Διαβάζοντας το νέο «αναπτυξιακό» φαραωνικών διαστάσεων έργο της ΤΕΡΝΑ στην περιοχή της Ι. Μ. Αρκαδίου σκέφτομαι για άλλη μια φορά πως πίσω από τις λέξεις «ανάπτυξη» και «επένδυση» κρύβεται το τέρας του κέρδους για κάποιους λίγους και «εκλεκτούς» και θάνατος για τους πολλούς.
Επειδή πλέον δεν έχει νόημα να «αναλύουμε» την κάθε μπίζνα, το πού και πώς και ποιοι, ούτε υπάρχει και η διάθεση να εξηγούμε πως μπροστά στο ελαύνον χρήμα, δεν υπάρχει καμιά αξία, καμιά αρχή, καμιά ενσυναίσθηση αλλά και συναίσθηση δεν θέλω και δεν μπορώ να μπω στην ουσία άλλης μιας εκποίησης, άλλης μιας έκπτωσης, άλλου ενός επικείμενου περιβαλλοντικού εγκλήματος που θα συντελεστεί στην καρδιά του νησιού μας, που θα πλήξει ένα από τα ομορφότερα και ιστορικότερα σημεία του.
Αφορμή για την ανάδειξη του εγκλήματος αποτέλεσε μια χορηγούμενη συναυλία στον χώρο της Ι. Μ. Αρκαδίου, όπου φαίνεται πως οι «συντελεστές» της μπίζνας – δυστυχώς δεν είναι μόνο η ΤΕΡΝΑ – ετοίμαζαν και έναν μεγάλο εμπαιγμό στους Ρεθεμνιώτες και εν γένει στους Κρητικούς με μουσικό πρόσχημα. Ματαιώθηκε το «σχέδιο» με τον τρόπο που ματαιώθηκε, αλλά οι σκέψεις μου ανατρέχουν δεκαετίες πίσω…
Οι πρώτες σχολικές εκδρομές μας κάτω από τα πλατάνια, τα πεύκα, την ανοιξιάτικη χλόη με τα μικρά τσαντάκια μας να καθόμαστε σταυροπόδι να τρώμε τα κεφτεδάκια, τα βραστά αυγά, το φρέσκο ψωμί και να αναπνέουμε τον καθαρό αέρα με φόντο το ιερό τοπίο. Πόσες φορές είχαμε περιηγηθεί στην ιστορική μονή από παιδιά να ακούμε για την πιστόλα του Κ. Γιαμπουδάκη, για την «μπουρμπάδα» που χτυπούσε τους πολιορκημένους, για την αυτοθυσία των αγωνιστών που πυροδότησε σε όλο τον κόσμο το αίσθημα της υπέρτατης αξίας που λέγεται «Ελευθερία».
Πάντα ο χώρος της Ι. Μ. Αρκαδίου ήταν για εμάς ένας μικρός παράδεισος. Ανοιχτός χώρος, ποδόσφαιρο, κυνηγητό, θυμάμαι την κατασκήνωση που πραγματικά ήταν ένας ειδυλλιακός χώρος για παιδικές και εφηβικές ψυχές, αργότερα να πίνουμε το αναψυκτικό μας – αυτό επιτρεπόταν – με φόντο τον σπάνιας αρχιτεκτονικής μορφής ναό, τις σκέψεις ότι βρισκόμασταν σε χώρο ιστορικά ιερό.
Το τριήμερο των «Αρκαδίων» κάθε Νοέμβριο ήταν για την πόλη ιεροτελεστικό. Είχα την τύχη σαν αθλητής να πάρω μέρος στους αγώνες στίβου. Θυμάμαι την ώρα της παρέλασης των αθλητικών ομάδων και τη μουσική μπάντα. Την πρωινή παρέλαση προς τιμή της θυσίας του 1866, όπου τα λίγα σχολεία της πόλης επιδίδονταν σε άμιλλα με βηματισμό στρατιωτικό προσπαθούσαμε να υπερκεράσουμε τα «αντίπαλα» σχολεία για να λάβουμε τα εύσημα των δασκάλων και καθηγητών μας την επαύριο.
Οι Αρκαδιοδρομείς καθώς κατευθύνονταν απογευματινή ώρα στο στάδιο της Σοχώρας μέσα σε αποθέωση, τιμώμενοι κι αυτοί για την προσπάθειά τους. Μια πόλη που ζούσε και ανέπνεε για το Αρκάδι. Για το μεγάλο και ιερό σύμβολό της.
Μνήμες από έναν χώρο και τόπο που πραγματικά δεν μπορώ να αντιπαραβάλλω με «αναπτυξιακά» πλάνα, ανεμογεννητριών 250 μ. ύψους, που αρνούμαι να ξεχάσω το οξυγόνο που ανέπνεα κάτω απ’ τα πλατάνια και τα πεύκα, απ’ τις παιδιάστικες φωνές ευτυχίας, απ’ τις ξεναγήσεις στην μπαρουτιδαποθήκη και το σκευοφυλάκιο με τα οστά των ηρώων του 1866.
Τελικά όλα πουλιούνται κι αγοράζονται; Όλα «χορηγούνται»; Όλα είναι μπίζνα; Και η Ιστορία;
Τελικά «μπήκαν στην πόλη οι οχτροί;»