτούν τολμηρές παρεμβάσεις και δαπανηρές επεμβάσεις. Είναι σαφές πως η επιτυχία αυτών των στρατηγικών εξαρτάται από τη συνεργασία κυβερνήσεων, επιχειρήσεων και Κοινωνίας των Πολιτών, από τη θέσπιση κατάλληλων πολιτικών και, φυσικά, από τη χρηματοδότηση».
«Οφείλουμε να μάθουμε από το παρελθόν ώστε να χαράξουμε μια πιο αποτελεσματική στρατηγική για το μέλλον»
Ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και βουλευτής Ρεθύμνου, Γιάννης Κεφαλογιάννης, που συμμετείχε στην έναρξη της διημερίδας επεσήμανε τη σημασία της συνεργασίας ανάμεσα στις τοπικές αρχές, τους πολίτες, τους επιχειρηματίες και την ευρύτερη κοινωνία, ώστε να διαμορφωθούν και να υλοποιηθούν πολιτικές που ενισχύουν την πρόοδο και την ανάπτυξη. Ο κ. Κεφαλογιάννης, ανέδειξε την ανάγκη αντιμετώπισης των προκλήσεων του Ρεθύμνου με ολιστικές και καινοτόμες προσεγγίσεις, επισημαίνοντας ότι το συνέδριο αυτό αποτελεί ένα ουσιαστικό εργαλείο διαλόγου και ανάδειξης των τοπικών προτεραιοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε σε σημαντικά έργα που υλοποιούνται στο Ρεθύμνου και έχουν εξασφαλίσει σημαντική χρηματοδότηση από την Κυβέρνηση, στο πλαίσιο της αναπτυξιακής στρατηγικής που έχει τεθεί σε εφαρμογή από το 2019. Καταλήγοντας ο κ. Κεφαλογιάννης σημείωσε ότι: «Οφείλουμε να μάθουμε από το παρελθόν για να δούμε πού πετύχαμε και να συνεχίσουμε, αλλά και να δούμε πού υστερούμε ώστε να χαράξουμε μια πιο αποτελεσματική στρατηγική για το μέλλον. Η συνεργασία όλων μας είναι το κλειδί για την επιτυχία των αναπτυξιακών μας προσπαθειών, τόνισε χαρακτηριστικά».
«Η σύμπραξη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την Ακαδημαϊκή Κοινότητα είναι κρίσιμη για την εξεύρεση σύγχρονων και βιώσιμων λύσεων»
Η αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου Μαρία Λιονή στον χαιρετισμό της μίλησε για τη σημασία των συνεργασιών της αυτοδιοίκησης με ακαδημαϊκά ιδρύματα και μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Η Περιφέρεια Κρήτης, με ξεκάθαρη αναπτυξιακή στρατηγική, επενδύει σταθερά στη διασύνδεση βασικών τομέων της τοπικής οικονομίας, και ιδιαίτερα του Τουρισμού, του Πολιτισμού, της ανάπτυξης της υπαίθρου και της νεολαίας. Οι τομείς αυτοί δεν αποτελούν απομονωμένες συνιστώσες, αλλά συγκοινωνούντα δοχεία που, όταν λειτουργούν σε συνέργεια, πολλαπλασιάζουν την προστιθέμενη αξία τους για τον τόπο.
Στον τομέα του Τουρισμού, η Περιφέρεια Κρήτης υλοποιεί στοχευμένες δράσεις που προωθούν ένα μοντέλο βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης, με έμφαση στον θεματικό και πολιτιστικό τουρισμό.
Ο Πολιτισμός, για εμάς, δεν είναι απλώς στοιχείο προβολής, αλλά κινητήριος δύναμη δημιουργίας και κοινωνικής συνοχής. Μέσα από τη στήριξη πολιτιστικών φορέων, φεστιβάλ, αρχαιολογικών χώρων και δημιουργικών βιομηχανιών, προάγουμε τον πολιτισμό ως μοχλό οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.
Ταυτόχρονα, η ανάπτυξη των ημιαστικών και αγροτικών περιοχών αποτελεί σταθερή μας προτεραιότητα. Η ύπαιθρος της Κρήτης διαθέτει μοναδικά ποιοτικά προϊόντα, πολιτιστικά στοιχεία και ανθρώπινο δυναμικό που, με τη σωστή ενίσχυση, μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στη συνολική ευημερία της Περιφέρειας. Ιδιαίτερη έμφαση δίνουμε και στη νεολαία, αναγνωρίζοντας τον καθοριστικό της ρόλο στο παρόν και το μέλλον του τόπου μας».
«Ο δήμος Ρεθύμνης φιλοδοξεί να ενταχθεί στον πυρήνα του ευρωπαϊκού αναπτυξιακού σχεδιασμού»
Μέσα από «κοινές διαπιστώσεις και εμπειρίες» προέκυψε η σύμπραξη ανάμεσα στον δήμο Ρεθύμνης και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, με το Πανεπιστήμιο Babes Bolyai της Ρουμανίας και το Δήμου της Cluj-Napoca, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Νεκτάριος Παπαδογιάννης, αντιδήμαρχος Παιδείας. Όπως σημείωσε, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Ρουμανία πέρυσι το φθινόπωρο για την παρακολούθηση ενός επικείμενου συνεδρίου για τη δημόσια διοίκηση και την ηγεσία στο Cluj, «διαπιστώσαμε τον εξαιρετικό βαθμό συνεργασίας μεταξύ του Πανεπιστημίου και του δήμου Cluj-Napoca, συνεργασία που συνέβαλε καθοριστικά στην ταχεία και βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής», συμπληρώνοντας επίσης ότι «με βάση αυτό το πρότυπο, ο δήμος Ρεθύμνης φιλοδοξεί να ενταχθεί στον πυρήνα του ευρωπαϊκού αναπτυξιακού σχεδιασμού, αξιοποιώντας την επιστημονική τεκμηρίωση και εμπειρία», ενώ στάθηκε επίσης στη γόνιμη συνεργασία που διαθέτει ο Δήμος με τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και ιδιαίτερα το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Στόχος του συνεδρίου όμως τόνισε, είναι η «θεμελίωση ενός ολιστικού αναπτυξιακού στρατηγικού σχεδίου, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία του Πανεπιστημίου Κρήτης και την επιτυχημένη εμπειρία του μοντέλου συνεργασίας μεταξύ του Πανεπιστημίου Babes-Bolyai και του Δήμου Cluj-Napoca».
Με τη σειρά του, ο Κωνσταντίνος Σπανουδάκης, πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης αναφέρθηκε στην αφετηρία της συνεργασίας ανάμεσα στα δύο πανεπιστήμια, που έγινε μέσω της σχέσης που ανέπτυξαν ο Αριστείδης Τσαντηρόπουλος, καθηγητής του ΠΚ και ο Calin Hintea από το Πανεπιστήμιο του Cluj. «Σκεφτήκαμε πως οι δύο χώρες έχουν λόγω των ιστορικών τους καταβολών την ίδια νοοτροπία, έχουν και οι δύο πρόσφατα γνωρίσει την επώδυνη εμπειρία της χρεοκοπίας καθώς και πως οι δύο πόλεις φιλοξενούν Πανεπιστήμια και είναι πανεπιστημιουπόλεις δεδομένα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την ανάπτυξη μιας ευρύτερης μεταξύ μας συνεργασίας», ανέφερε.
«Η αρχή μιας τετραμερούς συνεργασίας με αμοιβαία οφέλη»
Μία παραγωγική διημερίδα, με ουσιαστικές εισηγήσεις και όρους στρατηγικού σχεδιασμού χαρακτήρισε ο Νίκος Παπαδάκης, καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης και Διευθυντής του Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Πανεπιστημίου Κρήτης, ο οποίος εκπόνησε ομιλία στην εκδήλωση σχετικά με τη νεολαία. «Στο Πανεπιστήμιο BBU ακολουθούνται καλές πρακτικές. Η πόλη Κλουζ υπέστη αποβιομηχανοποίηση και φτώχεια. Μέσα στα χρόνια, όμως, με τη συμβολή του Πανεπιστημίου έχει εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης σε μία όχι κι απ’ τις πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης, στη Ρουμανία. Αυτός ο διάλογος ήταν βασισμένος σε δεδομένα, σε στρατηγικές και σε μία λογική αμοιβαιότητας: τί μπορούμε να μάθουμε από τη συνεργασία Πανεπιστημίου – τοπικής κοινωνίας εκεί, αλλά και τί μπορούν να μάθουν από τη δική μας εδραιωμένη συνεργασία Πανεπιστημίου- κοινωνίας εδώ, στην ανάπτυξη ενός τετραμερούς σχήματος, στη βάση αυτού που λέμε – ερευνητικά -εδραιωμένης εκπόνησης σχεδιασμού πολιτικής».
Όπως επεσήμανε ο κ. Παπαδάκης, πρόκειται ουσιαστικά για την έναρξη μιας τετραμερούς συνεργασίας με αμοιβαία οφέλη, τόσο για τα δύο Πανεπιστήμια, όσο και για τους δύο Δήμους. «Ήδη από το 1996, στη σουηδική νομοθεσία – τη μεγάλη μεταρρύθμιση για τα Πανεπιστήμια – ο τρίτος άξονας των Πανεπιστημίων, που εμβληματικά είναι η διδασκαλία και η έρευνα, είναι η λεγόμενη σχέση με τους society at large: δηλαδή η κανονιστική δέσμευση απέναντι στην κοινωνία και της κοινωνίας απέναντι στο Πανεπιστήμιο. Στην Κρήτη, ευτυχώς, το έχουμε: βλέπουμε ότι έχουμε εταίρους στο Κλουζ της Ρουμανίας που επίσης το έχουν. Όλοι έχουμε να κερδίσουμε από όλους και κυρίως να μάθουμε απ’ όλους, πράγμα που συνέβη και στο συνέδριο».
«Επιβάλλεται η εκτόνωση της ανάγκης για μία ισόρροπη ανάπτυξη»
Ως ένα σημαντικό βήμα για τον σχεδιασμό μιας ολοκληρωμένης αναπτυξιακής στρατηγικής, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προοπτικές του τόπου χαρακτήρισε την πρωτοβουλία της τετραμερής συνεργασίας για την αναπτυξιακή δυναμική του δήμου Ρεθύμνης, η επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης Ρένα Κουτσαλεδάκη, η οποία μέσα από σχετικό ενημερωτικό σημείωμα ανέφερε μεταξύ άλλων: «Η θωράκιση του τόπου μας με έργα που ενδυναμώνουν την ποιότητα ζωής της πόλης, όπως η βελτίωση του κυκλοφοριακού προβλήματος, η εξεύρεση θέσεων στάθμευσης αλλά και με εκείνα που την προστατεύουν από την κλιματική αλλαγή ,την οικολογική ήπια ανάπτυξη πόρων ενεργειακών, είναι θέματα πρωτεύουσας σημασίας που ο Δήμος δε δείχνει αντανακλαστικά επίλυσης. Στην ερώτηση των φιλοξενούμενων συμμετεχόντων «Τι δεν πρέπει να κάνει το Ρέθυμνο;» η επισήμανση της παράταξής μας ήταν ότι δεν πρέπει ο Δήμος Ρεθύμνης να κωφεύει στις ενδείξεις των επίσημων στατιστικών που δείχνουν μείωση κατοίκων της Παλιάς Πόλης, αλλά με μελέτη ισόρροπης ανάπτυξης όπου να ανταποκριθεί με σχεδιασμό στην ανάδειξη των μνημείων της, στην δραστηριοποίηση της εστίασης, του εμπορίου, του τουρισμού, στην υποστήριξη των δομών εκπαίδευσης, θρησκείας, αθλητισμού, στην εξεύρεση λύσεων σε χώρους στάθμευσης των κατοίκων της. Επιβάλλεται εκτόνωση της ανάγκης για μια ισόρροπη ανάπτυξη, που θα περιλαμβάνει τόσο τον αστικό ιστό όσο και τις ημιαστικές και αγροτικές περιοχές του Δήμου μας», ενώ επίσης κατέθεσε τις προτάσεις της παράταξης, οι οποίες επικεντρώνονται στην αναβάθμιση των υποδομών στις ημιαστικές και αγροτικές περιοχές, στην ενίσχυση της αγροτικής παραγωγής και την προώθηση τοπικών προϊόντων, στην ανάπτυξη του βιώσιμου αγροτουρισμού, στην ενίσχυση της ψηφιακής συνδεσιμότητας και την κατανομή των δημοτικών πόρων για την επόμενη πενταετία με βάση τη συμβολή κάθε ενότητας στο ΑΕΠ και την αναπτυξιακή της δυναμική.