Η νέα Ελλάδα
Προσπαθώντας να οριστικοποιήσουμε το χρονικό ορόσημο κατά το οποίο η Ελλάδα μπήκε στη φάση αναζήτησης για τη συγκρότηση μιας σύγχρονης Εθνικής και Δημοκρατικής οντότητας, μάλλον καταλήγουμε στον Μάρτη του 1950 στις πρώτες εκλογές μετά τη λήξη του Εμφύλιου πολέμου. Από τον Σεπτέμβριο του προηγούμενου χρόνου ήδη είχε λήξει η τραγική περιπέτεια του Εμφύλιου πολέμου, και ολόκληρος ο Ελληνικός λαός μαζί με τις εναπομείνουσες πολιτικές δυνάμεις προσπαθούσαν να γιατρέψουν τις πληγές τους.
Η μεγάλη τραγωδία του Ελληνικού λαού , η πιο επώδυνη από την απελευθέρωσή του, είχε κλείσει ήδη μια 15ετία. Είχε ξεκινήσει από την 4η Αυγούστου του ’36 με την κατάλυση της Δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Μεταξά. Ακολούθησε η Γερμανική κατοχή έως την απελευθέρωση το ’45 και η ταραχώδης προεμφυλιακή περίοδος έως το ’47 οπότε ξεκίνησαν οι βαριές εχθροπραξίες του Εμφύλιου έως και το ’49. Στις πρώτες αυτές εκλογές του ’50, του ’51, και του ’52, την πλειοψηφία την κατακτούσε αθροιστικά η Δημοκρατική παράταξη η οποία έπαιρνε μέρος στις εκλογές με τρία τουλάχιστον κόμματα, του Σοφοκλή Βενιζέλου, του Νικόλαου Πλαστήρα και του Γεωργίου Παπανδρέου αλλά όμως δεν κατάφερναν να συμφωνήσουν μεταξύ τους. Όμως τελικά τον πρώτο λόγο τον είχε η συντηρητική παράταξη που κατάφερε να σχηματίσει ισχυρή κυβέρνηση το 1952 με 247 έδρες και πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Παπάγο. Στις εκλογές αυτές όπου τα κεντρώα κόμματα είχαν συγκεντρώσει το ποσοστό 34,2% η δε Ενιαία Αριστερά 9,6%, τραγικό ρόλο είχε διαδραματίσει ο Αρχηγός τότε της Αριστεράς Νίκος Ζαχαριάδης με την παροιμιώδη φράση «Τί Παπάγος τι Πλαστήρας». Εξωμειώνοντας δηλαδή τον αρχηγό των δεξιών δυνάμεων και ακραίο συντηρητικό Αλέξανδρο Παπάγο, με τον αρχηγό της Δημοκρατικής παράταξης και Εθνικό ηγέτη Νικόλαο Πλαστήρα! Η ρήση αυτή θεωρείται ότι έκρινε το εκλογικό αποτέλεσμα, και ως εκ τούτου έμεινε στην ιστορία!
Η παντοκρατορία των συντηρητικών κυβερνήσεων
Έκτοτε εγκαινιάζεται η παντοδυναμία των συντηρητικών κυβερνήσεων που επαναβεβαιώθηκε στις εκλογές του΄56, του ΄58 και του ΄61, έως και το 1963. Αυτή ήταν η κρίσιμη 10ετία μετά την κατοχή και τον Εμφύλιο όπου η χώρα ξανακτιζόταν εξ΄ αρχής, κυριολεκτικά εκ του μηδενός. Η απόλυτη κυριαρχία των συντηρητικών σημάδεψε την Ελλάδα για δύο κυρίως λόγους:
α. Ο πρώτος ήταν, το ότι εκχωρήθηκε μεγάλο μέρος της Εθνικής μας κυριαρχίας στις ΗΠΑ, οι οποίες ήδη είχαν διαδεχτεί τους Βρετανούς στην πατρωνία της χώρας μας.
β. Ο δεύτερος ήταν, το ότι παραχωρήθηκαν εξοργιστικά προνόμια εκμετάλλευσης των οικονομικών πόρων της χώρας σε συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα ντόπια και ξένα. Αυτό είτε αφορούσε το τραπεζικό σύστημα, τους ορυκτούς πόρους, τις συγκοινωνίες θαλάσσιες ή επίγειες, είτε ακόμη τις προοπτικές οικοδόμησης σε συγκεκριμένες περιοχές (π.χ. Αττική) και τις χρήσεις των γαιών, αλλά και τις βιομηχανικές δραστηριότητες.
Με τις πολιτικές αυτές της συντηρητικής παράταξης και την ακραία ανάμειξη του παλατιού στον τρόπο διακυβέρνησης και άσκησης της εξουσίας, οικοδομήθηκε το πλήθος των στρεβλώσεων κοινωνικών και οικονομικών στην εφηβική ηλικία της νεότερης Δημοκρατίας μας.
Το φωτεινό διάλειμμα των προοδευτικών
Στις εκλογές του ΄63, η παντοδυναμία των συντηρητικών ανετράπη από την Ένωση Κέντρου και αυτό επαναλήφθηκε και στις επόμενες εκλογές του ΄64. Όμως δυστυχώς ένα χρόνο μετά, τον Ιούλιο του ΄65 με δόλιο τρόπο, η κυβέρνηση της Δημοκρατικής παράταξης υπονομεύτηκε από το παλάτι και με τα γνωστά γεγονότα της «Αποστασίας» το φωτεινό διάλειμμα της προοδευτικής διακυβέρνησης έληξε άδοξα πριν καν αρχίσει. Ακολούθησε η πολιτική αστάθεια του 1966 ώσπου τον Απρίλιο του ΄67 κηρύχθηκε η δικτατορία των συνταγματαρχών και όπου τότε με την κατάλυση της Δημοκρατίας οι δικτάτορες φρόντισαν να χαθεί και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας του Ελληνικού λαού.
Ένα άλλο πνεύμα
Με την πτώση της δικτατορίας τον Ιούλιο του ΄74, εγκαινιάζεται μια νέα πορεία για τους Έλληνες πολίτες. Παρόλο που στις δύο επόμενες κυβερνητικές θητείες την εξουσία τη διέθετε και πάλι το κόμμα των συντηρητικών, το κλίμα δεν έμοιαζε καθόλου με εκείνο της 10ετίας του ΄50. Το Δημοκρατικό αίσθημα των Ελλήνων πολιτών ήταν σε εγρήγορση και τα αντιπολιτευόμενα κόμματα της προοδευτικής παράταξης αναδείχτηκαν σε θεματοφύλακες των θεσμών. Το 1981 ο Ελληνικός λαός εμπιστεύθηκε την διακυβέρνηση της χώρας στην Δημοκρατική παράταξη, στο ΠΑΣΟΚ. Η εναλλαγή αυτή της κυβερνητικής εξουσίας με την διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που σε πολλούς θύμισε το ΄63 και το ΄64, διήρκεσε 19 χρόνια με μια ενδιάμεση 3χρονη επαναφορά των συντηρητικών το 1990. Έκτοτε έχουν υπάρξει πέντε – έξι εναλλαγές συντηρητικών – προοδευτικών στην κυβερνητική εξουσία.
Η προσδοκώμενη «Άνοιξη»
Σήμερα πια διανύουμε την πιο πρόσφατη 2η κυβερνητική θητεία της συντηρητικής παράταξης. Το ερώτημα που πλανάται στους Έλληνες πολίτες είναι; Μπορούν άραγε οι πολιτικές που εφαρμόζει η συντηρητική παράταξη στη χώρα μας , να φέρει την προσδοκώμενη «Άνοιξη» την οποία έχει περισσότερο από ποτέ ανάγκη ο τόπος μας; Για την αναζήτησή μας αυτή θα στηριχτούμε σε δύο παραδοχές:
α. Η πρώτη είναι, η «Ιστορική παραδοχή». Ανατρέχοντας δηλαδή στις προηγούμενες περιόδους διακυβέρνησης της συντηρητικής παράταξης είτε στη 10ετία του ΄50 ή και στη επταετία ΄74 -΄81, μπορούμε να σκεφτούμε και να απαριθμήσουμε κυβερνητικές επιλογές που βοήθησαν στην οικονομική και κοινωνική πρόοδο του Ελληνικού λαού; Αντίθετα, οι Έλληνες πολίτες τις περιόδους αυτές αντιμετώπιζαν τεράστιες δυσκολίες στην καθημερινή τους διαβίωση, και η χώρα μας διεθνώς θεωρούνταν ότι βρισκόταν σε κατάσταση υπανάπτυξης.
β. Η δεύτερη είναι, η «σύγχρονη παραδοχή». Σήμερα πια όπου οι φιλελεύθερες πολιτικές κυριαρχούν στον διεθνή χώρο, είναι ολοφάνερο πως οι κυβερνητικές επιλογές και προτεραιότητες μιας όποιας κυβέρνησης θα είναι ή με τους αδηφάγους κεφαλαιουχικούς σχηματισμούς ή με τους μη προνομιούχους πολίτες. Λέγοντας αδηφάγους κεφαλαιουχικούς σχηματισμούς θεωρούμε όλα εκείνα τα απρόσωπα οικονομικά σχήματα, που συχνά στη σύγχρονη οικονομική ορολογία παρουσιάζονται με την επωνυμία «funds» και τα οποία σήμερα διαθέτουν τεράστια οικονομική αλλά και πολιτική ισχύ, πολύ μεγαλύτερη από τις παλαιότερες περιόδους. Αυτά τα οικονομικά συμφέροντα σχετίζονται κυρίως με τραπεζικούς και ασφαλιστικούς κολοσσούς, ενεργειακούς κολοσσούς, κολοσσούς εταιρειών οπλικών συστημάτων, φαρμακευτικούς κολοσσούς, αλλά και εταιρείες άλλων τομέων της οικονομίας.
Τα αντιδιαμετρικά συμφέροντα
Δυστυχώς οι σχέσεις των δύο πλευρών, κεφαλαιουχικών σχηματισμών και απλού λαού είναι απόλυτα αντιδιαμετρικές και αυτό ισχύει πολύ περισσότερο σε χώρες, όπως και η Ελλάδα, που διατηρούν μεγάλη εξάρτηση από τη διεθνή οικονομική κοινότητα. Αυτό εξ άλλου φάνηκε και από την πρόσφατη οικονομική κρίση που βιώσαμε! Εν μια νυκτί θα μπορούσαν να μας καταβαραθρώσουν και να βρεθούμε στο απόλυτο ναδίρ. Έτσι θα βιώναμε την απόλυτη φτώχεια και την εξαθλίωση η οποία σε μας είναι γνωστή μόνο από διηγήσεις, όπως μας τις έχουν διηγηθεί οι πατεράδες και οι παππούδες μας οι οποίοι δυστυχώς τις είχαν βιώσει! Θεωρούμε λοιπόν όπως εκ των πραγμάτων μας αποδεικνύεται ότι μια συντηρητική κυβέρνηση πάντα είναι δέσμια των κεφαλαιουχικών αυτών σχημάτων. Αυτά εξ άλλου αποτελούν και τα στηρίγματά της φυσικά με το αζημίωτο όσον αφορά τις γενικές πολιτικές της αποφάσεις, οικονομικού, εργασιακού, ή ασφαλιστικού ενδιαφέροντος. Με λίγα λόγια, οι οποιεσδήποτε κυβερνητικές επιλογές και αποφάσεις είναι ζυγισμένες ως προς το αν θίγονται ή προάγονται τα κεφαλαιουχικά αυτά συμφέροντα. Όμως οι επιδιώξεις τους, είναι απόλυτα αντίθετες από εκείνες των απλών πολιτών. Δεν υπάρχουν μεσαίες λύσεις. Ή ξεκινάς με κριτήριο το συμφέρον των απλών πολιτών ή αλλιώς ευνοείς τους κεφαλαιούχους. Να ικανοποιούνται και τα δύο μέρη δεν γίνεται. Θεωρητικά τουλάχιστον, αυτές οι διενέξεις των δύο αντιμαχόμενων μερών, έχουν μετριαστεί σε χώρες ιδιαίτερα προηγμένες όπως οι Σκανδιναβικές χώρες. Εκεί όμως οι Δημοκρατικοί τους θεσμοί, οι οποίοι λειτουργούν εδώ και εκατονταετίες, έχουν φτάσει σε πολύ υψηλό επίπεδο και μπορούν και ελέγχουν υπέρ των πολιτών τις οποιεσδήποτε καταστάσεις επικείμενης εργασιακής εκμετάλλευσης. Και φυσικά ομιλούμε και για χώρες προηγμένες ή και προνομιούχες ως προς τους φυσικούς τους πόρους.
Επαναδιατυπώνοντας το ερώτημα
Εκτίμησή μας λοιπόν είναι το ότι, τα περιθώρια, για να ωφεληθεί το σύνολο των απλών πολιτών της χώρας μας από μια κυβέρνηση που εφαρμόζει φιλελεύθερες και συντηρητικές πολιτικές , είναι απολύτως στενά. Με αυτές τις πολιτικές θα μπορούσε άραγε ποτέ να έλθει η προσδοκώμενη «Άνοιξη»; Μια «Άνοιξη» η οποία θα αποσκοπούσε στην ουσιαστική μείωση της ανεργίας ,στις ικανοποιητικές απολαβές για τους εργαζόμενους, στην απόδοση πραγματικών συνθηκών δικαιοσύνης, στις πολύ καλές συνθήκες εκπαίδευσης και Δημόσιας υγείας, στις επιλογές πραγματικής προστασίας του περιβάλλοντος, και τελικά στη δημιουργία ίσων ευκαιριών για όλους τους Έλληνες πολίτες!