Σε αυτή τη διπλή προεκλογική περίοδο, την τιμητική τους στη δημόσια προεκλογική διαμάχη έχουν οι κοστολογήσεις των κομματικών προγραμμάτων καθώς και ζητήματα φορολογίας.
Και μόνο το γεγονός ότι έχουμε περάσει από τις προεκλογικές εκστρατείες του «δώστα όλα» και του «ένα από τα δέκα που λέει να κάνει» σε μια προεκλογική περίοδο της «κοστολόγησης προγραμμάτων», αποτελεί τεράστια πρόοδο για την ίδια την κοινωνία μας. Πρόοδο με την πραγματική της έννοια κι όχι όπως κακοποιείται καθημερινά στο δημόσιο λόγο από όσους επιχειρούν να παραστήσουν τους εκφραστές της.
Τα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου δείχνουν ότι οι πολίτες σε μεγάλο βαθμό έχουν αφήσει πίσω τους την αναζήτηση της ακραίας λαϊκιστικής ρητορικής. Ούτε έλκονται πλέον από αφηρημένες έννοιες και σύμβολα που δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα στην πράξη. Το εκλογικό σώμα παρουσιάζει μια αισθητή μείωση στη ζήτηση για πόλωση, τοξικότητα, αρνητισμό και διχασμό της κοινωνίας σε «καλούς» και «κακούς» ή σε «αγνό λαό» και «διεφθαρμένες ελίτ».
Οι πολίτες φαίνεται να συνειδητοποιούν ότι πάνω στο ίδιο καράβι πορευόμαστε όλοι. Ότι αν είναι καλός ο προορισμός, θα είναι καλός για όλους. Ότι αν το καράβι βουλιάξει, θα πάμε όλοι μαζί στον πάτο και πρώτοι απ’ όλους οι πιο ευάλωτοι. Οι πολίτες φαίνεται να έχουν αντικαταστήσει την ζήτηση για οργή, με ζήτηση για νηφαλιότητα και κανονικότητα. Δείχνουν προτίμηση σε πέντε προτάσεις στηριγμένες σε δεδομένα, παρά πενήντα προτάσεις βασισμένες σε συνθήματα και ιδεοληψίες.
Αυτό το μήνυμα της κάλπης φαίνεται ότι δεν έλαβαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Συνεχίζουν την στρατηγική των fake news, της διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, της επίκλησης σε συνθήματα περασμένων αιώνων και της υποτίμησης της νοημοσύνης των πολιτών. Επειδή όμως η ζήτηση για αυτές τις πρακτικές δεν είναι αυτή που ήταν κάποτε, όταν «στριμωχτούν» στην δημόσια αντιπαράθεση για να συγκεκριμενοποιήσουν το πρόγραμμα τους, τότε τα κάνουν μαντάρα.
Έτσι, όταν καλούνται να αναλύσουν την φορολογική τους πολιτική για να αιτιολογήσουν ένα μέρος των υποσχέσεων τους, εκτός ότι μπερδεύονται και λένε κάθε μέρα κι άλλα, το πράττουν πίσω από ένα γενικό παλιό τσιτάτο που δεν περνάει πια: το «θα φορολογήσουμε τους λίγους (που έχουν) και θα ελαφρύνουμε τους πολλούς (που δεν έχουν)». Δεν συζητάμε καν για το καθεστώς αποεπένδυσης που προσπαθεί να ανατραπεί τα τελευταία χρόνια, ούτε για το κυνήγι της επενδυτικής βαθμίδας. Προφανώς αυτά για ορισμένους δεν έχουν καμία αξία. Απλά ας εφαρμόσουμε λίγο αυτό το φορολογικό δόγμα στην ελληνική πραγματικότητα.
Στην Ελλάδα το 53% των φορολογουμένων δεν πληρώνει καθόλου φόρο για τα εισοδήματα του. Οι αυτοαπασχολούμενοι παρουσιάζουν ακαθάριστα έσοδα ύψους 35-40 δισ. ετησίως, ενώ το φορολογητέο τους εισόδημα είναι υποδεκαπλάσιο και δεν ξεπερνάει τα 4 δισ. ευρώ. 268 χιλιάδες από τους 367 χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους της χώρας (δηλαδή το 73%) δηλώνουν ότι ζουν με κέρδη κάτω από 10.000 ευρώ τον χρόνο. Από τις φορολογικές δηλώσεις προκύπτει ότι το 50% των αυτοαπασχολούμενων δεν βγάζει καν 300 – 400 ευρώ τον μήνα. Δηλαδή λιγότερα κι απ’ το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα.
Ας εφαρμόσουμε λοιπόν αυτό το αόριστο δόγμα της αντιπολίτευσης για περισσότερους φόρους στους «λίγους» και ελάφρυνση των «πολλών» στην Ελλάδα της ακραίας φοροδιαφυγής. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι οι λίγοι που πληρώνουν φόρους σε αυτή τη χώρα, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι συνεπείς ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις, όχι μόνο θα συνεχίσουν να είναι τα κορόιδα, αλλά θα επιβαρυνθούν περισσότερο για να επιβραβεύονται και να περνάνε ακόμη καλύτερα οι «πολλοί» που φοροδιαφεύγουν.
Όμως η κάλπη έδειξε ότι όπως και άλλα πολλά, έτσι και αυτό το παλιό παραμύθι δεν περνάει πια. Οι πολίτες πλέον επιζητούν και προτιμούν μικρά βήματα σε στέρεο έδαφος παρά μεγάλα άλματα στο κενό. Αν δεν το αντιληφθούν ορισμένοι δεν θα μπορέσουν να μιλήσουν στην γλώσσα των πολιτών. Μένουν στάσιμοι στις ίδιες παλιές συνταγές που κάποτε έβρισκαν ευήκοα ώτα. Αλλά όχι πια. Οι εποχές που ήξεραν έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
* Ο Γιώργιος Νάστος είναι πολιτικός επιστήμονας