Ανάμεσα στις προσωπικότητες που έβαλαν το χακί για να υπερασπιστούν την πατρίδα ήταν και κάποιοι που, είτε από τάμα είτε από βαθειά θρησκευτική πεποίθηση, ακολούθησαν τα θεία. Ο σημαντικότερος της κατηγορίας αυτής, ήταν ένας Ρεθεμνιώτης ασκητής που η σκήτη του γινόταν λαϊκό προσκύνημα κι ευωδίαζε αγιοσύνη.
Ήταν ο Θεοδόσιος κατά κόσμον Θεμιστοκλής Δαμβακεράκης.
Γεννήθηκε στ’ Ακούμια Αγίου Βασιλείου το 1907 και ήταν ένα από τα έξι παιδιά του Στυλιανού και της Μαρίας Δαμβακεράκη.
Λέγεται ότι από βρέφος ακόμα φάνηκε ότι μεγαλώνοντας θα αναλάμβανε αργότερα μεγάλη πνευματική αποστολή βιώνοντας την απόλυτη αγιοσύνη.Όπως καταθέτουν αυτόπτες μάρτυρες,την ώρα, που ο μικρός Θεμιστοκλής βαπτιζόταν, έκπληκτος ο ανάδοχος είδε στην επιφάνεια του νερού της κολυμπήθρας να σχηματίζεται το σημείο του σταυρού.
Το 1940 όπως όλοι οι νέοι της ηλικίας του έσπευσε να υπερασπιστεί την πατρίδα του που δεχόταν την ιταλική εισβολή.
Υπηρέτησε στο πυροβολικό και σύντομα όλοι μιλούσαν για έναν νεαρό Ρεθεμνιώτη, με μεγάλη πίστη στον Θεό και αφάνταστη μυϊκή δύναμη, αφού μπορούσε να σηκώσει και 200 κιλά βάρους με μεγάλη ευκολία.Είδε πολλές φορές το χάρο με τα μάτια του αλλά πάντα κατάφερνε να σωθεί.
Τη μια φορά βρισκόταν μέσα σε οχυρό με πέντε ακόμα συναδέλφους του. Ξαφνικά έπεσε μια οβίδα που έσπειρε τον θάνατο. Σώθηκε μόνο ο Θεμιστοκλής χωρίς να πάθει ούτε γρατσουνιά.
Η μεγάλη καθοριστική στιγμή όμως που πήρε τη μεγάλη απόφαση να ασκητεύσει, ήταν όταν βρέθηκε περικυκλωμένος από τους Ιταλούς. Το τέλος του ήταν βέβαιο. Τότε παρακάλεσε με θέρμη την Παναγία να τον βοηθήσει τάζοντας να γίνει μοναχός. Και ω του θαύματος. Οι Ιταλοί σαν να μην τον έβλεπαν, γύρισαν στη βάση τους.
Ήρθε η κατάρρευση του μετώπου και ο Θεμιστοκλής πήρε τον δρόμο με τους εναπομείναντες συναδέλφους του για το νησί μας.
Στην Καλαμάτα κατέφυγε στη μονή Παναγουλάκη. Ήθελε να εκπληρώσει το τάμα του στην Παναγία. Εκεί εκάρη μοναχός κι έμεινε κάπου επτά χρόνια. Στο διάστημα αυτό ο ηγούμενος τον ξεχώρισε και τον πήρε κοντά του υποτακτικό.
Η μητέρα του στο μεταξύ αν και από νωρίς τον είχε γαλουχήσει με τα νάμα τα της πίστης μας δεν είδε με καλό μάτι την απόφαση του γιου της να μονάσει. Έστειλε λοιπόν τον μικρό της γιο, όταν ο Θεμιστοκλής ήταν δόκιμος ακόμα, για να τον μεταπείσει. Μάταια. Έτσι αναγκάστηκε κι αυτή να αποδεχτεί την απόφαση του γιου της που είχε αρκετές φορές την ευκαιρία να δοκιμαστεί έχοντας κι αυτός αρκετές αδυναμίες.
«Άρωμα ερήμου»
Η ασκητική ζωή του συνοδεύτηκε από αμέτρητες περιπτώσεις που έδειχναν την αγιότητά του. Περιπτώσεις που έτυχε να ζήσουν και πολλοί επώνυμοι όπως ο Κώστας Μουντάκης με τη σύζυγό του, στρατηγοί, πολιτικοί και τόσοι άλλοι αξιόπιστοι μάρτυρες.
Νηστεία, εγκράτεια και προσευχή ήταν όλη του η ζωή. Είχε να φάει κρέας από το 1947, ενώ Τετάρτη και Παρασκευή δεν άγγιζε ούτε λάδι. Η σκληρή ασκητική ζωή δεν άργησε να έχει επιπτώσεις στην υγεία του που επιδεινώθηκε από το 1995 και μετά.
Έφυγε ήρεμα στις 21 Νοεμβρίου του 2000 στα Χανιά, που είχε μεταφερθεί μετά τη νεφρική ανεπάρκεια που τον ταλαιπώρησε αρκετά.
Η κηδεία του έγινε δυο μέρες αργότερα στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου. Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ. κ. Ειρηναίος έκανε πολλά μάτια να κλάψουν καθώς ξεδίπλωνε πτυχή πτυχή την προσωπικότητα του Γέροντα.
Αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι στην κηδεία φάνηκε η σημαντικότητα της μεγάλης αυτής μορφής. Εκείνοι που έσπευσαν να τον αποχαιρετήσουν με οδύνη δεν ήταν μόνο απλός κόσμος, ο συνηθισμένος που αποτελεί το εκκλησίασμα. Ήταν πανεπιστημιακοί, άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης, ήταν επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων, ήταν λόγιοι και άνθρωποι που δεν συνήθιζαν να καταφεύγουν σε προσκυνήματα για θεία ενδυνάμωση.
Για όλους όμως ο Γέροντας Θεοδόσιος είχε αυτό που αγιοποίησε πρόσφατα μεγάλες μορφές της σύγχρονης Ορθοδοξίας τους οποίους τιμά κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος.
Πέρασαν χρόνια κι όμως ακόμα φωτίζει τη σκέψη η πάνσεπτη μορφή του Γέροντα που είχε δώσει στην Πίσω Γυαλιά με το ασκητήριό του μια άλλη διάσταση, δημιουργώντας την αίσθηση σε κάθε επισκέπτη του ότι βρίσκεται μεταξύ ουρανού και γης.
To ημερολόγιο Γεωργίου Σμαραγδάκη
Συστρατιώτης του Θεοδοσίου ήταν κι ένας από τους πιο γνωστούς Ρεθεμνιώτες ο Γεώργιος Σμαραγδάκης, ο γιος του οποίου Ανδρέας, είναι σήμερα ευεργέτης του τόπου κι έχει δωρήσει μάλιστα σπίτι στον δήμο Ρεθύμνου στη μνήμη του αδικοχαμένου γιου του Γεωργίου.
Ο Γεώργιος Σμαραγδάκης είχε σωθεί και αυτός από θαύμα στο μέτωπο και χάρις στην έμπνευσή του να γράψει τις εμπειρίες του από το μέτωπο έχουμε μερικά ακόμα στοιχεία που αντλούμε από αυτό χάρις στην ευγενική διάθεση του γιου του Ανδρέα να μας κάνει την παραχώρηση αυτή. Για την πιστότητα του κειμένου αφήσαμε ως έχει τη διατύπωση ακόμα και λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να έχουν απαλειφθεί. Δείχνουν όμως την κατάσταση στο μέτωπο ως είχε γι’ αυτό και δεν απαλείψαμε ούτε παράγραφο από το κείμενο που μας δόθηκε με την υπογραφή του ήρωα.
Αναφέρει λοιπόν ο Γεώργιος Σμαραγδάκης στο ημερολόγιό του:
13-4-41
Των Βαΐων επιστροφή στην μονή Βέλα η μονή της Αγίας Παρασκευής πλησίον την Καλαμάτας.
Απόψε έσκασε μια βόμβα κοντά μας, χάρις στην εικοστή δεν πάθαμε τίποτε. Το βράδυ στο συσσίτιο μας λέει ο λοχαγός ότι φεύγουμε ξεκινάμε στις 12 περάσαμε το Ψάρι προς Τερμοτσίνα.
Τα ξημερώματα φτάσαμε στο Μπότι Κοράνη στην μεραρχία στο χωριό. Πήγα και πλύθηκα. Το απόγευμα ξεκινήσαμε. Βαδίσαμε ως το βράδυ όπου κοιμήθηκα σε μια σπηλιά. Έβρασα τσάι Μ. Τρίτη. Ξεκινήσαμε τα μεσάνυχτα και ως τα ξημερώματα φθάσαμε στο χωριό Κορσίνα. Καταυλισμός.
Μ. Τετάρτη βγήκα στρατοπεδία και την Μ. Πέμπτη από τον έναν καταυλισμό στον άλλο.
Μ. Παρασκευή περάσαμε από τη μονή Βέλα, ωραίο μέρος. Πάσχα κάναμε σε ένα μικρό χωριό. Σουβλιστήκαμε εκεί κοντά. Σφάξαμε τ’ αρνιά με άλλους. Σφοδρά επιδρομή αεροπλάνων αλλά όχι κοντά, μας βόμβαι.
Κ. Πάσχα φάγαμε τα αρνιά στο ίδιο μέρος. Σφοδρός βομβαρδισμός αεροπλάνων. Είμεθα σ’ ένα σπίτι του χωριού Βροντισμένη. Το απόγευμα φύγαμε και φθάσαμε στο χωριό Πατατάδες, βρήκαμε καφενείο, μας έδωσε τσικουδιά και λουκούμια. Μας έφεραν γιαούρτι.
21-4-41
Ευκοιλιότης. Έβρασα τσάι. Το απόγευμα μας ανακοίνωσαν τους όρους της ανακωχής.
Πρώτη πείνα. 100 δρχ. ψωμί και ένα δάκτυλο τυρί όλη την ημέρα.
22-4-41
Συγκέντρωσις τάγματος. Ανακοίνωση διαταγών νέων.
23-4-41
Στρατοπεδία στις 4 το πρωί. Περάσαμε τα χωριά Λυγοψιά, Ζίτσα, Καρδίτσα, Κληματιά, Σταυράκια κ.ά. Διανύσαμε περίπου 40 χλμ. Άρχισε η πείνα. Όλη την ημέρα την περάσαμε με λίγα μακαρόνια βραστά χωρίς αλάτι. Το βράδυ μείναμε στο Μεσοχώρι.
24-4-41
Εκκίνηση στις 5:30 το πρωί, δρόμος 7,5 ώρες για το χωρίο Λαγαρά. Βρήκα ένα γέρο και μας έψησε αυγά με βούτυρο. Ο λόφος έδωσε φασούλια, χωρίς αλάτι, χωρίς ψωμί. Πήρα ένα εισιτήριο για το νοσοκομείο λόγω αιμορροΐδων. Το απόγευμα παραδώσαμε τα όπλα.
25-4-41
Παραμονή στο ίδιο χωριό. Συγκέντρωση μεραρχίας. Είδησης περί αιχμαλωσίας μας. Απελπισία μεγάλη. Κουράγιο ο Μέραρχος. Το βράδυ διάβασα την αγία επιστολή με την καρδιά μου και του θαύματος άνοιξε το σπυρί που ΄χα στη ψάχνη.
26-4-41
Έγινε λειτουργία, πήγαμε μερικοί. Θυμήθηκα μέσα το χωριό και έκλαψα στην εκκλησία.
Θυμήθηκα την ανάληψη. Έταξα άρτο αν προλάβω στο χωριό της Αγίας της Χάριτος. Στη 13:30 το μεσημέρι φύγαμε. Σε δύο ώρες φθάσαμε στο χάνι Εμίν Αγά, καθίσαμε ως το βράδυ και ψήσαμε και φάγαμε χωρίς ψωμί (κοιλιές βραστές). Το βράδυ στις εννέα εκκίνηση πορείας όλη τη νύχτα.
27-4-41
Τα ξημερώματα φθάσαμε στο χάνι Γοργόμηλο. Κόψαμε αριστερά του αμαξωτού. Καταυλιστήκαμε και καθίσαμε μέχρι το μεσημέρι. Στις 2 φύγαμε και κατεβήκαμε στον αμαξωτό στις έξι. Βρήκαμε όλη την Μεραρχία. Εκεί σμίξαμε με τον Δρουλίσκο τον σύντεκνο.
28-4-41
Ξεκινήσαμε το μεσημέρι. Όλη η Μεραρχία περάσαμε από την Φιλιππιάδα και το βράδυ καταυλιστήκαμε στο χωριό Νέα Κερασούντα.
29-4-41
Περνούσαν Γερμανοί στον δρόμο. Έριχναν γαλέτες για να παίρνουν φωτογραφίες πυροβολούν τες. Το μεσημέρι σε ένα γιουρούσι σκότωσαν οι δικοί μας ένα φαντάρο και τραυμάτισαν και έναν άλλον ελαφρώς.
30-4-41
Παραμονή στο ίδιο μέρος. Συγκέντρωση συντάγματος για να ανακοινώσει διάφορα. Το βράδυ ψήσαμε χλ. κουκιά με κρέας.
1-5-41
Παραμονή στο ίδιο μέρος. Πήγαμε με τον Κώστα και βρήκα τον Ιωαν. Αδελιανού.
Βελτίωσις τροφής. Μας δώσανε τέσσερα πορτοκάλια.
3-5-41
Φύγαμε το πρωί. Περάσαμε την Άρτα. Μέρος θαύμα. Πήγα στο ταχυδρομείο αλλά τίποτα. Πήραμε καφέ, ούζο, γλυκά, πορτοκάλια, τυρί κ.ά. Είδαμε το άγαλμα Κρυστάλλη και το μέρος που καθαρίζει το νερό. Είδαμε τους βομβαρδισμούς και εφρίξαμε. Χαλασμός κυρίου που λένε. Το απόγευμα φθάσαμε σε ένα ποτάμι παρά του χωριού Κομπότι και ελουστήκαμε και πλύναμε τσα ρούχα μας. Το βράδυ πήγαν φαντάροι να κλέψουν αίγες και σκότωσαν ένα.
5-5-41
Περάσαμε το χωριό Σφήνα και άλλα. Το βράδυ φθάσαμε στο χωριό Μάτζου κι αμέσως είναι ο ποταμός Αχελώος, με την ωραία γέφυρα. Μόλις την περάσαμε μείναμε δίπλα.
6-5-41
Παραμονή στο ίδιο μέρος. Σκάψαμε ένα βατό και κάναμε μια μεγάλη καλύβα.
7-5-41
Παραμονή. Ουδέν το αξιοσημείωτο.
Ονειρεύτηκα την χάριν της Αγίας Βαρβάρας. Έταξα να θυμιάσω και να ανάψω το κανδύλιον.
8-5-41
Ξεκινάμε το πρωί. Πήγα στο 44 με τον Κώστα. Κουβάλησα δύο φορές. Περάσαμε το Αγρίνιο, ωραία πόλις, πήρα λεπτά, πήγαμε στο ξενοδοχείο πρώτη φορά. Καθίσαμε απ’ έξω δύο ώρες το μεσημέρι. Ύστερα περάσαμε με ένα γεφύρι τους δύο λιμένας Λυσιμάχεια και Τριχωνίδα. Τρέχει η μια μέσα στην άλλη. Ύστερα ένα ωραίο χωριό, το χωριό Κλησορέματα. Λίγο παραπάνω είναι ένα απέραντο φαράγγι, Αγ. Ελεούσα η Κλεισούρα. Στο τέλος είναι ένα μικρό μοναστήρι της Αγ. Ελεούσας, θαυμάσιο μέρος. Το βράδυ καταυλιστήκαμε 12 χλμ. έξω του Μεσολογγίου. Έφυγα και πήγα στο 44 με τους χωριανούς.
9-5-41
Φύγαμε το πρωί με το 44
10-5-41
Παραμονή στο ίδιο μέρος.
11-5-41
Ακόμα στον ίδιο καταυλισμό. Το πρωί αν και Κυριακή πήγαμε με τον Κώστα και κάναμε μπουγάδα και το απόγευμα στα λάχανα.
12-5-41
Περάσαμε από το Ρίο Αντίρριο, από πάνω είχε και μια γαλαρία και ένα αεροπλάνο καμένο. Προσκολλήθηκα στον 2ο λόχο του 44. Περάσαμε το χωριό Αιτωλικό, ύστερα το Μεσολόγγι με τις λιμνοθάλασσες και το απόγευμα περάσαμε το Ευηνοχώρι και σε λίγο καταυλιστήκαμε στο 18 χλμ. από το Μεσολόγγι.
13-5-41
Ξεκινάμε το απόγευμα. Περάσαμε το χωριό Ρίζα και άλλα. Το βράδυ φθάσαμε έξω από την Ναύπακτο. Επειδή ήταν πέρα της 10ης δεν μας άφησαν να περάσουμε οι Ιταλοί την γέφυρα και μείναμε έξω 2 χλμ.
14-5-41
Φύγαμε το πρωί και μπήκαμε στην Ναύπακτο. Ωραία πόλις, παραθαλάσσια. Το απόγευμα μπήκαμε σε βενζινόπλοια και περάσαμε την Πελοπόννησο στον Ψαθόπυργο. Το βράδυ καταυλιστήκαμε έξω σε ελιές.
15-5-41
Μπήκαμε το απόγευμα στο τρένο και περάσαμε τα χωριά Σεληνιώτικα, Μυροβρήσι, Ροδοδάφνη, Αίγιο, Διγελιώτικα, Διακοφτό, Ακράτα, Στόμιον, Λυκοπορία, Καμάριον, Ξυλόκαστρο, Συκιά, Διμήνιο, Κιάτο. Εν τω μεταξύ νύχτωσε και δεν βλέπαμε άλλο. Περάσαμε από την Κόρινθο. Με έβαλε μπροστά ο Παναγιωτάκης να φύγω για το 43.
16-5-41
Φθάσαμε το πρωί στο Ναύπλιο και μας πήγαν στους στρατώνες. Το μεσημέρι με έδιωξε από τον 2ο λόχο και πήγα και βρήκα τον κ. Σταυρουλάκη και με πήρε στον 5ο. Το βράδυ βρήκα και τον κ. Ταξάκη και μου έλεγε αν θέλω λεπτά. Μου έδωσε 500 δρχ.
17-5-41
Ουδέν άξιον λόγου.
18-5-41
Με όρισαν αρχιφύλακα στα μετεκλογικά. Τα έκλεβαν και ήταν μεγάλο ζόρι. Μας όπλισαν με τουφέκια και πιστόλια.
22-5-41
Πήγαμε το βράδυ και μεθύσαμε στην ταβέρνα με τον Στέλιο και τον Μιχάλη.
23-5-41
Μας ανακοίνωσαν την διαταγή ότι θα διαλυθεί το Σύνταγμα και ότι θα προσβληθώμεν σε κοινότητες.
24-5-41
Είδα το βράδυ ένα άσχημο όνειρο για τον Ανδρέα, ότι κούφια την ώρα, τον είχε πάρει η Σταματοκολίδενα στα Ακτούντα και κρατώντας τον έπεσε, αλλά δεν κτύπησε.
26-5-41
Βγήκαμε στο Παλαμήδι και είδαμε το μέρος. Είναι όπως η Φορτέτζα, αρχαίο φρούριο. Ήσαν Γερμανοί εκεί, είχε ανήφορο με κόπο 990 σκαλιά, όπως έλεγαν. Πήγαμε και στην ακροναυπηλία, αρχαία πόλις. Εκεί είναι και οι φύλακες των κομουνιστών.
27-5-41
Μας μοιράσανε ρούχα από τις στολές των Φαλαγγιτών.
3-6-41
Έφυγε το 1ο τάγμα για την Καλαμάτα, και ο Κώστας.
5-6-41
Έφυγε και το δικό μας. Ήμουν γραμμένος για την Μεσσήνη, αλλά δεν πήγα. Κάθισα να πάμε στην Αθήνα με τον Μιχάλη. Πήρα τους μισθούς μου όλους, ενεργεία του Σταυρουλάκη.
6-6-41
Έγινε η έφοδος εις το γιούρνα τον εφοδιασμό. Ήλθε η χωροφυλακή και επυροβολούσε. Πήρα και εγώ δύο σακίδια γαλέτα. Αυτή την μέρα φόρεσα στην πολιτική περιβολή εις τον κουρέα. Στο Πολύγωνο είχαμε βγει έξω και εκοιμώμεθα κάτω από μια συκιά, δίπλα σε περιβόλια. Ο λόχος μας είχε διαλυθεί από την 5-6-41, από αυτή την μέρα συζητούσα έκτοτε με όποιον λόχο έβρισκα.
9-6-41
Πήγαμε στην εκκλησία του Αγ. Σπυρίδωνος, εκεί όπου σκότωσαν τον Καποδίστρια.
9-6-41
Του Αγ. Πνεύματος εόρταζαν στην Πρόνοια επίνειον του Ναυπλίου. Πήγαμε και ήταν εκεί ο Μητροπολίτης Αργολίδος Ιωάννης. Ωραία λειτουργία.
11-6-41
Περάσαμε με μια βάρκα στους Μύλους για τρένο. Το απόγευμα περάσαμε. Μπήκαμε μέσα.
12-6-41
Φθάσαμε το πρωί στην Παναθήναια. Στη θεία βρήκα τον Στέλιο εκεί και τρώγαμε μαζί όλοι.
16-6-41
Επετράπη η αλληλογραφία με την Κρήτη. Στείλαμε δύο επιστολάς και μια αεροπ. του κουμπάρου.
20-6-41
Βρήκα ένα αφεντικό μεγαλούτσικο στον Αγ. Ιωάννη Ρέντη και πήγα νυκτοφύλακας στο περιβόλι του.
24-6-41
Πήγαμε στα συσσίτια στην πλατεία Κουμουνδούρου και έβαλαν φασαρία με άγριο ξυλοκόπημα των αστυφυλάκων και τον φόνο ενός κρητικού και τον τραυματισμό έτερων δύο.
29-6-41
Έλαβα την πρώτη επιστολή από το χωριό. Χαρά μεγάλη.
28-7-41
Εκάναμε απόπειρα να φύγουμε, αλλά απέτυχε. Παραλίγο να μας έτρωγε ένας καπετάνιος, ένας στο Πασαλιμάνι
30-7-41
Η δεύτερη απόπειρα, αλλά και πάλι απέτυχε.
2-8-41
Φύγαμε με ένα καΐκι από το Πασαλιμάνι στις 2 μ.μ. Τα ξημερώματα φθάσαμε στη Μήλο και εβγήκαμε έξω. Βρήκαμε μακριά ένα νερό, καθίσαμε και φάγαμε εκεί. Το μεσημέρι κάναμε μπάνιο.
3-8-41
Ξεκινήσαμε το απόγευμα στις τέσσερις και κατά τις 3:30 το πρωί φθάσαμε στο λιμάνι Μπαλί.
4-8-41
Βγήκαμε από το καΐκι και βουτήξαμε στην θάλασσα. Περάσαμε από τα χωριά Μελιδόνι, Πέραμα, Ερφους, όπου μας έκανε το τραπέζι ο Ουρανός, Λούτρα, Αγ. Τριάδα, Μαρουλάς, Πρασσές, Χρωμοναστήρι και το βράδυ στις 9:30 έφθασα στο χωριό.
Δόξα σοι ο Θεός
Καταγράψαμε λεπτομερώς το απόσπασμα από το ημερολόγιο του Γεωργίου Σμαραγδάκη γιατί εκτός των άλλων αναφέρεται και στην αγωνιώδη προσπάθεια των φαντάρων μας που διασώθηκαν από το μέτωπο να επιστρέψουν στην γενέθλια γη. Μια οδύσσεια για τους βασανισμένους στρατιώτες μας. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους γιατί κανένας δεν ζει πια.