Ζητούμενο η εύρεση ισορροπίας μεταξύ τουρισμού και εξασφάλισης ευημερίας των ντόπιων
Μία διαρκώς επιδεινούμενη στεγαστική κρίση βιώνει το Ρέθυμνο, η οποία συνδέεται με την άνθηση της βραχυχρόνιας μίσθωσης με αποτέλεσμα η προσφορά σε διαθέσιμα καταλύματα να είναι δραματικά περιορισμένη και η ζήτηση αντίθετα ιδιαίτερα αυξημένη, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Το φαινόμενο να ζητούν οι ιδιοκτήτες από τους ενοικιαστές να εγκαταλείψουν το ακίνητο που νοικιάζουν τη διάρκεια του καλοκαιριού προκειμένου να διαθέσουν τα ακίνητά τους στον τουριστικό κόσμο, μέσω πλατφορμών τύπου Airbnb για μερικούς μόνο μήνες, είναι πλέον μία αρκετά συνηθισμένη πρακτική, ιδιαίτερα προς τους φοιτητές. Σύμφωνα με μεσίτες της περιοχής και όσα ανέφεραν μιλώντας στα «Ρ.Ν.», υπάρχει έντονη ζήτηση για ακίνητα ακόμα και αυτήν την περίοδο, κυρίως από φοιτητές και επαγγελματίες που αναζητούν μακροχρόνια διαμονή, αλλά δίχως αντίκρισμα στις περισσότερες περιπτώσεις. Η πρακτική αυτή οδηγεί σε ανασφάλεια φοιτητών και οικογενειών και αποθαρρύνει τη μόνιμη διαμονή εκπαιδευτικών, υγειονομικών και επαγγελματιών, που αποτελούν βασικούς πυλώνες της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας, ενώ την ίδια ώρα, η καθυστέρηση στην πολεοδομική ανάπτυξη της πόλης εντείνει το πρόβλημα. Την ίδια στιγμή σε αντίθεση με περιοχές όπως το Ατσιπόπουλο, όπου έχει σημειωθεί σχετική ανάπτυξη και δημιουργία υποδομών, αρκετοί οικισμοί κοντά στον αστικό ιστό του Ρεθύμνου δεν μπορούν να εξελιχθούν σε ελκυστικούς τόπους κατοικίας και συνεπώς απαξιώνονται ως βιώσιμες επιλογές μόνιμης στέγασης.
Όπως επεσήμανε ο Κωνσταντίνος Μουλλός, μεσίτης του Ρεθύμνου, «Υπάρχουν ιδιοκτήτες που δεν σέβονται καν τις εξεταστικές περιόδους των φοιτητών και πολλές φορές τους εκδιώκουν μέσα στον Μάιο και τον Ιούνιο. Έχουμε ακούσει πολλούς φοιτητές που δεν έρχονται τελικά. Έχουμε αρκετούς φοιτητές που βλέπουμε να έρχονται και να λένε δεν βρήκαμε σπίτι, θα επιχειρήσουμε του χρόνου πάλι. Αν το Πανεπιστήμιο βλέπει απόκλιση στους ενεργούς και στους ανενεργούς φοιτητές, τότε αυτό κάτι δείχνει». Η πρακτική αυτή επηρεάζει τη φοιτητική κοινότητα, με αποτέλεσμα αρκετοί φοιτητές να μην επιλέγουν τελικά την πόλη ή να αναγκάζονται να πάρουν μεταγραφή. Παράλληλα, σύμφωνα με τον Ανδρέα Ανδρουλιδάκη, επίσης μεσίτη, ακόμα και οι υγειονομικοί, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι εποχικοί εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα εξεύρεσης στέγης. Όπως τονίζει, «Η εξάπλωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης μειώνει τη διαθεσιμότητα μακροχρόνιας στέγασης στο Ρέθυμνο. Οι ιδιοκτήτες προτιμούν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις λόγω υψηλότερης απόδοσης, με αποτέλεσμα να πλήττονται οι επαγγελματίες». Αυτή η κατάσταση αποτυπώνεται και στις τιμές των ενοικίων, οι οποίες έχουν ανέβει κατακόρυφα, με την περιορισμένη προσφορά και την αυξημένη ζήτηση να δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον στο σύνολο των διαθέσιμων ακινήτων, είτε για ενοικίαση είτε για πώληση, με τον Νίκο Κασωτάκη, μεσίτη, να επισημαίνει ότι «Το κόστος κατασκευής είναι δυσανάλογο με τις αποδόσεις. Η τιμή πώλησης φτάνει τα 4.000 ευρώ/τ.μ., κάτι που καθιστά δύσκολη την ανάπτυξη νέων κατοικιών». Το πρόβλημα εντείνεται από την απουσία σχεδίου πόλεως και την έλλειψη συγκοινωνιακής σύνδεσης σε κοντινούς οικισμούς. Ο κ. Μουλλός ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η έλλειψη σχεδίου πόλεως και η ανυπαρξία συγκοινωνιακών υποδομών σε κοντινούς οικισμούς όπως το Μικρό και Μεγάλο Μετόχι είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην οικιστική ανάπτυξη».
Μία πόλη που κινείται και εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς είναι το Ρέθυμνο σύμφωνα με τον κ. Κασωτάκη, με το Πανεπιστήμιο, αλλά και τον διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό από ανθρώπους που έρχονται και δουλεύουν εποχιακά εδώ, από άλλα μέρη της Ελλάδας να οδηγούν αναπόφευκτα σε αύξηση των συνολικών αναγκών του πληθυσμού της πόλης. Ωστόσο, όπως ανέφερε, «Δεν υπάρχει υγιής προσφορά. Η επέκταση του τοπικού σχεδίου πόλεως έχει «παγώσει» εδώ και αρκετά χρόνια στην πόλη μας. Η γη είναι πανάκριβη για να χτίσεις και όλα έχουν συντελέσει στο να πωλούνται τα διαθέσιμα διαμερίσματα σε απλησίαστες τιμές». Επιπλέον, η κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης, όπως υπογράμμισε ο Κασωτάκης, δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. «Δεν οικοδομούνται πλέον συγκροτήματα κατοικιών στον ρυθμό που απαιτεί η ζήτηση, ενώ και οι περιοχές που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν παραμένουν εκτός σχεδίου. Η αδυναμία της πόλης να επεκταθεί με τρόπο οργανωμένο επιτείνει το πρόβλημα», σημείωσε, ενώ στη συνέχεια ο κ. Ανδρουλιδάκης ανέφερε: «Η περιορισμένη προσφορά και η αυξημένη ζήτηση οδηγούν σε αύξηση των ενοικίων, κάτι που πλήττει τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Η έλλειψη μακροχρόνιας κατοικίας επηρεάζει αρνητικά τη στελέχωση κρίσιμων δομών, όπως νοσοκομεία και σχολεία». Αντίστοιχα, ο κ. Μουλλός σημείωσε: «Δεν έχει γίνει επέκταση σχεδίου πόλεως εδώ και 30-35 χρόνια και δεν δίνεται η δυνατότητα μέσω δημιουργίας οδικών δικτύων, για να απλωθούν οι οικισμοί πολύ κοντά στο Ρέθυμνο, που η δημόσια συγκοινωνία είναι τραγική και δεν υπάρχει άμεση έξοδος στην εθνική οδό. Οικισμοί τέτοιου τύπου, που είναι περιαστικοί, θα μπορούσαν να έχουν αναπτυχθεί, όπως έχει γίνει με το Ατσιπόπουλο και να αποτελέσουν τόπο κατοικίας για πολλές οικογένειες», ανέφερε.
Υψηλότερες είναι οι αποδόσεις της βραχυχρόνιας μίσθωσης για τους ιδιοκτήτες, καθιστώντας την ολοένα και πιο ελκυστική, σύμφωνα με τον κ. Ανδρουλιδάκη. «Η εξάπλωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης σίγουρα δημιουργεί αυτομάτως και μείωση της διαθεσιμότητας της μακροχρόνιας στέγασης. Οι ιδιοκτήτες επιλέγουν να διαθέτουν τα ακίνητά τους σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, λόγω υψηλότερων αποδόσεων. Αυτό συνεπώς μειώνει τον αριθμό των διαθέσιμων διαμερισμάτων, για φοιτητές, για δημοσίους υπαλλήλους, για υγειονομικούς, για εργατικό και επιστημονικό προσωπικό», ανέφερε. Όπως σημείωσε, οι άνθρωποι αυτοί είναι μία υποστήριξη της ανάπτυξης για την τοπική κοινωνία, γεγονός που συχνά παραμερίζεται. «Η έλλειψη ενδιαφέροντος για το Ρέθυμνο ως ένας μακροχρόνιος τόπος διαβίωσης για υγειονομικούς, εκπαιδευτικούς και άλλους επαγγελματίες έχει και κοινωνικές συνέπειες με ελλείψεις προσωπικού και φθορά στην τοπική ανάπτυξη», συμπλήρωσε, καταλήγοντας στο ότι «Η κατάσταση που επικρατεί είναι αποθαρρυντική για έναν φοιτητή να έρθει να μείνει στο Πανεπιστήμιο, ενώ βλέπουμε πολλές οικογένειες που δυσκολεύονται οικονομικά να αλλάζουν τοποθεσίες και πόλεις. Το Ρέθυμνο έχει ένα υψηλό τουριστικό προϊόν. Το θέμα είναι να μπορέσει να μην χάσει την ιδιότητα της βιώσιμης πόλης για κατοίκους και εργαζομένους. Παρατηρείται τελευταία έντονα παράπονα των κατοίκων για τις υφιστάμενες συνθήκες διαβίωσης. Το ζητούμενο είναι ισορροπία μεταξύ τουρισμού και ποιότητας ζωής, το οποίο είναι κρίσιμο για τη μακροπρόθεσμη ευημερία της περιοχής», ανέφερε ο κ. Ανδρουλιδάκης. Παρόλ’ αυτά, σύμφωνα με τον κ. Ανδρουλιδάκη, η πόλη δεν έχει αποτύχει ακόμα στο να επιτελέσει αυτό τον ρόλο, αλλά καλείται να προσαρμοστεί κατάλληλα, προκειμένου να ανταπεξέλθει αποτελεσματικά στις υπάρχουσες ανάγκες.