«Αυτή η λύση θα είναι προς όφελος και των δύο ιδρυμάτων, το τα οποία θα αποκτήσουν μία μεγάλη δυναμική με ένα ενιαίο ακαδημαϊκό ίδρυμα που θα είναι πιο ανταγωνιστικό και ελπιδοφόρο για να συνεχίσει να υπάρχει τα επόμενα χρόνια» ανέφερε
Θετικός στην προοπτική συνένωσης του Πανεπιστημίου Κρήτης με το Πολυτεχνείο εμφανίστηκε ο πρύτανης του ΠΚ Γιώργος Κοντάκης μιλώντας χθες στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ Κρήτης και τους δημοσιογράφους Σωτήρη Μεταξά και Κώστα Κεφαλογιάννη. Όπως παραδέχτηκε πρόκειται για μια ιδέα που έχει πέσει στο τραπέζι της συζήτησης, στο πλαίσιο του σχεδίου και του προγραμματισμού για τη συνέχεια, το μέλλον και την ανάπτυξη των ελληνικών ΑΕΙ. Μάλιστα όπως είπε αν και οι συνθήκες δεν είναι ακόμα ώριμες ωστόσο ανοίγει ένας διάλογος με τους εμπλεκόμενους φορείς, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι: «Αν δεν βγούμε εμείς μπροστά για να οδηγήσουμε τις εξελίξεις, οι εξελίξεις θα μας αφανίσουν στο τέλος μόνες τους».
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν το ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Σωτήρη Μεταξά που δημοσιεύτηκε στα «Ρ.Ν.» στις 22 Νοεμβρίου με τίτλο «Ζυμώσεις για τη συνένωση Πανεπιστημίου Κρήτης και Πολυτεχνείου» όπου μεταξύ άλλων ανέφερε ότι: «Οι πληροφορίες μάλιστα αναφέρουν ότι η πολιτεία βλέπει θετικά την προοπτική συνένωσης και ανεπίσημα έχει ανάψει το «πράσινο» φως ώστε να τρέξουν οι διαδικασίες. Βεβαίως, οι ζυμώσεις βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο και η συνένωση του Πανεπιστημίου Κρήτης με το Πολυτεχνείο αποτελεί μία σύνθετη και δύσκολη διαδικασία με πολλές παραμέτρους.
Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης ο Γιώργος Κοντάκης σε δηλώσεις του χθες στον ΣΚΑΪ Κρήτης επιβεβαίωσε τη συζήτηση που ξεκινά και τόνισε πως η πρόταση αυτή σχετίζεται με το μέλλον των ΑΕΙ τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Έχει πέσει στο τραπέζι η ιδέα, η οποία δεν είναι άσχετη με το σημερινό περιβάλλον στο οποίο βρισκόμαστε, τόσο από κοινωνική άποψη, όσο και από ακαδημαϊκή σκοπιά. Πολύ σύντομα, από το 2026 και μετά θα είναι εμφανής η υπογεννητικότητα στα παιδιά που θα τελειώνουν το Λύκειο. Οι υποψήφιοι θα είναι περίπου κατά 20.000 λιγότεροι για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Τώρα είναι στους 80.000 και εκτιμάται ότι θα πέσουν στους 60.000.
Η άλλη παράμετρος είναι ότι κάποια στιγμή θα λειτουργήσουν τα λεγόμενα ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Αυτό θα ασκήσει μία πίεση στο δημόσιο σύστημα. Εμείς παρακολουθώντας τις εξελίξεις, δεν μπορούμε να μην σκεφτούμε τι θα γίνει αύριο. Αυτή τη στιγμή το Πανεπιστήμιο της Κρήτης, ένα ίδρυμα με ιστορία 50 χρόνων, έχει φτάσει σε μία σπουδαία θέση, αλλά δεν μπορεί να αναπτυχθεί περισσότερο, επειδή στον ακαδημαϊκό χώρο της χώρας και της περιοχής έχουν αναπτυχθεί τμήματα και άλλα ιδρύματα, γεγονός που εμποδίζει την ολοκλήρωση του Πανεπιστημίου. Δηλαδή το Πανεπιστήμιο της Κρήτης δεν έχει Πολυτεχνική σχολή. Δεν μπορούμε να ζητήσουμε καινούργια τμήματα, όταν ζητάει κάποιος κάτι από την Πολιτεία, αυτή είναι πολύ σφιχτή στο να δίνει καινούργια πράγματα».
Και συνέχισε λέγοντας πως είναι πλέον η κατάλληλη στιγμή για να ανοίξει η συζήτηση για το αύριο του ακαδημαϊκού χάρτη της Κρήτης: «Θεωρώ προσωπικά ότι είναι μια στιγμή που μπορεί και πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για το ποιο θα είναι το αύριο στον ακαδημαϊκό χάρτη του τόπου μας. Εμείς μπορούμε να συμβάλλουμε στο να δώσουμε τα επιχειρήματα που θα καταλήξουν στη δημιουργία ενός Πανεπιστημίου, το οποίο θα είναι δυνατό, βιώσιμο και θα υπάρχει για τα επόμενα 50 χρόνια. Προσωπικά εκτιμώ ότι μπορούμε να το πετύχουμε, αν δύο ιδρύματα με ιστορία σχεδόν μισού αιώνα ενώσουν τις δυνάμεις τους για να κάνουν κάτι διαφορετικό. Μην ξεχνάμε ότι το Πολυτεχνείο Κρήτης έχει λειτουργία εδώ και 45 χρόνια.
Όμως πρέπει να ξέρουμε ότι δεν υπάρχει έτοιμη συνταγή, θέλει αρκετό χρόνο για να γίνει. Αρχικά πρέπει να εμπεδωθεί ότι στην κοινότητα, να γίνουν συζητήσεις, να το αποδεχτεί η κοινότητα αυτό και να προχωρήσουμε.
Μένει να αποδειχθεί αν η ιδέα που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι έχει υποστηρικτές από την πλειοψηφία. Η συζήτηση είναι σε πρωταρχικό στάδιο, ακόμα είναι εμβρυικό στάδιο. Πάντως Αν δεν βγούμε εμείς μπροστά για να οδηγήσουμε τις εξελίξεις, οι εξελίξεις θα μας αφανίσουν στο τέλος μόνες τους. Δεν μπορούμε να τρέχουμε διαρκώς πίσω από τις εξελίξεις, καμιά φορά πρέπει εμείς να δημιουργούμε τις καταστάσεις που έχουν να κάνουν με το μέλλον».
«Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη ώριμη πρόταση που θα φτάσει στην πολιτεία»
Το σχέδιο αναφέρει ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης, προϋποθέτει μία ολοκληρωμένη πρόταση, η οποία θα φτάσει στην πολιτεία.
Για το θέμα της έδρας, όπως είπε ο κ. Κοντάκης, αυτή ανήκει στο Ρέθυμνο «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να το συζητάμε. Για εμένα η φυσική έδρα του Πανεπιστημίου είναι αυτή που είναι ορισμένη από την ίδρυσή του και δεν νομίζω ότι πρέπει να αλλάξει. Αν είναι να ενώσουμε δυνάμεις, το τελευταίο πράγμα που θα μας απασχολήσει θα είναι το που θα βρίσκεται η έδρα. Το κανονικό είναι η έδρα να μείνει στο Ρέθυμνο, αυτή είναι η γνώμη μου» είπε και διευκρίνισε ότι: «Για να φτάσουμε στο σημείο να τα δούμε αυτά, θα έπρεπε να συζητήσουμε και να βρούμε πρώτα τα άλλα. Δεν θα ήθελα να περάσει η αίσθηση ότι έχουν γίνει συζητήσεις και είναι προχωρημένο το θέμα και έτοιμο να λυθεί αύριο το πρωί. Ξεκαθαρίζω ότι δεν είναι έτοιμο. Αυτή είναι μία γνώμη που έχω διατυπώσει και το έχω ξανακάνει στο παρελθόν για να ανοίξουν συζητήσεις για το θέμα αυτό».
Καταλήγοντας ο κ. Κοντάκης σημείωσε ότι μια τέτοια προοπτική συνένωσης θα δημιουργήσει ένα ενιαίο ανταγωνιστικό εξωστρεφές και δυναμικό ακαδημαϊκό ίδρυμα στην Κρήτη: «Συνενώσεις έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, τις οποίες επί της ουσίας επέβαλε η πολιτεία, σε συνεννόηση με τα ιδρύματα, αλλά ήταν κάτι το οποίο λίγο ή πολύ έγινε από πάνω και με πολλές αντιδράσεις. Έγινε όμως. Η οποιαδήποτε αναμόρφωση στον χάρτη, είτε θα γίνει με προτάσεις από τη βάση, που είναι το δυσκολότερο, ή κάποια στιγμή θα ληφθεί κάτι από ψηλά, που είναι και κάτι που δεν θα το θέλαμε και αυτός είναι και ο λόγος που βάζω στο τραπέζι την ιδέα. Πιστεύω ότι αυτή η λύση θα είναι προς όφελος και των δύο ιδρυμάτων, τόσο το Πολυτεχνείο όσο και το Πανεπιστήμιο Κρήτης τα οποία θα αποκτήσουν μία μεγάλη δυναμική με ένα ενιαίο ακαδημαϊκό ίδρυμα που θα είναι πιο ανταγωνιστικό και ελπιδοφόρο για να συνεχίσει να υπάρχει τα επόμενα χρόνια».
Επιμέλεια: Αριστείδου Ελπίδα