Σε «ασφυξία» οδηγείται η αγορά ακινήτων στην πόλη του Ρεθύμνου, ιδιαίτερα στο κομμάτι που αφορά τις ενοικιάσεις ακινήτων, τα οποία ακριβώς επειδή είναι δυσεύρετα, διατίθενται με πολύ υψηλό μίσθωμα στους υποψήφιους ενοικιαστές. Το γεγονός ότι το Ρέθυμνο είναι ένας κατεξοχήν τουριστικός προορισμός, έχει ως αποτέλεσμα η βραχυχρόνια μίσθωση να εξαπλώνεται χρόνο με τον χρόνο ακόμα και σε διαμερίσματα πόλης, στα οποία επενδύουν οι ιδιοκτήτες τους, προκείμενου να τα διαθέσουν για τουριστικούς σκοπούς μέσω των πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης, κάτι που όπως φαίνεται είναι προσοδοφόρο για τους ίδιους.
Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει διαθεσιμότητα για τους κατοίκους, αλλά και τους εκατοντάδες εργαζόμενους και τους χιλιάδες φοιτητές που ζουν στην πόλη, ενώ όσα ακίνητα διατίθενται για ενοικίαση είναι υπερτιμημένα και δεδομένης της οικονομικής κατάστασης και της ραγδαίας αύξησης του ενεργειακού κόστους, μαζί με τα περιφερειακά δηλαδή έξοδα του ακινήτου (νερό, ρεύμα, τηλέφωνο), καθίστανται απρόσιτα για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και των οικογενειών.
Από την άλλη σύμφωνα με τους κτηματομεσίτες ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της κτηματαγοράς το τελευταίο διάστημα και μετά τη διετία της πανδημίας του κορονοϊού, είναι το ζωηρό ενδιαφέρον κεντροευρωπαίων να αγοράσουν οικοπεδικές εκτάσεις, τόσο στα βόρεια όσο και στο νότια του Ρεθύμνου, τις οποίες επιθυμούν να κατασκευάσουν για ιδιοκατοίκηση. Μάλιστα όπως επισημάνουν οι κτηματομεσίτες πρόκειται για ανθρώπους μεγάλης οικονομικής επιφάνειας που αποφασίζουν να επενδύσουν τα χρήματά τους σε εξοχικές κατοικίες. Σύμφωνα με τους ίδιους προς το παρόν η αύξηση των οικοδομικών υλικών και του κατασκευαστικού έργου, δεν φαίνεται να επηρεάζει την ανέγερση τέτοιο τύπου κατοικιών, κάτι όμως που δεν αποκλείεται να συμβεί πολύ σύντομα, αν και εφόσον οι αυξήσεις συνεχιστούν με τον ίδιο ρυθμό.
Σε ό,τι αφορά την τοπική αγορά ο εκτιμητής ακινήτων Νίκος Κασσωτάκης ανέφερε ότι: «Υπάρχουν διαμερίσματα στην πόλη, πριν την κρίση, τα οποία τα ανακαινίζουν για να επενδύσουν. Σε τοπικό επίπεδο, πάντα κάποιοι θέλουν να επενδύσουν χρήματα σε διαμερίσματα μικρά κ.λπ., αυτό δεν έχει σταματήσει. Γιατί πάντα είναι μια καλή επένδυση αυτό, υπάρχει ενδιαφέρον, προφανώς έχουν οι άνθρωποι κάποια χρήματα και θέλουν να επενδύσουν για να τα σιγουρέψουν, και λόγω κρίσης. Επιλέγουν και κάποια ακίνητα στην παλιά πόλη, που πιθανόν να μπορούν να τα μετατρέψουν σε σουίτες, ενοικιαζόμενα, που θα πάει πάλι στον τουρισμό.»
Ζήτηση και προσφορά καθορίζουν τις τιμές
Οι τιμές των ακινήτων καθορίζονται από τη σχέση ζήτησης και προσφοράς, επαναλαμβάνουν οι κτηματομεσίτες, υποστηρίζοντας πως τόσο η απουσία οικοδομικής δραστηριότητας στα χρόνια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, όσο και η αξιοποίηση των ακινήτων για τουριστικούς σκοπούς, έχει περιορίσει στο ελάχιστο τα διαθέσιμα προς ενοικίαση σπίτια, με αποτέλεσμα και οι τιμές να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στα «Ρ.Ν.», ο κτηματομεσίτης Ανδρέας Ανδρουλιδάκης δεν παρατηρείται αύξηση στις τιμές, ωστόσο αυτές παραμένουν σταθερά σε υψηλά επίπεδα. «Η ζήτηση και η προσφορά καθορίζουν τις τιμές και όταν δεν υπάρχει προσφορά συμβαίνει αυτό. Στο Ρέθυμνο έχουμε ένα παραπάνω πρόβλημα, διότι είμαστε τουριστική περιοχή και δυστυχώς ή ευτυχώς έχουμε πολύ κόσμο που έρχεται για να δουλέψει, οπότε ανεβαίνει πολύ η ζήτηση. Η προσφορά θα έλεγα ότι είναι πολύ μικρή, όχι όμως μηδαμινή και έτσι υπάρχει «ασφυξία» στην αγορά ακινήτων. Και οι επιχειρήσεις έχουν πρόβλημα, διότι δεν μπορούν να καλύψουν με προσωπικό τις ανάγκες τους, γιατί δυστυχώς η οικονομία έχει σταματήσει από το 2008, δεν έχουν βγει καινούρια ακίνητα, οι φοιτητές οριακά έχουν καλυφθεί και αυτοί. Μέχρι τέλος Ιουνίου δυστυχώς υπάρχει μεγάλο πρόβλημα».
Όπως εξήγησε οι τιμές ενοικίασης, κατά μέσο όρο, γιατί αυτές πάντα εξαρτώνται από τη θέση, την ηλικία κα την ποιότητα του ακινήτου διαμορφώνονται ως εξής: Γκαρσονιέρες: από 300 έως 350 ευρώ, τα δυάρια από 400 έως 450 ευρώ, τα τριάρια από 450 έως 600 ευρώ και από 600 ευρώ και πάνω τα τεσσάρια. «Είμαστε ψηλά σε τιμές λόγω των θεμάτων που ανέφερα προηγουμένως. Δυστυχώς με την ενεργειακή αύξηση έχει δημιουργηθεί ένα ιδιαίτερο βάρος στον τομέα ενοικίασης. Ένας που βγάζει ένα χ μισθό προσθέτει στο ενοίκιο, ρεύμα, κοινόχρηστα, ίντερνετ, αυτό έχει δημιουργήσει ένα μεγαλύτερο βάρος σε αυτόν. Άρα τα περιφερειακά βάρη αυξάνουν αυτό που λέγεται ενοικίαση» είπε.
Ο ρόλος των βραχυχρόνιων μισθώσεων
Σημαντικό ρόλο για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στον κλάδο της κτηματαγοράς τα τελευταία χρόνια και στο Ρέθυμνο όπως και στο σύνολο των τουριστικών περιοχών της χώρας, είναι η διάθεση των ακίνητων σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα, στην πλειοψηφία τους τα ακίνητα τόσο σε παλιά όσο και σε νέα πόλη, αλλά και στο σύνολο του νομού, να ανακαινίζονται και να εξοπλίζονται για να μισθώνονται σε τουρίστες, με αποτέλεσμα να περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό η διαθεσιμότητα ακίνητων προς μίσθωση με ετήσιο ενοίκιο. «Ίσχυε και θα ισχύει πάντα και ιδιαίτερα τα ακίνητα του κέντρου εκμεταλλεύονται από τους ιδιοκτήτες τους, σε τουριστικές πλατφόρμες που σημαίνει ότι από Ιούλιο έως τέλος Σεπτεμβρίου νοικιάζονται εκεί. Είναι προσοδοφόρα αυτή η ιστορία. Γιατί όταν το νοικιάζει ο άλλος για 90 μέρες με 50 ευρώ ημερησίως είναι ένα έσοδο. Και πλέον επειδή είναι δύσκολα τα έσοδα, προτιμάει ο καθένας να το κάνει αυτό στο ακίνητό του. Μόλις τελειώσει η σεζόν να βάλει τον φοιτητή και να το κρατήσει μέχρι την επόμενη» τόνισε ο κ. Ανδρουλιδάκης.
Έντονο ενδιαφέρον από Κεντροευρωπαίους για αγορά ακινήτων στον νομό
Παρά την ενεργειακή κρίση τους προηγούμενες μήνες και προ την έναρξη του πολέμου στη Ουκρανία, ξεκίνησε να καταγράφεται έντονο ενδιαφέρον για την αγορά ακινήτων, τόσο στο βόρειο όσο και στο νότιο τμήμα του Ρεθύμνου. Αυτό το ενδιαφέρον όπως εξηγεί ο εκτιμητής ακινήτων και κατασκευαστής Νίκος Κασσωτάκης προέρχεται κυρίως από πολίτες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης και μάλιστα με οικονομική άνεση και ευχέρεια, που θέλουν να επενδύσουν τα χρήματά τους σε μια τέτοια αγορά. «Από την αγορά του εξωτερικού υπάρχει ενδιαφέρον για οικόπεδα για να χτίσουν βίλα, για δική τους επένδυση ή χρήση. Το ενδιαφέρον αφορά τόσο το βορρά όσο και τον νότο και προέρχεται από Ευρωπαίους κυρίως, Γάλλους Γερμανούς. Προφανώς ένας λόγος και για αυτούς είναι η κρίση και ότι εμείς εδώ έχουμε περισσότερο ήλιο και χρειαζόμαστε λιγότερη ενέργεια. Υπάρχει κίνηση και ενδιαφέρον για μονοκατοικίες. Οι κάτοικοι του εξωτερικού, ψάχνουν να βρουν να αγοράσουν ακίνητο, ακόμα και έτοιμο αν είναι καλύτερης ποιότητας και είναι επενδυτές ανώτερης κατηγορίας, όχι μεσαίας τάξης. Μπορούμε να πούμε ότι πριν τον πόλεμο ήταν πολύ μεγάλη η ζήτηση, τώρα έχει κάπως μετριαστεί, αλλά δεν έχει πάψει, καθώς εξακολουθεί να είναι έντονο το ενδιαφέρον. Στην περίοδο του κορονοϊού υπήρξε αρκετό χρήμα που δε μπορούσε να ξοδέψει ο κόσμος και αυτό τώρα επενδύεται στα ακίνητα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, πιθανόν να είναι ένας παράγοντας που επιβεβαιώνει αυτό το πράγμα, γιατί η ανασφάλεια σε τέτοιες περιπτώσεις ωθεί τον κόσμο να επενδύσει τα χρήματά του σε μια σταθερή αξία και το ακίνητο είναι κάτι τέτοιο, δεν χάνεται, δε φεύγει, δε χάνει την αξία του. Από την άλλη οι αυξήσεις των υλικών είναι σίγουρα ένας ανασταλτικός παράγοντας για εμάς, γιατί εμείς είμαστε και κατασκευαστές και, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί για τα επόμενα δύο χρόνια. Ακόμα οι τιμές μας δεν είναι απαγορευτικές για αυτούς. Όταν θα φτάσουμε στο σημείο να είμαστε το ίδιο ακριβοί με Γερμανία, μπορεί τα πράγματα να αλλάξουν. Πάντως ήδη είναι σε εξέλιξη κατασκευές. Από τη στιγμή που θα φύγουν από την αγορά κάποια ακίνητα, τα νέα που θα βγουν ενδεχομένως να είναι πιο πάνω σε τιμές, αλλά όχι σε τεράστιες διαφορές, απλά όταν υπάρχει ζήτηση μεγαλύτερης της προσφοράς, οι τιμές θα πάνε πιο πάνω».
Η ενεργειακή κρίση «φρενάρει» τις νέες οικοδομές
Εν τω μεταξύ η αύξηση στις τιμές των οικοδομικών υλικών ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης είχε ως αποτέλεσμα αρκετές νέες οικοδομές να σταματήσουν ή να καταγράφεται επιβράδυνση εργασιών, όπως τονίζει ο κτηματομεσίτης Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, χωρίς κανείς να μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα, πότε οι τιμές θα επανέλθουν στη κανονικότητα και τι επιπτώσεις μακροπρόθεσμα αυτό μπορεί να έχει: «Η αγορά ακινήτων, η δημιουργία νέων διαμερισμάτων και μονοκατοικιών, ναι μεν είχε διακοπεί λόγω της οικονομικής κρίσης, τώρα όμως επιβραδύνεται και λόγω ενεργειακής κρίσης επειδή παρατηρείται τεράστια αύξηση στην τιμή των υλικών. Όταν το σίδερο είχε 0,50 και έχει πάει 1,20 έχουμε υπερδιπλασιασμό υλικών. Αυτό είναι τροχοπέδη στην αγορά της κατασκευής νέων οικοδομών» και πρόσθεσε ότι «Ταυτόχρονα υπάρχει κώλυμα με το κομμάτι τραπεζών, δεν δίνουν εύκολα δάνεια, και αυτό είναι ένα πρόβλημα για τους δυνητικούς αγοραστές. Επίσης μεγάλο αγκάθι παραμένει η υψηλή φορολογία».