Τις τελευταίες βδομάδες, η λύση για την ακρίβεια στα τρόφιμα, το λεγόμενο καλάθι του νοικοκυριού, πυροδότησε έναν νέο γύρο πολιτικής αντιπαράθεσης. Η ΝΔ υποστηρίζει ότι το καλάθι ανακουφίζει τα λαϊκά στρώματα απ’ τον πληθωρισμό, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει έναν καταγγελτικό λόγο, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι δεν προχωρά σε τολμηρά μέτρα σύγκρουσης με τον πυρήνα της ακρίβειας, υποστηρίζοντας δηλαδή ότι η δική του δέσμη μέτρων, με «μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα» και με πάταξη της «αισχροκέρδειας», μπορεί να δώσει ανακούφιση στους πολίτες.
Το κυβερνητικό καλάθι του νοικοκυριού σίγουρα δεν αποτελεί κανενός είδους απάντηση στο κύμα ακρίβειας που κατατρώει τα λαϊκά εισοδήματα. Δεν αλλάζει τους βασικούς παράγοντες του προβλήματος, τους χαμηλούς μισθούς, την πληθωριστική πίεση στις τιμές όλων των εμπορευμάτων και τις επιπρόσθετες, μεγάλες αυξήσεις στην Ενέργεια. Χαρακτηριστικά, για το επίπεδο ακρίβειας, οι τιμές ορισμένων ειδών διατροφής έχουν αυξηθεί κατά 30% μέσα σε έναν χρόνο, ενώ σε ορισμένα είδη (π.χ. φέτα) η αύξηση αγγίζει το 50%.
Το λεγόμενο «καλάθι του νοικοκυριού» δεν είναι, στην ουσία του, τίποτα άλλο παρά μια διαφημιστική σύμπραξη κυβέρνησης, ορισμένων μεγάλων super market και βιομηχανιών τροφίμων. Πρακτικά, το καλάθι δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ειδική σήμανση που τοποθετείται σε ορισμένα εμπορεύματα, που είναι, γενικά, συγκριτικά λίγο φθηνότερα από άλλα παρεμφερή εμπορεύματα του ίδιου τύπου. Πιο συγκεκριμένα, το υπουργείο έχει καταρτίσει έναν κατάλογο με περίπου 50 κατηγορίες εμπορευμάτων και κάθε όμιλος super market φτιάχνει μια δική του λίστα στην οποία εντάσσει ένα συγκεκριμένο εμπόρευμα για κάθε κατηγορία εμπορεύματος της γενικής λίστας. Για παράδειγμα, η λίστα του υπουργείου προβλέπει «ρύζι» και κάθε όμιλος εντάσσει ένα συγκεκριμένο πακέτο ρύζι στο δικό του «καλάθι του καταναλωτή». Τα super market δεν αναλαμβάνουν ούτε καν κάποιου είδους συγκεκριμένη υποχρέωση να κρατούν τις τιμές αυτών των εμπορευμάτων σε χαμηλότερα επίπεδα. Γι’ αυτό άλλωστε και το καλάθι δεν οδήγησε σε κάποια ουσιαστική μείωση των τιμών.
Στην πράξη, το καλάθι του καταναλωτή λειτουργεί και σαν κράχτης, σαν δωρεάν διαφήμιση για τους ομίλους super market και τα εμπορεύματα που εντάσσουν μέσα στο καλάθι αυτό, ενώ η κυβέρνηση προωθεί το καλάθι επικοινωνιακά, εμφανίζοντας ότι αντιμετωπίζει το ζήτημα της ακρίβειας. Δεν εκπλήσσει φυσικά κανέναν ότι οι όμιλοι εντάσσουν κατά κύριο λόγο τα λεγόμενα «προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας», δηλαδή φθηνότερα εμπορεύματα που παράγονται για λογαριασμό των ίδιων των εμπορικών αλυσίδων.
Βέβαια, ως διαφημιστικό εργαλείο, το καλάθι του νοικοκυριού ενδεχομένως να επιταχύνει την αναγκαστική στροφή των λαϊκών καταναλωτών σε φθηνότερα τρόφιμα – συγκριτικά με τον μέσο όρο – όπως αυτά που οι όμιλοι εντάσσουν μέσα στο καλάθι. Εδώ όμως πρέπει να σημειώσουμε ότι οι μικρότερες τιμές προκύπτουν από συσκευασίες μικρότερου μεγέθους και από τρόφιμα χαμηλότερης διατροφικής αξίας (αυξημένοι υδατάνθρακες σε σχέση με λίπη) και ενδεχομένως χαμηλότερης ποιότητας.
Το καλάθι του νοικοκυριού είναι λοιπόν ένα διαφημιστικό τέχνασμα κυβέρνησης, ομίλων super market και ομίλων παραγωγής τροφίμων, που αυξάνει τη συγκέντρωση του εμπορίου σε μεγάλους ομίλους, επιταχύνει τη στροφή σε φθηνά τρόφιμα και την ίδια στιγμή κεφαλαιοποιείται πολιτικά απ’ την κυβέρνηση, που εμφανίζεται ότι «καταπολεμά την ακρίβεια στα τρόφιμα». Παράλληλα, οξύνει μια σειρά από ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς γύρω απ’ τα μερίδια αγοράς τροφίμων.
*Ο Στέλιος Αλεξάκης είναι μέλος του Τ.Γ. Ρεθύμνου του ΚΚΕ