Τους ύμνησε και η λαϊκή μούσα
Είναι κάποιες οικογένειες που δεν φαντάζεσαι που φθάνει η ρίζα τους αλλά κυρίως κάθε αφήγημα της λεβεντιάς τους.
Με τους Τσουπάκηδες για παράδειγμα χάνω τον λογαριασμό κι ευτυχώς που υπάρχει ο άξιος απόγονός τους Νικολέων Τσουπάκης φιλόλογος-δημοσιογράφος (κ.λ.π) κατά τον μακαριστό Θεόδωρο όταν έπρεπε να αναφερθεί στις ιδιότητες προσωπικοτήτων στον οποίο καταφεύγω σε κάθε μου απορία και είναι αρκετές αυτές.
Σε δυο Γιάννηδες θα σταθώ που δοξάστηκαν και στο πεδίο της τιμής. Και βάζω αρχή από μια προσωπικότητα του προπερασμένου αιώνα που γνώρισα εντελώς τυχαία από έναν …καναπέ.
Ήταν ένα αριστούργημα τέχνης που με εντυπωσίασε τόσο ώστε να αφήσω στην άκρη τους τύπους και να ζητήσω λεπτομέρειες για τον δημιουργό.
Έτσι γνώρισα τον Ιωάννη Τσουπάκη από τη Νίθαυρη από τους σημαντικότερους Αμαριώτες.
Μόνο να δεις την εικόνα του θαυμάζεις την Αμαριώτικη λεβεντιά, με τ’ άσπρα στιβάνια να μαρτυρούν την ανυπότακτη φύση του.
Ο Ιωάννης Τσουπάκης που θεωρείται γενάρχης των Τσουπάκηδων της Νίθαυρης, γεννήθηκε στη Νίθαυρη. Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν γόνος της μεγάλης κρητικής οικογένειας με βαθιές ρίζες στη Δυτική Κρήτη.
Γεννήθηκε γύρω στα 1845 και από μικρός ακόμα έδειξε την έφεσή του στα Γράμματα μα και στα Άρματα.
Νέος ακόμα είχε αποκτήσει με πολλές δυσκολίες γνώσεις, φαινόμενο για την εποχή του. Κι όσο διεύρυνε τους πνευματικούς του ορίζοντες τόσο τον πίεζε ασφυκτικά το πέλμα του κατακτητή.
Ήταν από τους πρώτους πάντα που έδινε το παρόν στο πρόσταγμα της πατρίδας. Τον βρίσκουμε να αγωνίζεται με απαράμιλλη γενναιότητα στις επαναστάσεις 1866-1869, 1878-1879 και στην άτυχη επανάσταση του 1896-1897, ως γενικός οπλαρχηγός Ανατολικού Αμαρίου.
Έμεινε στην ιστορία και για το διάστημα που έμεινε στη νοτική σπηλιά Νίθαυρης Αμαρίου, εκεί που αργότερα θα περνούσε κάποιο μικρό διάστημα της αιχμαλωσίας του ο στρατηγός Κράιπε.
Ένα σπουδαίο σπήλαιο
Το σπήλαιο Paul Faure από τα πολλά αξιοθέατα της περιοχής, βρίσκεται βόρειο-ανατολικά από το χωριό Νίθαυρις, σε υψόμετρο 700 μ., στην τοποθεσία Καλικάς. Οι διαστάσεις του είναι 100 μ. x 40 μ. και με ανώτερο ύψος τα 20 μέτρα. Εκτός από τις πολλές του ονομασίες (Ονύμαχος, Καλλικά Τρύπα, Νοτική Τρύπα Νιθαύρεως και Πωλ Φωρ), την εντυπωσιακή του είσοδο που είναι χαραγμένο το αρχαίο όνομα ONYMAXOC και τους περίφημους σταλακτίτες, κρύβει και μια πλούσια ιστορία που μαρτυρεί ότι εκατοικείτο από τον άνθρωπο από την αρχαιότητα.
Στο κέντρο της πρώτης υπόγειας αίθουσας του (20 x 10 μ.), ορθώνεται μια τεράστια σταλαγμιτική στήλη που δεν αποκλείεται να λειτούργησε ως λατρευτικό είδωλο, γιατί στο έδαφος γύρω από αυτή, είναι γεμάτη με όστρακα κάθε εποχής, από τη 2η χιλιετηρίδα π.Χ. μέχρι τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Φαίνεται ότι αρχικά λειτούργησε ως ιερό σπήλαιο κάποιου μινωικού οικισμού της περιοχής. Από την κυρίως αίθουσα ξεκινούν δύο σήραγγες. Η πρώτη, κατηφορίζει προς μια καταβόθρα βορειοδυτικά. Η άλλη πιο στενή και λιγότερο απότομη, κατευθύνεται ανατολικά. Οι δύο σήραγγες είναι αρκετά δύσβατες, η υγρασία έντονη και ο κίνδυνος κατολισθήσεων μεγάλος.

Πώς σώθηκαν από την προδοσία
Εκεί εύρισκαν καταφύγιο πολλοί επαναστάτες. Ανάμεσά τους ο Τσουπογιάννης και ο Λανζουρομάρκος, φημισμένοι για τη δράση τους. Είχαν γίνει φόβος και τρόμος των Τούρκων, ιδιαίτερα των Αμπαδιωτών, που ήταν σκληροί και αμείλικτοι. Βασάνιζαν τους Κρητικούς χωρίς έλεος. Και δεν υπολόγιζαν κανένα. Οι δυο επαναστάτες ο Τσουπογιάννης και ο Λαντζουρομάρκος δεν άντεχαν άλλο αυτή την καταπίεση και «βγήκαν στο κλαρί».
Η μεγάλη δράση που είχαν αναπτύξει έγινε αφορμή να τους επικηρύξουν.
Μια επικήρυξη αποτελεί μεγάλο πειρασμό για κάθε εθνικά ανάξιο. Έτσι και στην ιστορία μας τηρήθηκε η «παράδοση» της ντροπής από έναν κοντοχωριανό των ηρώων.
Αυτός πήγε και τους κατέδωσε. Ο προδότης όμως λογάριαζε χωρίς τον πατριωτισμό ενός νεαρού. Ήταν ο Κώστας Δανδουλάκης, βοσκαρουδάκι, που εφοδίαζε με τρόφιμα τους χαΐνηδες και γενικά είχε την έγνοια τους.
Ο Κωστής τους έσωσε
Οι Τούρκοι πλησιάζοντας αντιλήφθηκαν πως ο μικρός μιλάει με κάποιον.
«Μαρέ του Τσούπη μιλείς;» τον ρώτησε κάποιος αιφνιδιάζοντάς τον.
Ο Κωστής όμως παρά τα 16 χρόνια του είχε φρόνηση γέροντα σοφού. Πήρε αμέσως στροφές το μυαλό του και χωρίς να διστάσει αποκρίθηκε πως επειδή έχει μοναξιά, μιλεί πότε των προβάτων του και πότε του εαυτού του. Φρόντισε βέβαια να δώσει ένταση στη φωνή του για να τον ακούσουν οι χαΐνηδες που κρύβονταν στο σπήλιο. Και τα κατάφερε. Οι δυο επαναστάτες προχώρησαν αμέσως προς το βάθος της σπηλιάς, που μόνο εκείνοι γνώριζαν τα κατατόπια.
Αυτό το γνώριζε ο Κωστής που για να γίνει περισσότερο πιστευτός είπε στους Τούρκους αν δεν τον πίστευαν να πάνε να ψάξουν στη σπηλιά αυτόν που γυρεύουν.
Οι Τούρκοι μπήκαν στη σπηλιά κι επειδή δεν έβλεπαν κανένα πήραν να προχωρούν προς τα κάτω. Με την ίδια πάντα ψυχραιμία πάντως ο 16χρονος Δανδουλάκης, τους φώναξε να προσέχουν γιατί η κατηφόρα στα σκοτεινά ήταν επικίνδυνη. Δεν ήθελαν και πολύ οι Τούρκοι να τον πιστέψουν γιατί ήδη τους είχε τρομοκρατήσει το άγνωστο στη σκοτεινή τρύπα που προχωρούσαν. Γύρισαν λοιπόν χωρίς δεύτερη κουβέντα πίσω κι έφυγαν.
Η γενναία αυτή πράξη του νεαρού αναφέρεται σε δικά του δίστιχα όπου γίνεται μνεία και του προδότη με το παρανόμι που τον ήξεραν στην περιοχή.
Δήμαρχος Αποδούλου
Ο σεβασμός του κόσμου στο πρόσωπό του Ιωάννη Τσουπάκη, όσο περνούσαν τα χρόνια ήταν απέραντος.

Έτσι το 1882, έχοντας αποκτήσει μεγάλο κύρος στην περιοχή του εκλέγεται δήμαρχος του τότε δήμου Αποδούλου, μετέπειτα δήμου Κουρήτων.
Αμέσως μετά την εκλογή του φρόντισε να βοηθήσει τα παιδιά του τόπου του να μη στερηθούν τα γράμματα.
Έτσι την ίδια χρονιά εκλογής του στον δήμο, ιδρύει το 1ο σχολείο της Αμπαδιάς στη Νίθαυρη, μετά από υπόδειξη της Εθνικής Εταιρείας, (μυστική οργάνωση) και με απόφαση της Δημογεροντίας Ρεθύμνης. Ήταν μια αντίδραση των Κρητών παραγόντων στις πιέσεις που ασκούσαν οι φοβεροί Αμπαδιώτες Τούρκοι στην περιοχή.
Επελέγη και στάλθηκε δάσκαλος στην περιοχή ο 20χρονος απόφοιτος του Βαρβακείου Λυκείου Αθηνών και φοιτητής Νομικής Αντώνιος Ιωάν. Κυριακάκης από το Άνω Μέρος. Η εντολή που του δόθηκε ήταν να αναπτύξει την πατριωτική κίνηση. Οι Νιθαυριανοί ενθουσιασμένοι για την επιλογή τον υποδέχτηκαν πανηγυρικά με επικεφαλής τον Τσουπογιάννη.
Στο ίδιο σχολείο υπηρέτησε για μικρό διάστημα και ο γιος του Τσουπάκη, Στέλιος, πριν κάνει καριέρα στο ταχυδρομείο.
Το 1892, ήταν εκλέξιμος για τη θέση παρέδρου στο Ειρηνοδικείο μαζί με το γιο του Αλέξανδρο.
Ένας στοργικός πολυφαμελίτης
Ο Τσουπογιάννης μπορεί να ήταν ένας αγέρωχος πολεμιστής αλλά σε καιρό ειρήνης ήταν ένας εξαιρετικός οικογενειάρχης και τρυφερός πατέρας. Με τη σύζυγό του Ασπασία Φουντουλάκη, (την ονομαστή Τσουπογιάνναινα) επίσης από τη Νίθαυρη, απέκτησαν εννέα παιδιά. Πέντε γιους όλους εγγράμματους και τέσσερις θυγατέρες.
Ο Αλέξανδρός του ήταν αρχικά δημοτικός υπάλληλος στον δήμο Αποδούλου και στη συνέχεια έμπορος Ρεθύμνου, ο Γεώργιος προτίμησε να ασχοληθεί με την αγροτική τους περιουσία, ο Στυλιανός, δάσκαλος, προϊστάμενος του ταχυδρομείου Αποδούλου και Αγίας Γαλήνης, έγινε αργότερα πρόεδρος Νιθαύρεως, ο Εμμανουήλ, γεωργός κι αυτός, είχε μεταβάλει επί κατοχής το σπίτι του σε κρησφύγετο πατριωτών και ο Νικόλαος μετανάστευσε στο Γιχάνεσμπουργκ όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο.
Οι κόρες του Μαρία σύζυγος παπά Αθανασίου Πουλακάκη, Πηνελόπη σύζ. Κ. Ζαμπετάκη, Ελένη συζ. Εμμ. Ζαχαριουδάκη, Διαμάντα συζ. Θ. Βαρούχα είχαν μια καλή αποκατάσταση αντάξια της γενιάς και της ανατροφής τους.
Όλοι οι απόγονοι του Τσουπογιάννη, διαδραμάτισαν μεγάλο ρόλο στην Αντίσταση.
Το 1902 ο σπουδαίος αυτός άνδρας εξελέγη μέλος της Επιτροπείας Αγωνιστών. Ήταν από τις τελευταίες διακρίσεις που έλαβε στον πολυτάραχο βίο του. Ο θάνατός του προκάλεσε συγκίνηση σε όλο τον νομό. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στην κηδεία του έφθασε στη Νίθαυρη στρατιωτικό άγημα με απόφαση της Κρητικής Πολιτείας, που τον τίμησε με χάλκινο στέφανο.
Άξιοι απόγονοι
Ο Ιωάννης Τσουπάκης θα ένοιωθε περήφανος αν μπορούσε να γνωρίσει τον βίο και την πολιτεία των απογόνων του. Όλοι τους τίμησαν στο έπακρον το όνομα και τη γενιά τους.
Το θαύμα της αδελφικής αγάπης
Η αδελφική αγάπη σε πολλές περιπτώσεις έχει βρει την απόλυτη έκφρασή της. Μια από τις πιο συγκινητικές είναι αυτή μεταξύ δυο Τσουπάκηδων.
Έτσι θα συνεχίσουμε σήμερα το αφιέρωμά μας στην ιστορική οικογένεια της Νίθαυρης που αναφέρεται και στην λαϊκή μούσα.
Εκτός από το γνωστό ποίημα του Κώστα Δανδουλάκη που έσωσε από προδοσία τον Τσουπογιάννη και τον Λαντζουρομάρκο, και περιγράφει το γεγονός με στιχουργική ευχέρεια έρχεται κι ένα πολύ μεταγενέστερο να εκφράσει την οδύνη ενός αδελφού για τον ηρωικό θάνατο του αδελφού του.
Δημιουργός ο Ζαχαρίας Τσουπάκης κοινοτάρχης πάλαι ποτέ Νίθαυρης που με τους παρακάτω στίχους θρηνεί τον θάνατο του αδελφού του Γιάννη:
– Εθρήνησε η Νίθαυρη, Γιάννη για το χαμό σου,
στης Αλβανίας τα βουνά, ήτο το ριζικό σου.
– Για την πατρίδα έφυγες, στη νιότη σου απάνω,
κι έχω τον πόνο σου διπλό κι ούτε θα ξαναγειάνω.
– Ετίμησες το, το χακί, για την πατρίδα Γιάννη,
μα η μνήμη σου πάντα θα ζει, ποτέ δε θα ποθάνει.
– Ύπουλα σε θανάτωσε των Ιταλών η μπάλα,
μα τ’ όνομά σου θα γραφτεί, με γράμματα μεγάλα.
– Κοντά μας πάντα η μνήμη σου Γιάννη θα φτερουγίζει,
τη Νίθαυρη κάθε βραδιά, τ’ άστρο σου θα φωτίζει.
– Τον πόνο σου ‘χω αδέρφι μου κι ώστε να ζω δε γιαίνω
μα αν χρειαστεί για την τιμή, Γιάννη κι εγώ ποθαίνω.
– Κανείς ποτέ για την τιμή, θάνατο μη φοβάται
γιατί ζωή χωρίς τιμή, μόνο σκλαβιά λογάται
– Μονό ‘χω το παράπονο, που ‘χει κι ο Ψηλορείτης
γιάντα δε σε σκεπάσανε, τα χώματα τση Κρήτης.

Νιόπαντρος στο μέτωπο
Ήταν ωραίο παιδί ο Γιάννης. Λεβέντης, έξυπνος, γενναίος. Από μικρό παιδί μεγάλωνε με τις κρητικές παραδόσεις που γενναιόδωρα δέχτηκε από τους γονείς του Μανόλη Τσουπάκη και Χαρίκλεια Λαντζουράκη.
Είχε κέφι για τη ζωή, ήταν ανοικτή καρδιά, μερακλής και φυσικά όνειρο κάθε κοριτσιού.
Εκείνος όμως διάλεξε για σύντροφο της ζωής του μια πανέμορφη κοπέλα από τη Νίθαυρη επίσης, συγχωριανή του δηλαδή, την Ξανθίππη Δανδουλάκη.
Ο γάμος τους τελέστηκε με όλο το τυπικό των αρχοντικών της εποχής οικογενειών. Το γλέντι κράτησε μέρες και οι ευχές ήταν αμέτρητες για την ευτυχία του ζευγαριού. Όλα έδειχναν ευοίωνα για μια ανέφελη ζωή. Λογάριαζαν όμως χωρίς την κατάρα του πολέμου.
Πύκνωναν τα σύννεφα αλλά όλοι απεύχονταν την αναμενόμενη συμφορά.
Η κήρυξη του πολέμου βρήκε τον Γιάννη με τον ίδιο ενθουσιασμό που διακατείχε τους νέους της εποχής του «Θα τους πετάξουμε στη θάλασσα» έλεγε στη γυναίκα του, που ζούσε ένα μαρτύριο αποχαιρετώντας τον άνδρα που δεν είχε ακόμα προλάβει να ζήσει μαζί του την καθημερινότητα.
Το ίδιο επαναλάμβανε στους γονείς που προσπαθούσαν με τη σειρά τους να κρατήσουν την ψυχραιμία τους και να δώσουν κουράγιο στον πρωτογιό τους που έφευγε για το μέτωπο. Μόνο τα μικρότερα αδέλφια ο Ζαχαρίας, η Ελπινίκη και η Ευαγγελία, δεν μπορούσαν να αντέξουν τη στιγμή του αποχαιρετισμού και άφησαν τον πόνο τους να ξεσπάσει. Μάταια ο Γιάννης τα παρακαλούσε να σκεφτούν πως πρέπει να φύγει για την πατρίδα. Σ’ αυτόν τον πρωτότοκο έμελε ο κλήρος να τιμήσει την οικογένειά του. Έπρεπε να σταθούν όλοι στο ύψος των περιστάσεων.
Μια συγκλονιστική μαρτυρία
Ο Γιάννης έπεσε ηρωικά μαχόμενος στο Τεπελένι στις 15-2-1941 σε ηλικία 36 ετών. Αργότερα ο αδελφός του Ζαχαρίας θα συναντήσει τυχαία στον Άγνωστο έναν από τους μάρτυρες του ηρωικού θανάτου του Γιάννη τους. Ήταν ο Βαγγέλης Μουρτζανός. Μόλις είδε τον Ζαχαρία πήγε προς το μέρος του και τον ρώτησε:
– Από πού είσαι φίλε;
– Από τη Νίθαυρη!
– Μήπως είσαι γιος του Τσουπάκη του Γιάννη που σκοτώθηκε στην Αλβανία;
– Όχι ήταν αδερφός μου.
Πλησιάζει τότε ο Μουρτζανός αγκαλιάζει τον Τσουπάκη και κλαίγοντας του λέει: «Ήμασταν μαζί όταν σκοτώθηκε».
Ο Ζαχαρίας δεν περίμενε ούτε στιγμή. Παρέσυρε τον συνεπαρχιώτη του σ’ ένα καφενείο και του ζήτησε να κάνει την ιστορία με κάθε λεπτομέρεια. Κι εκείνος δεν τον απογοήτευσε: «Θυμάμαι, άρχισε να του διηγείται ενώ εκείνος κρεμόταν από τα χείλη του ότι μας αντικατέστησε ένας άλλος λόχος για να ξεκουραστούμε λίγο. Είχαμε πάει κοντά σε ένα σπηλιάρι. Μόλις καθίσαμε φωνάζουνε «ενισχύσεις». Λέει ο αξιωματικός: Εμά μωρέ, ακόμα δε φτάξανε και φωνάζουνε ενισχύσεις!
Αλλά πάλι φωνάζουνε ενισχύσεις, και μας λέει ο αξιωματικός: Μην κουνηθεί κανείς! Αλλά και τρίτη φορά φωνάζουν «ενισχύσεις» και τότε παίζει έναν πήδο ο αδελφός σου και μας λέει: «Αντέστε μωρέ, μόνο θα ‘ρθουνε επαέ να μας εσφάξουνε σαν τσοι χοίρους!».
Προχωρήσαμε περίπου εκατό μέτρα και μου φωνάζει, Βαγγέλη τραυματίστηκα, το τουφέκι μου… Του φωνάζω τρία βήματα μπροστά αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε, πήρε τη σφαίρα στην καρδιά και πέφτει κάτω. Δεν μπόρεσε να σταματήσει κανείς γιατί είχαμε μεγάλη επίθεση. Απομακρύνθηκα μακριά. Το δε επαύριο συναντήθηκα με τον Πανάγο Δανδουλάκη από τη Νίθαυρη και με ρωτά: «Βαγγέλη που είναι ο Γιάννης; Σκοτώθηκε; μετά πήγαμε και τον πετρώσαμενε πέτρες και χαλίκια!».
Όλη η οικογένεια στην Αντίσταση
Έπεσε σιωπή μετά τα λόγια αυτά. Κανένας δεν είχε τη δύναμη να μιλήσει πια.
Ο Ζαχαρίας συνάντησε από τότε πολλές φορές τον Βαγγέλη και κάθε φορά τον έβαζε να του διηγηθεί τα γεγονότα. Κι εκείνος κάθε φορά τα διηγόταν κι έκλαιγε. Ο Βαγγέλης Μουρτζανός πέθανε το 1992.
Ο θάνατος του Γιάννη είχε επηρεάσει όλη την οικογένεια. Ο πατέρας του αποφασισμένος για όλα στη διάρκεια της Κατοχής, βρήκε διέξοδο στην Αντίσταση. Το σπίτι του στη Νίθαυρη είχε μεταβληθεί σε άντρο των ανταρτών και των Εγγλέζων συμμάχων. Μαζί του και η οικογένεια αν και πολλές φορές κινδύνεψε να ξεκληριστεί μαζί του. Με κάθε αποστολή που έφερναν σε πέρας ήταν σαν να έκαναν ένα ακόμα μνημόσυνο στο Γιάννη τους.
Ο Ζαχαρίας ποτέ δεν ξεπέρασε τον χαμό του αδελφού του που περιγράφει και στο σπαρακτικό ποίημά του.
Από τα 12 χρόνια του βρέθηκε στην Αντίσταση. Από τα τελευταία του καθήκοντα ήταν ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα και η αποστολή μηνυμάτων στους αντάρτες που έκρυβαν τον Γερμανό στρατηγό Κράιπε στη σπηλιά του Καλυκά (σημερινή ονομασία Πωλ Φωρ, προς τιμήν του κορυφαίου Γάλλου Ελληνιστή.)
Και το πρώτο του μέλημα μόλις έγινε κοινοτάρχης ήταν να τοποθετηθεί μνημείο των πεσόντων στο χωριό όπου και πήρε μια θέση και το όνομα του Γιάννη.
Είχε όμως πάντα ένα παράπονο από την πολιτεία. Τα 1962 έδωσαν μετάλλια σε όλους τους στρατεύσιμους που είχαν πολεμήσει στα βουνά της Αλβανίας ενάντια στον Ιταλό ύπουλο εισβολέα. Κι από τότε τίποτα. Ούτε κάποια κίνηση για τα οστά των νεκρών που χάθηκαν εκεί ούτε ένα μνημόσυνο γι’ αυτούς. Τίποτα. Επιλήσμονες όπως πάντα οι πολιτικοί μόλις μεθύσουν με την εξουσία.
Πηγές:
Λεωνίδα Αντ. Κυριακάκη Συμπληρωματικά στοιχεία για το δημοτικό σχολείο Νίθαυρης (περιοδικό «Προμηθέας Πυρφόρος» τ. 33 Ιανουάριος – Μάρτιος 1983).
Νικολέου Τσουπάκη: Νοτική σπηλιά Νίθαυρης Αμαρίου.
Νικολέου Τσουπάκη: Η συμβολή των Τσουπάκηδων στους αγώνες.
Κριτόλαου Ψαρουδάκη: Αγωνίες και Αγώνες μιας εποχής.












