Η συζήτηση για την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας αλλά και των τοπικών κοινωνιών, για το περιεχόμενο και τις προϋποθέσεις της, είναι πάντα επίκαιρη. Ειδικά σε μια περίοδο επάλληλων κρίσεων (κλιματική, υγειονομική, ενεργειακή, πληθωριστική) που προκαλούν δυσβάστακτες επιβαρύνσεις στην κοινωνία και πυροδοτούν τεράστια ανασφάλεια και αβεβαιότητα για την εργασία και το εισόδημα των ανθρώπων. Τα αναπτυξιακά συνέδρια που οργανώνονται κάθε χρόνο από κοινωνικούς φορείς και συλλόγους σε πολλές περιοχές, είναι μια καλή ευκαιρία δημόσιου διαλόγου για τις προτεραιότητες του αναπτυξιακού σχεδιασμού, που οφείλει να επικαιροποιείται συνεχώς, ενσωματώνοντας τις νέες κοινωνικές ανάγκες και τις σύγχρονες προκλήσεις.
Η κλιματική κρίση και οι «αλυσιδωτές αντιδράσεις» που προκαλεί στον πλανήτη και στην παγκόσμια οικονομία, δημιουργεί μια νέα συνθήκη που δεν μπορεί ούτε να υποτιμηθεί ούτε να αγνοηθεί. Το ίδιο ισχύει και για την πανδημία covid-19 και τις πρωτόγνωρες αλλαγές που έχει επιφέρει στις σύγχρονες κοινωνίες και στην καθημερινότητα των πολιτών. Απέναντι στη γενικευμένη επισφάλεια και στη συνεχή διακινδύνευση που δημιουργούν αυτές οι διασυνοριακές απειλές, έχουμε ανάγκη από ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο που θα υπερβαίνει τις στρεβλώσεις και τα αδιέξοδα του σημερινού. Που δεν θα εξαντλείται, ειδικά στην Κρήτη και στις υπόλοιπες νησιωτικές περιοχές, στην κλασσική «συνταγή» της τουριστικής μονοκαλλιέργειας, με μερικές «πινελιές» τοπικής παράδοσης, αγροδιατροφικού τομέα και διαχείρισης απορριμμάτων-λυμάτων. Αν πραγματικά θέλουμε να μιλήσουμε -και να το εννοούμε- για βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη, οφείλουμε να εντάξουμε στον εθνικό και περιφερειακό σχεδιασμό νέους αναπτυξιακούς «πυλώνες» : πέρα από την αειφορία και περιβαλλοντική προστασία, πέρα από την προστασία των φυσικών πόρων και το σεβασμό στην πολιτιστική μας κληρονομιά, είναι αναγκαία σήμερα η γενναία επένδυση στη Δημόσια Υγεία και στην Κοινωνική Φροντίδα.
Η αξία των ισχυρών δημόσιων συστημάτων υγείας και των αποτελεσματικών υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας είναι το μεγάλο δίδαγμα της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης. Χρειαζόμαστε όχι μόνο ανθεκτικές και λειτουργικές δομές του ΕΣΥ (πρωτοβάθμιες και νοσοκομειακές) σε όλη τη χώρα, αλλά και αξιόπιστες υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας του Κράτους και των Περιφερειών που θα διασφαλίζουν την πρόληψη των μεταδοτικών και μη μεταδοτικών νοσημάτων και την προαγωγή της υγείας σε επίπεδο πληθυσμού. Πρέπει να συνειδητοποιηθεί από όλους ότι χωρίς «θωράκιση» του ΕΣΥ και της Δημόσιας Υγείας, η συζήτηση για οικονομική ανάπτυξη και ευημερία, είναι στον αέρα. Αυτό προφανώς προαπαιτεί ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο για την Υγεία, με ενδυνάμωση των δημόσιων δομών, αντιμετώπιση της κρίσης στελέχωσης του ΕΣΥ, σοβαρά κίνητρα για την αντιστροφή του brain drain και σύγκλιση με το μέσο όρο της ΕΕ στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7,5% του ΑΕΠ). Και φυσικά αυτή η προοπτική δεν είναι συμβατή με τις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες της κυβέρνησης για τη δήθεν υπεροχή του ιδιωτικού τομέα και για άνοιγμα του ΕΣΥ στην αγορά.
Η παρατεινόμενη υγειονομική κρίση όμως ανέδειξε και ένα ακόμα σοβαρότερο έλλειμα του Κοινωνικού Κράτους στην Ελλάδα: Την ασθενική κοινωνική μέριμνα και φροντίδα, ιδιαίτερα για ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπως τα παιδιά, οι γυναίκες, οι ηλικιωμένοι, οι ανάπηροι, οι χρονίως πάσχοντες, οι ασθενείς με άνοια, οι ψυχικά ασθενείς, οι φιλοξενούμενοι σε κλειστές δομές, οι πρόσφυγες-μετανάστες. Η διεθνώς αναδυόμενη «οικονομία της φροντίδας» (economy of care) που στηρίζεται σε δημόσιες υπηρεσίες για την παιδική φροντίδα, την γηριατρική φροντίδα, την κατ’ οίκον φροντίδα, την ψυχοκοινωνική υποστήριξη ευπαθών ομάδων, τη μέριμνα για την αναπηρία κλπ., αποτελεί για τη χώρα μας μια τεράστια αναπτυξιακή πρόκληση με την οποία πρέπει να αναμετρηθούμε. Αν μας ενδιαφέρει η εξάλειψη των ανισοτήτων, η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και του Κράτους Δικαίου, αλλά και η αξιοπιστία των δημοκρατικών θεσμών. Γιατί η ανάκτηση της δημόσιας εμπιστοσύνης απέναντι στο Κράτος και στο πολιτικό σύστημα, είναι κρίσιμος όρος για τη δραστική αντιμετώπιση φαινομένων παραβατικότητας και ανομικών συμπεριφορών που ενοχλούν και προσβάλλουν όλους μας.
Αυτό το νέο αναπτυξιακό μοντέλο, που δίνει έμφαση στη Δημόσια Υγεία και στην ολοκληρωμένη υγειονομική και κοινωνική φροντίδα, είναι ένα ανθρωποκεντρικό μοντέλο που ενισχύει την ισότητα, την αλληλεγγύη και την ασφάλεια στην κοινωνία και μπορεί να εγγυηθεί μια βιώσιμη, ανθεκτική και δίκαιη ανάπτυξη η οποία αποτελεί το προοδευτικό πρόταγμα της εποχής μας.
Σημ.: Το παραπάνω κείμενο βασίστηκε στην παρέμβαση του Α. Ξανθού στο 35ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Μυλοποταμιτών που πραγματοποιήθηκε στις 20/8/2022 στην Αρχαία Ελεύθερνα Ρεθύμνου.