Διαβάζοντας το εκτεταμένο άρθρο του φίλου Στέλιου Παπαδάκη «Ο καπετάν Μιχάλης Κουρμούλης», που δημοσιεύτηκε στην έγκριτη εφημερίδα «Ρέθεμνος», ως συνέχεια της προσκυνηματικής επίσκεψής μας στο χωριό Κουσές Καινουρίου στις αρχές του περασμένου Αυγούστου, τη γενέτειρα γη κι έδρα της οικογένειας των Κουρμούληδων, όπου οι τοπικοί φορείς με τον δήμο Φαιστού διοργάνωσαν επετειακή εκδήλωση μνήμης και τιμής, για τη συμπλήρωση διακοσίων ετών από τον θάνατο (1η Ιουνίου1824 ) στην Ύδρα του οπλαρχηγού Μιχάλη Κουρμούλη, ας μου επιτραπεί να διατυπώσω κάποιες σκέψεις μου.
Το μεν άρθρο του Στ. Παπαδάκη για τη ζωή και τη δράση του ήρωα Μιχάλη Κουρμούλη είναι απόλυτα τεκμηριωμένο και λίαν διαφωτιστικό, ωστόσο η έρευνα θα πρέπει να συνεχιστεί, γιατί πρέπει να δοθούν απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα, όπως είναι: Πώς βρέθηκαν οι Κουρμούληδες στον Κουσέ, γιατί κατοίκησαν εκεί, πως απόκτησαν τόση μεγάλη περιουσία και από ποιούς ήταν η καταγωγή τους; Ως προς το τελευταίο ερώτημα, που είναι και το πιο βασικό, ο Κωστής Ηλ. Παπαδάκης στο πρόσφατο βιβλίο του «Οι Άγιοι Τέσσερις Μάρτυρες του Ρεθύμνου, σελ. 27» αναφέρει επιγραμματικά, αλλά και αόριστα, ότι: «….Λένε, ότι οι Κουρμούληδες είχαν συγγένεια με τους Βλαστούς, των οποίων η οικογένεια προερχόταν από ένα από τα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου..». Όντως, είναι γνωστό από χρυσόβουλα κι άλλα έγραφα, ότι ένα από τα δώδεκα αρχοντόπουλα ήταν ο Δημήτριος ο Βλαστός και ότι πήρε μερίδιο γης κι εγκαταστάθηκε αρχικά στη Μεσαρά από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ Κομνηνό περί το έτος 1092. Τα σχετικά έγγραφα είναι δημοσιευμένα από τον Ernest Gerlant, «Histoire de le noplesse gre’ toise au Moyenare». Reuge de L ‘Orient Latin. Tome X. Paris 1903-1905, 172-247. Αλλά αυτό φαίνεται κι από ένα άλλο μεταγενέστερο έγγραφο του έτους 1192, διότι στο μεταξύ άλλαξε η δυναστεία και τους Κομνηνούς διαδέχτηκαν οι Άγγελοι και ο νέος δούκας της Κρήτης Κωνσταντίνος, εξάδελφος του αυτοκράτορα Ισαακίου Β’ Αγγέλου, επιβεβαιώνει τους επικεφαλής των οικογενειών αυτών για τα δικαιώματά τους. Στον δούκα της Κρήτης Κωνσταντίνο εμφανίστηκαν τότε ο «Μανουήλ Βλαστός, υιός του Δημητρίου με τους αδελφούς του», δηλαδή η δεύτερη γενιά των Βλαστών στην Κρήτη και ζήτησαν έγγραφη επιβεβαίωση η οποία λέει: «Οι δε Βλαστοί ας έχουσι και αυτοί τας προτέρας μερίδας των εις την Μεσαράν καθώς και πρότερον» (E.Gerlant, 1905-1908).
Κι ενώ η εγκατάσταση της αρχοντικής οικογένειας των Βλαστών στη Μεσαρά είναι ιστορικά επιβεβαιωμένη, δεν υπάρχει πληροφορία σε πιο ακριβώς μέρος έμειναν. Αυτό μπορούμε να το μαντέψομε αναζητώντας τα χνάρια που άφησαν στο πέρασμά τους, που, πιστεύω, ότι δεν είναι άλλα από τους δύο Πύργους στον Κουσέ. Οι πύργοι αυτοί έχουν καταπληκτική ομοιότητα με τους πύργους στο Γιαννούδι, στον Μαρουλά και στ’ Ακούμια Ρεθύμνης, οι οποίοι ήταν οχυρωμένες κατοικίες μιας ανώτερης τάξης και μπορεί μεν να κτίστηκαν την περίοδο της Βενετοκρατίας (1211-1645/1669), αλλά μας παραπέμπουν ως νοοτροπία στο Βυζάντιο (ας μην ξεχνούμε τους Ακρίτες). Ακόμα και η περίοπτη θέση στην οποία βρίσκεται το χωριό Κουσές, στους βόρειους πρόποδες των Αστερουσίων, που μπροστά του απλώνεται ολόκληρο το κεντρικό τμήμα της εύφορης πεδιάδας της Μεσαράς, συνηγορούν προς την κατεύθυνση, ότι η Βυζαντινή αριστοκρατική οικογένεια των Βλαστών κατά πάσα πιθανότητα είχε ως κατοικία και κέντρο των δραστηριοτήτων της τον Κουσέ, αλλά η υπόθεση αυτή χρήζει αποδείξεων. Η αρχαιότερη πάντως γραπτή αναφορά για το χωριό αυτό γίνεται σε έγγραφο του Δουκικού αρχείου του Χάνδακα το έτος 1394 (Σπανάκης, πόλεις και χωριά της Κρήτης, Β’ τόμος, σελ. 28), ενώ στην απογραφή του Καστροφύλακα το έτος 1583 ο Κουσές καταγράφεται με 76 κατοίκους.
Τους Βλαστούς, οι οποίοι δεν συμβιβάστηκαν ποτέ με τους κατακτητές Βενετούς και οι οποίοι στο μεταξύ είχαν απλωθεί και προς τα Ρεθεμνιώτικα (ας μην ξεχνούμε την εκκολαπτόμενη επανάσταση – συνωμοσία την είπαν οι Βενετοί- το 1453-54 του Σήφη Βλαστού, ο οποίος έμενε στις Ατσιπάδες Αγίου Βασιλείου), φαίνεται να διαδέχονται στον Κουσέ οι Κουρμούληδες, είτε ως καταγόμενοι από μητέρα (θηλυγονία), είτε με αλλαγή του επωνύμου τους για κάποια άλλη αιτία, όπως συνέβηκε με άλλες αρχοντικές οικογένειες, όπως για παράδειγμα οι Φωκάδες, που μετονομάστηκαν σε Καλλιέργηδες – Καλλέργηδες και στη συνέχεια ένας κλάδος απ’ αυτούς στον Ασώματο Αγίου Βασιλείου μετονομάστηκαν ξανά σε Τσουδερούς.
Στο ίδιο λήμμα για τον Κουσέ (Cusse) ο Σπανάκης αναφέρει ότι, «…Η οικογένεια Κουρμούλη αλλαξοπίστησε το έτος 1680, στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά διατήρησαν κρυφά την χριστιανική πίστη τους…». Αυτό δείχνει, ότι η συγκεκριμένη οικογένεια βρέθηκε κατά την ύστερη Βενετοκρατία με μεγάλη περιουσία, την οποία δεν διακινδύνευαν να χάσουν. Συγχρόνως, όμως, δεν ήθελαν ν’ απολέσουν ούτε την πίστη τους, ούτε την εθνική τους συνείδηση και αυτό φάνηκε από την πορεία τους. Τώρα, πως βρέθηκαν εκεί που άλλοτε κυρίαρχοι ήταν οι Βλαστοί και πως αποκτήθηκαν τα περιουσιακά αυτά στοιχεία είναι ζητούμενο προς διερεύνηση. Ωστόσο, φαίνεται, ότι η οικογένεια Κουρμούλη είχε απλωθεί και στα Ρεθεμνιώτικα αρκετά νωρίς, από τα χρόνια της Βενετοκρατίας. Ήδη στο «Οθωμανικό Κτηματολόγιο του Ρεθύμνου, Τ.Τ. 822», που συντάχθηκε μεταξύ των ετών! 669-1670, στο οποίο αποτυπώνεται πλήρως η ανθρωπογεωγραφία της εποχής, αναφέρεται το επώνυμο Κουρμούλης (Hurmuli, Hurmulena, Kurmuli, Kurmulena, Kuromulopula) και βρίσκονται να κατοικούν σε διάφορα χωριά του Λιβά (Νομού) Ρεθύμνης, όπως στις Ατσιπάδες η Maryeta Kuromulopula (σελ 612), στις Βολιώνες Αμαρίου η Maruli Kurmulena(σελ. 574), στη Λούτρα Ρεθύμνης ο Yani Hurmuli (σελ. 384) και δίπλα στον Άγιο Δημήτριο η Mareta Kurmuli (σελ 386), που δείχνει ότι, η οικογένεια Κουρμούλη υφίσταται τουλάχιστον κατά την ύστερη Βενετοκρατία και ότι είχε απλωθεί σε πολλά μέρη της Κρήτης, αν φυσικά έχουν κοινή καταγωγή. (Σημ. Οι μικροδιαφορές στην αναγραφή του επωνύμου οφείλονται στην κακή απόδοση από τους ξενόγλωσσους απογραφείς).
Τώρα η συγγενική σχέση των Κουρμούληδων του Κουσέ με τους Τέσσερις Βλατάκηδες, τους Νεομάρτυρες από τις Μέλαμπες, αναλύεται επαρκώς από τον Κωστή Ηλ. Παπαδάκη (σελ. 24 – 26), αλλά και από άλλους, όπως ο Μιχάλης Μ. Παπαδάκις, ο π. Ευάγγελος και ο Αντώνιος Τσουρδαλάκης, σύμφωνα με τους οποίους ο παππούς των Τεσσάρων Μαρτύρων, ο Μανουήλ Βλατάκης, είχε παντρευτεί μία Κουρμουλοπούλα από τον Κουσέ Καινουρίου και το θέμα αυτό δεν χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.