Στις 18 Αυγούστου έγιναν στον Τζιτζιφέ Αποκορώνου τα αποκαλυπτήρια μνημείου του Εμμανουήλ Α. Κιμιωνή (Μάνωλα) παρουσία του αντιπεριφερειάρχη κ. Καλογερή, εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, παραδοσιακών συλλόγων, μελών της οικογένειας Κιμιωνή και κατοίκων της περιοχής. Ομιλητής ήταν ο ιστορικός και ερευνητής κ. Κωνσταντίνος Μαμαλάκης, ο οποίος αναφέρθηκε λεπτομερώς στη ζωή και δράση του αείμνηστου αντιστασιακού.
Ο Εμμανουήλ Α. Κιμιωνής γεννήθηκε στην Ασή Γωνιά το 1910 και ήταν γόνος της μεγάλης οικογένειας των Κιμιωνήδων, οι οποίοι συμμετείχαν σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες. Μάλιστα ο πρόγονός του Σήφης Κιμιωνής, αρχηγός στην επανάσταση του 1831 έδρασε επί Τουρκοκρατίας και υπήρξε φόβητρο των Τούρκων, οι οποίοι όταν τελικά κατάφεραν να τον σκοτώσουν στην τοποθεσία Αρμί της Ασή Γωνιάς, να βαλσαμώσουν την κεφαλή του και να τη στείλουν στον Σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος είχε ζητήσει να δει ποιος ήταν αυτός που τους είχε κάνει τέτοια ζημιά. Ο εγγονός του, Γιώργης Κιμιωνής, συμμετείχε σε επαναστάσεις από το 1858 μέχρι το 1905 αφήνοντας σπουδαίο όνομα.
Ο Εμμανουήλ Α. Κιμιωνής ήταν 30 ετών όταν άρχισε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος και πολέμησε ηρωικά στο μέτωπο, όπου με άλλους Έλληνες πατριώτες επέδειξε ηρωισμό και αυτοθυσία απωθώντας τους Ιταλούς προς την Αλβανία αναγκάζοντας τον Χίτλερ να επιτεθεί εναντίον της Ελλάδας και να την καταλάβει μετά από μεγάλη προσπάθεια. Το ίδιο έγινε και στην Κρήτη που η μάχη του στρατού και των κατοίκων της έμεινε στην ιστορία αποσπώντας τον θαυμασμό συμμάχων και εχθρών. Όταν έπεσαν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές στην Κρήτη πήρε από έναν νεοσύλλεκτο χωροφύλακα ένα κοντό όπλο τύπου Μάλινχερ και κατευθύνθηκε προς την περιοχή των Περιβολίων, όπου γίνονταν σκληρές μάχες και κάνοντας το καθήκον του πολέμησε τους κατακτητές μαζί με άλλους Έλληνες, Εγγλέζους, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς.
Μετά την κατάκτηση της Κρήτης ξεκίνησε ο ένοπλος αντιστασιακός αγώνας με πολλούς Κρητικούς να βγαίνουν στα βουνά αρνούμενοι να δεχτούν τις διαταγές των κατακτητών. Έτσι και ο ήρωας για τον οποίον στήθηκε το μνημείο ανέλαβε τον ρόλο της υποστήριξης των αξιωματικών και στρατιωτών της κοινοπολιτείας και συμμετείχε στην ομάδα του ηρωικού Ασηγωνιώτη αντισυνταγματάρχη Ανδρέα Παπαδάκη, ο όποιος είχε βγει στο μετόχι του στην περιοχή Βουρβουρέ στα όρη της Ασή Γωνιάς και παρείχε βοήθεια και περίθαλψη στους Άγγλους, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς στρατιώτες. Εκεί υπήρχε και ασύρματος, ο οποίος έστελνε τις πληροφορίες στο Κάιρο αλλά και λάμβανε οδηγίες. Σημαντική επίσης υπήρξε η δράση του γνωστού Κρητικού μαντατοφόρου Γιώργη Ψυχουντάκη από την Ασή Γωνιά.
Η έντονη αντιστασιακή δράση του Κιμιωνή έπεσε στην αντίληψη των κατακτητών, οι οποίοι τον επικήρυξαν και τον έψαχναν παντού. Τον Οκτώβριο του 1943 ο Εμμανουήλ Α. Κιμιωνής έχοντας στην κατοχή του πλαστή ταυτότητα έπεσε σε μπλόκο των Γερμανών στις Βρύσες Αποκορώνου και θα περνούσε απαρατήρητος αν δεν τον αναγνώρισε κάποιος ντόπιος χωροφύλακας, ο οποίος αντί να τον καλύψει τον κατέδωσε στους κατακτητές. Συνήθως κάποιος προδότης υπάρχει και αντί να υποστηρίξει την πατρίδα του υποστηρίζει τους εισβολείς αλλά υπάρχει και η θεία δίκη.
Εκείνοι τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον Βαφέ και στη συνέχεια στον Τζιτζιφέ φυλακίζοντάς τον σε μια κατοικία που είχαν επιτάξει.
Κάποια στιγμή ξεφεύγοντας της επιτήρησής τους ο ηρωικός αυτός αντιστασιακός, σάλταρε σαν αίλουρος από ένα ανοιχτό παράθυρο και προσγειώθηκε στο χωράφι αλλά δυστυχώς χτύπησε το πόδι του με αποτέλεσμα να μην μπορεί να τρέξει και οι Γερμανοί τον γάζωσαν με τα αυτόματα. Το αίμα του παλικαριού πότισε το χώμα του Τζιτζιφέ και ακούστηκαν θρήνοι και μοιρολόγια. Η οικογένεια των Πατσούρων ανέλαβε να θάψει το άψυχο σώμα του στο νεκροταφείο του χωριού και όταν τελείωσε ο πόλεμος ήρθαν οι δικοί του από την Ασή Γωνιά και μετέφεραν τα οστά του στην γενέτειρα του Ασή Γωνιά.
Στη μνήμη του αείμνηστου ήρωα λέω:
Όντε περνάς τον Τζιτζιφέ
εις το μνημείο στάσου
κάνε ενός λεπτού σιγή
με τρόπο κι αφουγκράσου.
Ν’ ακούσεις να μοιρολογούν
τον Μάνωλα να κλαίνε
και οι γι’ άντρες τα Ριζίτικα
στη μνήμη του να λένε.
Χάθηκε μα το νάμι του
δε σβένουνε οι χρόνοι
αν χρειαστεί θα κάμουνε
το ίδιο κι οι απογόνοι.
Όποιος χαθεί για λευτεριά
ποτέ του δεν ποθαίνει
σαν τον αέρα δροσερή
η θύμησή του μένει.
Γιώργος Σηφάκης (Σιμισακογιώργης)