Ξεκινά τις επόμενες ημέρες η εκπόνηση της μελέτης του μεγάλου για το Ρέθυμνο έργου που αφορά στην κατασκευή ενός νέου Αρχαιολογικού Μουσείου. Η σύμβαση υπεγράφη χθες από τον δήμαρχο Ρεθύμνου Γιώργη Μαρινάκη και τους αρχιτέκτονες Γιάννη Κίζη και Παναγιώτη Γραμματόπουλο, παρουσία της προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου, Αναστασίας Τζγικουνάκη, του αντιδημάρχου Τεχνικών Έργων Άγγελου Μαλά και της διευθύντριας της Τεχνικής Υπηρεσίας του δήμου Πόπης Τζανακάκη.
Η μελέτη ανέγερσης του νέου Αρχαιολογικού μουσείου Ρεθύμνου είναι συνολικού προϋπολογισμού 2.493.073,24 ευρώ και χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος «Κρήτη 2014-2020», ενώ ο χρόνος ολοκλήρωσής της είναι οι επτά μήνες, ενώ επιπλέον πέντε μήνες προβλέπονται για τις απαιτούμενες εγκρίσεις από τις υπηρεσίες.
Το μουσείο θα αποτελέσει ένα σημαντικό τοπόσημο για την πόλη του Ρεθύμνου
Ο Γιάννης Κίζης, ένας εκ των αρχιτεκτόνων που θα εκπονήσουν τη μελέτη μετά την υπογραφή της σύμβασης χθες, ανέφερε ότι ήδη ξεναγήθηκαν από την κυρία Τζιγκουνάκη στους χώρους του μουσείου του Αγ. Φραγκίσκου αλλά και στις αποθήκες όπου φυλάσσονται αρχαιολογικά ευρήματα του νομού και έχουν μια συνολική εικόνα για το εύρος του αρχαιολογικού θησαυρού του νομού, το οποίο, όπως παρατήρησε, είναι τόσο μεγάλο που σίγουρα δεν θα μπορέσει στο σύνολό του να εκτεθεί στο νέο μουσείο.
Ο ίδιος αναφέρθηκε και σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη δόμηση του κτιρίου καλώντας το δήμαρχο να μεριμνήσει, ώστε άμεσα να διευθετηθούν.
Χαρακτηριστικά σε σχετικές δηλώσεις του τόνισε: «μετά την ξενάγησή μας στους χώρους του μουσείου και στις αποθήκες όπου φυλάσσονται τα ευρήματα, συνειδητοποιήσαμε το μεγάλο εύρος, τις ποσότητες, τα μεγέθη, και να πω και την ανεπάρκεια του διατιθέμενου χώρου. Δηλαδή, το καινούργιο μουσείο δεν θα μπορέσει να σκεπάσει στις αποθήκες του όλο αυτό το υλικό. Θα βρεθεί κάποια λύση διαφορετική με ένα πρόσθετο κτίριο. Σίγουρα θα καταφέρει να στεγάσει φυσικά τα αντιπροσωπευτικά εκθέματα στις μόνιμες εκθέσεις, οι οποίες μόνιμες εκθέσεις περιλαμβάνουν και μία πτέρυγα εκθέσιμης αποθήκης, όπου εκεί ο επισκέπτης θα έχει μία εικόνα του τεράστιου πλούτου που είναι αδύνατον να εκτεθεί σε μία μόνιμη έκθεση. Έχουμε διαπιστώσει ορισμένα προβλήματα, ορισμένες ανεπάρκειες. Το κυριότερο, το οποίο θα πρέπει όλοι να το φροντίσουμε είναι το μέγιστο ύψος. Το μέγιστο ύψος που ορίζουν σε εκείνο το σημείο είναι 11 μέτρα, το ένα μουσείο και το συγκεκριμένο όπως ορίζει στους εσωτερικούς χώρους θέλει 5,5 μέτρα καθαρό στο κάθε πάτωμα, δηλαδή 11. Οπότε δεν υπάρχει χώρος ούτε για μονώσεις ούτε για μηχανολογικά. Λιγότερο από 15 μέτρα δεν μπορούμε να το κάνουμε το μουσείο. Θα πρέπει να φροντίσει ο εργοδότης μας, ο δήμος κατ’ αρχήν, με την συνεπικουρία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας να γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες ούτως ώστε να βγει μια υπουργική απόφαση, η οποία για το συγκεκριμένο έργο να ορίσει ένα ύψος μεγαλύτερο, 15-16 μέτρων» είπε.
Παράλληλα, σημείωσε ότι η λειτουργία του μουσείου θα ενταχθεί στις λειτουργίες της πόλης τονίζοντας πως: «Για μας, είναι μία μεγάλη πρόκληση να σχεδιαστεί ένα μουσείο, το οποίο θα λειτουργεί με τους πολίτες και την πόλη με έναν τρόπο απρόσκοπτο, που θα είναι εντεταγμένο σε αυτό το παράλληλο μέτωπο και στον περίπατο, ο οποίος είναι υπό τελική διαμόρφωση, που δεν θα είναι ένα μουσείο ιδρυματικού χαρακτήρα, αλλά θα δέχεται τον πολίτη μέσα στα σπλάχνα του αβίαστα προσφέροντάς του λειτουργίες πέραν της μουσειοδιδακτικής επαφής με τα εκθέματα, και αυτές οι λειτουργίες στην σύγχρονη μουσειολογία είναι πολλές και ποικίλες. Από την απλή αναψυχή σε ένα αναψυκτήριο που είναι δίπλα στις αρχαιότητες και στα εκθέματα, δίπλα στο πωλητήριο, δίπλα στους χώρους που θα αναπτυχθούν εκδηλώσεις όπως διαλέξεις ή περιοδικές εκθέσεις, όλα τα γεγονότα δηλαδή που πρέπει το μουσείο να οργανώνει έτσι ώστε να ανανεώνει το ενδιαφέρον του κοινού, δηλαδή αυτός είναι ο ρόλος των περιοδικών εκδηλώσεων ενός μουσείου που κάνει τον κόσμο να έρχεται και να ξαναέρχεται».
Από την πλευρά του ο αρχιτέκτονας Παναγιώτης Γραμματόπουλος συμπλήρωσε ότι: «Προσβλέπουμε στην αγαστή μας συνεργασία τόσο με τις τεχνικές υπηρεσίες του δήμου, όσο βεβαίως και με την Αρχαιολογική Υπηρεσία Ρεθύμνου και το υπουργείο Πολιτισμού, διότι αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για ένα σύνθετο έργο το οποίο πρέπει να ικανοποιεί παραμέτρους οι οποίοι έχουν σχέση και με τον σχεδιασμό μέσα στη πόλη και βεβαίως με την ικανοποίηση των απαιτήσεων ενός τέτοιου σημαντικού μουσείου της πόλης και να πούμε ότι σήμερα ξεκινάμε αυτή τη προσπάθεια, ευελπιστούμε ότι θα έχει μία επιτυχή κατάληξη, της οποίας το αποτέλεσμα θα είναι η ύπαρξη αυτού του καινούργιου σημαντικού τοπόσημου μέσα στην πόλη του Ρεθύμνου».
Σημείο αναφοράς για την παλιά πόλη το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο
Ο δήμαρχος Ρεθύμνου μιλώντας για το νέο μουσείο ευχαρίστησε όλους όσοι συνέβαλλαν στην εξασφάλιση της χρηματοδότησης για να μπορέσει το Ρέθυμνο να αποκτήσει ένα σύγχρονο χώρο που θα φιλοξενήσει τους αρχαιολογικούς του θησαυρούς και διαβεβαίωσε ότι θα υπάρξει αγαστή συνεργασία με τους μελετητές, ώστε να προχωρήσουν σε γρήγορο χρόνο οι εγκρίσεις αλλά και να διευθετηθούν τα όποια πολεοδομικά ζητήματα απαιτούνται. Ειδικότερα, ο Γιώργης Μαρινάκης ανάφερε:
«Είναι μια πολύ μεγάλη στιγμή για το Ρέθυμνο, καθώς είναι ενδεχομένως από τις ελάχιστες πρωτεύουσες νομών που στερούνται αρχαιολογικό μουσείο αντάξιο του να εξυπηρετήσει και να στεγάσει τον μνημειακό πλούτο της περιοχής. Είμαστε πολύ τυχεροί, καθώς δεν είναι απλώς ότι αναθέσαμε σε αξιολογότατους μελετητές να κάνουν μια εξαιρετική αρχιτεκτονική μελέτη, αλλά είναι ότι διασφαλίζουμε ότι αυτή η μελέτη θα υλοποιηθεί. Και αυτό ήταν πολύ σημαντικό και ήταν εξ αρχής στόχευση όλων μας που συμμετείχαμε σε αυτή την προσπάθεια και πρέπει να ευχαριστήσουμε και την υπουργό Πολιτισμού, η οποία πολύ γρήγορα κατάλαβε την ασημαντότητα των δυσκολιών που θέτανε κάποιοι γραφειοκράτες και προχώρησε το θέμα, τον περιφερειάρχη μας, ο οποίος ενέταξε στην χρηματοδότηση και αυτή τη μελέτη και φυσικά και την Μαίρη Λιονή, η οποία ήταν συνεπίκουρος σε αυτή την προσπάθεια, τον αντιδήμαρχό μας και την υπηρεσία μας, οι οποίοι δούλεψαν όλοι μαζί για να μπορέσουμε να είμαστε έτοιμοι και ώριμοι και θέλω και εγώ να ευχαριστήσω την επιτροπή, η οποία είχε μια πολύ δύσκολη προσπάθεια να κάνει γιατί υπήρχαν αξιολογότατες προσφορές από πολλά αρχιτεκτονικά γραφεία και κατάφερε με αξιοπιστία, χωρίς να προκύψουν προβλήματα και ενστάσεις και καθυστερήσεις να καταλήξουμε στην καλύτερη πρόταση. Προφανώς, θα παρακολουθήσουμε από κοινού με τους μελετητές μας την πορεία των μελετών και εγκαίρως θα παρέμβουμε ώστε να γίνουν και όποιες άλλες παράλληλες πολεοδομικές, χωροταξικές τακτοποιήσεις απαιτούνται, ούτως ώστε να έχουμε συντρέχοντες χρόνους και όχι αθροιζόμενους χρόνους, και αυτό σημαίνει καθυστέρηση. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, ήδη μας ετέθησαν θέματα υψομέτρων, θα τα δούμε από κοινού όλοι μαζί, είναι ευτύχημα που η υπουργός Πολιτισμού παραμένει στο ίδιο υπουργείο και μπορεί αυτή την καλή ιδέα να την εξυπηρετήσει».
Πρόσθεσε επίσης ότι η επιλογή του χώρου για την ανέγερση του μουσείο θα το καταστήσει σημείο αναφοράς για την πόλη λέγοντας πως: «το μουσείο, θα γίνει πράγματι τοπόσημο σε μια περιοχή που ήδη αναπλάθεται και είναι ενταγμένη και στην λογική του νέου ΣΒΑΑ (Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Ανάπτυξης) περί γειτονιών. Φτιάχνουμε στην ουσία το δυτικό Ρέθυμνο, με το περιβάλλον, τη θάλασσα, τον αρχιτεκτονικό πλούτο της παλιάς πόλης και με ένα μουσείο που μπορεί πραγματικά να αποτελέσει σημείο αναφοράς. Δεν είναι άλλωστε άγνωστο ότι αρκετές πόλεις έφυγαν από την ανωνυμία χάρη στο ευρηματικό μουσείο που έφτιαξαν και αποτέλεσαν τόπο συνάντησης όχι μόνο ανθρώπων αλλά και πολιτισμών και ανθρώπων της τέχνης και της επιστήμης. Πράγματι είναι πολύ μεγάλη λοιπόν η μέρα, θα κάνουμε το καλύτερο δυνατόν και ευχόμαστε να έχουμε τέτοιες καλές στιγμές. Θέλω να πω ιδιαίτερες ευχαριστίες και στη κα. Τζιγκουνάκη με την οποία συνεργαστήκαμε και με όλη την υπηρεσία της γιατί για το καλό χρειάζονται πολλοί. Εδώ λοιπόν υπήρξε συνεργασία πολλών προς την ίδια κατεύθυνση και νομίζω ότι το αποτέλεσμα δικαιώνει τις προσπάθειες όλων.
Την ικανοποίησή της για την προσπάθεια ετών, που πλέον δρομολογείται, ώστε να αποκτήσει το Ρέθυμνο ένα σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο εξέφρασε η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αναστασία Τζιγκουνάκη, η οποία σημείωσε: «Είναι πάνω από 10 χρόνια που προσπαθούμε για να φτάσουμε σε αυτή τη στιγμή που πια ξεκινάμε με σταθερά βήματα για την ολοκλήρωση αυτού του στόχου, που είναι πολύ σημαντικός για όλο το Ρέθυμνο και είμαι πολύ ευχαριστημένη με την έκβαση αυτή. Θα έχουμε άμεσα, μέσα στον Οκτώβριο και την εξέταση από το συμβούλιο μουσείων, της πρώτης φάσης της μουσειολογικής μελέτης, ώστε να περάσουμε συγχρόνως όλοι μαζί στην μουσειολογική, μουσειογραφική και αρχιτεκτονική μελέτη, έτσι ώριμο όλο το έργο να μπορεί να περάσει στην υλοποίηση. Ευχαριστούμε πολύ τον δήμαρχο για τη βοήθεια και τον αγώνα και την αγωνία που περάσαμε μαζί όλα αυτά τα χρόνια για να μπορέσουμε να έχουμε αυτό το αποτέλεσμα σήμερα».
Η μελέτη και οι τεχνικές προδιαγραφές
Το φυσικό αντικείμενο της μελέτης περιλαμβάνει την εκπόνηση των ακολούθων κύριων και ειδικών – υποστηρικτικών μελετών:
– Γεωτεχνική έρευνα – μελέτη
– Αρχιτεκτονική μελέτη
– Στατική μελέτη
– Μελέτη Η/Μ εγκαταστάσεων
– Μελέτη Ενεργειακής Απόδοσης
– Έκδοση Άδειας Δόμησης
– Τεύχη δημοπράτησης
– Μελέτη ΣΑΥ – ΦΑΥ
Ο χώρος ανέγερσης του νέου μουσείου είναι εμβαδόν 5.912,14 m2 και βρίσκεται σε κομβικό σημείο, στο δυτικό παράλιο τμήμα της πόλης του Ρεθύμνου στην περιοχή που περικλείεται από τις οδούς Κεφαλογιάννηδων – Λουκάκη – Πρεβελάκη – Ηγούμενου Γαβριήλ.
– Ποσοστό κάλυψης: εβδομήντα τοις εκατό (70%) της επιφάνειάς του
– Συντελεστής δόμησης: ένα και δύο δέκατα (1,2)
– Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος έντεκα (11) μέτρα
– Αριθμός ορόφων: Δύο (2)
Κτιριολογικό πρόγραμμα – Χρήσεις
Σύμφωνα με το κτιριολογικό πρόγραμμα
– Οι εκθεσιακοί χώροι είναι της τάξης των 1.300,00 m2
– Οι χώροι εκπαίδευσης και το αμφιθέατρο πρέπει να είναι ευέλικτοι και να έχουν καθαρό εμβαδόν της τάξης των 180,00 m2 συνολικά.
– Τα εργαστήρια συντήρησης να έχουν καθαρό εμβαδόν 410,00 m2 με ευελιξία ένωσης χώρων, όπου είναι εφικτό.
– Οι αποθήκες (αρχαιολογικών ευρημάτων και γενικές) να έχουν καθαρό εμβαδόν της τάξης των 1.500,00 m2.
– Τα γραφεία διοίκησης να καταλαμβάνουν το λιγότερο δυνατό χώρο, δηλαδή μικρότερο των 260,00 m2 και ο χώρος που θα εξοικονομηθεί να αποδοθεί αντίστοιχα στην έκθεση.
– Οι τεχνικές εγκαταστάσεις και ιδιαίτερα οι χώροι για τις ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις να καταλαμβάνουν τη μικρότερη δυνατή έκταση, με τη μέγιστη οικονομία χώρου, χωρίς αυτό να έχει επίπτωση στην ποιότητα των λειτουργιών που θα προσφέρουν.
– Οι χώροι εξυπηρέτησης κοινού να είναι περίπου 275,00 m2.
1. Χώροι εξυπηρέτησης επισκεπτών 275,00 m2
Δυνατότητα να λειτουργούν και ανεξάρτητα από τις ώρες λειτουργίας του Μουσείου σε συνδυασμό ή μη με την αίθουσα πολλαπλών
2. Εκθεσιακοί χώροι 1.300,00 m2
α. Χώρος μονίμων εκθέσεων
β. Χώρος περιοδικών εκθέσεων
γ. Υπαίθριοι ή ημιυπαίθριοι εκθεσιακοί χώροι
3. Χώροι εκπαίδευσης – Καλλιτεχνικών και επιστημονικών δραστηριοτήτων 180,00 m2
α. αίθουσα εκπαιδευτικών προγραμμάτων
β. Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων – αμφιθέατρο.
Χώρος για πολιτιστικές εκδηλώσεις, ομιλίες, διαλέξεις, προβολές, συναυλίες.
4. Εργαστήρια Συντήρησης: 420,00 m2
5. Αποθήκες: 1.500,00 m2
6. Γραφεία Διοίκησης Μουσείου – Βιβλιοθήκη: 260,00m2
7. Τεχνικές Εγκαταστάσεις – Χώροι Εξυπηρέτησης Προσωπικού – Ασφάλεια Μουσείου
8. Περιβάλλων Χώρος