Υποτονική είναι η κίνηση στην αγορά του Ρεθύμνου και το αγοραστικό ενδιαφέρον περιορισμένο. Η εικόνα αυτή εξακολουθεί να επικρατεί το τελευταίο ενάμιση μήνα μετά και τις γιορτές του Πάσχα δημιουργώντας ανησυχία και προβληματισμό στον εμπορικό κόσμο που περίμενε πολλά περισσότερα για το διάστημα αυτό. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει τουριστική κίνηση αυτή δεν αποτυπώνεται ως κίνηση στα εμπορικά καταστήματα πόσο μάλλον σε τζίρους. Αυτό σύμφωνα με την πρόεδρο του εμπορικού συλλόγου οφείλεται κατά κύριο λόγο στο προφίλ των τουριστών που παραθερίζουν στον τόπο μας αυτή την περίοδο, οι οποίοι κατά κύριο λόγο όπως λέει είναι μεγάλης ηλικίας και δεν επενδύουν σε αγορές. Από τη άλλη όπως υποστηρίζει ο καιρός δεν ευνοεί για να κάνουν αγορές σε καλοκαιρινά είδη.
«Η κίνηση δεν πάει καλά. Προς το παρόν δεν έχει αποτυπωθεί το αγοραστικό ενδιαφέρον από τους τουρίστες. Η αγορά δεν έχει παλμό. Οι τουρίστες που έχουν επισκεφτεί την πόλη και μένουν εδώ είναι μεγάλης ηλικίας. Έχουμε δύο κακά φέτος. Το πρώτο είναι ότι οι τουρίστες είναι πολύ μεγάλης ηλικίας, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει αγοραστικό ενδιαφέρον για να αγοράσουν ρούχα, παπούτσια κ.λπ. Ο καιρός είναι ακόμη κόντρα, ώστε να σου δώσει τη διάθεση να να αγοράσουν ένα μαγιό που δεν έχει φέρει από τον τόπο σου, μια πετσέτα, μια τσάντα, οτιδήποτε έχει να κάνει με τη θάλασσα. Σε αυτό το κομμάτι έχει μείνει αρκετά πίσω. Τον Ιούλιο, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, ακόμα και τον Οκτώβριο, το Ρέθυμνο σε γενικές γραμμές δεν είχε ποτέ πρόβλημα από πλευρά κίνησης, επισκεψιμότητας. Όλη μας η ελπίδα ήταν να ξεκινήσει και να μπουστάρει τους ψιλο – «νεκρούς» μήνες, δηλαδή τον Απρίλιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο. Ο Ιούνιος από μόνος του ήταν ένας μήνας παγωμένος, γιατί είχαμε τις εξετάσεις. Οτιδήποτε έχει να κάνει με την εκπαίδευση εδώ, έτσι είναι και στην Ευρώπη. Οπότε πάντα ο Ιούνιος ήταν ένας ψιλό-πεσμένος μήνας. Άρα λοιπόν θέλαμε μπουστ και στον Ιούνιο, αλλά και στον Μάιο. Η κοιλιά που έγινε στο εμπορικό τμήμα μετά το Πάσχα κράτησε περίπου ενάμιση μήνα. Μεγάλη κοιλιά. Εάν ρωτήσεις έναν ξενοδόχο θα είναι ευτυχισμένος, καθώς έχει 90% πληρότητα, έχει βάλει μέσα ανθρώπους πολύ μεγάλης ηλικίας που σημαίνει ότι δεν έχει φθορές στο ξενοδοχείο του. Έχει κατανάλωση γιατί αυτοί θα φάνε και θα πιούν μέσα στο ξενοδοχείο» αναφέρει μιλώντας στα «Ρ.Ν.» η πρόεδρος του εμπορικού συλλόγου Αθηνά Τσικιντίκου.
Αυτό σημαίνει ότι ο στόχος της ενίσχυσης της κίνησης και του τζίρου των εμπορικών καταστημάτων δεν επιτυγχάνεται για τους πρώτους μήνες της θερινής σεζόν και μένει να φανεί πως αυτή θα εξελιχτεί μέχρι και τον Οκτώβριο.
Ωστόσο, η ακρίβεια εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα τόσο για τους καταναλωτές όσο και τους εμπόρους.
Οι ανατιμήσεις σε βασικά είδη διατροφής σε συνδυασμό με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης λόγω των αυξημένων οικονομικών υποχρεώσεων σε λογαριασμούς ΔΕΚΟ και άλλες φορολογικές υποχρεώσεις που έχει ανατρέψει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, έχει σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά.
Όπως λένε οι έμποροι τα λειτουργικά κόστη των εμπορικών επιχειρήσεων έχουν εκτοξευτεί στα ύψη κυρίως λόγω της τεράστιας αύξησης της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ έχουν συσσωρευτεί χρέη και υποχρεώσεις από την περίοδο του covid. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικότερος λόγος για τον οποίο είχαν από νωρίς στρέψει τις ελπίδες τους στον τουρισμό. Ήδη η τριετία της πανδημίας, αλλά και η ενεργειακή κρίση που ακολούθησε με τον πόλεμο στην Ουκρανία έχει αφήσει ανοιχτές πληγές στον εμπορικό κόσμο. Χρέη και οικονομικές υποθέσεις έχουν συσσωρευτεί με τους ίδιους καθημερινά, όπως δηλώνουν, να δίνουν τον δικό τους αγώνα επιβίωσης για να καταφέρουν να ανταποκριθούν στα αυξημένα έξοδά τους και να διατηρήσουν βιώσιμες τις επιχειρήσεις. Και αυτό, χωρίς κίνηση στα καταστήματα, είναι αδύνατον.
Για αυτό άλλωστε περιμένουν πολλά από τον τουρισμό. Βασικό ζητούμενο για τον εμπορικό κόσμο είναι η στήριξη της πολιτείας. Αυτό που ζητούν μετ’ επιτάσεως είναι χρηματοδοτικά εργαλεία που να μπορούν να αξιοποιήσουν μικρά εμπορικά καταστήματα χωρίς να υπάρχουν γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, αυστηρές προϋποθέσεις και αστερίσκοι, που συχνά τους κλείνουν την πόρτα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις οι εμπορικές επιχειρήσεις
Εν τω μεταξύ μπροστά σε νέες προκλήσεις βρίσκονται οι οικογενειακές επιχειρήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό τοπίο, το οποίο χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα, αναταραχές και αναπροσαρμογές.
Την ίδια στιγμή, η εμπιστοσύνη παραμένει βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των οικογενειακών επιχειρήσεων, ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο οι επιχειρήσεις οικοδομούν την εμπιστοσύνη αλλάζει θεμελιωδώς και ταχύτατα κυρίως επειδή αλλάζει η δημογραφική σύνθεση των πελατών, των υπαλλήλων τους αλλά και των ίδιων των μελών των επιχειρηματικών οικογενειών. Αναλυτικότερα, όπως προκύπτει από έρευνα της PwC «11th Global Family Business Survey – Αποτελέσματα των ελληνικών οικογενειακών επιχειρήσεων», οι οικογενειακές επιχειρήσεις επιθυμούν να οικοδομήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης και στο πλαίσιο αυτό αναγκαίο είναι να δώσουν προτεραιότητα σε ενέργειες που σχετίζονται με τα κριτήρια ESG αλλά και τη διαφορετικότητα, τη συμπερίληψη και την ισότητα, σε βαθμό μάλιστα, που να είναι εξίσου σημαντικός με τη σημασία που δίνουν στην ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών τους. Έτσι, οι οικογενειακές επιχειρήσεις χρειάζεται όχι μόνο να προβούν σε αλλαγές και να μετασχηματιστούν για να οικοδομήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης, αλλά καλούνται ταυτόχρονα να το δείξουν και να το επικοινωνήσουν, καθιστώντας τις προσπάθειές τους ορατές και γνωστοποιώντας τις ξεκάθαρα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, στα οποία οφείλουν να συμπεριλάβουν όχι μόνο τους πελάτες, τους υπαλλήλους και τα μέλη της οικογένειάς τους, αλλά και το ευρύ κοινό.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε πρόσφατα η πρόεδρος του ΕΒΕΑ Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου «Οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις στη χώρα μας είναι οικογενειακές. Είναι αυτές οι επιχειρήσεις που συνεισφέρουν τα δύο τρίτα του ΑΕΠ της χώρας, αλλά και των θέσεων εργασίας. Η υιοθέτηση των αρχών της Εταιρικής Διακυβέρνησης από τις μικρομεσαίες και ιδιαίτερα τις οικογενειακές επιχειρήσεις, είναι καθοριστικής σημασίας παράγοντας για την πορεία των ίδιων των επιχειρήσεων, αλλά και της ελληνικής οικονομίας».
«Η σύγχρονη, ανταγωνιστική, εξωστρεφής επιχειρηματικότητα μπορεί και πρέπει να αποτελέσει κινητήριο δύναμη για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτή η προσπάθεια – πέρα από μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις σε επίπεδο πολιτικής – προϋποθέτει την υιοθέτηση ενός πλαισίου ορθής εταιρικής διακυβέρνησης, από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Η έννοια της εταιρικής διακυβέρνησης έχει πλέον περάσει από το επίπεδο της οικειοθελούς συμμόρφωσης σε κανονιστικές υποχρεώσεις. Είναι συνώνυμο της σοβαρής επιχειρηματικής προσπάθειας, της επιτυχίας» υπογράμμισε η πρόεδρος του ΕΒΕΑ.