Με υψηλές πληρότητες που ξεπερνούν το 70% στα περισσότερα ξενοδοχεία έκανε ποδαρικό ο Σεπτέμβριος. Ένας μήνας στον οποίο επενδύουν οι ξενοδόχοι, καθώς κάθε χρόνο αυξάνεται το ενδιαφέρον των επισκεπτών για φθινοπωρινές διακοπές μιας και οι θερμοκρασίες παραμένουν υψηλές, χωρίς ωστόσο να είναι ενοχλητικές ή να δημιουργούν αφύσικες συνθήκες καύσωνα.
Ταυτόχρονα τον πρώτο μήνα του Φθινοπώρου αλλάζει το προφίλ των επισκεπτών. Οι οικογένειες λιγοστεύουν καθώς τα σχολεία ανοίγουν και στις ευρωπαϊκές χώρες και οι περισσότεροι τουρίστες είναι ζευγάρια ή παρέες.
Οι επιχειρηματίες του τουρισμού ποντάρουν και στις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του συλλόγου Ξενοδόχων Μανόλης Τσακαλάκης: «Ο Σεπτέμβρης έχει καλές κρατήσεις. Οι πληρότητες είναι καλές. Βέβαια έχουν σταματήσει οι οικογένειες να έρχονται διότι ανοίγουν τα σχολεία, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν πλέον παιδιά. Υπάρχει μια διαφορετική ποιότητα πελατών, πλέον είναι οι μεγαλύτερες ηλικίες που κάνουν διακοπές. Οι πληρότητες είναι ικανοποιητικές, αλλά υπάρχουν ακόμη αρκετά κρεβάτια. Είναι πάνω από 70%-75%. Υπάρχουν αρκετά τουριστικά πακέτα για τον Σεπτέμβριο, ήδη από την αρχή τις σεζόν είχαν ξεκινήσει. Όμως υπάρχουν και τώρα οι last minute προσφορές».
Οι Γερμανοί διατηρούν την πρωτιά σε ό,τι αφορά τις αφίξεις και ακολουθούν οι Άγγλοι ενώ αρκετοί είναι οι Σκανδιναβοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Αυστριακοί και οι Βέλγοι.
Το θετικό είναι ότι ενδιαφέρον υπάρχει για επέκταση των πτήσεων ως και το τέλος Νοεμβρίου. Ειδικότερα η TUI επεκτείνει τη σεζόν στην Κρήτη, με πολλές επιπλέον πτήσεις έως τις 23 Νοεμβρίου, ενώ ξεκινά την καλοκαιρινή σεζόν του 2025 στις 26 Μαρτίου, ακριβώς στον χρόνο των διακοπών του Πάσχα και, σύμφωνα με τους διοργανωτές, νωρίτερα από ποτέ. Συνεπώς, η σεζόν θα επεκταθεί σε 38 εβδομάδες ή 268 ημέρες.
«Η ζήτηση για ταξίδια διακοπών υπερβαίνει πλέον τη συνηθισμένη υψηλή περίοδο», λέει ο Stefan Baumert, επικεφαλής της TUI Γερμανίας. «Οι επισκέπτες μας αναζητούν όλο και περισσότερο ευελιξία στους χρόνους ταξιδιού. Η τάση προς πολιτιστικά και αθλητικά ταξίδια την άνοιξη και το φθινόπωρο γίνεται επίσης πιο σημαντική».
«Μέχρι τέλος του Νοέμβρη κάνει πρόγραμμα η TUI και κάποιοι άλλοι tour operators, όπως και η Aegean πετάει τον Νοέμβρη με απευθείας πτήσεις από το Ηράκλειο από το εξωτερικό. Οπότε σιγά-σιγά ανοίγει το κομμάτι της επιμήκυνσης της σεζόν με τον Νοέμβριο. Το είδαμε και τα προηγούμενα χρόνια, τώρα που αλλάζει ο καιρός θα το βλέπουμε όλο και πιο έντονο. Σιγά-σιγά θα έχουμε όλο και περισσότερα ξενοδοχεία που θα μένουν ανοιχτά τον Νοέμβριο. Βέβαια ο κόσμος αριθμητικά είναι πολύ λίγος, δηλαδή αυτοί που θα μείνουν ανοιχτοί είναι πολύ λίγοι. Όμως πρόκειται για μια τάση και μια ένδειξη» σημείωσε ο πρόεδρος του συλλόγου Ξενοδόχων Ρεθύμνου.
Πάντως παρά το γεγονός ότι οι αφίξεις δείχνουν να είναι αυξημένες με τα τελευταία στοιχεία του μεγαλύτερου αεροδρομίου, Ν. Καζαντζάκης να καταγράφουν αύξηση κατά 4% τον μήνα Αύγουστο οι ξενοδόχοι εμφανίζονται επιφυλακτικοί, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει αντίστοιχο κέρδος για τις τουριστικές επιχειρήσεις: «Δεν είμαστε ικανοποιημένοι από τη φετινή σεζόν, διότι στο τέλος όταν θα κάνουμε ταμείο, οι πάσης φύσεως επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται γύρω από τον τουρισμό, θα έχουν κάνει περισσότερα μεικτά έσοδα, αλλά το λειτουργικό αποτέλεσμα θα είναι μείον από πέρυσι. Εξακολουθούμε να λέμε ότι το 2019 ήταν η καλύτερη χρονιά για τον τουριστικό κλάδο. Αυτή η χρονιά ήταν που μας άφησε σωστό λειτουργικό αποτέλεσμα. Από εκεί και μετά συνεχώς μειώνουμε. Το κατά κεφαλήν εισόδημα πέφτει συνεχώς. Όταν είχαμε 12 εκ. τουρίστες τουρίστες στη χώρα, είχαμε 12 δισ. ευρώ έσοδα. Φτάσαμε στους 25 εκ. τουρίστες και τα έσοδα εξακολουθούσαν να είναι 12 δισ. ευρώ. Δηλαδή φέραμε τους διπλάσιους με τα ίδια χρήματα. Αυτήν τη στιγμή 577 ευρώ έδειξε η περυσινή χρονιά, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ότι ξοδεύει το άτομο στη χώρα μας. Ενώ παλαιότερα ξόδευε ένα χιλιάρικο. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό» επισημαίνει ο κ. Τσακαλάκης και προσθέτει ότι η βραχυχρόνια μίσθωση δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον κλάδο: «Τα διαθέσιμα χρήματά τους περιορίζονται διαρκώς διότι οι Ευρωπαίοι έχουν όλο και λιγότερα χρήματα, για να κάνουν διακοπές. Αναζητούν κάτι φθηνό, το οποίο το βρίσκουν στη βραχυχρόνια μίσθωση. Έρχονται με λίγα χρήματα, μένουν 10 άτομα σε ένα σπίτι, πληρώνουν 100 – 200 ευρώ τη βραδιά, το κράτος δεν εισπράττει τίποτα και το αποτύπωμα της βραχυχρόνιας μίσθωσης επιβάρυνσης και σπατάλησης των πόρων είναι τεράστιο. Περισσότερο απ’ ότι του ξενοδοχείου. Διότι αλλιώς είναι να μαγειρεύεις σε μια κουζίνα για να φάνε 10 άτομα, κι αλλιώς είναι να μαγειρεύεις σε μια κουζίνα για να φάνε 100 – 200 – 500 άτομα. Η η βραχυχρόνια μίσθωση είναι μειονέκτημα για την εθνική οικονομία, διότι αποδίδουν πολύ λίγα και επιβαρύνουν πάρα πολύ, καθώς επίσης στερούνε σπίτια που θα προορίζονταν για τα νέα ζευγάρια, για να ανοίξουν οικογένεια, για αυτούς που έρχονται από άλλες περιοχές της χώρας για να διδάξουν, να είναι στρατιωτικοί, γιατροί, φοιτητές κ.λπ. Όλοι αυτοί δεν βρίσκουν που να μείνουν κι εάν βρουν πληρώνουν ακριβά. Έχουμε έναν ανταγωνιστή που μας ανταγωνίζεται με άλλους όρους» τονίζει.
Αντιδράσεις για την υψηλή φορολόγηση
Εν τω μεταξύ αντιδράσεις προκαλεί στην ξενοδοχειακή αγορά η προοπτική να γίνει αποδεκτή από το υπουργείο Εσωτερικών η πρόταση της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (ΚΕΔΕ) να αυξηθεί το τέλος παρεπιδημούντων που επιβάλλεται επί του κύκλου εργασιών, από το 0,5% σήμερα στο 2%. Το τέλος, που πληρώνεται υπέρ των εσόδων των δήμων προκειμένου να συντηρούν τις υποδομές και να καλύπτουν τα επιπλέον έξοδα που προέρχονται από τον τουρισμό, έχει μειωθεί στο 0,5% από 2% προηγουμένως τον Ιανουάριο του 2009, ενώ μέρος του παρακρατείται σήμερα υπέρ του Δημοσίου.
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) Γιάννης Χατζής προειδοποίησε ότι «σήμερα περισσότερο από ποτέ οφείλουμε να προστατεύσουμε την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος της χώρας», αλλά «δυστυχώς παρατηρούμε ότι συμβαίνει το αντίθετο», καθώς «ένα χρόνο μετά τις ανακοινώσεις για την επιβάρυνση του ξενοδοχειακού προϊόντος με το τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση, το υπουργείο Εσωτερικών εξετάζει το ενδεχόμενο αύξησης του τέλους παρεπιδημούντων, επαναφέροντάς το στα επίπεδα προ του 2009». Ο κ. Χατζής επισημαίνει ότι «Το πρώτο που θα πρέπει να γίνει είναι να εξεταστούν στο τέλος του τρέχοντος έτους τα έσοδα του τέλους παρεπιδημούντων που προήλθαν από τη βραχυχρόνια μίσθωση και να ελεγχθεί αν αυτά αντιστοιχούν στα πραγματικά εισοδήματα της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Από τα ανωτέρω στοιχεία θα προκύψει αν πράγματι τα σχετικά κονδύλια δεν επαρκούν και αν αυτό ισχύει, ποια τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν. Μέτρα που είναι νομίζουμε προφανές πως βάσει των παραπάνω στοιχείων θα πρέπει να αφορούν μόνο τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης και σε καμία περίπτωση τα ξενοδοχεία».
Στο ίδιο πλαίσιο ο πρόεδρος του συλλόγου Ξενοδόχων Ρεθύμνου αναφέρει: «Η αύξηση της ενέργειας συμπαρέσυρε προς τα πάνω τα πάντα. Επομένως έχουμε έναν πληθωρισμό τα τελευταία χρόνια διαρκώς αυξανόμενο. Αυτό το επιπλέον κόστος δεν μπορέσαμε να το μετακυλήσουμε στον πελάτη, διότι και ο πελάτης έχει το ίδιο πρόβλημα. Δεν μπορεί να πληρώσει. Άρα το απορροφήσαμε κατά το μεγαλύτερο ποσοστό εμείς οι επιχειρηματίες. Δεν έχουμε τη δυνατότητα όμως να απορροφήσουμε κι άλλα. Αυτά που βάζει λίγο-λίγο η κυβέρνηση, 10 ευρώ τη μέρα φόρο διανυκτέρευσης στο δωμάτιο, – υπάρχουν ξενοδοχεία που πουλάνε 100 ευρώ το δωμάτιο. Δηλαδή το κράτος είναι ένας άτυπος συνεταίρος κατά 10% σε όλα τα έσοδα. Αλλά μόνο στα μεικτά έσοδα και όχι στο καθαρό αποτέλεσμα. Στα έξοδα δεν μπαίνει. Αυτό δεν θα συνεχιστεί για πολύ ακόμα. Θα αρχίσουμε ξανά να βλέπουμε ξενοδοχειακά δάνεια να «κοκκινίζουν». Εάν είναι αυτός ο σκοπός για να τα πάρουν και να φεύγουν από τα ελληνικά χέρια, θα το πετύχουν».