Τα ευρήματα και οι μελέτες του Εργαστηρίου Υδατικής Χημείας του Πολυτεχνείου Κρήτης – Σχολιάζει στα «Ρ.Ν.», η Έλια Ψυλλάκη, καθηγήτρια στη σχολή χημικών μηχανικών και μηχανικών περιβάλλοντος
Σε σημαντικές, επιβλαβείς συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία και τους θαλάσσιους μικροοργανισμούς μπορεί να οδηγήσει η αλόγιστη και ασυνείδητη απόρριψη ενός αποτσίγαρου, το οποίο όταν απλά πετιέται στο έδαφος και δεν τοποθετείται σε συγκεκριμένες εστίες, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο καταλήγει στα θαλάσσια ύδατα και στις παραλίες. Τα αποτσίγαρα αποτελούν το πιο συχνό απόρριμμα που συλλέγεται παγκοσμίως σε καθαρισμούς ακτών και δημόσιων χώρων, πολύ περισσότερο από τα γνωστά πλαστικά μιας χρήσης. Το 77% των τσιγάρων που καταναλώνονται κάθε χρόνο απορρίπτονται αλόγιστα στο περιβάλλον, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν στις αστικές περιοχές και να καταλήγουν τελικά στη θάλασσα και στις παραλίες. Το φίλτρο του τσιγάρου όχι μόνο δεν είναι βιοαποδομήσιμο, αλλά οι περιβαλλοντικές συνέπειες είναι ακόμη πιο σοβαρές, καθώς όταν ένα αποτσίγαρο έρθει σε επαφή με νερό, βροχή, ποτάμι και θάλασσα απελευθερώνει ένα «κοκτέιλ» χημικών ενώσεων ιδιαίτερα τοξικών για τους υδρόβιους μικροοργανισμούς. Η ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Υδατικής Χημείας της Σχολής χημικών μηχανικών και μηχανικών περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου Κρήτης και η καθηγήτρια της σχολής, Έλια Ψυλλάκη εξετάζει τα τελευταία χρόνια την τοξικότητα των αποτσίγαρων στα υδάτινα οικοσυστήματα. Οι μελέτες τους αποκαλύπτουν πως τα συμβατικά τσιγάρα είναι εξαιρετικά επιβαρυντικά, με τα εκπλύματα των χρησιμοποιημένων φίλτρων να προκαλούν θνησιμότητα πάνω από 90% στους μικροοργανισμούς που εκτέθηκαν σε αυτά και τα αχρησιμοποίητα τσιγάρα να φτάνουν το 85%. Αντίθετα, οι ράβδοι θερμαινόμενου καπνού (IQOS) εμφανίζουν σημαντικά μειωμένη τοξικότητα, χωρίς όμως αυτό να αναιρεί την ανάγκη υπεύθυνης απόρριψης και αυστηρού ελέγχου της παραγωγής όλων των προϊόντων καπνού και ατμίσματος. Στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα στην Κρήτη, τα στοιχεία από καθαρισμούς παραλιών δείχνουν επίσης σημαντική επιβάρυνση και η κατάσταση εντάσσεται στη γενικότερη εικόνα της Μεσογείου, μιας θάλασσας που δέχεται τεράστιες ποσότητες πλαστικών και μικροαπορριμμάτων από δεκάδες ποτάμια και αγωγούς, χωρίς μεγάλα θαλάσσια ανοίγματα ώστε να ανανεώνονται τα ύδατά της.

Οι επιπτώσεις των αποτσίγαρων και η αλόγιστη απόρριψή τους
Η περιβαλλοντική επιβάρυνση από τα αποτσίγαρα αποδεικνύεται πολύ σοβαρότερη απ’ όσο πιστεύει το ευρύ κοινό, όπως εξήγησε μεταξύ άλλων μιλώντας στα «Ρ.Ν.», η κ. Ψυλλάκη. Η ερευνητική ομάδα του εργαστηρίου της ασχολείται εδώ και περίπου μία πενταετία με το κομμάτι των επιπτώσεων των αποτσίγαρων και της αλόγιστης απόρριψής τους στο περιβάλλον. «Το κύριο που ξέρουμε όλοι είναι ότι τα αποτσίγαρα θεωρούνται πλέον σαν πλαστικά μιας χρήσης και φταίει το φίλτρο τους». Όπως εξήγησε, το πραγματικό πρόβλημα έχει βαθύτερες προεκτάσεις, καθώς από την μία το φίλτρο του τσιγάρου δεν είναι βιοαποδομήσιμο, αλλά κυρίως οι χημικές ενώσεις που απελευθερώνονται όταν το αποτσίγαρο έρθει σε επαφή με οποιοδήποτε είδος νερού παράγουν ένα εξαιρετικά τοξικό αποτέλεσμα. «Όταν το νερό έρθει σε επαφή με τα αποτσίγαρα ξεπλένονται πάρα πολλές ενώσεις, που σημαίνει ότι τα εκπλύματα αυτά είναι τοξικά», σημείωσε η κ. Ψυλλάκη, εξηγώντας ότι τοξικότητα εντοπίζεται «όχι μόνο στα χρησιμοποιημένα, αλλά και στα αχρησιμοποίητα τσιγάρα». Η εικόνα επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο αν αναλογιστεί κανείς την ποσότητα αυτού του απορρίμματος που παράγεται. «Αυτό που δεν ξέρει ο κόσμος είναι ότι τα αποτσίγαρα είναι το νούμερο ένα απόρριμμα που συλλέγουμε σε καθαρισμούς παγκοσμίως κάθε χρόνο. Δεν είναι ούτε τα πλαστικά καπάκια, ούτε τα πλαστικά μπουκάλια, ούτε τα καλαμάκια». Σύμφωνα με τα δεδομένα, «το 77% των τσιγάρων που καταναλώνονται κάθε χρόνο απορρίπτονται αλόγιστα στο περιβάλλον» και μέσα από τα όμβρια και τις αστικές ροές ακολουθούν μια διαδρομή που τα οδηγεί στη θάλασσα. «Καπνίζουμε έξω από μπαρ, σε στάσεις λεωφορείων, αλλά αυτά παρασύρονται με τη βροχή και βρίσκουν πολύ εύκολα τον δρόμο τους στην θάλασσα και μετά καταλήγουν στις παραλίες», υπογράμμισε. Όπως κατέληξε η κ. Ψυλλάκη, η λανθασμένη εντύπωση ότι «πετάμε ένα τσιγάρο και εκεί τελειώνει η ζωή του» πρέπει να ανατραπεί, γιατί στην πραγματικότητα «το τσιγάρο γίνεται ένα πρόβλημα για το ευρύτερο περιβάλλον και είναι πλέον ανεξέλεγκτο».
Η Κρήτη και η Μεσόγειος: Ένα υδάτινο περιβάλλον σε κρίση
Η ελληνική πραγματικότητα και ειδικά αυτή της Κρήτης, αντανακλά το μέγεθος ενός προβλήματος με διεθνείς προεκτάσεις. Η κ. Ψυλλάκη επεσήμανε ότι ακόμα και περιοχές που έχουν λάβει δραστικά μέτρα δεν καταφέρνουν να προστατευτούν από τη ρύπανση. Έφερε μάλιστα ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την Δονούσα, το νησί που χαρακτηρίζεται «ελεύθερο από πλαστικά», όπου υπάρχουν ατομικά σταχτοδοχεία και απόλυτος περιορισμός στη χρήση πλαστικών προϊόντων. Κι όμως, όπως σημείωσε, «συλλέγονται κάθε χρόνο αποτσίγαρα από τις παραλίες, με πολύ μικρή μείωση. Κανονικά σε αυτό το νησί δεν θα έπρεπε να έχουμε ρύπανση από αποτσίγαρα». Το φαινόμενο εξηγείται ως εξής σύμφωνα με την κ. Ψυλλάκη: «Η ίδια η θάλασσα βγάζει αυτά τα απορρίμματα στις παραλίες τους», επιβεβαιώνοντας ότι η θαλάσσια ρύπανση είναι πλέον υπερτοπική και ανακυκλώνεται μέσω ρευμάτων και κυμάτων. Η Κρήτη δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς σύμφωνα με τα δεδομένα από το Κοινωφελές Ίδρυμα Λασκαρίδη καταγράφεται σημαντικό φορτίο απορριμμάτων στις παραλίες του νησιού. «Οι παραλίες του νησιού μας έχουν μεγάλο φορτίο. Η Μεσόγειος είναι αυτήν τη στιγμή σε πάρα πολύ δύσκολη θέση». Όπως περιέγραψε, η θάλασσα που περιβάλλει το νότιο τμήμα της Ελλάδας «έχει αποδεδειγμένα τεράστιες εστίες από πλαστικά τα οποία επιπλέουν» και επιβαρύνεται «σε απίστευτο βαθμό από όλα τα ποτάμια που καταλήγουν σε αυτήν». Το πρόβλημα οξύνεται από το ότι «η Μεσόγειος δεν έχει μεγάλα ανοίγματα για να μπορούν να ανανεώνονται τα ύδατα», καθιστώντας τη μια κλειστή λεκάνη που συσσωρεύει ρύπους. Η Κρήτη, όπως και οι υπόλοιπες θάλασσες της Ελλάδας, «είναι επιβαρυμένη» και βιώνει τις συνέπειες μιας ευρύτερης κρίσης θαλάσσιας ρύπανσης. Η επιστημονική κοινότητα προειδοποιεί ότι χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις, συλλογή, πρόληψη και ενημέρωση, το φαινόμενο θα επιδεινώνεται, ενισχυμένο από τις ίδιες τις φυσικές διεργασίες που μεταφέρουν την ρύπανση από ακτή σε ακτή.
Οι κίνδυνοι του ατμίσματος και η ανάγκη ελέγχου νέων προϊόντων
Πέρα από τα συμβατικά τσιγάρα, η κ. Ψυλλάκη τόνισε ότι οι νέες μορφές καπνίσματος, και ιδιαίτερα το άτμισμα, δημιουργούν μια διαφορετική, αλλά εξίσου προβληματική κατηγορία κινδύνων. «Τα προϊόντα καπνού με άτμισμα δεν έχουν συστατικά καπνού, είναι μείγματα από διαφορετικές ενώσεις και θέλει πάρα πολύ μεγάλη προσοχή όταν επιλέγουμε το άτμισμα», εξήγησε. Η ανάγκη για αυστηρή ιχνηλασιμότητα και ποιοτικό έλεγχο είναι επιτακτική, καθώς «θα πρέπει να είναι πάντα από εταιρείες οι οποίες έχουν μία ρουτίνα στην παραγωγή τους. Εμπιστευόμαστε μόνο σκευάσματα που είναι κλεισμένα, στα οποία υπάρχει ISO για την παραγωγή τους», ανέφερε μεταξύ άλλων η κ. Ψυλλάκη. Ωστόσο, η εμπειρία της ομάδας δείχνει ότι η πραγματικότητα συχνά απέχει από αυτό το ιδανικό. «Τα αποτελέσματα που έχουμε δει είναι πάρα πολύ απογοητευτικά. Το άτμισμα θέλει πάρα πολύ μεγάλη προσοχή. Δεν ισχύει ότι το άτμισμα είναι πιο καλό για την υγεία και το περιβάλλον». Η έλλειψη ελέγχου σε σκευάσματα που παρασκευάζονται επιτόπου συνιστά σοβαρό κίνδυνο. «Ξέρουμε ότι γίνονται επί τόπου μείγματα και στη συνέχεια καταναλώνονται. Αυτά δεν γίνεται να τα αγοράζουμε», σημείωσε και στην συνέχεια περιέγραψε ότι «έχουμε δει εντυπωσιακά αποτελέσματα για το περιεχόμενό τους», αναλύοντας παράλληλα, πως οι ενώσεις που περιέχουν απέχουν πολύ από το επιτρεπτό ή το ασφαλές. «Αν ο απλός πολίτης μπορούσε να κατανοήσει τι μείγμα ενώσεων υπάρχει μέσα σε αυτά τα επιπόλαια σκευάσματα, δεν νομίζω ποτέ να τα χρησιμοποιούσε», δήλωσε.
Εν τω μεταξύ μία νέα αναδυόμενη τάση για τον περιορισμό του καπνίσματος ειναι, τα λεγόμενα snus, δηλαδή καπνικά προϊόντα πολύ διαδεδομένα κυρίως στη Σουηδία και τη Νορβηγία. Πρόκειται, για μικρά φακελάκια ή χύμα καπνό, τα οποία ο χρήστης τοποθετεί κάτω από το άνω χείλος. Εκεί απελευθερώνουν νικοτίνη που απορροφάται μέσω του βλεννογόνου. «Η περίπτωση της Σουηδίας έχει δείξει πάρα πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα», ανέφερε η κ. Ψυλλάκη, συγκρίνοντάς τα με τα συμβατικά τσιγάρα, από τα οποία «σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν, είναι εντελώς αντιδιαμετρικά. Για τα snus είχαμε κάνει προκαταρκτικές μελέτες. Αυτά δεν είναι προϊόντα καπνού. Ο καπνός πρέπει να ξέρουμε ότι είναι μία από τις πολύπλοκες μήτρες που μπορούν να μελετηθούν, έχει περίπου 4.000 ενώσεις και μετά την χρήση συμβατικών τσιγάρων. Στην περίπτωση αυτών των pouches, αυτά έχουν νικοτίνη και αν υπάρχει κάποιο άρωμα, συγκεκριμένες ενώσεις, δηλαδή είναι πάρα πολύ απλά μείγματα», σημείωσε η κ. Ψυλλάκη.












